«Eμείς είμαστε και θα μείνουμε εδώ. Και μέσα στις σκηνές μας υπάρχουν όπλα για την υπεράσπιση των μελών μας», λέει σαν να αφηγείται ό,τι πιο φυσικό η Σάρα Τζιρομίν ή Σάρα Γουίντερ, όπως είναι το παρωνύμιό της προς τιμήν της ομώνυμης Αγγλίδας ναζίστριας και μέλους της Ενωσης Βρετανών Φασιστών τη δεκαετία του 1930.
Το «εδώ» είναι η Πλατεία των Τριών Εξουσιών της πρωτεύουσας της Βραζιλίας, όπου συναντώνται οι έδρες της κυβέρνησης, του Κογκρέσου και του Ανώτατου Δικαστηρίου: εκεί όπου αυτές τις ημέρες έχει στρατοπεδεύσει ό,τι πιο ακραίο, αντιδραστικό και μιλιταριστικό υφαίνει αντιδημοκρατικά σχέδια στη χώρα.
Το «εμείς» είναι μια «ομάδα τροπικού χιτλερισμού», όπως τη χαρακτηρίζει ο εναλλακτικός Τύπος, που περιλαμβάνει αντιπροσώπους από δεκάδες ακροδεξιά κινήματα, ακόμη και ένοπλες ομάδες: αυτοαποκαλούνται «οι 300 της Μπραζίλια» που φυλάνε τις φαντασιακές τους Θερμοπύλες με εχθρό τη Βουλή και το Ανώτατο Δικαστήριο γιατί δεν υποκύπτουν στις αυταρχικές ορέξεις του Μπολσονάρο.
Και η Σάρα Τζιρομίν, που προτείνει ότι αυτά τα δύο σώματα «πρέπει να διαλυθούν είτε από τον νόμο είτε από το χέρι του λαού» (κατ’ αναλογία με την Αριστερά για την οποία δηλώνει πως πρέπει «να εξολοθρευτεί»), είναι η εκπρόσωπος αυτού του μισαλλόδοξου νέου μορφώματος, ευφυώς επιλεγμένη ώστε να δίνει μια νότα μοντερνισμού στο εγχείρημα.
Νέα, ξανθιά, με πληθώρα τατουάζ -ανάμεσά τους κι ο σιδηρούς σταυρός, ύψιστο παράσημο των ναζί-, με μοντέρνο ντύσιμο και μια καλοδουλεμένη μιντιακή περσόνα (όψη σύγχρονης γυναίκας που δεν είναι παρά περιτύλιγμα μιας ακραίας συντηρητικής υπόστασης), η Σάρα Τζερομίν είναι το πρόσωπο που οι ακροδεξιοί της Βραζιλίας επέλεξαν για να δείξουν τη «φρεσκάδα» των κινημάτων τους.
Κάποτε (2012), ως ιδρυτικό μέλος των Femen στη Βραζιλία αλυσοδενόταν έξω από Κοινοβούλια για να καταγγείλει την πατριαρχία και τη σεξουαλική βία, πόζαρε γυμνόστηθη κατά του σεξισμού και βροντοφώναζε πως είχε κάνει άμβλωση, όπως είναι δικαίωμα κάθε γυναίκας. Τώρα, σύμμαχος του μισογύνη προέδρου Μπολσονάρο, αποκηρύσσει μετά βδελυγμίας τις αμβλώσεις, μιλά για τη θέση της γυναίκας στην οικογένεια και ονειρεύεται την κατάλυση της δημοκρατίας χωρίς να χάνει ευκαιρία να ποζάρει με όπλα.
Δεν πρόκειται για μετάλλαξη, εξηγούν οργανώσεις μαύρων φεμινιστριών που την είχαν αποκηρύξει ήδη από τα χρόνια της Femen, χαρακτηρίζοντας τη δράση της ως ατομική εκδήλωση μιας γυναίκας που επιδίωκε τη δημοσιότητα, αποκομμένη από τους μαζικούς αγώνες και τα πραγματικά κινήματα του δρόμου και της γειτονιάς.
Μόλις ένα χρόνο κράτησε ο «φεμινισμός» της κι έπειτα άρχισε να βγαίνει σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα (ακόμη και στο βραζιλιάνικο Big Brother)· να διαφημίζει την αναβάπτισή της στον καθολικισμό και τη δεύτερη ευκαιρία που της έδωσε ο Θεός με τη νέα της εγκυμοσύνη· να δηλώνει οπαδός του Πλίνιο Σαλγκάντο, ιδρυτή του ΑΙΒ, ενός ακροδεξιού βραζιλιάνικου κόμματος που εμπνέεται από τον ιταλικό φασισμό· να δίνει συνεντεύξεις κάτω από πορτρέτα του Χίτλερ που έχει σπίτι της γιατί τον θαυμάζει «επειδή ήταν πολύ καλός σύζυγος και αγαπούσε τα ζώα»· και να δηλώνει ανενδοίαστα πως ανήκει σε «ομάδες που απλά συμπαθούν τους νεοναζί».
Τώρα λέει πως στη ζωή της τηρεί πλέον ευλαβικά «τις δέκα εντολές, τις διδαχές του Ιησού και της Παναγίας» και χάρη στη θεία επιφοίτησή της με τις συντηρητικές της θέσεις μπορεί να βοηθήσει πολύ καλύτερα όχι μόνο τις γυναίκες αλλά και το έθνος ολόκληρο. Γι’ αυτό άλλωστε και δοκίμασε την τύχη της ως υποψήφια βουλευτής στο Ρίο ντε Ζανέιρο στις εκλογές του 2018, όταν μάλιστα οργάνωσε μια συνάντηση φανατικών μισογύνηδων την οποία βάφτισε «το πρώτο αντιφεμινιστικό συνέδριο» στη Βραζιλία. Εκεί όπου με τον Μπολσονάρο ως ίνδαλμα, δήλωνε πως «όποια γυναίκα γνώριζε τις πολιτικές που προτείνει, όπως τον χημικό ευνουχισμό των βιαστών, σίγουρα θα τον ερωτευόταν».
Μπορεί να απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής, αλλά ο Μπολσονάρο δεν ξέχασε τις υπηρεσίες της και αναγνώρισε το πολύτιμο «δυναμικό» μιας νεαρής που -υποτίθεται- γνώρισε φεμινισμό και προοδευτισμό από πρώτο χέρι και άρα μπορεί να είναι πιο πειστική. Ετσι, την αντάμειψε διορίζοντάς την εθνική συντονίστρια Πολιτικών Μητρότητας πλάι στην –ευαγγελική ιεροκήρυκα- υπουργό Γυναίκας και Οικογένειας Νταμάρες Αλβες.
Φέρει συχνά στις μπλούζες της ένα κρανίο που το διαπερνά ένα μαχαίρι, το σήμα των Bope, των ειδικών μονάδων της στρατιωτικής αστυνομίας, το αγαπημένο της σώμα καταστολής γιατί «ανεβαίνουν στις φαβέλες και σκοτώνουν τους κακούς τύπους». Δηλώνει πως προασπίζεται σθεναρά μια «πραγματική στρατιωτική επέμβαση» των ενόπλων δυνάμεων. Και υποστηρίζει ότι στη Βραζιλία δεν υπήρξε δικτατορία: «ήταν απλά ένα στρατιωτικό καθεστώς για να αποτρέψει την επέλαση του κομμουνισμού στη Βραζιλία, και συμφωνώ με αυτό. Πέθαναν και πολλοί στρατιωτικοί και αθώοι στα χέρια των κομμουνιστών. Κι ήταν μια πολύ “μαλακή” δικτατορία. Το πολύ να πέθαναν 200 άτομα σε 25 χρόνια».
Τώρα στην Πλατεία των Τριών Εξουσιών, η Σάρα Τζιρομίν έχει ανοίξει έναν ακόμη αντιδραστικό πόλεμο επιμένοντας στο δικαίωμα των «300 της Μπραζίλια» να οπλοφορούν και εξηγώντας πως ανάμεσά τους είναι «σκοπευτές, κυνηγοί, συλλέκτες όπλων και άλλοι που έχουν νόμιμη άδεια οπλοφορίας» και κανείς δεν μπορεί να τους πειράξει. Αν και ακόμη δεν έχουν κατηγορηθεί για κάποιο έγκλημα, δύο εισαγγελείς της Μπραζίλια τους χαρακτηρίζουν «ένοπλη πολιτοφυλακή».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας