Υπήρξε αναμφίβολα η εμβληματικότερη 8η Μαρτίου της παγκόσμιας ιστορίας. Λιγότερο από έναν μήνα μετά την επικράτηση της Ισλαμικής Επανάστασης στο Ιράν, δεκαπέντε χιλιάδες Περσίδες κάθε ηλικίας βγήκαν στους δρόμους για να υπερασπιστούν την προσωπική τους ελευθερία ως γυναίκες απέναντι στις σκοταδιστικές προθέσεις των κυβερνώντων.
Μία μέρα νωρίτερα, ο πνευματικός (και, ουσιαστικά, ισόβιος πολιτικός) αρχηγός του νέου καθεστώτος, αγιατολάχ Ρουτολάχ Χομεϊνί, είχε αποφανθεί δημόσια πως οι εργαζόμενες δεν έπρεπε να προσέρχονται στους χώρους δουλειάς «γυμνές» αλλά με την ισλαμικά ορθή «ευπρεπή» αμφίεση (δηλαδή με τσαντόρ ή, τουλάχιστον, μαντίλα).
«Στη χαραυγή της ελευθερίας, δεν υπάρχει ελευθερία»
Σύνθημα των διαδηλωτριών της Τεχεράνης, 8/3/1979
Διατυπωμένη κατά τη διάρκεια ομιλίας προς τους σπουδαστές του θεολογικού σεμιναρίου της Κομ, μαζί με μια οξύτατη κριτική προς την επαναστατική κυβέρνηση του Μεχντί Μπαζαργκάν που κατηγορούνταν ως υπερβολικά επιρρεπής σε «δυτικές επιρροές», η γνώμη αυτή του Χομεϊνί είχε ισχύ νόμου για τα εκατομμύρια των πιστών − και κυρίως για τη σπονδυλική στήλη της πρόσφατης νικηφόρας επανάστασης: τις επαναστατικές επιτροπές (komiteh) που ασκούσαν de facto την κρατική εξουσία στους εργασιακούς χώρους, μετά την παλλαϊκή ένοπλη εξέγερση που γκρέμισε την απόλυτη μοναρχία του σάχη.
Ηταν μια μάχη άνιση αλλά όχι χαμένη από χέρι. Σε αντίθεση με την εικόνα που κυριάρχησε στα ΜΜΕ τα επόμενα χρόνια, το καθεστώς του Ιράν την άνοιξη του 1979 κάθε άλλο παρά μονολιθικό μπορούσε ακόμη να θεωρηθεί.
Προϊόν μιας από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις της ανθρώπινης ιστορίας, οι βασικοί σταθμοί της οποίας καταγράφονται παρακάτω, μπορεί να ηγεμονευόταν εξ αρχής από μια ισλαμική Ακροδεξιά με εμφανείς ολοκληρωτικές διαθέσεις, στις τάξεις του περιελάμβανε ωστόσο κάθε λογής συνιστώσες: φιλελεύθερους δημοκράτες και μετριοπαθείς ισλαμιστές, κοσμικούς εθνικιστές, σοσιαλδημοκράτες, παραδοσιακούς κομμουνιστές, μαρξιστές-λενινιστές, ακόμη και μια αρκετά μαζική ισλαμική Αριστερά (Μοτζαχεντίν του λαού) που προσπαθούσε να συνδυάσει τη θρησκευτική πίστη με την επαγγελία ενός ριζοσπαστικού σοσιαλιστικού μετασχηματισμού με βάση τα εργοστασιακά και συνοικιακά συμβούλια.
Παρά τις μεταξύ τους διαφορές, όλοι αυτοί είχαν κάθε λόγο να δυσανασχετούν για την προοπτική ενός αδιάλλακτου κληρικαλισμού, αποφασισμένου να επαναφέρει τη χώρα στον Μεσαίωνα.
Το νέο μέτρο δεν αποτελούσε, άλλωστε, κεραυνό εν αιθρία. Στις 26 Φεβρουαρίου, δύο βδομάδες μετά την κατάρρευση του παλιού καθεστώτος, ο Χομεϊνί είχε ανακοινώσει την κατάργηση της νομοθεσίας του 1967, με την οποία είχε περιοριστεί η πολυγαμία και δοθεί στις γυναίκες το δικαίωμα να ζητήσουν διαζύγιο.
Ακόμη πιο άμεσο πρόβλημα αποτελούσαν οι καθημερινές πιέσεις και προσβολές που δέχονταν στον δρόμο οι γυναίκες των αστικών κέντρων −όσες απ’ αυτές κυκλοφορούσαν με «δυτική» περιβολή− από φανατικούς μουσουλμάνους για να «σκεπαστούν».
Πέντε κρίσιμες μέρες
Η διαδήλωση της 8ης Μαρτίου συγκροτήθηκε κάτω από καιρικά αντίξοες συνθήκες πυκνής χιονόπτωσης· έφτασε μέχρι το γραφείο του πρωθυπουργού, για να διαλυθεί από τη φρουρά του μ’ εκφοβιστικούς πυροβολισμούς στον αέρα. Δεν ήταν, ωστόσο, παρά μονάχα η αρχή.
Την επομένη πραγματοποιήθηκαν διάφορες ασυντόνιστες κινητοποιήσεις −από επιδεικτικό ομαδικό κάπνισμα στο προαύλιο του Πανεπιστημίου μέχρι κλεισίματα δρόμων από καθιστικές διαμαρτυρίες περίπου 2.000 αριστερών ακτιβιστριών.
Το αποκορύφωμα θα έρθει στις 10 Μαρτίου, με την ομαδική αποχώρηση χιλιάδων γυναικών στις 10 π.μ. από τις δουλειές τους σε τράπεζες, δημόσια γραφεία, νοσοκομεία, καταστήματα και ιδιωτικές επιχειρήσεις, τη συνένωσή τους με πλήθη φοιτητριών και μαθητριών και πορεία τουλάχιστον 50.000 διαδηλωτριών προς το πρωθυπουργικό γραφείο και το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Σε αντίθεση με την πρώτη διαδήλωση, που αιφνιδίασε τους πάντες, τούτη τη φορά η «ανταρσία» προσέκρουσε στη μαζική κινητοποίηση της αντίπερα όχθης. Χιλιάδες άρρενες ισλαμιστές υποδέχτηκαν το ποτάμι των γυναικών στην κεντρική πλατεία της πόλης με γιουχαΐσματα και βρισιές («πουτάνες!», «ρουφιάνες της μυστικής αστυνομίας του σάχη!» κ.ο.κ.)· τους λεκτικούς προπηλακισμούς διαδέχθηκαν οι σωματικοί, με ξυλοδαρμούς και τέσσερα τουλάχιστον μαχαιρώματα.
Η επαπειλούμενη αιματοχυσία θα προκαλέσει επέμβαση των αρχών για την προστασία των διαδηλωτριών: «Επί τόπου κατέφθασαν ένοπλοι των επαναστατικών επιτροπών που με ριπές αυτομάτων στον αέρα κατόρθωσαν να απομακρύνουν τους εξαγριωμένους φανατικούς» («Το Βήμα», 11/3).
Δυο από τους τρεις σημαντικότερους πολιτικοθρησκευτικούς ηγέτες του Ιράν θα παρέμβουν το ίδιο βράδυ με δηλώσεις τους για τον κατευνασμό των πνευμάτων.
Ο αγιατολάχ Ταλεγκανί, πνευματικός πατέρας της ισλαμικής Αριστεράς, καταδίκασε απερίφραστα τους προπηλακισμούς υπερασπιζόμενος δημόσια τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των γυναικών με τη συνήθη σ’ αυτές τις περιπτώσεις μεσοβέζικη επιχειρηματολογία: η αποδοχή του ισλαμικού ενδυματολογικού κώδικα (χετζάμπ), υποστήριξε, δεν σημαίνει απάρνηση των δικαιωμάτων των γυναικών αλλά, απεναντίας, κατοχύρωση της ιδιαίτερης ταυτότητας και προσωπικότητάς τους ως «γυναικών της Ανατολής».
Ακόμη σημαντικότερη υπήρξε η αναδίπλωση του ίδιου του Χομεϊνί που καταδίκασε ρητά τις επιθέσεις κατά των διαδηλωτριών ως πράξη εχθρική προς την επανάσταση· διά στόματος του πρωθυπουργού ανασκεύασε δε το κήρυγμά του που πυροδότησε την αναταραχή, υποστηρίζοντας ότι δεν επρόκειτο για «εντολή» αλλά για απλή προσωπική «άποψη».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος «διευκρίνισε» πως η νομοθεσία του 1967 θα εξακολουθούσε προς το παρόν να ισχύει. Ο γενικός εισαγγελέας προειδοποίησε, τέλος, από ραδιοφώνου πως κάθε προπηλακισμός γυναικών στον δρόμο θα τιμωρούνταν με φυλάκιση κάμποσων μηνών.
Μικρή έτσι κι αλλιώς, μετά την τρομοκρατία της προηγουμένης, η διαδήλωση της 11ης Μαρτίου κύλησε δίχως το παραμικρό επεισόδιο.
Την παράσταση της ημέρας έκλεψε έτσι το ρεπορτάζ της αριστερής εφημερίδας Ayandegan, που είχε την ιδέα να τηλεφωνήσει στις συζύγους των υπουργών και να ρωτήσει τη γνώμη τους για το επίμαχο ζήτημα. «Καμιά τους δεν υποστήριξε το χετζάμπ, λέγοντας πως η ακεραιότητα μιας γυναίκας δεν εξαρτάται από το αν φορά ή όχι πέπλο», διαβάζουμε σε σχετική αναφορά του Αμερικανού πρέσβη προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ (αρ. 2916 της 13/3/1979).
Η πέμπτη −και τελευταία− διαδήλωση κατά του τσαντόρ, στις 12 Μαρτίου, συγκέντρωσε περίπου 20.000 άντρες και γυναίκες. Σύμφωνα με το Ασοσιέτεντ Πρες, την προστασία των γυναικών ανέλαβε η αριστερή οργάνωση «Φενταγίν του Λαού».
Στην πλατεία Ελευθερίας τούς περίμεναν ξανά πλήθη φανατικών μουσουλμάνων, με τα συνήθη χλευαστικά και υβριστικά συνθήματα. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή υπήρξε τούτη τη φορά η παρουσία γυναικών με τσαντόρ και ισλαμικά πλακάτ, που πρωτοστατούσαν στις εκδηλώσεις μίσους· φως φανάρι πως η δυναμική των γεγονότων ξεπερνούσε τον όποιο κεντρικό σχεδιασμό.
Σύμφωνα με το Ρόιτερ, ένοπλοι «φρουροί πυροβόλησαν στον αέρα τρεις φορές, τις δύο με αυτόματα, για να διαλύσουν ομάδες ανδρών που έσπρωχναν και έβριζαν τις διαδηλώτριες» («Μακεδονία», 13/3).
Ενας είναι ο εχθρός;
Μια άλλη προστατευτική παρέμβαση θα προκαλέσει τα εντελώς αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ο λόγος για την άφιξη στην Τεχεράνη της Αμερικανίδας φεμινίστριας Κέιτ Μίλετ, με τη σύντροφό της Σόφι Κερ και δύο ακτιβίστριες του γαλλικού Κινήματος για την Απελευθέρωση των Γυναικών, για συμπαράσταση στις μαχόμενες Περσίδες. Η συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν στις 11/3, καταγγέλλοντας τον Χομεϊνί ως «αρσενικό σοβινιστή», και η συμμετοχή τους στην πορεία της επομένης βιώθηκαν σαν ηλεκτροσόκ από μια κοινωνία που μόλις είχε χύσει ποταμούς αίματος στην πάλη μ’ ένα απολυταρχικό καθεστώς made in USA.
Πρώτος πρώτος θα το αντιληφθεί, φυσικά, ο Αμερικανός πρέσβης, Ουίλιαμ Σάλιβαν: «Η Κέιτ Μίλετ βρίσκεται επί σκηνής», ενημερώνει με εμφανή δόση ειρωνείας τους προϊσταμένους του (13/3). «Δεν υπάρχει ως εκ τούτου φόβος ότι το κίνημα θα στερηθεί έμπειρη ηγεσία. Ενδιαφέρον είναι ωστόσο πώς θα εκληφθεί η παρουσία της, αφού τα δυτικά ρούχα αντιμετωπίζονται από ορισμένους κύκλους ως μέρος αμερικανικής ιμπεριαλιστικής συνωμοσίας στημένης από τη CIA για να διαφθείρει την τιμή των μουσουλμανίδων».
Οπως ήταν αναμενόμενο, το καθεστώς δεν άφησε να του ξεφύγει η ευκαιρία. Η υπερατλαντική φεμινίστρια και η παρέα της απελάθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και τα κατάλληλα υπονοούμενα.
Η επόμενη γυναικεία αντιπροσωπεία που καταφτάνει στην Τεχεράνη στις 19/3, από τη Δυτική Ευρώπη τούτη τη φορά, θα βρεθεί αντιμέτωπη με οργισμένες εξισώσεις: «Η Δύση υποστήριξε το σάχη. Μας αφήσατε να μας σφάξουν μέσα στη σιωπή. Που ήσαστε τότε, λοιπόν; Γιατί η Κέιτ Μίλετ δεν ήρθε εδώ όταν οι γυναίκες βασανίζονταν και βιάζονταν από τη ΣΑΒΑΚ;» («Ο Πολίτης», 3-4/1979, σ.23).
Σαφώς κρισιμότερη θ’ αποδειχθεί η αναδίπλωση των φυσικών συμμάχων του κινήματος: μέσα στις επόμενες μέρες, οι Φενταγίν όχι μόνο διαφοροποιούνται ρητά από τον «αστικό φεμινισμό», αλλά εκδίδουν και ειδική μπροσούρα για τον αντεπαναστατικό ρόλο των «κυριών με τις κατσαρόλες» στη Χιλή του Αλιέντε.
Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι πως η διπλωματία των ΗΠΑ προσπαθούσε στη συγκεκριμένη φάση να καλλιεργήσει τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με το νέο καθεστώς.
Ηδη από τις 9 Νοεμβρίου, ο Αμερικανός πρέσβης είχε εισηγηθεί στην Ουάσινγκτον μια πολιτική προσέγγισης μεταξύ στρατού και Χομεϊνί, προκειμένου να εξασφαλιστεί ο αποκλεισμός της Αριστεράς από το πολιτικό παιχνίδι. Στις παραμονές δε της τελικής κατάρρευσης του παλιού καθεστώτος, εκτιμούσε ρητά πως «το σιιτικό ισλαμικό κίνημα που κυριαρχείται από τον αγιατολάχ Χομεϊνί είναι πολύ καλύτερα οργανωμένο, φωτισμένο και ικανό ν’ αντισταθεί στον κομμουνισμό απ’ ό,τι οι κατήγοροί του θα μας έκαναν να πιστεύουμε»· ως μετεπαναστατικό δε καθεστώς «θα είχε ευρεία λαϊκή υποστήριξη και θα έβαζε όλα τα δυνατά του για ν’ αντισταθεί στον κομμουνισμό, ως ξενόφερτο προϊόν» (έκθεση αρ.1691 της 3/2/1979).
Η προτεραιότητα αυτή του αντικομμουνιστικού αγώνα διαπερνά όλη τη διπλωματική αλληλογραφία των ημερών − είτε πρόκειται για την προστασία της πρεσβείας από τους ισλαμιστές απέναντι στην πρώτη βραχύβια κατάληψή της από τους Φενταγίν την επαύριο της ένοπλης εξέγερσης (14/2/1979) είτε για την ανησυχία που προκαλεί στον πρέσβη η ελεύθερη πλέον κυκλοφορία και προπαγάνδα κάθε λογής μαρξιστών (αρ.1071 της 22/1/1979) και τη σχετική ικανοποίησή του για τις επιθέσεις που αυτοί δέχονται από ακροδεξιούς ισλαμιστές (αρ.10914 της 21/1/1979), ενώ αποκαλυπτική είναι επίσης η διακριτικά θετική αντιμετώπιση που ο αντικαταστάτης του επιφύλαξε στο κλείσιμο της Ayandegan και τη βάρβαρη παρακρατική καταστολή των αριστερών συμπαραστατών της (αρ.8895 της 13/8/1979 και 9079 της 15/8/1979).
Το πιο αποκαλυπτικό τεκμήριο συνιστά ωστόσο η οργή του Σάλιβαν για τη δημόσια εισήγηση του επιφανούς δημοσιογράφου Φάριμπορζ Αταπούρ, στη διάρκεια των γυναικείων διαδηλώσεων του Μαρτίου, υπέρ μιας σύμπραξης των φιλελεύθερων δημοκρατών με τους μαρξιστές Φενταγίν για την προάσπιση των ατομικών και συλλογικών ελευθεριών: «Αν ο Αταπούρ είναι προκάλυμμα των μαρξιστών, αθεράπευτα ρομαντικός ή απλά ηλίθιος είναι βασικά συζητήσιμο», διαβάζουμε σε σχετική έκθεσή του, μαζί με την τελική εκτίμηση ότι δεν αποκλείεται ο «άκρως εγωιστής» αρθρογράφος να «παρακινήθηκε στον τωρινό ρόλο του από κάποια εύστοχη σοβιετική κολακεία» (αρ.2882 της 12/3/1979).
Η επιχειρούμενη σύμπλευση ακυρώθηκε τελικά μόλις στις 4/11/1979, με την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας από ισλαμιστές φοιτητές, την πολύμηνη ομηρία του προσωπικού της και τη σταδιακή δημοσιοποίηση των εγγράφων που έπεσαν στα χέρια τους· ενέργειες υπαγορευμένες κυρίως από την επιθυμία της σκληροπυρηνικής πτέρυγας του καθεστώτος να υποσκελίσει τους μετριοπαθείς ανταγωνιστές της, εκθέτοντας τις υπόγειες επαφές τους με την υπερδύναμη, και ταυτόχρονα να υποσκελίσει την Αριστερά ως ο κατ' εξοχήν εκφραστής του διάχυτου αντιιμπεριαλισμού των ημερών.
Ακολούθησε η εισβολή του Σαντάμ στο Ιράν με τις πλάτες των ΗΠΑ, η ριζοσπαστικοποίηση του «πολεμικού ισλαμισμού» και η επιβολή απροκάλυπτης δικτατορίας το καλοκαίρι του 1981, με αμείλικτη φυσική εξολόθρευση του «εσωτερικού εχθρού».
Από την αναδίπλωση στην ήττα
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η νίκη των γυναικείων κινητοποιήσεων κατά του τσαντόρ αποδείχτηκε τελικά προσωρινή. «Το καλοκαίρι του 1979 εξακολουθούσα να κινούμαι στην Τεχεράνη δίχως μαντίλα ή μανδύα, μολονότι από τον φόβο απρόκλητου εκφοβισμού κουβαλούσα ένα σάλι στην τσάντα μου», θυμάται χαρακτηριστικά μια Ιρανή πανεπιστημιακός της διασποράς (Hamidegh Sedghi, «Women and Politics in Iran», Κέμπριτζ 2007, σ.251).
Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς αποκλείστηκαν επαγγελματικά οι γυναίκες δικηγόροι και δικαστές, καθώς το φύλο τους θεωρούνταν ασύμβατο με τους μηχανισμούς απόδοσης δικαιοσύνης. Εναν χρόνο μετά, επιβλήθηκε επίσημα η μαντίλα στους χώρους εργασίας· οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για το μέτρο, στις 5/7/1980, δεν συγκέντρωσαν πια παρά μόλις 2.000 διαδηλώτριες.
Το 1981 οι φοιτήτριες των Φενταγίν που αντιμετωπίζουν ηρωικά στο πεζοδρόμιο τους τραμπούκους του «Κόμματος του Θεού» (Χεζμπολάχ) μάχονται πια με τα κεφάλια τους καλυμμένα.
Η ολοκληρωτική νίκη της ισλαμικής Δεξιάς, σ’ αυτή την ύστατη αναμέτρηση, θα επισφραγιστεί με το μέχρι πρότινος αδιανόητο: την ποινικοποίηση της κυκλοφορίας «απρεπώς ενδεδυμένων» γυναικών σε δημόσιους χώρους, με νομοθετική θέσπιση (1983) του σωφρονισμού των παραβατριών με 74 ραβδισμούς.
1978
● 7 Ιανουαρίου: Ψευδώνυμο άρθρο της κυβερνητικής Etelaat λοιδορεί τον εξόριστο Χομεϊνί σαν «Βρετανό πράκτορα ινδικής καταγωγής».
● 9 Ιανουαρίου: Αιματηρή καταστολή διαδηλώσεων διαμαρτυρίας στην «ιερή πόλη» Κομ. Τουλάχιστον 6 νεκροί.
● 18 Φεβρουαρίου: Διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις για το 40ήμερο μνημόσυνο της σφαγής στην Κομ. Εκτεταμένες ταραχές στην Ταυρίδα, πνίγονται στο αίμα από τον στρατό.
● 27-30 Μαρτίου: Πανεθνικό μνημόσυνο για τη σφαγή της Ταυρίδας. Μαζικές διαδηλώσεις και συγκρούσεις σε διάφορες πόλεις.
● 10 Αυγούστου: Η αστυνομία πυροβολεί ειρηνική διαδήλωση στο Ισφαχάν. Ακολουθούν ταραχές κι επιβολή στρατιωτικού νόμου.
● 4-7 Σεπτεμβρίου: Ειρηνικές αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις εκατομμυρίων πολιτών στην Τεχεράνη και την υπόλοιπη χώρα. Κήρυξη στρατιωτικού νόμου σε 12 πόλεις για 6 μήνες.
● 8 Σεπτεμβρίου: «Μαύρη Παρασκευή». Σφαγή εκατοντάδων διαδηλωτών από τον στρατό στην πλατεία Ζαλέχ της Τεχεράνης.
● 30 Οκτωβρίου: Γενική απεργία σε πετρελαιοπηγές και διυλιστήρια. Την επομένη σταματούν οι εξαγωγές πετρελαίου
● 4 Νοεμβρίου: Αιματηρές συγκρούσεις φοιτητών με την Αυτοκρατορική Φρουρά μπροστά στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης. Ακολουθούν, την επομένη, πολύωρες ταραχές στο κέντρο της Τεχεράνης, με τον στρατό θεατή.
● 6 Νοεμβρίου: Σχηματισμός στρατιωτικής κυβέρνησης, μ’ επικεφαλής τον Α/ΓΕΣ στρατηγό Αζχάρι. Τηλεοπτικό διάγγελμα του σάχη διαβεβαιώνει πως «αφουγκράστηκε την επανάσταση του λαού»!
● 10-11 Δεκεμβρίου: Οι παραδοσιακές θρησκευτικές λιτανείες της Ασούρα μετατρέπονται σε πελώρια αντικαθεστωτικά συλλαλητήρια: 2.000.000 διαδηλωτές στην Τεχεράνη, εκατοντάδες χιλιάδες σε κάθε μεγάλη επαρχιακή πόλη.
1979
● 4 Ιανουαρίου: Ο σάχης διορίζει ως πρωθυπουργό τον Σαπούρ Μπαχτιάρ, ηγέτη της μετριοπαθούς αντιπολίτευσης.
● 12 Ιανουαρίου: Σχηματισμός Επαναστατικού Συμβουλίου, ανταγωνιστικού προς την κυβέρνηση Μπαχτιάρ, από τον εξόριστο Χομεϊνί.
● 13 Ιανουαρίου: Διαδηλώσεις εκατομμυρίων σε όλη τη χώρα υπέρ του Επαναστατικού Συμβουλίου.
● 16 Ιανουαρίου: Ο σάχης εγκαταλείπει «προσωρινά» το Ιράν για τις ΗΠΑ.
● 1 Φεβρουαρίου: Θριαμβευτική επάνοδος του Χομεϊνί από το Παρίσι στην Τεχεράνη. Υποδοχή του από πελώρια πλήθη.
● 4 Φεβρουαρίου: Ο Χομεϊνί διορίζει τον Μεχντί Μπαζαργκάν ως πρωθυπουργό επαναστατικής προσωρινής κυβέρνησης.
● 9 Φεβρουαρίου: Εξέγερση ευελπίδων και τεχνικών της Αεροπορίας σε στρατιωτική βάση της Τεχεράνης. Συγκρούσεις με την Αυτοκρατορική Φρουρά.
● 10-12 Φεβρουαρίου: Παλλαϊκή ένοπλη εξέγερση ανατρέπει την κυβέρνηση Μπαχτιάρ.
● 24 Φεβρουαρίου: Διάλυση της μυστικής αστυνομίας (SAVAK).
● 26 Φεβρουαρίου: Κατάργηση του «νόμου για την προστασία της οικογένειας» (1967), που περιόριζε την πολυγαμία κι επέτρεπε στις γυναίκες να ζητήσουν διαζύγιο.
● 7 Μαρτίου: Δημόσια κριτική του Χομεϊνί στην «αδυναμία» της κυβέρνησης Μπαζαργκάν έναντι των «δυτικών επιρροών». Εντολή του να φορέσουν μαντίλα οι δημόσιες υπάλληλοι.
● 8-12 Μαρτίου: Διαδηλώσεις χιλιάδων γυναικών στην Τεχεράνη κατά της μαντίλας.
● 30-31 Μαρτίου: Δημοψήφισμα εγκρίνει με 97% τη μετατροπή του Ιράν σε Ισλαμική Δημοκρατία.
● 12 Αυγούστου: Διαδήλωση του σοσιαλιστικού Εθνικού Δημοκρατικού Μετώπου κατά του κλεισίματος της φιλελεύθερης αριστερής εφημερίδας Ayandegan χτυπιέται από ισλαμιστές παρακρατικούς. Απαγόρευση του κόμματος και σύλληψη της ηγεσίας του.
● 4 Νοεμβρίου: Κατάληψη της πρεσβείας των ΗΠΑ από ισλαμιστές φοιτητές και ομηρία του προσωπικού της για 444 ημέρες (ώς τις 20/1/1981).
● 5 Νοεμβρίου: Παραίτηση της κυβέρνησης Μπαζαργκάν.
● 2-3 Δεκεμβρίου: Δημοψήφισμα εγκρίνει το νέο ισλαμικό Σύνταγμα.
1980
● 25 Ιανουαρίου: Πρώτες προεδρικές εκλογές. Νίκη του μετριοπαθούς Αμπολχασάν Μπάνι Σαντρ, με 75,6% των ψήφων. Αλλοι 6 υποψήφιοι απέσπασαν μεταξύ 15,7% και 0,34%.
● 14 Μαρτίου: Βουλευτικές εκλογές με συμμετοχή 52%. Θρίαμβος του σκληροπυρηνικού Κόμματος Ισλαμικής Επανάστασης. Ακύρωση της εκλογής βουλευτών της αντιπολίτευσης από ένα συμβούλιο νομιμοφροσύνης.
● 18 Απριλίου: Εξαγγελία «πολιτιστικής επανάστασης» για την εκκαθάριση των Πανεπιστημίων από τις δυτικές και αριστερές επιρροές.
● 22 Σεπτεμβρίου: Εισβολή του Ιράκ στο Ιράν, με τις πλάτες των ΗΠΑ και της υπόλοιπης Δύσης. Ο πόλεμος θα διαρκέσει οκτώ χρόνια, ώς τις 20/8/1988.
1981
● 10 Ιουνίου: Ο Χομεϊνί καθαιρεί τον πρόεδρο Μπάνι Σαντρ από την ηγεσία του στρατού. Πέρασμά του στην παρανομία (12/6), καθαίρεσή του από τη Βουλή (21/6) και αυτοεξορία του στο Παρίσι.
● 20 Ιουνίου: Μαζικές διαδηλώσεις της Αριστεράς, μαρξιστικής (Φενταγίν) ή ισλαμικής (Μοτζαχεντίν), και αιματηρές συγκρούσεις στους δρόμους με την καθεστωτική ισλαμική Δεξιά. Ξεκινά αιματηρή εκκαθάριση των αντιφρονούντων, με μόνη εξαίρεση το κομμουνιστικό κόμμα (Τουντέχ), που εξακολουθεί να στηρίζει το καθεστώς.
1983
● 6 Φεβρουαρίου: Συλλήψεις δεκάδων στελεχών του Τουντέχ, που «ομολογούν» στην TV πως υπήρξαν πράκτορες ξένων δυνάμεων. Επίσημη απαγόρευση του κόμματος (5/5).
Οι «κουλτουριάρες» και το «πέπλο»
Η υποδοχή της ιρανικής 8ης Μαρτίου 1979 στη χώρα μας υπήρξε σαφώς αμήχανη. Ολες σχεδόν οι εφημερίδες είχαν χαιρετίσει μ’ ενθουσιασμό τη νίκη της επανάστασης και την ανατροπή της απόλυτης μοναρχίας· οι δημοκρατικές και αντιιμπεριαλιστικές ευαισθησίες της Μεταπολίτευσης διευκόλυναν άλλωστε την αναζήτηση κοινών τόπων, έστω και σε καταφανώς διαφορετική κλίμακα.
Η σφαγή των εξεγερμένων φοιτητών από την Αυτοκρατορική Φρουρά μπροστά στην πύλη του Πανεπιστημίου της Τεχεράνης (4/11/1978) ταυτίστηκε λ.χ. αυτόματα με το δικό μας Πολυτεχνείο. Οι αστραπιαίες θανατικές καταδίκες κι εκτελέσεις βασανιστών ή αιμοσταγών στρατοκρατών χειροκροτήθηκαν πάλι ως αποτελεσματική απόδοση λαϊκής δικαιοσύνης, σε αντίθεση με τη δική μας προσχηματική αποχουντοποίηση.
Οι γυναικείες διαδηλώσεις της Τεχεράνης, μαχητική απάντηση σε μια μετεπαναστατική τάξη που είχε ήδη αρχίσει να μη θυμίζει και τόσο τον δικό μας διαρκή μεταπολιτευτικό εκδημοκρατισμό, διέρρηξαν ανεπάντεχα αυτή την ομοψυχία, πυροδοτώντας αντιφατικές αντιδράσεις.
Με πανομοιότυπα ρεπορτάζ, αντλημένα από το ίδιο προφανώς πρακτορείο, «Ακρόπολις», «Απογευματινή» και «Βήμα» πληροφόρησαν τους αναγνώστες τους (9/3) πως «οι πολύ κομψές Περσίδες προτιμούν να υποκύψουν, φορώντας "τσαντόρ" υψηλής ραπτικής. Οι μαθήτριες όμως, οι φοιτήτριες και οι χειραφετημένες γυναίκες, που μέχρι χθες έδιναν τον αγώνα τους εναντίον του Σάχη, διαμαρτύρονται σήμερα και αντιδρούν “εν ονόματι της προόδου και της απελευθερώσεως της γυναίκας”».
Η «Καθημερινή» της ίδιας μέρας αποσιώπησε πλήρως την είδηση, τη δε επομένη αντιπαρέβαλε 2.000 διαδηλώτριες που «κάπνιζαν επιδεικτικά» στον χώρο του Πανεπιστημίου με τους «επαναστάτες» που τις προπηλάκιζαν.
Η συντηρητική «Βραδυνή» προτίμησε, τέλος, να τονίσει πως οι Ιρανές «ξεσηκώθηκαν χωρίς συμπαράσταση από τις “ανησυχούσες για τα πάντα” Γυναικείες Οργανώσεις της Δύσεως, τις επιλεγόμενες κουλτουριάρικες» (9/3).
Στην «Ελευθεροτυπία» (13/3), ο χρονογράφος Δημήτρης Ψαθάς προεξόφλησε αισιόδοξα πως επρόκειτο για «αστεία ιστορία» εξευτελιστική για τον ίδιο τον Χομεϊνί, καθώς «δεν είναι καθόλου δύσκολο μια ηρωική μορφή να κατρακυλήσει στο γελοίο, όταν ξεγελιέται από τη δύναμη που κέρδισε -έστω και με τον πιο τίμιο αγώνα- και θέλει να πραγματοποιήσει τ’ αδύνατα, επιδιώκοντας να γυρίσει πίσω τη ζωή».
Σύγκρινε μάλιστα το κήρυγμα του αγιατολάχ με τη μεσοπολεμική εκστρατεία ενός δικού μας δικτάτορα κατά της κοντής φούστας: «Κάγχασε, φυσικά, ο κόσμος με τον Πάγκαλο, όπως θα καγχάσει και τώρα με τον Χομέινι, αν επιμείνει να σκεπάσει τα πρόσωπα των γυναικών του Ιράν. Και μάλιστα σε μια εποχή που οι γυναίκες κοντεύουν να πετάξουν και το φύλλο της συκής...».
Τεχεράνη, όπως Κρονστάνδη
Σαφώς λιγότερο σίγουρες για την έκβαση της αναμέτρησης, φεμινιστικές ομάδες της Αθήνας οργάνωσαν διαδήλωση αλληλεγγύης στις Ιρανές ομολόγους τους.
Ο «Πολίτης» του Αγγελου Ελεφάντη φιλοξένησε πάλι στις σελίδες του άρθρο της αριστερής Ιταλίδας δημοσιογράφου Μαρία-Αντουανέτα Ματσιόκι, κάτω από τον εύγλωττο τίτλο «Με τις Περσίδες, όπως με τους ναύτες της Κρονστάνδης» (τχ. 25, 3-4/1979, σ.22-5).
Εχοντας επισκεφθεί την Τεχεράνη με μια επιτροπή που συνδύασε την αλληλεγγύη προς την πρόσφατη επανάσταση με τη διερεύνηση της θέσης των γυναικών στο νέο Ιράν, η συγγραφέας ξεκαθαρίζει πως «οι γυναίκες που διαδήλωσαν ενάντια στο φερετζέ είναι μια μειοψηφία», σε σχέση με το σύνολο των πολιτικά ενεργών ομολόγων τους:
«Εμεινα κατάπληκτη από το πάθος και την ιδεολογική προπαρασκευή των γυναικών που ονομάζονται μαυροντυμένοι φρουροί. [...] Ο δικός μας ορθολογιστικός 19ος αιώνας μοιάζει να τινάχτηκε στον αέρα μαζί κι ο 20ός αιώνας με τη μαρξιστική του προοπτική και τα κομμουνιστικά του κόμματα, που αμετάθετα συνδέονται με το κομμουνιστικό μοντέλο. Ενάντια στον Μαρξ ανεμίζουν τη σημαία του προφήτη Αλή».
Η έγκαιρη κριτική σ’ αυτή την εξέλιξη, καταλήγει, ισοδυναμεί «με επιτάχυνση της ιστορικής συνειδητοποίησης. Μερικές εβδομάδες μετά την ιρανική επανάσταση, επιτρέπει να κατανοήσουμε αυτό που τα διάφορα αριστερά κινήματα χρειάστηκαν μισόν αιώνα να καταλάβουν για άλλες επαναστάσεις». Εξ ου και η σύγκριση των διαδηλωτριών του Μαρτίου με τους εξεγερμένους ναύτες της Βαλτικής που το 1921 «αξίωναν “ελεύθερα σοβιέτ” ενάντια στην απόλυτη συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια των μπολσεβίκων».
«Αντιπλουτοκρατικό» τσαντόρ;
Στην περίπτωση του ΚΚΕ, τη λύση έδωσε το αρμόδιο αδελφό κόμμα. Αρχικά, ο «Ριζοσπάστης» αναπαρήγαγε στα ψιλά τις σχετικές ειδήσεις, αποφεύγοντας οποιοδήποτε σχόλιο. Η αμήχανη αυτή αντιμετώπιση θα τερματιστεί μόλις στις 18/3, διά χειρός ενός γυναικείου στελέχους του Τουντέχ (και συζύγου του γενικού γραμματέα του).
Μιλώντας σε διεθνή διάσκεψη στο Ανατολικό Βερολίνο, η Μιριάμ Φιορούζ εξιδανίκευσε απροκάλυπτα το τσαντόρ, με την κατάλληλη φυσικά επιχειρηματολογία:
«Οι ιμπεριαλιστικές χώρες και πολλές δυτικές εφημερίδες, ξαφνικά και άκαιρα, γέμισαν ανησυχία για το μέλλον του ιρανικού λαού και ιδιαίτερα για το θέμα των γυναικών και ισχυρίζονται ότι το Ιράν θα πισωδρομήσει τουλάχιστον κατά 10 αιώνες. Θα πρέπει κανείς να ρωτήσει ποια είναι η πηγή αυτής της ξαφνικής συμπάθειας για τις Ιρανές γυναίκες. Το Ισλάμ ήταν πάντα εκεί. Η πλειοψηφία των γυναικών φορούσαν πέπλο. Το πέπλο για τη γυναίκα του εργάτη, για τη γυναίκα που δεν έχει τίποτε να φορέσει είναι τρόπος για να κρύψει τη φτώχεια της. Μια νέα γυναίκα που δεν έβαλε ποτέ πέπλο και που ανατράφηκε με πολύ σύγχρονο τρόπο έλεγε τελευταία: “Θα φορέσω με χαρά το πέπλο, εάν είναι για την ελευθερία και την ανεξαρτησία”. Κατά τη διάρκεια αυτής της χρονιάς της λαϊκής εξέγερσης, το πέπλο είχε γίνει ένα σήμα ενότητας, ένα σύμβολο εξέγερσης. Η σημερινή κυβέρνηση διακηρύσσει ότι η ελευθερία και η εργασία της γυναίκας θα είναι εξασφαλισμένες, αλλά στη Δύση προτιμούν να αποσιωπήσουν αυτή τη σημαντική διακήρυξη».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας