Συμβασιούχοι διδάσκοντες, μεταδιδάκτορες, υποψήφιοι διδάκτορες. Χιλιάδες άνθρωποι που εργάζονται στα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια με πενιχρές απολαβές, χωρίς ασφαλιστική κάλυψη, απολύτως επισφαλείς, κυνηγώντας χρηματοδοτήσεις και υποτροφίες προκειμένου να καταφέρουν να ολοκληρώσουν την έρευνά τους και στην περίπτωση που καθυστερήσουν την υποβολή της διατριβής έστω και για λίγους μήνες απειλούνται με την επιστροφή των τροφείων.
Πρόκειται για έναν κατακερματισμένο κόσμο της ακαδημαϊκής εργασίας, που όχι τυχαία παραμένει αθέατος και υπόκειται σε ένα διαρκώς επιδεινούμενο εργασιακό καθεστώς.
Το Σωματείο Συμβασιούχων Ερευνητών/τριών & Διδασκόντων/ουσών Πανεπιστημίων & Ερευνητικών Κέντρων Ρεθύμνου διοργάνωσε εκδήλωση με θέμα «Εργασιακές σχέσεις και επισφάλεια στη διδασκαλία και στην έρευνα».
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, στην οποία συμμετείχαν επίσης εκπρόσωποι από τον Ενιαίο Φορέα Διδασκόντων Σχολής Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Κρήτης, τον Σύλλογο Ερευνητών/Ερευνητριών και Εργαζομένων στην Ερευνα Ηρακλείου και το Σωματείο Συμβασιούχων Ερευνητών/τριών και Διδασκόντων/ουσών Πάτρας, παρουσιάστηκαν οι συνθήκες εργασίας, οι εργασιακές σχέσεις αλλά και οι διεκδικήσεις των επισφαλώς εργαζομένων στη διδασκαλία και στην έρευνα.
Συμβασιούχοι διδάσκοντες
Τα αριθμητικά δεδομένα που παρουσιάστηκαν είναι πραγματικά αποκαλυπτικά: περισσότεροι από 1.800 συμβασιούχοι διδάσκοντες εργάζονται στα ελληνικά πανεπιστήμια, την ώρα που ο αντίστοιχος αριθμός των μελών ΔΕΠ, δηλαδή των μόνιμων διδασκόντων, είναι 9.600. Επομένως οι συμβασιούχοι καλύπτουν περίπου το 20% των αναγκών διδασκαλίας, αλλά έχουν πολύ λιγότερα εργασιακά δικαιώματα και απολαβές από τα μέλη ΔΕΠ. Ενδεικτικά, ένας «καλά αμειβόμενος» συμβασιούχος πληρώνεται με κάτι περισσότερο από 700 ευρώ για δέκα μήνες.
Υπάρχουν τρεις υποκατηγορίες συμβασιούχων διδασκόντων:
● Οι διδάσκοντες με το πρόγραμμα ΕΣΠΑ 2014-2020 «Απόκτηση ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας σε νέους επιστήμονες κατόχους διδακτορικού», οι λεγόμενοι και ακαδημαϊκοί υπότροφοι. Πρόκειται για την υποκατηγορία με τους περισσότερους εργαζόμενους που συνάπτουν συμβάσεις έργου διάρκειας 10 μηνών.
● Οι διδάσκοντες 407, δηλαδή οι διδάσκοντες του Π.Δ. 407/80, που είναι επιστημονικό προσωπικό το οποίο προσλαμβάνεται με Πράξη Πρύτανη με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για τη διεξαγωγή διδακτικού, ερευνητικού, επιστημονικού και οργανωτικού έργου σε οποιοδήποτε γνωστικό αντικείμενο. Η διάρκεια της σύμβασής τους καθορίζεται μέχρι ενός πανεπιστημιακού έτους και δύναται να ανανεώνεται ή να παρατείνεται, πλην όμως ο συνολικός χρόνος απασχόλησης δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία πανεπιστημιακά έτη. Εχουν τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που αντιστοιχούν στη βαθμίδα ΔΕΠ με την οποία έχουν εξομοιωθεί μισθολογικά βάσει των προσόντων τους και χρηματοδοτούνται από κρατικά κονδύλια. Κάθε χρόνο προκηρύσσονται περίπου 280 τέτοιες θέσεις πανελλαδικά.
● Οι ωρομίσθιοι, που επίσης αποτελούν μεγάλο ποσοστό των συμβασιούχων διδασκόντων. Εργάζονται κυρίως στα μεταπτυχιακά και χρηματοδοτούνται από ίδιους πόρους των ιδρυμάτων.
«Δεν υπάρχει προοπτική μονιμοποίησης παρόλο που οι συμβασιούχοι καλύπτουν πάγιες ανάγκες διδασκαλίας στα ΑΕΙ. Αρκετά Τμήματα, ειδικά τα νεοϊδρυθέντα, εξαρτώνται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την εργασία αυτών των συμβασιούχων. Παρά την προφανή ανάγκη για κάλυψη κενών στη διδασκαλία, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και η κ. Κεραμέως αδιαφορούν και δεν προσλαμβάνουν το απαιτούμενο διδακτικό προσωπικό. Αντιθέτως, προσέλαβαν 1.000 αστυνομικούς. Αν δεν ήταν τραγικό, θα ήταν αστείο» σχολιάζει ο Λεωνίδας Οικονομάκης, διδάκτωρ Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας και διδάσκων/ερευνητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Φαίνεται ότι η ενίσχυση της έρευνας και των πανεπιστημίων περιορίζεται μόνο σε τίτλους νόμων, αφού στον τελευταίο νόμο-πλαίσιο, τον 4957/2022, της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως, με τον τίτλο «Νέοι ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία και λοιπές διατάξεις» (Α’141) δεν γίνεται καμία σοβαρή προσπάθεια ενίσχυσης του δυναμικού των ΑΕΙ, αντιθέτως δημιουργείται μια νέα κατηγορία συμβασιούχων, αυτή των εντεταλμένων διδασκόντων, για τους οποίους δεν έχει διασαφηνιστεί ακόμη το εργασιακό πλαίσιο, ενώ άγνωστο παραμένει το ποια από τις παραπάνω κατηγορίες θα αντικαταστήσουν.
Μεταδιδάκτορες
Μιλώντας εκ μέρους των μεταδιδακτόρων, η Ελευθερία Παπαστεφανάκη εξήγησε ότι ως τέτοιοι θεωρούνται όσοι κάνουν έναρξη κάποιας μεταδιδακτορικής έρευνας έπειτα από έγκριση της Γενικής Συνέλευσης ενός Τμήματος με την επίβλεψη κάποιου μέλους ΔΕΠ, τονίζοντας ότι ούτε αμείβονται ούτε όμως η εμπειρία τους προσμετράται στην περίπτωση που διεκδικήσουν μια μόνιμη θέση στο Πανεπιστήμιο. «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο κλάδος της έρευνας είναι από τους πιο επισφαλείς κλάδους εργασίας, κυρίως στις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες, που θεωρείται ότι δεν προσφέρουν στην αγορά».
Η Ελ. Παπαστεφανάκη ξετυλίγει το κουβάρι των πολλαπλών ταχυτήτων που υφίστανται εντός του κλάδου των μεταδιδακτόρων: υπάρχει ο διαχωρισμός μεταξύ εκείνων που εκπονούν τη δική τους μεταδιδακτορική έρευνα, εκείνων που είναι επιστημονικοί υπεύθυνοι μιας ερευνητικής ομάδας και εκείνων που συμμετέχουν στο project κάποιου μέλους ΔΕΠ.
Ούτε εδώ λείπουν οι διαφορετικοί τύποι σύμβασης: α) σύμβαση εργασίας (ελάχιστες περιπτώσεις), β) σύμβαση έργου, και γ) σύμβαση υποτροφίας που προσφέρει στον ερευνητή τα χρήματα της σύμβασης χωρίς άλλα δικαιώματα, όπως ένσημα ή δυνατότητα εγγραφής στον ΟΑΕΔ, και γι’ αυτόν τον λόγο συχνά αναφέρεται από τα Σωματεία του κλάδου ως μια μορφή μαύρης εργασίας.
«Ως Σωματείο υπερασπιζόμαστε τις σταθερές σχέσεις εργασίας στη διδασκαλία και την έρευνα. Θεωρούμε ότι η έρευνα οφείλει να πραγματοποιείται για τις ανάγκες της κοινωνίας, να είναι χρηματοδοτούμενη από δημόσιους πόρους, οι χρηματοδοτήσεις να είναι κυλιόμενες και να καλύπτουν τις ανάγκες των ερευνητών/τριών και η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της να γίνεται για τη βελτίωση της ζωής της κοινωνικής πλειοψηφίας και όχι για τα κέρδη των εταιρειών-χρηματοδοτών» δηλώνει η Ελευθερία Παπαστεφανάκη.
Υποψήφιοι διδάκτορες
Η τελευταία κατηγορία των επισφαλώς εργαζομένων στα πανεπιστήμια της χώρας είναι οι υποψήφιοι διδάκτορες, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με ελλιπή χρηματοδότηση, που συχνά δεν καλύπτει ολόκληρη τη χρονική διάρκεια του διδακτορικού, με ανασφάλιστη εργασία για το διάστημα που εργάζονται πάνω στην εκπόνηση της διατριβής τους και με αυστηρά χρονοδιαγράμματα υπό τη δαμόκλειο σπάθη της επιστροφής τροφείων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των υποτρόφων του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) οι οποίοι καλούνται να επιστρέψουν το σύνολο των τροφείων, που ανέρχεται στο ποσό των 27.060 ευρώ για 36μηνη υποτροφία («Κίνδυνος για υπότροφους του ΙΚΥ», «Εφ.Συν.», 3.5.2023).
«Η δουλειά μας δεν θεωρείται εργασία. Αντιθέτως, μας αντιμετωπίζουν ως φοιτητές» τονίζει ο Πέτρος Καστρινάκης και προσθέτει: «Οι χρηματοδοτήσεις από ερευνητικά προγράμματα είναι λίγες και δεν φτάνουν για όλους. Πολλοί κάνουν διδακτορικό χωρίς να πληρώνονται. Αυτό δημιουργεί υποψήφιους διδάκτορες δύο ταχυτήτων: εκείνων που έχουν την οικονομική δυνατότητα να παρακολουθήσουν τυχόν σεμινάρια σε άλλες πόλεις και να υποστηρίξουν τη διατριβή τους απρόσκοπτα και εκείνων που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά, που δεν έχουν την άνεση να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις στις επιστήμες τους, που αναγκάζονται ακόμη και να εργαστούν παράλληλα με το διδακτορικό τους, καθυστερώντας έτσι την ολοκλήρωσή του».
Συντονισμός
Τα παραπάνω αναδεικνύουν με τον πλέον γλαφυρό τρόπο την ανάγκη συντονισμένης διεκδίκησης των αναγκαίων προϋποθέσεων και συνθηκών για την ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα και για τη διδασκαλία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Στο ερώτημα, δε, αν και κατά πόσο η έρευνα «έχει πεθάνει», οι ακαδημαϊκοί εργαζόμενοι απαντούν: «Οσο δεν υπάρχουν αυτόνομες χρηματοδοτήσεις για την έρευνα αυτή καθεαυτή, μάλλον οδηγούμαστε στην κατεύθυνση που η αγορά θα καθορίζει τα αντικείμενα της έρευνας». Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι το κομμάτι της έρευνας και της καινοτομίας δεν ανήκει στο υπουργείο Παιδείας αλλά στο υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας