Με την τελευταία του βραδιά, αυτήν της περασμένης Παρασκευής 29 Δεκεμβρίου του 2023, αφιερωμένη στην προβολή που διοργάνωσαν οι «Νύχτες Πρεμιέρας» με το Pulp Fiction του Ταραντίνο. Με μια «αποχαιρετιστήρια» κάρτα που εμφανίστηκε μετά στην οθόνη «ΑΝΤΙΟ ΙΝΤΕΑΛ ΜΑΣ 1921-2023», όσο από τα ηχεία ακουγόταν το My Way του Φρανκ Σινάτρα. Με τον Αγγελο Αντωνόπουλο, τον ζωγράφο και καθηγητή της ΑΣΚΤ που είχε φιλοτεχνήσει τις τοιχογραφίες του χώρου, να επιστρέφει, 32 χρόνια μετά την ολοκλήρωση του έργου του, για να το υπογράψει για πρώτη και τελευταία φορά. Με ολόκληρη την «οικογένεια» του «Ιντεάλ» επί σκηνής για μια τελευταία υπόκλιση. Με τουλάχιστον 800 θεατές, που είχαν εξασφαλίσει εγκαίρως τα εισιτήριά τους γι’ αυτή την τελευταία προβολή, να χειροκροτούν όρθιοι και επί ώρα, συγκινημένοι. Και, λίγες ημέρες πριν, με την αναμνηστική φωτογραφία του κινηματογραφιστή Μελέτη Μοίρα με όλους τους δημοσιογράφους του κινηματογραφικού ρεπορτάζ και τους κριτικούς που παρακολουθούσαν εκεί τις προβολές τα τελευταία 20 χρόνια. Με αυτά ως αποχαιρετισμό, το «Ιντεάλ» πέρασε στην ιστορία. Αυτό ήταν. «The End - Fine - Fin - Τέλος».
Αλλωστε όλα αυτά θα ηχούν πολύ ρομαντικά κι όλος αυτός ο κόσμος και το «εξόδιο» χειροκρότημά του πολύ μελό μπροστά στην προοπτική της «ανάπτυξης», της «επένδυσης» και της «επιχειρηματικότητας». Τι κι αν αυτή συμπαρασύρει μερικά πολύτιμα τοπόσημα της πόλης; Η επιθυμία, τα ευχολόγια, οι κινητοποιήσεις και οι πολιτιστικές ανάγκες των πολιτών περνούν σε δεύτερη μοίρα και η φωνή τους είναι σαν στιγμιότυπο βωβής ταινίας στα αυτιά των κυβερνώντων.
Ετσι ο χώρος που επιβίωσε 102 χρόνια για να στεφθεί ως η «παλαιότερη κινηματογραφική αίθουσα της Αθήνας», ο χώρος που επιβίωσε από δύο πυρκαγιές και την κατάρρευση του παράπλευρου κτιρίου του, σαρώθηκε από ένα κατ’ ευφημισμόν «gentrification» («εξευγενισμός» σημαίνει καταρχάς), σχέδια αστικής ανάπλασης και «ανάπτυξης» με τους οριζόντιους όρους που την εννοεί η παρούσα κυβέρνηση, εν ανάγκη σε βάρος της Ιστορίας, της εικόνας και της αστικής αισθητικής. Οσο για τους πολίτες αναγκάζονται σε μια βίαιη προσαρμογή, όπως προσαρμόστηκαν στα αχρείαστα έργα του περιβόητου «Μεγάλου Περιπάτου». Ετσι θα προσαρμοστούν και τώρα με το γεγονός ότι στο μεγαλύτερο από τα δύο ακίνητα του Μεγάρου Σλίμαν-Μελά θα αναπτυχθεί το ξενοδοχειακό συγκρότημα του ομίλου «Ξενοδοχεία Ελλάδος Mitsis Company A.E.», αφού σ’ αυτόν εκμισθώθηκε από τη διοίκηση του ΕΦΚΑ για 35 χρόνια κατ’ αρχάς (με δικαίωμα επέκτασης για επιπλέον 10 χρόνια) έναντι 70.000 ευρώ μηνιαίως.
Βέβαια τον περασμένο Μάιο το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είχε χαρακτηρίσει διατηρητέα τη χρήση του ιστορικού κινηματογράφου «ο οποίος λειτουργεί σε κτίριο που βρίσκεται στον περιβάλλοντα χώρο των διατηρητέων κτιρίων, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, κτίριο Prokesch Von Osten πρώην Ωδείο Αθηνών και Μέγαρο Σλίμαν-Μελά». Αλλά όπως προσέθετε: «στους χώρους της διατηρητέας χρήσης του κινηματογράφου θα επιτρέπεται η παράλληλη λειτουργία και άλλων πολιτιστικών χρήσεων, καθώς και η χρήση Συνεδριακού Κέντρου». Ενώ δύο μήνες νωρίτερα, τον Μάρτιο, ο Ομιλος Mitsis Hotels είχε εκδώσει μια ανακοίνωση στην οποία ανέφερε πως «θα επεκταθεί η χρήση του κινηματογράφου, με αυτές του θεάτρου και του συνεδριακού κέντρου, κάτι που θα αναδείξει τον χώρο, θα αναβαθμίσει τη χρήση του και θα αυξήσει την επισκεψιμότητά του. Η ανάθεση της εκμετάλλευσης του κινηματογράφου σε εταιρεία διεθνούς εμβέλειας στον χώρο του θεάματος θα αυξήσει τόσο την αισθητική και τις υποδομές του όσο και την προβολή του». Μάλλον δεν χρειάζονται περαιτέρω σχόλια.
Το μόνο που χρειάζεται είναι η υπενθύμιση ότι επί των ημερών της οικογένειας Σπέντζου και μέχρι σήμερα αυτός ο κινηματογράφος ήταν ένας φιλικός χώρος υποδοχής και για το ελληνικό σινεμά και για το ευρωπαϊκό και γενικώς το σινεφίλ σινεμά -που όσο πάει δυσκολεύονται να βρουν χώρους προβολής, πολλώ δε μάλλον στο κέντρο όπου οι εναπομείνασες αίθουσες μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Πάντως μ’ αυτή του την ιδιότητα το «Ιντεάλ» έζησε περίφημες βραδιές συστήνοντας πρώτο στο κοινό (και χάρη στη σταθερή συνεργασία του με τις «Νύχτες Πρεμιέρας» και το Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου) από κοντά και μερικές από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες του παγκόσμιου κινηματογράφου: Ζαν-Ζακ Μπενέξ, Λικ Μπεσόν, Ντάνιελ Ντέι Λιούις, Αλαν Μπέιτς, Εμίρ Κουστουρίτσα, Γκόραν Μπρέγκοβιτς κ.ά.
Για την ιστορία, το «Σαλόν Ιντεάλ», όπως ήταν η αρχική του ονομασία, είχε εγκαινιαστεί το 1921, ως κινηματοθέατρο, στο περίφημο κτίριο της οδού Πανεπιστημίου που είχε ανεγερθεί τη δεκαετία 1880-1890 ως σύμπλεγμα τεσσάρων κατοικιών από τον Ε. Σλίμαν βάσει των σχεδίων του Ε. Τσίλερ. Μετά τον θάνατο του Σλίμαν το ακίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία της κόρης του και το 1939 μεταβιβάστηκε στο Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού της Εθνικής Κτηματικής και της Τράπεζας της Ελλάδας και αργότερα στο ΙΚΑ, το οποίο διαδέχθηκε ο ΕΦΚΑ. Η αίθουσα είχε αρχικά 2.000 θέσεις (στην πλατεία και στον μεγάλο της εξώστη) και ήταν ο δεύτερος αθηναϊκός κινηματογράφος που μπόρεσε να προβάλλει ταινίες με ήχο. Το 1933 η αίθουσα κάηκε ολοσχερώς από μια καταστροφική πυρκαγιά, αλλά επανήλθε ακόμα καλύτερη. Το 1958, στη διαχείριση του χώρου, την κυρία Κατερίνα που τον χρησιμοποιούσε ως θέατρο, διαδέχτηκε ο Χρήστος Σπέντζος, ιδρυτής της κινηματογραφικής εταιρείας Σπέντζος Φιλμ.
Το 1988-89, οι γιοι του (Αλέξανδρος, Σπύρος και Γιώργος) ανακαίνισαν ριζικά τους χώρους του κινηματογράφου, αλλά τέσσερα χρόνια μετά μία πυρκαγιά, που ξεκίνησε από τον καυστήρα και επεκτάθηκε, κατέστρεψε τα πάντα. Ακολούθησε εκ βάθρων ανακαίνιση: χωρίς να μετατραπεί το μέγεθος της αίθουσας, οι θέσεις μειώθηκαν σε 750, καθώς τοποθετήθηκαν οι αναπαυτικές, τεράστιες πολυθρόνες της γαλλικής εταιρείας Quinette, ο Αγγελος Αντωνόπουλος ανέλαβε να φιλοτεχνήσει τις τοιχογραφίες (χωρίς να τις υπογράψει...), η οροφή υψώθηκε κατά 3-4 μέτρα και τοποθετήθηκε wall-to-wall οθόνη επιφάνειας 150 τ.μ. καθώς και για πρώτη φορά στην Ελλάδα σύστημα ήχου Dolby SR. Αργότερα, ο χώρος με παράδοση πια και στην τεχνολογική εξέλιξη απέκτησε πανίσχυρο ψηφιακό προβολέα, κατάλληλο και για 3D και οκτακάναλο ψηφιακό σύστημα ήχου Dolby Surround 7.1. Τα τελευταία χρόνια το σινεμά υπέστη βέβαια αναγκαστικά τις φθορές που αντιμετώπιζε ολόκληρο το διατηρητέο κτιριακό συγκρότημα. Μετά απ’ όλα αυτά το μέλλον του, ειδικά επί των ημερών της παρούσας κυβέρνησης, ήταν προδιαγεγραμμένο: μια «τεράστια τουριστική επένδυση 36 εκατ. σε ιστορικό κτίριο της Αθήνας».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας