Οταν γίνεται λόγος για τα μαζικά εγκλήματα της γερμανικής Βέρμαχτ, τα πιο γνωστά τοπωνύμια είναι το Οραντούρ (στη Γαλλία), το Λίντιτσε (στην Τσεχία) ή το Μπάμπι Γιαρ (στην Ουκρανία).
Περιοχές όπως το Κραγκούγιεβατς στη Σερβία, το Κορτέλισι στην Ουκρανία ή το Δίστομο, τα Καλάβρυτα, η Κάνδανος, η Κλεισούρα και το Κομμένο παραμένουν άγνωστες και δεν αναφέρονται καν στην «Εγκυκλοπαίδεια του Ολοκαυτώματος», ενώ είναι αναρίθμητες οι περιοχές στην ανατολική και τη νότια Ευρώπη, στις οποίες έλαβαν χώρα παρόμοια εγκλήματα πολέμου.
Η άγνοια δεν οφείλεται στην έλλειψη πηγών. Μία από τις 12 δίκες της Νιρεμβέργης, η 7η, εναντίον των «στρατηγών στη νοτιοανατολική Ευρώπη», είχε ως αντικείμενο τις δολοφονίες ομήρων και τα «μέτρα εξιλέωσης και εκδίκησης» εναντίον των ανταρτών στα Βαλκάνια. Ωστόσο, η ιστορία αυτών των εγκλημάτων υπέστη διαδικασία παραγκωνισμού και μυθοπλασίας, όπως και η ιστορία των εγκλημάτων της Βέρμαχτ συνολικά.
Το μεταπολεμικό σύστημα απονομής δικαιοσύνης στη Γερμανία έπαιξε αποφασιστικό ρόλο σε αυτήν τη διαδικασία.
Παρά το πλήθος των δικαστικών ερευνών, μόνο μία υπόθεση αναφορικά με τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχτηκαν στην Ελλάδα εκδικάστηκε στο δικαστήριο του Αουγκσμπουργκ.
Επρόκειτο για την εκτέλεση έξι αμάχων στην Κρήτη. Το δικαστήριο υιοθέτησε την οπτική γωνία της Βέρμαχτ, σύμφωνα με την οποία «ο όρος αντάρτες […] καλύπτει και τον άμαχο πληθυσμό στις κατειλημμένες περιοχές, όταν υπάρχει έστω και υπόνοια διάπραξης εχθρικών πράξεων […]». Κατ’ αυτόν τον τρόπο το δικαστήριο χαρακτήρισε τις εκτελέσεις ως πράξεις που συνιστούσαν «άμυνα κατά το διεθνές δίκαιο» και αθώωσε τον υπεύθυνο.
Με βάση αυτήν την επιχειρηματολογία υπήρξε συνολική αναστολή και των υπόλοιπων ερευνών.
Η εισαγγελία του Μπόχουμ δικαιολόγησε την αναστολή της ποινικής δίωξης εναντίον του διοικητή μίας ένοπλης ομάδας, που συμμετείχε στην «επιχείρηση Καλάβρυτα», μία από τις μεγαλύτερες σφαγές στην Ελλάδα, με βάση την αναγκαιότητα των αντιποίνων, δηλώνοντας πως τα αντίποινα ήταν «μέσα επιτρεπόμενα από το διεθνές δίκαιο, ο στόχος των οποίων ήταν να εξαναγκαστούν οι […] αντάρτες να τηρήσουν το διεθνές δίκαιο».
Η δικαιολόγηση μαζικών εγκλημάτων τέτοιου είδους προς τον άμαχο πληθυσμό ως «επιτρεπτών αντιποίνων με βάση το διεθνές δίκαιο» παίζει ακόμα και σήμερα ρόλο στην άρνηση της γερμανικής κυβέρνησης να προβεί σε διάλογο με την ελληνική κυβέρνηση για το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων.
*Ο Norman Paech είναι ομότιμος καθηγητής και πολιτικός. Η σύνταξη της FCH επέλεξε το παραπάνω κείμενο από τον πρόλογο ενός εκτεταμένου άρθρου, το οποίο ο Norman Paech δημοσίευσε στο περιοδικό «kritische Justiz» («Κριτική Δικαιοσύνη») το 1999 (τεύχος 3, σελ. 380 και επόμενες). Το γεγονός ότι δεν άλλαξαν πολλά πράγματα τα τελευταία 16 χρόνια προκαλεί έκπληξη και θλίψη.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας