Με την επίκληση του ισχύοντος εδώ και σχεδόν 67 χρόνια καθεστώτος της διαρκούς ουδετερότητας της Αυστρίας, λόγω του οποίου δεν υπήρξε η απαραίτητη συναίνεση των πέντε κοινοβουλευτικών κομμάτων που έθετε ως προϋπόθεση ο πρόεδρός της Βόλφγκανγκ Σομπότκα, η αυστριακή Βουλή δεν προχώρησε σε πρόσκληση προς τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι να εκφωνήσει εκεί ομιλία, όπως συνέβη με τα Κοινοβούλια άλλων χωρών και θα συμβεί την ερχόμενη Πέμπτη, 7 Απριλίου, στη Βουλή των Ελλήνων.
Εκτός από το πολιτικό επίπεδο, στη σχετική συζήτηση φαίνεται να παίζει ρόλο ο εσωτερικός κανονισμός της αυστριακής Βουλής, με τον επικεφαλής του Ινστιτούτου Κοινοβουλευτισμού Βέρνερ Τσέγκερνιτς να επισημαίνει ότι αυτός δεν επιτρέπει μια τέτοια ομιλία, διότι ρυθμίζει ξεκάθαρα ποιοι μπορεί να εμφανίζονται στην ολομέλειά της.
Σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό, ο πρόεδρος της Βουλής μπορεί να καλέσει προσωπικότητες από την ευρωπαϊκή και διεθνή πολιτική -όπως τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ ή τους επικεφαλής των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε.- να τοποθετηθούν σε μια συνεδρίαση της Βουλής.
Από την άλλη, ο Ουκρανός πρόεδρος θα μπορούσε να μιλήσει μόνο σε μια άτυπη συνεδρίαση, ωστόσο αν αυτό γίνει, συνιστά ένα προηγούμενο, «και ποιος θα μπορούσε να αποτρέψει στο μέλλον μια ομιλία, για παράδειγμα, του προέδρου της Μολδαβίας, της Γεωργίας ή κάποιας άλλης χώρας;», διερωτάται ο Βέρνερ Τσέγκερνιτς.
Από τη διεύθυνση της Βουλής αναφέρεται ότι θα ήταν επισήμως δυνατή μια σύνδεση βίντεο πριν και μετά τη συνεδρίαση ή κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος ή διακοπής της συνεδρίασης της αυστριακής Βουλής, αλλά τελικά αυτό είναι μια πολιτική απόφαση.
Την ίδια στιγμή ο Ουκρανός πρόεδρος δηλώνει πως θα εξεταστεί «ενδελεχώς» το ζήτημα της ουδετερότητας της δικής του χώρας, κάτι που είναι από τις κύριες αιτιάσεις που θέτει στις διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός το Κρεμλίνο, το οποίο ανέφερε πρόσφατα το μοντέλο της Αυστρίας ή της Σουηδίας ως πιθανό πρότυπο, στη βάση του οποίου το Κίεβο θα έπρεπε να απέχει από την ένταξη στο ΝΑΤΟ, κάτι που ο Ζελένσκι φέρεται ότι κάπου θα αποδεχθεί.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πριν από σχεδόν πέντε εβδομάδες, στην Αυστρία, πολιτικοί και διεθνολόγοι συζητούν σοβαρά όσο και έντονα κατά πόσο η χώρα είναι ουδέτερη στον μαινόμενο πόλεμο, με τον ομοσπονδιακό καγκελάριο Καρλ Νέχαμερ να διακηρύττει ότι «η Αυστρία ήταν, είναι και θα παραμείνει ουδέτερη».
Για τον ίδιο, όπως και για τους συμπολίτες του στη συντριπτική τους πλειονότητα, από στρατιωτική άποψη, το ισχύον καθεστώς της αυστριακής διαρκούς ουδετερότητας παραμένει το μέτρο όλων των πραγμάτων, καθώς έχει φέρει στη χώρα μεγάλη σταθερότητα, και προφανώς μια εγκατάλειψή της εξακολουθεί να παραμένει «ταμπού», και αυτό, σε αντίθεση με τις δύο, επίσης ουδέτερες, σκανδιναβικές χώρες, τη Φινλανδία και τη Σουηδία, όπου γίνονται σκέψεις ακόμη και για ένταξή τους στο ΝΑΤΟ.
Τονίζοντας ταυτόχρονα ότι «η αυστριακή Δημοκρατία δεν είναι ποτέ αμερόληπτη ή ακόμα και αδιάφορη σε παραβίαση του διεθνούς δικαίου, όπως αυτή η επίθεση, αλλά στέκεται στο πλευρό όσων απειλούνται», ο καγκελάριος είχε ανακοινώσει την αποστολή βοήθειας στην Ουκρανία, στην οποία περιλαμβάνονται και 10.000 προστατευτικά κράνη, που, όπως τόνιζε, προβλέπονται για μη στρατιωτική χρήση.
Παρατηρητές στη Βιέννη έθεταν το ερώτημα ποιος στην Ουκρανία θα ελέγχει τη χρήση τους και επισήμαιναν ακόμη πως στη βάση του διεθνούς δικαίου, σε έναν πόλεμο ανάμεσα σε δύο άλλα κράτη ο «ουδέτερος» υποχρεούται να κρατήσει αμερόληπτη στάση, κάτι που, κατά την άποψή τους, δεν κάνει η Αυστρία τόσο με αυτή τη «βοήθεια» όσο και με τη συμμετοχή της στις κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης κατά της Ρωσίας.
Ο ομοσπονδιακός νόμος περί της διαρκούς ουδετερότητας προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι «η Αυστρία δεν θα ενταχθεί σε καμία στρατιωτική συμμαχία στο μέλλον και δεν θα επιτρέψει την εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων από ξένα κράτη στο έδαφός της», κάτι που στις αρχές της δεκαετίας του 2000 για το δεξιό Λαϊκό Κόμμα του σημερινού καγκελαρίου αυτό ετίθετο υπό αμφισβήτηση και προωθούνταν μια ένταξη της χώρας στην επικυριαρχούμενη από τις ΗΠΑ Βορειοατλαντική Συμμαχία.
Ηταν την εποχή που ο τότε αρχηγός αυτού του κόμματος και καγκελάριος Βόλφγκανγκ Σιούσελ χαρακτήριζε «ξεπερασμένη» την ουδετερότητα της χώρας, αλλά υπό το βάρος της πρωτοφανούς υποστήριξης της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού για τη διατήρησή της –σε ποσοστό που έφτανε και ξεπερνούσε το 80%– ο ίδιος αναγκαζόταν αργότερα σε αναδίπλωση. Ο Σιούσελ ηγούνταν, μεταξύ Φεβρουαρίου 2000 και Δεκεμβρίου 2006, του πρώτου κυβερνητικού συνασπισμού του Λαϊκού Κόμματός του με το ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων του Γεργκ Χάιντερ, που υπήρξε και η πρώτη πανευρωπαϊκά συμμετοχή της Ακροδεξιάς σε κυβέρνηση.
Ο δεύτερος συνασπισμός αυτών των δύο κομμάτων κυβέρνησε μεταξύ Δεκεμβρίου 2017 και Μαΐου 2019, με καγκελάριο τον τότε αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος Σεμπάστιαν Κουρτς, ο οποίος στο μεταξύ έχει αποχωρήσει (τον περασμένο Δεκέμβριο) πλήρως από την πολιτική, λόγω της φερόμενης ανάμειξής του σε σκάνδαλο διαφθοράς.
Είκοσι εφτά χρόνια μετά την ένταξη της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση (την 1η Ιανουαρίου 1995) και 33 χρόνια έπειτα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι πολίτες της, στη συντριπτική τους πλειονότητα, ακόμη και σήμερα, παραμένουν «πιστοί» στο καθεστώς της διαρκούς ουδετερότητας της χώρας τους, το οποίο ισχύει, στη βάση ομοσπονδιακού νόμου, από τις 26 Οκτωβρίου του 1955, ημέρα που γιορτάζεται στην Αυστρία ως εθνική επέτειος και είναι επίσημη αργία.
Και αυτή η «αφοσίωση» των πολιτών παραμένει, έστω και εάν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης έχουν υπάρξει δύο τροπολογίες στο Σύνταγμα της χώρας που δίνουν προτεραιότητα στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έναντι της ουδετερότητας, καθώς, σύμφωνα με παρατηρητές, «η κοινή εξωτερική πολιτική και η πολιτική άμυνας της Ε.Ε. αποτελούν την ασφάλειά μας».
Είναι χαρακτηριστικό πως σε όλες τις δημοσκοπήσεις που γίνονται παραμονές της αυστριακής εθνικής επετείου, τα αποτελέσματά τους φέρουν ποσοστά πάνω από το 70% των ερωτηθέντων να ζητούν τη διατήρηση της ουδετερότητας της χώρας σε κάθε περίπτωση, έτσι ώστε να θεωρείται πως η αυστριακή ουδετερότητα φυλάσσεται ως κόρην οφθαλμού από τον αυστριακό πληθυσμό, και το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει τα κόμματα της αυστριακής Βουλής να υπεραμύνονται σθεναρά του καθεστώτος ουδετερότητας.
Η 26η Οκτωβρίου έχει καθιερωθεί ως εθνική επέτειος στην Αυστρία, σε ανάμνηση της 26ης Οκτωβρίου 1955, όταν η χώρα –δέκα χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έπειτα από δέκα χρόνια διαίρεσής της σε τέσσερις ζώνες επιρροής– επανακτούσε την πλήρη κυριαρχία της με την αποχώρηση και του τελευταίου ξένου στρατιώτη των τεσσάρων συμμαχικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Σοβιετική Ενωση, Γαλλία και Αγγλία) και η αυστριακή Βουλή ψήφιζε τον συνταγματικό νόμο για τη διαρκή ουδετερότητα της Αυστρίας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας