Ο Βαγγέλης Γκούφας της «Πικρής, μικρής αγάπης» – και όχι μόνο
Ηταν στα μέσα της δεκαετίας του ’50, κι ενώ τα ξερονήσια ήταν γεμάτα πολιτικούς κρατούμενους και τα πάντα «τα ’σκιαζε η φοβέρα της κυρίαρχης Δεξιάς, από τα ερτζιανά άρχισαν να εκπέμπονται οι πρώτες ντόπιες σαπουνόπερες. Μία από αυτές και η «Πικρή, μικρή μου αγάπη», η πιο γνωστή και μακροβιότερη ραδιοφωνική σαπουνόπερα. Αίσθηση και συγκίνηση στα νοικοκυριά.
Κάθε πρωί το ραντεβού ήταν ραδιοφωνικό: Τι έγινε με τον Αλέξη και τη Βάνα; Στα τριάμισι χρόνια που κράτησε (πέντε φορές την εβδομάδα) άγγιξε το υψηλότερο ρεκόρ ακροαματικότητας (82%). Χιλιάδες καρδιές χτυπούσαν άτακτα, μαντίλια μούσκευαν από τα δάκρυα της συγκίνησης, αλλά και της χαράς, όταν τα πράγματα για τους δυο ερωτευμένους πήγαιναν καλά.
Ο Στέφανος Ληναίος και η Ελλη Φωτίου που ερμήνευαν τους κεντρικούς ήρωες, είχαν μεταβαπτιστεί σε Αλέξη και Βάνα. Κι όταν με το καλό παντρεύτηκαν, το στούντιο γέμισε με του κόσμου τα καλά από εκείνους (και κυρίως εκείνες), που είχαν εκλάβει τους φανταστικούς ήρωες ως πραγματικούς.Αλλά το πράγμα δεν σταμάτησε εκεί. Η «Πικρή, μικρή μου αγάπη» κυκλοφόρησε σε τεύχη που έγιναν ανάρπαστα (έφτασε να πουλάει 100.000!) που κάλυψαν συνολικά 1.500 σελίδες!
Ηθικός αυτουργός ένα διαφημιστικό γραφείο κι ένα απορρυπαντικό, και φυσικός αυτουργός – πρόδρομος της ελληνικής σαπουνόπερας (επειδή κυρίως διαφημίζονταν σαπούνια), ένας συγγραφέας–φάντασμα, καθώς ποτέ δεν είχε αναφερθεί τ’ όνομά του.
Ηταν ο Βαγγέλης Γκούφας. Και περνάω εδώ σε μερικά ακόμη αποσπάσματα (σαν συνέχεια της περασμένης εβδομάδας) από τη συνέντευξη του 1988:
Κριτική και αυτοκριτική
• Τι κάνατε επιστρέφοντας από την εξορία;
«Ημουνα πια μεγάλος για να συνεχίσω σπουδές. Αποκλείστηκα, λόγω ηλικίας, κι από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου ήθελα να γίνω ηθοποιός. Οπότε μια τυχαία συνάντηση με τον συγγραφέα Καραγάτση μ’ έφερε σ’ ένα διαφημιστικό γραφείο, την ΑΔΕΛ.
Στην αρχή έγραφα διαφημιστικά μηνύματα. Επειτα, το μεγάλο αφεντικό, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, που θεωρείται ο θεωρητικός της διαφήμισης στην Ελλάδα, είχε την ιδέα να κάνουμε την ελληνική ραδιοφωνική σαπουνόπερα. Ετσι γεννήθηκε η πρώτη σειρά, η "Οικογένεια Παπαδοπούλου" - μεγάλη επιτυχία, που κράτησε τρία χρόνια».
• -Και ακολούθησε, υποθέτω, η «Πικρή μικρή μου αγάπη».
«Ναι. Εκεί πλέον η ακροαματικότητα έφτασε στο ζενίθ».
• Kι απ’ ό,τι έχω διαβάσει σ’ ένα παλιό δημοσίευμα, η αμοιβή σας έφτασε επίσης σε τεράστια ύψη – κάπου 13.000 δραχμές τον μήνα, ποσό-ρεκόρ για την εποχή.
«Ναι, τόσο πρέπει να ήταν».
• Η κριτική πώς αντιμετώπιζε τις ραδιοφωνικές σαπουνόπερες;
«Μας χτυπούσε ανελέητα, και δικαίως, γιατί το ποιοτικό επίπεδο δεν μπορούσε να είναι πιντερικό, αλλά και αδίκως όταν η κριτική είχε αφετηρία το γεγονός ότι η εκπομπή έκλεβε διαφημίσεις από τις εφημερίδες».
• Η δική σας αυτοκριτική, ποια είναι;
«Τα θεωρώ λαϊκά ραδιοφωνήματα. Βεβαίως ποιοτικά δεν διεκδικούν βραβείο, αλλά από την άποψη ενός είδους διαπαιδαγώγησης το διεκδικούν».
• Με ποια έννοια;
«Με την έννοια της απήχησης που είχαν στους ακροατές και κυρίως στις ακροάτριες. Μια απήχηση που ήταν πιο ουσιαστική από την επιπεδογραφία του παραμυθιού, […] Ο συγγραφέας ήταν άγνωστος. Ηταν η εκπομπή της Βάνας […]
Τα τραγούδια του
Ομως ο Γκούφας δεν έμεινε εκεί. Ακολούθησαν το «Ημερολόγιο ενός γιατρού», «Το μικρό μας μαγαζάκι» και διάφορες ραδιοφωνικές διασκευές. Στη συνέχεια, με μια ομάδα νέων ανθρώπων δημιούργησαν μια δική τους θεατρική σκηνή, τη «Δωδέκατη Αυλαία», με έργα που άλλα πήγαν και άλλα δεν πήγαν καλά.
Εκεί πάντως προέκυψαν και μερικά υπέροχα τραγούδια, με δικούς του στίχους (γιατί έγραψε και ποίηση, που, όπως λέει, τον ενδιέφερε περισσότερο), που μελοποίησε ο Σταύρος Ξαρχάκος, με τον οποίο κυρίως συνεργάστηκε: «Να με θυμάσαι και να μ’ αγαπάς», «Ονειρο δεμένο», «Τα δάκρυά μου είναι καυτά», «Τα τρένα που φύγαν» κ.ά.
Δικοί του και οι στίχοι: «Το σύννεφο έφερε βροχή» του Μάνου Χατζιδάκι, «Ορτσα τα πανιά» του Αργύρη Κουνάδη, καθώς και στα τραγούδια του έργου «Προδομένος λαός» σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη.
Τα χρόνια της δικτατορίας ο Γκούφας τα πέρασε αυτοεξόριστος στη Γενεύη, διατηρώντας επαφή και με άλλους αυτοεξόριστους – κυρίως με τη Μελίνα.
Επιστρέφοντας συνεργάστηκε με την τηλεόραση διασκευάζοντας το «Γιούγκερμαν» και τον «Συνταγματάρχη Λιάπκιν» του Καραγάτση κ.ά. Συγγραφέας – ποταμός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο Γκούφας – κι εδώ αναφέρω ενδεικτικά ό,τι αποσπώ από τη συνέντευξη του 1988. Και τελειώνοντας:
• Αν σας ζητούσα μια ευχή, μέρες που διανύουμε;
«Ο άνθρωπος κρατάει στα χέρια του την καταστροφή και την ευδαιμονία του. Ελπίζω να κατακτήσει τη δεύτερη. Η ειρήνη είναι το υπέρτατο αγαθό».
Στο πλαίσιο
Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες, είθισται και οι καλλιτεχνικές (ή πολιτιστικές) σελίδες να κάνουν τον απολογισμό τους: Τι πήγε καλά, τι άσχημα, τι δεν κουνήθηκε καθόλου. Και δεδομένου ότι το έργο αυτό είναι των συναδέλφων του τρέχοντος ρεπορτάζ, αυτό που θα μπορούσα να πω ελόγου μου είναι η προσωπική εκτίμηση ότι ούτε στον πολιτισμό πήγαν καλά τα πράγματα.
Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να πάνε αφού ο πολιτισμός ήταν ανέκαθεν ριγμένος. Πόσο μάλιστα σε περιόδους γενικότερης κρίσης. Με πολιτιστικούς χώρους να συρρικνώνονται, ή και να βάζουν λουκέτο, με οδυνηρές συνέπειες για τους εξαρτημένους.
Το Μέγαρο Μουσικής περνάει, ως γνωστόν, στο υπουργείο Πολιτισμού, και να δούμε πώς θα συντηρηθούν οι αίθουσές του. Ανήκω σ’ αυτούς που παλιότερα υποστήριζαν ότι ο μοναδικός τρόπος να σταθεί είναι: η κεντρική αίθουσα για τις εκδηλώσεις που οργανώνει το ίδιο, η αίθουσα «Τριάντη» να παραχωρηθεί στη Λυρική
Σκηνή και η μικρή του Μητρόπουλου στην ΚΟΑ. Και βρήκα τον μπελά μου από κάποιους εκεί, που ισχυρίζονταν ότι είναι σε θέση να αξιοποιήσουν όλες τις αίθουσές του.
Αυτά πριν προκύψει η δωρεά του Ιδρύματος Νιάρχου στη Λυρική Σκηνή, που κι αυτή θα περάσει στη διαχείριση του υπουργείου Πολιτισμού. Με το πρόσθετο πρόβλημα (ας το ξαναεπισημάνω) της προσέλευσης στο Φάληρο ατόμων προχωρημένης ηλικίας, που αποτελούν και την πλειονότητα του κοινού της.
Γιατί η λύση που αναφέρεται ώς τώρα είναι: Μετρό μέχρι Συγγρού – Φιξ, και από εκεί λεωφορεία. Το ίδιο… εξυπηρετική (ειδικότερα κάτω από άσχημες καιρικές συνθήκες) και η επιστροφή.
ΚΑΙ… Η μάστιγα των κληρονόμων.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας