Σε ειδική σύνοδο με επίκεντρο την αύξηση των επιστροφών μεταναστών προχωρούν αύριο οι «27», αντί να αναζητήσουν μια συνολική λύση για το ζήτημα. Σύμφωνα με το Euractiv και Benjamin Fox, υπάρχουν εμπλοκές σε κάθε βήμα της μεταναστευτικής διαδικασίας, ενώ οι αρμόδιες αρχές «λυγίζουν» υπό το βάρος του αυξανόμενου αριθμού αιτήσεων, των υφιστάμενων καθυστερήσεων ή και της κακής κατάρτισης.
Η Αυστρία και η Ολλανδία, που άσκησαν πρόσφατα βέτο στην ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στον χώρο Σένγκεν υποστηρίζοντας ότι δεν είναι έτοιμες να προστατεύσουν επαρκώς τα ευρωπαϊκά σύνορα, ήταν οι κύριοι κινητήριοι μοχλοί της συνόδου κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αυτής της εβδομάδας. .
Σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διέρρευσε στην εφημερίδα die Welt, η Αυστρία είναι η τέταρτη χώρα που έχει δεχτεί τους περισσότερους μετανάστες στην Ε.Ε. και τους περισσότερους αιτούντες άσυλο ανά κάτοικο. Σύμφωνα με το αυστριακό υπουργείο Εσωτερικών, το 40% αυτών των μεταναστών πέρασε από τη Βουλγαρία.
Ο καγκελάριος της Αυστρίας, Καρλ Νεχάμερ, εξέφρασε τον περασμένο μήνα την πρόθεση στήριξης της Βουλγαρίας για πιο αποτελεσματική προστασία των συνόρων τονίζοντας ότι η βαλκανική χώρα δεν μπορεί να διαχειριστεί ακόμη περισσότερους ελέγχους μόνη και θα πρέπειε να λάβει βοήθεια ύψους τουλάχιστον 2 δισεκατομμυρίων ευρώ για την κατασκευή -μεταξύ άλλων- ενός τείχους στα σύνορά της με την Τουρκία.
Ο Ολλανδός πρωθυπουργός, Μαρκ Ρούτε, ζήτησε «να επιστρέψουμε στους κανόνες του Δουβλίνου», αλλιώς η Σένγκεν «δεν θα επιβιώσει».
Σύμφωνα με έκθεση της γερμανικής ομοσπονδιακής υπηρεσίας για τη μετανάστευση και τους πρόσφυγες, η διαδικασία ασύλου διαρκεί κατά μέσο όρο 7,6 μήνες από την αίτηση μέχρι την απόφαση. Ωστόσο, αυτός ο μέσος όρος αυξάνεται σε 26 μήνες εάν ο αιτών ασκήσει έφεση κατά της απόφασης στο δικαστήριο.
Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης και Ασύλου της Γερμανίας (BFA) και το Υπουργείο Εσωτερικών της Τσεχίας υποχρεούνται να λάβουν απόφαση εντός έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ασύλου. Στο τέλος του περασμένου Οκτωβρίου, υπήρχαν 110.385 τέτοιες εκκρεμείς υποθέσεις.
Παρόμοια μοτίβα υπάρχουν και αλλού, αν και έχουν καταγραφεί βελτιώσεις στη Γαλλία, όπου ο μέσος χρόνος εξέτασης μιας αίτησης ασύλου το 2022 ήταν 5,2 μήνες, σημαντικά μειωμένος σε σχέση με το 2020 και το 2021, όταν ήταν πάνω από 8,5 μήνες. υτό έχει οδηγήσει σε ελαφρά μείωση του αριθμού των εκκρεμών αιτήσεων στη Γαλλία σε περίπου 47.000, σύμφωνα με το Γαλλικό Γραφείο Προστασίας Προσφύγων και Απάτριδων. Στη χώρα, ο αριθμός των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης στην OFPRA έχει αυξηθεί από 884 το 2019 σε 1.028 στο τέλος του 2021.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών της Βιέννης, τον Δεκέμβριο του 2022 υπήρχαν 44.935 ανεπίλυτες υποθέσεις στην Αυστρία. Την ίδια στιγμή, η Τσεχία ανέφερε μόνο 768, αλλά και πάλι παραπονέθηκε ότι είναι ελάχιστα.
Στην Ιταλία, μεταξύ της 1ης Αυγούστου 2021 και της 31ης Ιουλίου 2022 υποβλήθηκαν 72.423 αιτήσεις ασύλου, σχεδόν 32.000 περισσότερες από ό,τι το προηγούμενο έτος. Περίπου 57.558 αιτήσεις εξετάστηκαν.
Στην Κροατία, η οποία προσχώρησε στη Σένγκεν μόλις τον Ιανουάριο, το Κέντρο Μελετών Ειρήνης (CMS), μια ΜΚΟ με έδρα το Ζάγκρεμπ, υπολογίζει ότι οι αιτήσεις ασύλου διαρκούν «μεταξύ ενός και δύο ετών» με βάση τις υποθέσεις στις οποίες έχουν εμπλακεί.
Η Ισπανία αγωνίζεται να διαχειριστεί τις αιτήσεις ασύλου από την κρίση των Σύρων προσφύγων το 2015, αλλά η κατάσταση επιδεινώθηκε πριν από τέσσερα χρόνια, όταν ο αριθμός των αιτήσεων άρχισε να αυξάνεται εκθετικά. Μόλις η αίτηση γίνει δεκτή για επεξεργασία, η ισπανική νομοθεσία προβλέπει ότι η απόφαση πρέπει να ληφθεί εντός έξι μηνών. Ωστόσο, η διαδικασία συχνά διαρκεί έως και ένα έτος, λένε οι ισπανικές ΜΚΟ.
Περίπου 94.500 αιτήσεις εξακολουθούν να εκκρεμούν, σύμφωνα με την ισπανική Υπηρεσία Ασύλου και Προσφύγων.
Στην Ελλάδα, εν τω μεταξύ, μπορεί να χρειαστούν από 6 μήνες έως 3 χρόνια για να ολοκληρωθεί η διαδικασία υποβολής αίτησης ασύλου. Εάν οι αρχές διαπιστώσουν ότι ο αιτών προέρχεται από την Τουρκία, πρέπει να περάσει από μια πρώτη συνέντευξη για να αποδείξει ότι δεν κινδυνεύει στην Τουρκία, και στη συνέχεια από μια δεύτερη για να λάβει ή να αρνηθεί το άσυλο.
Στη Φινλανδία, ο μέσος χρόνος διεκπεραίωσης είναι 229 ημέρες και η Υπηρεσία Μετανάστευσης έχει συσσωρευμένες 3.136 εκκρεμείς υποθέσεις, ή 4.814 αν συμπεριληφθούν και οι Ουκρανοί αιτούντες άσυλο. Ωστόσο, οι Ουκρανοί δικαιούνται προσωρινή προστασία και οι υποθέσεις ασύλου τους δεν διεκπεραιώνονται με τον ίδιο τρόπο.
Το Γραφείο του Γενικού Επιτρόπου για τους Πρόσφυγες και τους Ανιθαγενείς του Βελγίου (CGRA) στοχεύει επίσης στην έκδοση απόφασης εντός έξι μηνών, αλλά η πανδημία δημιούργησε μεγάλη καθυστέρηση, σε μεγάλο βαθμό επειδή οι συνεντεύξεις με τους αιτούντες έπρεπε να ανασταλούν.
Μετά την πανδημία, εν τω μεταξύ, ο αριθμός των μεταναστών αυξήθηκε. Το 2022, σχεδόν 37.000 αιτήσεις ασύλου καταγράφηκαν στο Βέλγιο, αύξηση 40% σε σχέση με το 2021, με κύριες χώρες προέλευσης το Αφγανιστάν, τη Συρία, την Παλαιστίνη, το Μπουρούντι και την Ερ
Αργός ρυθμός επιστροφών
Η αργή λήψη αποφάσεων συνοδεύεται από αργές διαδικασίες στην επιστροφή των αποτυχημένων αιτούντων άσυλο στη χώρα καταγωγής τους ή στο κράτος μέλος της ΕΕ στο οποίο έφτασαν αρχικά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), μεταξύ 2018 και 2021 πραγματοποιήθηκαν συνολικά 19.745 αναγκαστικές επιστροφές και 2.183 υποβοηθούμενες επιστροφές από περισσότερους από 136.000 μετανάστες που αποβιβάστηκαν, 14,5% και 1,6% του συνόλου, αντίστοιχα.
Ωστόσο, αρκετές κυβερνήσεις προσπαθούν τώρα να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στην επιβολή του επαναπατρισμού.
Μεταξύ αυτών και η κεντροαριστερή κυβέρνηση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς στο Βερολίνο. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022, η Γερμανία επαναπάτρησε 6.198 μετανάστες, κυρίως στη Βόρεια Μακεδονία, την Αλβανία και τη Γεωργία.
Από την πλευρά της, η βελγική Fedasil’s ανέφερε ότι 2.673 επέστρεψαν οικειοθελώς στην πατρίδα τους το 2022. Η Fedasil συντονίζει και πληρώνει για την επιστροφή και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ) οργανώνει την επιστροφή με αεροπλάνο ή λεωφορείο.
Το 2021, από τα 3.420 άτομα που επαναπατρίστηκαν από την Ιταλία, τα 1.945 ήταν Τυνήσιοι υπήκοοι. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες των συμφωνιών μεταξύ της Ιταλίας και της Τυνησίας για τη μετανάστευση δεν έχουν ποτέ δημοσιοποιηθεί πλήρως.
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) με έδρα το Λουξεμβούργο, η έλλειψη συνεργασίας με τα κράτη προέλευσης των μεταναστών είναι η κύρια αιτία των κακών αποτελεσμάτων στις επιστροφές σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μια έκθεση του ΕΕΣ του 2019 υπογράμμισε μια σειρά από ελλείψεις στην Ιταλία, συμπεριλαμβανομένης της απουσίας ενός έγκυρου συστήματος διαχείρισης των επιστροφών, των δυσκολιών στον εντοπισμό των προς επαναπατρισμό μεταναστών, της ανεπαρκούς ικανότητας των Κέντρων Μόνιμης Επιστροφής (ΚΕΑ) και της περιορισμένης συνεργασίας με τις χώρες καταγωγής των μεταναστών.
Η Κροατία έχει επίσης συνάψει συμφωνία για τη μετεγκατάσταση των μεταναστών που φιλοξενούνται σε καταυλισμούς στην Ελλάδα και την Ιταλία και αρκετές εκατοντάδες έχουν μετεγκατασταθεί εδώ στο πλαίσιο του μηχανισμού αλληλεγγύης της ΕΕ. Ωστόσο, δεδομένου ότι είναι ελεύθεροι να ταξιδεύουν ενώ οι αιτήσεις τους εξετάζονται, εκτιμάται ότι περίπου το 75-90% των αιτούντων άσυλο μετακινούνται σε άλλες χώρες πριν καν ληφθεί η απόφαση.
Για παράδειγμα, το 2020 υποβλήθηκαν σχεδόν 2.000 επίσημες αιτήσεις, με σχεδόν 1.700 να ακυρώνονται επειδή ο αιτών εγκατέλειψε τη χώρα πριν από την έκδοση της απόφασης. Μόνο 42 – το 2% του συνόλου – έγιναν τελικά δεκτές. Οι κυριότερες χώρες προέλευσης των αιτούντων είναι το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Ιράν, η Τουρκία και η Συρία.
Συμφωνίες με τρίτες χώρες
Ένα ήδη πολύπλοκο σύστημα επιστροφών περιπλέκεται από ένα πλέγμα διμερών συμφωνιών επανεισδοχής μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών, οι οποίες προστίθενται στις κοινές συμφωνίες επανεισδοχής της ΕΕ.
Για παράδειγμα, η Κροατία, όπως όπως δήλωσε η Σάρα Κέκους από το CMS, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι αρχές μετανάστευσης δεν έχουν επαρκή κατάρτιση και κατανόηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων και άλλων μεταναστών, , έχει συνάψει διμερείς συμφωνίες επανεισδοχής με τη γειτονική Βοσνία-Ερζεγοβίνη και τη Σερβία, καθώς και με ορισμένες τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Πακιστάν.
Η Τσεχική Δημοκρατία έχει επί του παρόντος 17 διμερείς συμφωνίες με χώρες όπως η Γερμανία, η Πολωνία και η Σλοβακία, καθώς και με τρίτες χώρες, όπως η Αρμενία, το Κοσσυφοπέδιο, η Μολδαβία, η Μογγολία και το Βιετνάμ.
Η Γερμανία έχει διμερείς συμφωνίες επαναπατρισμού με 16 χώρες εκτός ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Νορβηγίας και της Ελβετίας, ενώ η Φινλανδία έχει τέτοιες συμφωνίες με τη Βουλγαρία, την Εσθονία, το Κοσσυφοπέδιο, τη Λετονία, τη Λιθουανία, τη Ρουμανία και την Ελβετία, καθώς και ένα μνημόνιο κατανόησης για την εθελοντική επιστροφή με τη Σομαλιλάνδη.
Η Φινλανδία είναι από τις λίγες χώρες αριθμός των υπαλλήλων της υπηρεσίας μετανάστευσής της είναι σήμερα 1.229 και πρόκειται να αυξηθεί σε 1.300 μέχρι το τέλος του έτους.
Η Αυστρία έχει 22 διμερείς συμφωνίες επαναπατρισμού, σύμφωνα με κοινοβουλευτική έρευνα του 2021, τρεις από τις οποίες είναι με χώρες εκτός ΕΕ: Κοσσυφοπέδιο, Νιγηρία και Τυνησία.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας