Για τη Γερμανία, το 2018 ήταν ένα έτος πολιτικά συναρπαστικό. Η προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας «Τζαμάικα» των Χριστιανοδημοκρατών με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους απέτυχε και η Αν. Μέρκελ ακολούθησε εν τέλει την πεπατημένη με τους Σοσιαλδημοκράτες. Το στοίχημα όμως του νέου μεγάλου συνασπισμού αποδείχθηκε βαρύ για τα κυβερνητικά κόμματα.
Ο Μ. Σουλτς αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την ηγεσία του SPD τον Φεβρουάριο και να δώσει τη σκυτάλη στην Αντρέα Νάλες και τον Δεκέμβριο η καγκελάριος παρέδωσε τα ηνία του CDU στην Ανεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Τον Ιανουάριο, είναι η σειρά του Χορστ Ζεεχόφερ να αποχωρήσει από την προεδρία του CSU, ανοίγοντας τον δρόμο για τον πρωθυπουργό της Βαυαρίας, Μάρκους Σέντερ.
Το 2019 θεωρείται για όλες τις πολιτικές δυνάμεις έτος-κλειδί. Οι ευρωεκλογές τον Μάιο χαρακτηρίζονται από τώρα τεστ αντοχής για την κυβέρνηση και την καγκελάριο, σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον ταραγμένο από την άνοδο των ακροδεξιών και λαϊκιστικών πολιτικών δυνάμεων.
Η Αν. Μέρκελ μπορεί και να θεωρηθεί κερδισμένη το 2018, όπως επισημαίνει το περιοδικό Der Spiegel, καθώς κατάφερε να ισορροπήσει ύστερα από δύο κυβερνητικές κρίσεις που προκάλεσε ο Χ. Ζεεχόφερ, με το μεταναστευτικό και την υπόθεση Μάασεν, να μετριάσει τις αντίρροπες πιέσεις από την πλευρά των Σοσιαλδημοκρατών και να συγκρατήσει τις δικές της εσωκομματικές πιέσεις για δεξιά στροφή στη γραμμή του Β. Σόιμπλε. Τα δύσκολα, όμως, για την κυβέρνηση της Αν. Μέρκελ είναι μπροστά.
Στην Ευρώπη, τα μεταρρυθμιστικά σχέδια του Γάλλου προέδρου Εμ. Μακρόν έχουν απονευρωθεί από το Βερολίνο και μόνον ψήγματα για την οικονομική και πολιτική εμβάθυνση της Ε.Ε. παραμένουν στο τραπέζι.
Στο εσωτερικό, οι προοπτικές της γερμανικής οικονομίας αναθεωρούνται προς τα κάτω, λόγω του Brexit και των καθοδικών τάσεων της ευρωζώνης, ενώ παράλληλα οι επιδόσεις της κυβέρνησης στους προγραμματικούς στόχους που έχει θέσει για την ψηφιοποίηση, την ενεργειακή μετάβαση και τον εκσυγχρονισμό της αυτοκινητοβιομηχανίας και των μεταφορών γενικότερα, εξακολουθούν να είναι μακράν των προσδοκιών.
Οι τομείς που συνεχίζουν να κινούνται πάνω από τον μέσο όρο ανάπτυξης 1-2% είναι η οικοδομή, ο τουρισμός, οι υπηρεσίες και οι τράπεζες, πλην όμως, όπως επισημαίνουν τα οικονομικά ινστιτούτα, δεν αρκούν για να δημιουργήσουν ένα νέο αναπτυξιακό κύμα στη Γερμανία και την Ευρώπη.
Το πιο συντηρητικό οικονομικό ινστιτούτο, το Ifo του Μονάχου, διαβλέπει περισσότερους κινδύνους παρά ευκαιρίες για τη γερμανική οικονομία και πιέζει για τη διατήρηση της λιτότητας.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι επιμένει να αντιδρά στην αύξηση του ελάχιστου μισθού που θα ισχύει από την αρχή του 2019 και είναι 9,19 ευρώ την ώρα, από 8,50 ευρώ που είχε οριστεί το 2015, εκτιμώντας ότι θα δημιουργήσει πρόβλημα ανταγωνιστικότητας και θα οδηγήσει στην απώλεια μέχρι και 900.000 θέσεων εργασίας.
Από το ινστιτούτο έρευνας για την απασχόληση (IAB) οι πιθανές απώλειες θέσεων εργασίας υπολογίζονται σε 40.000-60.000, εντούτοις σύμφωνα με το ινστιτούτο οικονομικών ερευνών DIW αυτός ο αριθμός ορίζεται με βάση τις σημερινές οικονομικές συνθήκες και επιπλέον δεν είναι αναλογικά κατανεμημένος σε όλες τις περιφέρειες της Γερμανίας.
Το πρόβλημα εστιάζεται στην Ανατολική Γερμανία, όπου οι μισθοί είναι χαμηλότεροι και θα πρέπει να εναρμονιστούν από τις αρχές του χρόνου. Για την κυβέρνηση της Αν. Μέρκελ, τα ανατολικά κρατίδια αποτελούν το δεύτερο πολιτικό στοίχημα του 2019, καθώς πρόκειται να διεξαχθούν τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, στη Σαξονία, τη Θουριγγία και το Βρανδεμβούργο, με το ακροδεξιό AfD να διεκδικεί, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, την πρώτη θέση. Ακόμη και αν οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες κερδίσουν πανηγυρικά τη Βρέμη, στη Δυτική Γερμανία, τα αρνητικά μηνύματα από την Ανατολική Γερμανία δεν πρόκειται να αντισταθμιστούν.
Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πολιτικό πλαίσιο, η Αν. Μέρκελ καλείται να αναλάβει πρωτοβουλίες για την τόνωση του ευρωπαϊκού της προφίλ και του ηγετικού ρόλου της Γερμανίας.
Η επίσκεψη της καγκελαρίου στην Αθήνα τον Ιανουάριο είναι μια ευκαιρία για να εκπέμψει ένα μήνυμα αισιοδοξίας για την Ευρώπη. Στο πεδίο των διεθνών σχέσεων της Ε.Ε. και της Γερμανίας με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, τα περιθώρια της Αν. Μέρκελ έχουν περιοριστεί μετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Συρία, εκτός και αν, όπως επισημαίνει η εφημερίδα Tagesspiegel, η Ευρώπη αποφασίσει να αναλάβει στρατιωτική δράση για να καλύψει το κενό από την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων και να περιορίσει την εμπλοκή της Τουρκίας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας