Ακόμα και διαδικτυακό, on line, μακριά από αίθουσες και με θεατές μπροστά σε ένα λάπτοπ, το 22ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης τα καταφέρνει να σε... αγχώσει.
Με λίγα λόγια, το sold out δεν το γλυτώνεις αν δεν είσαι προνοητικός, διαβασμένος και γρήγορος. Ξεκινάει σήμερα (έως και την Πέμπτη, 28 Μαΐου) με 210 ταινίες από όλο τον κόσμο, που από αύριο το πρωί στις 10 θα είναι διαθέσιμες όλες μαζί –δωρεάν προφανώς– στο www.filmfestival.gr.
Δηλαδή, δεν υπάρχει ημερήσιο πρόγραμμα. Mην επαναπαυθείτε, κάθε ταινία είναι διαθέσιμη σε χρήστες μόνο από την Ελλάδα για 400 θεάσεις. Ο τετρακοσιοστός πρώτος που θα κάνει κλικ, απλούστατα θα τη χάσει.
Η διαδικασία είναι απλή. Mπαίνετε στο www.filmfestival.gr και ακολουθείτε τον σύνδεσμο TDF22 ONLINE. Δημιουργείτε έναν λογαριασμό επιλέγοντας «Create account» στο επάνω δεξιά μέρος της οθόνης.
Συμπληρώνετε όνομα, email και τον κωδικό που επιθυμείτε. Βρείτε το ντοκιμαντέρ που επιθυμείτε είτε μέσω αναζήτησης είτε από τις λίστες ανά τμήμα στο κεντρικό μενού.
Επιλέξτε το και θα λάβετε ένα email επιβεβαίωσης. Πατήστε «Play Now» και η ταινία ξεκινά. Εχετε 24 ώρες να τη δείτε. Αν το ξεχάσετε ή δεν προλάβετε, η θέση σας ακυρώνεται.
To πρόγραμμα είναι εξαιρετικά πλούσιο. Διεθνές Διαγωνιστικό Μεγάλου Μήκους με δέκα ταινίες, ανάμεσά τους και οι ελληνικές «Ο τέταρτος χαρακτήρας» της Κατερίνας Πατρωνη, «Η μουσική των πραγμάτων» του Μένιου Καραγιάννη και «Οι άγνωστοι Αθηναίοι» της Αγγελικής Αντωνίου. Ο Χρυσός Αλέξανδρος έχει έπαθλο 15 χιλιάδες ευρώ και το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής, 5 χιλιάδες ευρώ.
Ελληνικά ντοκιμαντέρ υπάρχουν κι άλλα, συνολικά είναι εβδομήντα εφτά και κάποια διαγωνίζονται και στα δύο άλλα διαγωνιστικά τμήματα. Στο «Newcomers» (με πρώτες και δεύτερες ταινίες) συμμετέχουν τα ντοκιμαντέρ «Κυριακές» της Αλήθεια Αβράμης, «Express Scopelitis» της Αιμιλίας Μηλού και «Ο Σπύρος και ο γύρος του θανάτου» των Δημητρίου και Λίνου Κοφίδα. Και στο «Film Forward» οι ταινίες «Κινούμενη Αμμος / Τόπος» των Φλώρου Φλωρίδη και Ζανίν Μέεραπφελ και «Ορνιθες (ή πώς να γίνεις πουλί)» του Μπάμπη Μακρίδη.
Υπάρχουν ακόμα αφιερώματα στο animated ντοκιμαντέρ, στην Ανθρωπόκαινο Εποχή και στα memes, και τα παιδιά έχουν το δικό τους Docs for Kids.
ΜΕΝΙΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
«Η αφοσίωση σε αυτό που αγαπάς σε αποκόβει από τον κόσμο»
Θα τους έλεγες αλλόκοτους, εμμονικούς, καμιά φορά και spooky. Τρεις άνδρες, ολομόναχοι, πότε στη φύση, πότε σε φορτωμένα εργαστήρια, βγαλμένα λες από παραμύθια ή επιστημονική φαντασία, είναι αφοσιωμένοι, «κλεισμένοι» σε έναν εντελώς δικό τους κόσμο.
Ο αγρότης Γιάννης Γιαννουδάκης, από τα Χανιά, κατασκευάζει με ηρεμία, προσήλωση και τελετουργία κάτι ιδιόρρυθμα έπιπλα. Ο μουσικός Γιώργος Κατσάνος από την Αθήνα, όταν δεν συμμετέχει σε συναυλίες γνωστών καλλιτεχνών, εξοπλισμένος με περίεργα όργανα, πολλά και μυστήρια, ηχογραφεί ήχους, αλλά και παράγει δικές του στοιχειώδεις, μινιμαλιστικές μουσικές. Κι όταν λέμε ήχους, από τα χαλίκια που τρίζουν κάτω από τα πόδια του και τους σκουριασμένους μεντεσέδες όταν ανοιγοκλείνουν, μέχρι το σούρσιμο ενός υλικού πάνω σε ένα άλλο, αλλά και τον αέρα στα δέντρα και τη θάλασσα. Ο φωτογράφος (μη επαγγελματίας, φυσικά) Ομηρος Βλάχος, επίσης από Αθήνα, έχει μια κρυφή αγάπη. Γυρνάει χρόνια τώρα σε ερημιές απίστευτης ομορφιάς και φωτογραφίζει τοπία ή –ακόμα καλύτερα– κάτι μικρές, ασήμαντες, μαγικές λεπτομέρειες στα δέντρα, στις πέτρες, στο κύμα, ακόμα και έντομα που συλλαμβάνει και αναδεικνύει τις συναρπαστικές λεπτομέρειες της μορφής τους.
«Μακροφωτογραφία είναι», μου λέει ο Μένιος Καραγιάννης, σκηνοθέτης του εντυπωσιακού ντοκιμαντέρ «Η μουσική των πραγμάτων», ένα από τα τρία ελληνικά του Διεθνούς Διαγωνιστικού Μεγάλου Μήκους. Με σπουδές σινεμά στη Στοκχόλμη και έπειτα από πολλά χρόνια στο εξωτερικό (Σουηδία και Γαλλία) επέστρεψε στην Ελλάδα. Είναι από τις μόνιμες παρουσίες στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ (πέρυσι με την ταινία «Το άλογο που», για τη σχέση ανάμεσα σε πραγματικότητα και τρέλα).
Το νέο του ντοκιμαντέρ, ένα εικαστικό –και όχι μόνο– κινηματογραφικό ποίημα, είναι μεγάλη πρόκληση για το κοινό. Να το γευτεί, να αφεθεί, να μείνει με το στόμα ανοιχτό. «Δυστυχώς η πρεμιέρα του στη Θεσσαλονίκη γίνεται διαδικτυακά. Ειδικά αυτή η ταινία είναι τόσο κινηματογραφική! Θέλει ιδανικές συνθήκες εικόνας και ήχου, θέλει ησυχία, σκοτάδι και μεγάλη οθόνη», λέει. Ομως, σε εποχές κορονοϊού, μια τόσο ιδιαίτερη ταινία αναβαθμίζει ακόμα και το ταπεινό, μικρό μας λάπτοπ.
Τι τον τράβηξε, άραγε, σε αυτούς τους ιδιόρρυθμους άνδρες; Τι το κοινό έχουν; «Θα τους έλεγα καλύτερα χαρισματικούς», με διορθώνει. «Αυτό που με μάγεψε ήταν το ότι μπορούν να αφοσιώνονται στο πάθος τους ολοκληρωτικά, να χάνονται και να αποκόπτονται από το περιβάλλον τους. Παρακολουθώντας με την κάμερα τον Κατσάνο να κάνει μουσική και να καταγράφει ήχους, δεν μπορούσα καν να επικοινωνήσω μαζί του». Βρήκε σε αυτούς κι ένα κομμάτι του εαυτού του; Το παραδέχεται. «Κι εγώ όταν δουλεύω χάνομαι. Και μου αρέσει που μπορώ και αφαιρούμαι, αν και σε ένα κοινωνικό πλαίσιο είναι κατάρα. Εφαγα πολλές σφαλιάρες μικρός, όταν χανόμουνα παρατηρώντας πράγματα».
Εχει συναίσθηση ότι η ιδιαίτερη γλώσσα του, σε ένα είδος τόσο άμεσο όπως το ντοκιμαντέρ, τον έχει οδηγήσει σε έναν «μοναχικό δρόμο», όπως λέει. «Καταπιάνομαι συνήθως με δύσκολα θέματα. Η “Μουσική των πραγμάτων” ήταν ένα μεγάλο στοίχημα, που με στοίχειωνε: μπορώ να καταγράψω τρεις προσωπικότητες χωρίς να μιλάνε; Ημουνα βέβαιος ότι δεν θα έβγαινε η ταινία».
Και τα κάνει όλα μόνος του. Φωτογραφία –με μια πολύ ελαφριά και απλή VSLR κάμερα– και ήχο. Τα τέλεια πλάνα του, τύφλα να ’χει η video art, σου δίνουν την αίσθηση ότι έχει προηγηθεί πολλή σκέψη και δουλειά. «Οχι ιδιαίτερα», απαντάει. «Εχω μεγάλη πείρα πια με καμιά δεκαπενταριά ταινίες. Αυτό που με ενδιαφέρει, ακόμα κι όταν κάνω ντοκιμαντέρ με συνεντεύξεις, είναι να πιάσω τη στιγμή».
Η ταινία έχει διάρκεια 90΄. Δεν θα μπορούσε, τόσο απαιτητική και με αργό ρυθμό, να είναι λίγο μικρότερη; «Ηθελα να κάνω έναν κύκλο. Αφού δεν είχα να πω τίποτα το συγκεκριμένο, έπρεπε να δώσω ένα κλίμα. Κι αυτό, για να σε πάρει μαζί του, θέλει τον χρόνο του. Να μπεις σε μια ορισμένη διάθεση και να δεις μια συνολική εικόνα των πραγμάτων. Το πόσο κοινά υπάρχουν σε όλα τα πράγματα, από την τρίχα της τρίχας του εντόμου μέχρι τον χείμαρρο, που φωτογραφίζει ο Ομηρος Βλάχος». Και, ναι, ποντάρει σε θεατές, που μπορούν «να αφεθούν, να ταξιδέψουν».
Θα σκεφτόταν, άραγε, να κάνει ταινία μυθοπλασίας; Και πώς θα προσάρμοζε την κινηματογραφική γλώσσα του για να διηγηθεί μια ιστορία;
«Εχω κάνει φίξιον στο παρελθόν», απαντά. «Αλλά τα τελευταία χρόνια με έχει τραβήξει στο ντοκιμαντέρ αυτό το απροσδόκητο που έχει. Που τίποτα δεν είναι προγραμματισμένο, δεν υπάρχει σενάριο, ούτε καν ένα πλάνο στο μυαλό σου. Ολα δημιουργούνται σε μια στιγμή. Αυτό εμένα με μαγεύει. Και προσπαθώ να το εξελίξω».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας