ΑΠΟΣΤΟΛΗ, ΣΤΟΚΧΟΛΜΗ
Ο Χάιταμ Αλ-Νάσεφ είχε μία καλή ζωή. Εργαζόταν ως πανεπιστημιακός στη Δαμασκό με εισόδημα περίπου 3.000 δολάρια τον μήνα, ζώντας σ’ ένα όμορφο σπίτι με τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Πλέον είναι ευγνώμων που έχει δουλειά και ζει σε ξενοδοχείο στη Στοκχόλμη με την οικογένειά του θεωρώντας τον εαυτό του έναν από τους τυχερούς που κατόρθωσαν να πάρουν άσυλο και να επανενωθούν με την οικογένειά τους στην Ευρώπη.
Ομως, με τις αλλαγές στη σουηδική νομοθεσία για την οικογενειακή επανένωση (που μπορεί να προσκρούουν ακόμα και στο ευρωπαϊκό κεκτημένο) και το κλείσιμο των συνόρων, χιλιάδες ξεριζωμένοι δεν θα τα καταφέρουν. Εξάλλου και ο Χάιταμ, ένας εξαιρετικά μορφωμένος άνθρωπος με χρήματα και διασυνδέσεις στην Ευρώπη, δυσκολεύτηκε πολύ να το κάνει.
Συναντηθήκαμε μαζί του, με αφορμή πρόσκληση του Σουηδικού Ινστιτούτου Στοκχόλμης στην «Εφ.Συν.» και σε άλλα ΜΜΕ παγκοσμίως για ενημέρωση σχετικά με το προσφυγικό. Η αφήγησή του είναι ποταμός.
Από τους όλμους στους διακινητές
Ολα άρχισαν τον Δεκέμβριο του 2012 όταν το σπίτι του καταστράφηκε ύστερα από βομβαρδισμό με όλμο. «Η γυναίκα μου και οι κόρες μου έτρωγαν βραδινό και γλίτωσαν από θαύμα», μας λέει. Η οικογένεια μετακόμισε στο σπίτι της αδερφής του, ωστόσο η κατάσταση συνέχισε να χειροτερεύει παρά τις διαβεβαιώσεις για το αντίθετο.
Αρχικά, πήγε για μερικούς μήνες στην Αίγυπτο, όπου τα πράγματα ήταν ταραγμένα το καλοκαίρι του 2013 κι έτσι δεν κατόρθωσε να βρει κάποια δουλειά και να εγκατασταθεί, οπότε γύρισε πίσω στη Συρία.
Η ζωή δυσκόλευε μέρα με τη μέρα και ο πληθωρισμός εξανέμιζε τα εισοδήματα της οικογένειας: «Τότε σκέφτηκα ότι έπρεπε να κάνω κάτι για μένα και τα παιδιά μου. Πρώτα, σκέφτηκα να πάω στο Λονδίνο γιατί ξέραμε τη γλώσσα με τη γυναίκα μου. Ετσι ξεκίνησα το ταξίδι, η Σουηδία ήταν η δεύτερη επιλογή».
Με σκοπό να φέρει αργότερα την οικογένειά του στον τόπο προορισμού του, ξεκίνησε μόνος από τη Συρία, το καλοκαίρι του 2014, για τον Λίβανο και από εκεί πέταξε για Κωνσταντινούπολη, όπου βρίσκονται δίκτυα διακινητών στα οποία πας «συστημένος».
Συναντήθηκε με τον διακινητή σε καφέ της περιοχής του Ακσαράι και ενημερώθηκε για τις τιμές: 1.000 ευρώ για πέρασμα στην Ελλάδα με φουσκωτό και 2.500 ευρώ για πιο ασφαλές μέσο.
«Αποφάσισα να ζητήσω το πιο ασφαλές μέσο, γιατί δεν ήθελα να ρισκάρω τη ζωή μου για μερικές εκατοντάδες ευρώ», λέει χαρακτηριστικά.
Η μεταφορά σε άγνωστη τοποθεσία στα παράλια της Μικράς Ασίας έγινε με κλειστό βαν μέσα στο οποίο βρίσκονταν δεκάδες πρόσφυγες και μετανάστες που δεν χωρούσαν ούτε να καθίσουν και ήταν όρθιοι. Τα 72 άτομα που είχαν ζητήσει πιο ασφαλή μεταφορά μεταφέρθηκαν με φουσκωτό σε κότερο.
«Είχε, νομίζω, ελληνική σημαία. Οπως μου λες τώρα από τα τουρκικά παράλια στην Κω η απόσταση είναι περίπου μισή ώρα, αλλά εμείς κάναμε 12 ώρες γιατί γυρνούσαμε γύρω-γύρω για να βρούμε κατάλληλη ερημική τοποθεσία να αποβιβαστούμε», μας λέει ο Χάιταμ πριν συνεχίσει να διηγείται τη δύσκολη «ελληνική εμπειρία» του.
Το πέρασμα από την Ελλάδα
«Βγήκαμε με φουσκωτό σε μία ερημική παραλία της Κω. Μας είχαν δώσει κάποια τηλέφωνα από τις Αρχές ή κάτι τέτοιο για να ειδοποιήσουμε, αλλά δεν απαντούσε κάνεις. Η παραλία περιτριγυριζόταν από βραχώδη και θαμνώδη βουνά. Δεν είχαμε ούτε νερό. Επειτα από λίγη ώρα αποφασίσαμε να ανεβούμε το βουνό μερικοί από εμάς ώστε να βρούμε κάποιον άνθρωπο να ειδοποιήσουμε. Ηταν ίσως οι έξι δυσκολότερες ώρες της ζωής μου».
Επειτα λοιπόν από κάποιες ώρες έφτασαν σε ένα μελίσσι όπου βρήκαν και λίγο νερό. Εμειναν εκεί ώσπου ήρθε ένας νεαρός ντόπιος με το αγροτικό του:
«Αργότερα μου είπαν ότι ήμασταν τυχεροί γιατί συνήθως πάει στο μελίσσι μία φορά την εβδομάδα. Μας πήγε σ’ ένα χωριό της Κω, του οποίου το όνομα δεν θυμάμαι και από εκεί ήρθε και μας παρέλαβε η αστυνομία. Οι ντόπιοι μάς έδωσαν φαγητό και βοήθησαν πολύ».
Υστερα από πέντε ημέρες στην Κω έφυγε με το βαπόρι για Πειραιά και αφού επικοινώνησε με τις διασυνδέσεις του πήγε γρήγορα σε καφέ στην Αχαρνών, όπου συνάντησε το επόμενο άτομο στο δίκτυο προς την Ευρώπη.
«Του είπα ότι θέλω να πάω Αγγλία και μου πρότεινε λόγω εμφάνισης (σ.σ. ανοιχτά καστανά μαλλιά και μπλε μάτια) να ταξιδέψω με κλεμμένο – παραποιημένο ευρωπαϊκό έγγραφο. Τα έγγραφα, που ήταν πολωνικά, τα αγόρασα από άτομο στην περιοχή της Ομόνοιας και με παρέπεμψε σε ταξιδιωτικό πράκτορα που μου έβγαλε εισιτήριο για Παρίσι. Ολα αυτά κόστισαν περίπου 3.500 ευρώ. Ο πράκτορας εντυπωσιάστηκε από την ποιότητα του εγγράφου που είχα προμηθευτεί και μου έδωσε συμβουλές πώς να κινηθώ στο αεροδρόμιο της Αθήνας για να μην προκαλέσω υποψίες».
Ολα στο αεροδρόμιο κυλούσαν φυσιολογικά για τον «Πολωνό» που θα πετούσε για Γαλλία και είχε για «ξεκάρφωμα» μία μικρή τσάντα σαν αυτές που πολλοί παίρνουν στην καμπίνα μαζί τους.
Πριν από την επιβίβαση στο αεροπλάνο στην αίθουσα αναμονής η καρδιά του πάει να σπάσει:
«Ο υπάλληλος με ρώτησε το όνομά μου που δεν μπορούσα να το προφέρω σωστά. Ετσι, αρκέστηκα να του πω ότι το βλέπετε στην ταυτότητα. Μετά με ρώτησε προς τα πού ταξιδεύετε και του απάντησα: κι αυτό το βλέπετε στο εισιτήριο μου. Μάλλον νόμισε ότι είμαι κάποιος εκνευρισμένος τουρίστας και έτσι πέρασα τον έλεγχο».
Καμπ, χιόνι, κάπνισμα
Φτάνοντας στο Παρίσι η περιπέτειά του δεν έχει τελειώσει. Εκεί επικοινώνησε με τις επαφές του και έμαθε για τη διαδικασία να περάσει στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσω Καλέ.
«Επειτα από σκέψη μισής ώρας κατέληξα στη Σουηδία και έτσι πήγα να πάρω εισιτήριο για το πρώτο αεροπλάνο. Δεν είχε κάτι για εκείνη τη μέρα, αλλά η υπάλληλος μου βρήκε μία θέση γιατί της είπα ότι ήθελα να κάνω έκπληξη στην κοπέλα μου. Από το Ορλί πήγα στο αεροδρόμιο Σαρλ Ντε Γκολ, διαδρομή περίπου μιάμισης ώρας, στην οποία με πήρε ο ύπνος, είχα μείνει άυπνος για περισσότερο από 24 ώρες».
Η πτήση του για τη Στοκχόλμη θα ήταν μέσω Κοπεγχάγης, αλλά δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα στον έλεγχο.
«Στη Στοκχόλμη βρήκα έναν αστυνομικό και του είπα ότι είμαι πρόσφυγας από τη Συρία και θέλω να ζητήσω άσυλο. Αφού μίλησα με κάποιους άλλους από τις Αρχές, που με ρώτησαν πώς έφτασα στη χώρα κ.λπ., με οδήγησαν στην υπηρεσία ασύλου. Εκανα την αίτησή μου και μεταφέρθηκα σε καμπ στη βόρεια Σουηδία όπου περίμενα να εγκριθεί το άσυλο. Η διαδικασία κράτησε 11 μήνες. Στο καμπ έμεινα 6-7 μήνες. Δεν είχε κάτι να κάνεις. Εκανα λίγο μαθήματα στη γλώσσα, αλλά μετά από περίπου ένα μήνα σταμάτησα να πηγαίνω γιατί είχε σχεδόν ένα μέτρο χιόνι. Εβλεπα το χιόνι, τα δέντρα, μέτραγα τα αστέρια, έμαθα να καπνίζω. Μετά πήγα να μείνω σε κάποιους φίλους μου στη Στοκχόλμη».
Η γραφειοκρατία, η επιστροφή στην Τουρκία και το αίσιο τέλος
Το καλοκαίρι του 2015 αφού εγκρίθηκε το αίτημα για άσυλο, ο Χάιταμ έπρεπε να φέρει και την οικογένειά του.
Ομως, οι διαδικασίες μέσω του σουηδικού κράτους θα ήταν αρκετά χρονοβόρες και ένας γνωστός του τον πληροφόρησε ότι είναι καλύτερο να μεταβεί ο ίδιος με την οικογένειά του στη σουηδική πρεσβεία στην Αγκυρα και να υποβάλει το αίτημα επανένωσης, ώστε να κινηθούν τα πράγματα πιο γρήγορα.
Οπερ και εγένετο με την οικογένεια να ξανασυναντιέται έπειτα από ένα χρόνο στην Αγκυρα στην οποία ταξίδεψαν η σύζυγος και οι κόρες του.
Η διαδικασία ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2016 και οι γυναίκες της ζωής του έφυγαν από την Αγκυρα και ήρθαν στη Στοκχόλμη με απευθείας πτήση από τον Λίβανο.
«Ημουν τυχερός και είχα φίλους που με βοήθησαν», παραδέχεται, ενώ μας δείχνει τον έντονο προβληματισμό για την πρόσφατη αλλαγή προς το αυστηρότερο του νομοθετικού πλαισίου για την οικογενειακή επανένωση των προσφύγων στη Σουηδία, τονίζοντας ότι αρκετοί πλέον δεν θα τα καταφέρουν.
«Δεν νομίζω ότι θα γύριζα πλέον πίσω στη Συρία. Εχασα το σπίτι, φίλους μου, την περιουσία μου. Οι κόρες μου είναι 14 και 15 ετών, το μέλλον τους τώρα είναι εδώ. Αυτή τη στιγμή μένουμε σε ξενοδοχείο, δεν έχουμε ένα δικό μας σπίτι γιατί είναι δύσκολο να βρεις στη Στοκχόλμη. Ισως τόσο τυχερός που ήμουνα σε όλα τα υπόλοιπα να ξέμεινα από τύχη σε αυτό το θέμα», καταλήγει πριν τον αποχαιρετήσουμε, έξω από το Σουηδικό Ινστιτούτο στην Γκάμλα Σταν, την παλιά πόλη της Στοκχόλμης.
Η ιστορία του είναι σαν από κινηματογραφικό σενάριο, από αυτά που γράφει η ζωή, με αίσιο μάλιστα τέλος.
Γεννάται όμως το ερώτημα: Οταν ένας τόσο μορφωμένος άνθρωπος με χρήματα και διασυνδέσεις δυσκολεύτηκε τόσο πολύ να φέρει την οικογένειά του σε μία ασφαλή χώρα στην Ευρώπη, σε τι τύχη μπορούν να ελπίζουν οι χιλιάδες ή και εκατομμύρια πρόσφυγες σε μία ήπειρο που μέρα με τη μέρα μεταβάλλεται σε φρούριο με φράχτες, δημοψηφίσματα, εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία που έχουν ως μόνο στόχο να συνεχίσουν το κυνήγι στους ήδη κυνηγημένους;
Ισλαμοφοβικές ρωγμές στο σουηδικό όνειρο
«Θέλω να φτάσω στη Σουηδία», ακούγαμε από πολλούς πρόσφυγες στα τέλη του 2015 και τις αρχές του 2016 στη Βικτώρια και σε άλλες περιοχές που ήταν συγκεντρωμένοι στην προσπάθεια να συνεχίσουν το ταξίδι πριν κλείσουν τα σύνορα. Οι περισσότεροι δεν είχαν συγγενείς ή φίλους στη σκανδιναβική χώρα, αλλά γνωρίζοντας για τη σχετικά ευνοϊκή νομοθεσία και το κοινωνικό κράτος θεωρούσαν ότι μπορούν να ξαναστήσουν τη ζωή τους μέσα από τα ερείπια και τα τραύματα του πολέμου.
Η υποδοχή προσφύγων είναι μέρος της Ιστορίας της Σουηδίας που άρχισε να δέχεται τους πρώτους κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μεταξύ τους βρίσκονταν Εβραίοι από τη Γερμανία, Νορβηγοί, Δανοί και πολίτες των κρατών της Βαλτικής.
Τη δεκαετία του ’50 και του ’60 πήραν σειρά πολιτικοί πρόσφυγες από την Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία, τη Χιλή και άλλα λατινοαμερικανικά κράτη, όπως και από τη χώρα μας μετά το πραξικόπημα του 1967.
Αλλαγή της νομοθεσίας επί το δυσμενέστερο για τους αιτούντες άσυλο κατόπιν ακροδεξιών πολιτικών πιέσεων
Από τη δεκαετία του ’70 με αποκορύφωμα τη δεκαετία του ’90 άρχισαν να έρχονται πρόσφυγες από τα Βαλκάνια και ιδιαίτερα την πρώην Γιουγκοσλαβία και τη Βοσνία.
Τη δεκαετία του 2000 ακολούθησαν οι πρόσφυγες από το Αφγανιστάν και το Ιράκ, με το νέο κύμα προσφύγων να καταφθάνει μετά την κλιμάκωση του πολέμου στη Συρία το 2014, όπου οι αιτήσεις ασύλου έφτασαν τις 80.000.
Το 2015 έσπασαν όλα τα ρεκόρ ξεπερνώντας τις 160.000, με τη Σουηδία να επαναφέρει τους ελέγχους στα σύνορα με τη Δανία (το τρέχον σύστημα επιτρέπει τους ελέγχους μέχρι τέλη Νοεμβρίου και ζητήθηκε νέα εξάμηνη παράταση) και να αυστηροποιεί τη μεταναστευτική νομοθεσία της με αποτέλεσμα φέτος μέχρι τον Σεπτέμβριο οι αιτήσεις να είναι περίπου 20.000.
«Μαύρη ατζέντα»
Οι περισσότεροι από αυτούς που συνομιλήσαμε στη Στοκχόλμη παραδέχονται ότι οι ακροδεξιοί, ισλαμοφοβικοί «Σουηδοί Δημοκράτες» που στις τελευταίες εκλογές το 2014 συγκέντρωσαν 12,9% κατόρθωσαν να επιβάλλουν μία αντιμεταναστευτική ατζέντα. Σε αυτό έπαιξαν ρόλο και συγκεκριμένα ΜΜΕ ακροδεξιού περιεχομένου που εκεί αποκαλούνται κατ’ευφημισμόν «alternative media» με κάποια από αυτά να σχετίζονται με το ακροδεξιό κόμμα.
Τον Φεβρουάριο του 2016 το έγκριτο αμερικάνικο Foreign Policy δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Ο θάνατος του πιο γενναιόδωρου έθνους στον πλανήτη», αναφερόμενος στην αλλαγή στάσης της Σουηδίας στο προσφυγικό. '
Στις 21 Ιουνίου η Σουηδική Βουλή ψήφισε έναν νέο νόμο με τουλάχιστον τριετή ισχύ που περιορίζει τις δυνατότητες των αιτούντων άσυλο να λάβουν άδειες μόνιμης παραμονής στη Σουηδία, όπως και τις δυνατότητες για οικογενειακή επανένωση. Τώρα οι πρόσφυγες που παίρνουν άσυλο με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης δικαιούνται να μείνουν για 3 χρόνια στη Σουηδία και όσοι παίρνουν με βάση τους κανονισμούς της Ε.Ε. για 13 μήνες.
Επιπλέον, η χρονική διάρκεια εξέτασης των αιτήσεων έχει αυξηθεί σημαντικά.
Υπήρξαν αντιδράσεις όπως και συγκεντρώσεις υπέρ των προσφύγων χωρίς να αλλάξει τελικά η νομοθεσία που ουσιαστικά αποτελεί έναν αποτρεπτικό παράγοντα. Πάντως, οι Σουηδοί έχουν ένα παρόμοιο συναίσθημα με τους Ελληνες στο ότι σήκωσαν μεγάλο βάρος στο προσφυγικό χωρίς να έχουν την αντίστοιχη βοήθεια από πλευράς Ε.Ε.
Η γνώμη μιας ακτιβίστριας
Η Ανετ Ρόζενγκρεν είναι μέλος της Ενωσης Σουηδών Συγγραφέων και ακτιβίστρια στο προσφυγικό, το οποίο γνωρίζει καλά τόσο στη Σουηδία όσο και στην χώρα μας που έχει επισκεφθεί πολλές φορές. Τη συναντήσαμε στο σπίτι της στη Στοκχόλμη:
«Στην αρχή η πολιτική ηγεσία έλεγε “καλωσορίσατε πρόσφυγες”, μετά άλλαξε αυτό. Η ακροδεξιά έθεσε μία αντι-μεταναστευτική ατζέντα που ακολούθησαν τα άλλα κόμματα. Νομίζω ότι η νέα νομοθεσία είναι σκληρή και στέλνει μήνυμα αποτροπής στους πρόσφυγες και μετανάστες. Κάποιοι άνθρωποι έρχονται εδώ με ελπίδες, αλλά με τις δυσκολίες που βρίσκουν σε πολλούς τομείς στην καθημερινότητα και αδυνατώντας να φέρουν τις οικογένειές τους καταλήγουν να ζουν μια τραγωδία».
Ο «ανάδοχος» (god man) και οι δομές για τα ασυνόδευτα ανήλικα
Σε ένα χρόνο (2015) η Σουηδία υποδέχτηκε 35.000 ανήλικα προσφυγόπουλα, στηριζόμενη βασικά στην... κοινωνική ζήτηση.
Οι περίπου 2.500 ασυνόδευτοι ανήλικοι πρόσφυγες που βρίσκονται στη χώρα μας αποτελούν ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα στη διαχείριση του προσφυγικού, με την Ε.Ε. και διεθνείς οργανώσεις να μας κρούουν επανειλημμένα το καμπανάκι. Ας δούμε όμως τι συμβαίνει και στη Σουηδία που το 2015 δέχθηκε 35.000 (!) ασυνόδευτα ανήλικα σε σύνολο 163.000 που ζήτησαν άσυλο. Τα περισσότερα είναι από το Αφγανιστάν, τη Συρία, τη Σομαλία, την Ερυθραία, το Ιράκ και την Αιθιοπία.
Αρχικά, τα παιδιά αυτά που εφόσον είναι κάτω των 18 δεν μπορούν να απελαθούν, δεν κρατούνται αλλά φιλοξενούνται σε ειδικές δομές στους δήμους που αναλαμβάνουν τη στέγαση, την περίθαλψη και την εκπαίδευσή τους.
Ο προσδιορισμός της ηλικίας τους αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και για τους Σουηδούς που επισημαίνουν ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένες επιστημονικά ορθές μέθοδοι.
Οσα ασυνόδευτα ανήλικα ζήτησαν άσυλο πριν από τις 24 Νοεμβρίου 2015 μπορούν να ζητήσουν και οικογενειακή επανένωση. Τότε προτάθηκε η νέα νομοθεσία που τέθηκε σε ισχύ τον Ιούλιο.
Κάποια από αυτά τα παιδιά μένουν μαζί και με σουηδικές οικογένειες, οι οποίες λαμβάνουν μηνιαίο επίδομα από το κράτος.
Επίσης, ανατίθεται η επιμέλειά τους σ’ έναν ανάδοχο (ή επίτροπο) τον god man (ο όρος είναι στα σουηδικά) που αναλαμβάνει τον ρόλο του κηδεμόνα στις συναλλαγές τους με το σουηδικό σύστημα, στο σχολείο στο οποίο θα βρεθούν, στα ζητήματα που έχουν να κάνουν με το νομικό καθεστώς τους κτλ.
O ανάδοχος λαμβάνει αποζημίωση από το σουηδικό Δημόσιο (2.000 κορόνες) και πρέπει να έχει λευκό ποινικό μητρώο, καθώς και να αποδείξει ότι μπορεί να αντεπεξέλθει στις συγκεκριμένες υποχρεώσεις που του ανατίθενται.
Αλλος μπορεί να αναπτύξει μία πιο κοντινή σχέση με το παιδί που έτσι αποκτά ένα φίλο στη σουηδική κοινωνία και άλλος να είναι πιο τυπικός. Ενας ανάδοχος μπορεί να αναλάβει και παραπάνω από ένα παιδί.
Πολλοί δήμοι βρίσκονται σε αναζήτηση περισσότερων ενδιαφερόμενων να αναλάβουν τον παραπάνω ρόλο και τα παιδιά που μένουν χωρίς god man αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην πρόσβασή τους στην εκπαίδευση και την πληροφόρηση που χρειάζονται.
Στην Ελλάδα ο θεσμός του επίτροπου για τα ασυνόδευτα ανήλικα βρίσκεται σε πιλοτικό στάδιο μέσω ΜΚΟ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας