Αθήνα, 19°C
Αθήνα
Σποραδικές νεφώσεις
19°C
20.7° 17.8°
2 BF
76%
Θεσσαλονίκη
Σποραδικές νεφώσεις
21°C
22.8° 19.8°
2 BF
58%
Πάτρα
Αραιές νεφώσεις
20°C
21.0° 18.3°
2 BF
69%
Ιωάννινα
Σποραδικές νεφώσεις
18°C
17.9° 17.9°
3 BF
63%
Αλεξανδρούπολη
Ελαφρές νεφώσεις
22°C
21.9° 21.9°
3 BF
56%
Βέροια
Αυξημένες νεφώσεις
21°C
20.9° 20.9°
0 BF
68%
Κοζάνη
Αυξημένες νεφώσεις
16°C
16.4° 16.4°
3 BF
48%
Αγρίνιο
Αυξημένες νεφώσεις
21°C
21.1° 21.1°
1 BF
65%
Ηράκλειο
Ασθενείς βροχοπτώσεις
21°C
20.8° 19.4°
4 BF
68%
Μυτιλήνη
Αυξημένες νεφώσεις
18°C
18.3° 18.2°
1 BF
59%
Ερμούπολη
Σποραδικές νεφώσεις
19°C
19.1° 19.1°
3 BF
62%
Σκόπελος
Ελαφρές νεφώσεις
18°C
17.7° 17.7°
3 BF
77%
Κεφαλονιά
Σποραδικές νεφώσεις
21°C
20.9° 19.8°
4 BF
73%
Λάρισα
Αυξημένες νεφώσεις
22°C
21.8° 21.8°
2 BF
55%
Λαμία
Σποραδικές νεφώσεις
22°C
24.0° 18.9°
2 BF
52%
Ρόδος
Αραιές νεφώσεις
19°C
19.3° 19.3°
2 BF
81%
Χαλκίδα
Αραιές νεφώσεις
20°C
20.0° 20.0°
2 BF
52%
Καβάλα
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
19.4° 18.3°
3 BF
75%
Κατερίνη
Αραιές νεφώσεις
22°C
22.2° 22.2°
2 BF
60%
Καστοριά
Αυξημένες νεφώσεις
18°C
18.0° 18.0°
2 BF
58%
ΜΕΝΟΥ
Πέμπτη, 24 Απριλίου, 2025
Ο συγγραφέας Γιώργος Συμπάρδης | Μάριος Βαλασόπουλος

«Μεγάλες γυναίκες» και ανομολόγητοι έρωτες

Αυτή τη φορά ο Γιώργος Συμπάρδης έβγαλε νέο βιβλίο τόσο γρήγορα, μόλις τέσσερα χρόνια μετά την «Υπόσχεση Γάμου» (Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος του 2011), που παραλίγο να προσπεράσω τη νουβέλα «Μεγάλες γυναίκες» (εκδόσεις Μεταίχμιο).

Σαν να μην πίστευα ότι είναι δική του. Κι όμως. Είναι λογοτεχνικό γεγονός, όπως κάθε βιβλίο αυτού του τόσο ολιγογράφου συγγραφέα, το «Μέντιουμ» του 1987 και ο «Αχρηστος Δημήτρης» του 1998.

Ερχεται υπόγεια και ανησυχητική, για να σε παρασύρει σε κόσμους που ούτε δεύτερη ματιά δεν θα έριχνες στη βαρετή κανονικότητά τους. Σε ήρωες με μυστικά πάθη, περήφανους και πεισματάρηδες, κι ας μην τα πολυκαταλαβαίνουν ούτε οι ίδιοι.

Σαν τη Σοφία Ματρόζου, μεσήλικη, δυσάρεστη, μοναχική, που βαδίζει χωρίς δεύτερη σκέψη στην περιπέτεια. Για χάρη δύο ανδρών. Στην αρχή ενός μαγνητικού ιερέα, στη συνέχεια ενός εγωκεντρικού, κυνικού και όμορφου νεαρού, που θρονιάζεται στο σπίτι της.

Διάβασα τις «Μεγάλες γυναίκες» δυο φορές. Αδύνατον να ξεκολλήσω. Μου ξέφευγαν πολλά. Και ομολογώ ότι δεν περίμενα από τον Γιώργο Συμπάρδη αυτήν την τόσο γενναιόδωρη, ανοιχτή συζήτηση. Σαν να ξαναδιάβαζα μαζί του το βιβλίο.

Γυναίκες μεγάλης ηλικίας και νεότεροι άνδρες. Ενα θέμα που η λογοτεχνία, το σινεμά, το θέατρο δεν λέει να εξαντλήσει. Πώς και γιατί ξεκίνησε αυτή η νουβέλα; Ξέρατε ακριβώς την ηρωίδα σας; Προϋπήρξε της ιστορίας;

Αυτός που κατά κάποιον τρόπο «προϋπήρξε» ήταν ο νεαρός ήρωας, ο Σταύρος. Οχι ως ένα πρόσωπο που έκανε ετούτο ή εκείνο, αλλά ως μια λεπτομέρεια στη συμπεριφορά που κάποια στιγμή νόμισα ή πίστεψα ότι διέκρινα σ’ έναν άνθρωπο, από ένα βλέμμα του ή από δύο λέξεις κολακείας που τον άκουσα να απευθύνει σε μεγαλύτερή του γυναίκα και που μαζί με πολλά άλλα πυροδότησαν την ιστορία μου. Το θέμα «νεότερος άντρας - μεγαλύτερή του σε ηλικία γυναίκα» είναι αρχετυπικό. Το συναντάμε ήδη στην αρχαία τραγωδία, στον έρωτα της Φαίδρας για τον πρόγονό της Ιππόλυτο, στον γάμο του Οιδίποδα με τη μητέρα του Ιοκάστη. Στη νεότερη πεζογραφία μας, ολωνών ο νους -και ο δικός μου- πηγαίνει στο προφανές, στην «Κυρία Κούλα» του Κουμανταρέα, η οποία, όμως, δεν έχει καμία σχέση με την ηρωίδα μου. Κάποια ελάχιστα ψήγματα πολύ μακρινής -παρά φύσιν- συγγένειας πιθανόν να ανιχνεύονται στον «Νεόπλουτο χωριάτη» του Μαριβό, αλλά κι αυτά δεν σχετίζονται με τη γυναίκα· αναφέρονται περισσότερο στον νεαρό μου ήρωα.

Γιατί τοποθετήσατε την ηρωίδα σας στις παρυφές των γυναικών εκείνων που μπορεί να τις λέμε και θεούσες, που η ζωή τους κινείται γύρω από την εκκλησία της ενορίας τους;

Στο Θησείο, όπου έμενα για ένα μεγάλο διάστημα παλιά, άκουγα για τα συσσίτια που είχε οργανώσει και πρόσφερε στους αναγκεμένους κατοίκους της περιοχής, μια ενορία κάτω από το Αστεροσκοπείο. Ακουγα πολλά καλά για τον εφημέριο, έναν νεαρό λευίτη, καθώς και για την παρέα των φιλάνθρωπων κυριών, που τον βοηθούσε. Πολύ πριν ξεκινήσει η τωρινή οικονομική κρίση γινόταν αυτό. Την ίδια εποχή ένα φιλικό μου ζευγάρι, που κατοικούσε στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα και που μέχρι τότε δεν θρησκευόταν, άρχισε ξαφνικά να εκκλησιάζεται και μάλιστα τακτικά. Οχι σ’ έναν ναό κάπου εκεί κοντά, αλλά μακριά, στον Ταύρο ή στο Ρουφ. Αιτία και πάλι, ένας ιερέας και μια μεγάλη συντροφιά κυρίων και κυριών που τον περιέβαλλε. Από έναν τέτοιο κύκλο ανθρώπων και από τον χώρο της εκκλησίας αναδύονται οι «Μεγάλες γυναίκες». Η Σοφία Ματρόζου, η κεντρική ηρωίδα, όμως, κάθε άλλο παρά θρησκόληπτη είναι. Ηδη, από τις πρώτες αράδες γνωρίζουμε ότι μέχρι πριν ένα χρόνο εκκλησιαζόταν σπάνια κι ότι βάφεται για να πάει στην εκκλησία.

To ερωτικό στοιχείο στη Σοφία Ματρόζου, για τον ιερέα πρώτα, για τον νεαρό στη συνέχεια, είναι πάντα λανθάνον. Πόση σημασία παίζει, τελικά, στις επιλογές και στη στάση της;

Το διπλό ερωτικό στοιχείο προς τον «ιερέα-πατέρα» και τον υποτιθέμενο γιο του, από όποια πλευρά κι αν το κοιτάξεις, είναι στοιχείο ύβρεως. Η Σοφία το ζει, αυτό καθορίζει όλες τις σκέψεις και τις πράξεις της, αλλά αρνείται να το αναγνωρίσει. Κι όταν το αναγνωρίζει τής είναι αδύνατον να το διαχειριστεί.

Ο νεαρός δεν μπορεί να ξυπνήσει εύκολα αισθήματα συμπάθειας στον αναγνώστη. Είναι, όμως, μόνο ένας κυνικός εκμεταλλευτής μιας γυναίκας;

Η εκμετάλλευση των μεγαλύτερων από τους νεότερους, όπως και η αντίστροφη εκμετάλλευση, η ανάγκη ν’ αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε και η εξουσία που ασκείται από τα αγαπημένα πρόσωπα, είναι ορισμένα από τα ζητήματα που βρίσκονται στο κέντρο των «Μεγάλων γυναικών». Το σύγχρονο φαινόμενο της ιδεολογικοποίησης των παραβατικών συμπεριφορών, επίσης. Ο Σταύρος καταφέρεται κατά του κοινωνικού περιβάλλοντος (του «μπουρδέλου», όπως το αποκαλεί) και αρνείται την προέλευσή του, αφού ακόμη και το όνομά του λέει ότι θέλει και πρόκειται ν’ αλλάξει. Και την ίδια στιγμή επαίρεται και δικαιολογεί τις κλοπές στις οποίες είναι αναμειγμένος.

Βάζετε τη Σοφία σε μεγάλες περιπέτειες λόγω της σχέσης της με τον Σταύρο. Η απουσία τους θα άλλαζε τη λογοτεχνική υφή της νουβέλας. Ως συγγραφέας χρειάζεστε το σασπένς, την αγωνία, την αβεβαιότητα;

Την επιθυμία να ξετυλιχτεί η αφήγηση και να ακούσουμε ή να διαβάσουμε μιαν ιστορία την έχουμε όλοι μας, την έχω κι εγώ ως ακροατής ή αναγνώστης. Οι ανατροπές και οι διαψεύσεις, η αγωνία για το τι γίνεται παρακάτω, η διαρκής αβεβαιότητα κι όλες οι άλλες τεχνικές της αφήγησης σε αυτό κατατείνουν: στο να παγιδεύσουν τον ακροατή και να καθηλώσουν τον αναγνώστη. Αν η ζωή της ηρωίδας σου είναι πληκτική -όπως είναι της Σοφίας πριν αρχίσουν οι περιπέτειές της- και την περιγράφεις πληκτικά, έχεις αποτύχει, τον έχεις χάσει τον αναγνώστη.

Γυναίκες. Στον πληθυντικό είναι ο τίτλος σας. Και, όντως, μια δεύτερη γυναίκα, η Ιουλία Προμπονά, εμφανίζεται και φωτίζει τη Σοφία. Σαν να μας λέτε ότι υπάρχουν εκεί πέρα γυναίκες που δεν τις πιάνει το μάτι σας, κι έχουν μια ζωή απρόβλεπτη.

Κανενός ανθρώπου η ζωή δεν είναι προβλέψιμη. Ειδικά οι γυναίκες, όμως, με την πλούσια εσωτερική ζωή, που δύσκολα εξωτερικεύεται και σπάνια εκτίθεται στην κοινή θέα, δίνουν αφορμή και συνιστούν αγαπημένο, και δικό μου, συγγραφικό θέμα. Στην περίπτωση της Σοφίας η ανομολόγητη αγάπη της για τον Σταύρο είναι ερωτική και μητρική ταυτόχρονα. Το αίνιγμα της ταυτότητας του Σταύρου, που την απασχολεί, αντανακλά την απορία της για τα δικά της αταύτιστα αισθήματα. Ζει περίπου σαν μέσα σ’ έναν γάμο. Της προσφέρεται ένα δακτυλίδι και προσφέρει τροφή και στέγη. Πλένει και σιδερώνει τα ρούχα του νεαρού και στη συνέχεια βιώνει τη ζήλια και τη διάψευση των προσδοκιών της. Την «απιστία» και τους τριγμούς μιας σχέσης που προσομοιάζει με τον γάμο. Η ηλικιωμένη Ιουλία Προμπονά, πάλι, ενδέχεται να είναι ένα ακόμη «θύμα» και μία αντίζηλος της Σοφίας. Οπως επίσης ενδέχεται να γνωρίζει όλα όσα η Σοφία αγνοεί και προσδοκά να μάθει πλησιάζοντάς την.

Δύσκολη περίπτωση η Σοφία Ματρόζου. Γίνεται να μας την περιγράψετε περισσότερο;

Είναι μια ώριμη διαζευγμένη γυναίκα. Εσκεμμένα περιγράφονται μόνο τα μαλλιά της, κάτι λίγο τα ρούχα της και το αχνό μέικ απ της. Από όσα μας λέει η ίδια για τον γάμο της, για το πόσο μυγιάγγιχτη υπήρξε παλιά, αφού χρησιμοποιούσε γάντια για να πιάνει και να βάζει τα εσώρουχα του συζύγου της στο πλυντήριο, καταλαβαίνουμε ότι έχει ξεκινήσει ως μία άτολμη και πολύ συγκρατημένη γυναίκα. Στο μεταξύ έχει διανύσει έναν μακρύ δρόμο, στο τέρμα του οποίου εμείς τη βλέπουμε να βγάζει και να δίνει στον Σταύρο αντικλείδι για το διαμέρισμά της. Κανείς δεν ξέρει από δω και πέρα πού θα πάει και μέχρι πού μπορεί να φτάσει. Ούτε και η ίδια. Ισως τη διαφωτίσει η δεύτερη γυναίκα, η ηλικιωμένη Ιουλία Προμπονά, την οποία επιδιώκει στο τέλος να προσεγγίσει.

Πολύ τολμηρή η επιλογή να συνδέσετε τα συσσίτια της εκκλησίας με τον ερωτισμό, τις επιθυμίες μεγάλων γυναικών για νέους.

Στη νουβέλα μου, γύρω από το τραπέζι της κουζίνας γίνεται ό,τι γίνεται. Η Σοφία μπαίνει για πρώτη φορά ως πελάτισσα στο χασάπικο της γειτονιάς της και αγοράζει το κόκκινο κρέας, που μέχρι τότε απέφευγε. Αυτό το κρέας, που είναι και η βασική πηγή της τεστοστερόνης, θα μαγειρέψει και θα προσφέρει στον νεαρό, κι εκείνος θα το τιμήσει δεόντως. Από τη μια μεριά η κινητήρια δύναμη, το φαγητό που απαιτεί ο Σταύρος και παρέχει η τροφός Σοφία. Και από την άλλη, το φαγητό που προσφέρεται στα συσσίτια από τις γυναίκες της τροφού εκκλησίας ως ύποπτο προοίμιο του έρωτα. Δύο διαφορετικές εκδοχές του ίδιου ουσιαστικά πράγματος. Οσο για την εκκλησία, ο χώρος της είναι το άβατον της σύγχρονης πεζογραφίας. Είναι, όμως, ένα μέρος όπου συρρέει μέγα πλήθος διαφορετικών μεταξύ τους ανθρώπων, κι εμένα μ’ ενδιαφέρει. Οχι λόγω πίστεως, αλλά για τον λόγο και κάτω από την οπτική των «Μεγάλων γυναικών».

Ο ιερέας κρατά μια αναπάντεχη, υγιή στάση. Δεν καταδικάζει, αποδέχεται αυτές τις περίεργες γυναίκες του κύκλου του. Ωραία εικόνα για την εκκλησία.

Ο ιερέας είναι άλλοτε φορέας ενός αντρικού, σχεδόν εξουσιαστικού λόγου και άλλοτε φορέας ενός λόγου φιλελεύθερου και φιλάνθρωπου. Στο κήρυγμά του, όταν αναφέρεται στον αναγκεμένο άνθρωπο που δικαιούται να αναρωτηθεί για τις πραγματικές προθέσεις και τις βλέψεις του ελεήμονος, επαναλαμβάνει κατ’ ουσία το «γιατί εσύ με ταΐζεις», το ερώτημα που είχε ήδη απευθύνει ο Σταύρος στη Σοφία. Ο ιερέας αντιπροσωπεύει τη συντήρηση και ο Σταύρος, ο υποτιθέμενος γιος του, το ριζοσπαστικό αντίπαλον δέος. Αλλά κάπου οι δύο αυτοί άνδρες συναντιούνται. Μοιάζουν φυσιογνωμικά, κατά βάθος συγγενεύουν ιδεολογικά και, φυσικά, ο καθένας για λογαριασμό του προσπαθεί να κερδίσει τη Σοφία.

«Αποβλέπω στον δαιμόνιο αναγνώστη»

Γιατί τόση υπαινικτικότητα; Γιατί αφήνετε τόση ελευθερία αλλά και βάρος μεγάλο στον αναγνώστη;

Αν και η ζωή δεν συνοψίζεται και δεν ερμηνεύεται, η ηρωίδα της νουβέλας τολμά, τουλάχιστον επιχειρεί, να την ερμηνεύσει. Το ίδιο καλείται να πράξει και ο αναγνώστης. Να νοηματοδοτήσει τις πράξεις των προσώπων και να συν-δημιουργήσει το κείμενο. Του παρέχεται προς τούτο ένα πλήθος στοιχείων -έτσι πιστεύω και τόσο μόνον μπορώ να κάνω: να βάλω στο χαρτί μια θελκτική ιστορία και μια αφήγηση που να «τρέχει», όπου θέλεις να μάθεις τι γίνεται παρακάτω. Οσα υπάρχουν κάτω από την αφήγηση, τα υπόρρητα κι όσα μένουν άρρητα, ο βιαστικός αναγνώστης ας τα παραλείψει.

Θέλατε τελικά κάτι να μας πείτε; Θέλει ποτέ κάτι να πει ο λογοτέχνης ή μήπως η αναζήτηση νοήματος είναι μια ιστορία που αφορά μόνο τον αναγνώστη;

Γράφω προσπαθώντας να συγκαλύψω τις εμμονές μου -κυρίως την αιτία τους- και την ίδια στιγμή αποβλέπω στον δαιμόνιο εκείνον αναγνώστη που θα «ξεκλειδώσει» το κείμενο και θα τις εντοπίσει. Ακούγεται και είναι αντιφατικό, αλλά έτσι είναι.

«Δύσκολοι, αλλά και θαυμαστοί οι καιροί μας»

Και μια «απαραίτητη» ερώτηση για την κρίση. Τη βλέπουμε, άλλωστε, στη νουβέλα σας. Πιστεύετε ότι έχει ήδη επηρεάσει ή θα επηρεάσει τη λογοτεχνία μας; Είναι αναπόφευκτο;

Στην νουβέλα μου η κρίση είναι διαρκώς παρούσα, αλλά δεν βρίσκεται στο κέντρο, βρίσκεται στο φόντο της αφήγησης.

Και μολονότι χωρίς την κρίση η Σοφία Ματρόγλου και η Ιουλία Προμπονά δεν θα μπορούσαν ίσως να υπάρξουν, το κέντρο βάρους και το θέμα των «Μεγάλων γυναικών» είναι άλλο, κείται αλλού.

Ομως, ο ρεαλιστής πεζογράφος δεν μπορεί να παραβλέψει το σημερινό οικονομικό περιβάλλον. Η κρίση είναι εδώ, υπάρχει και οι άνθρωποι επηρεάζονται.

Για τα αίτια, όμως, κανείς μεταπολεμικός συγγραφέας, εκτός από τον Αλέξανδρο Κοτζιά, δεν έχει μέχρι τώρα μιλήσει.

Εν πάση περιπτώσει υπάρχουν ένα-δυο καλά, επίκαιρα σχετικά βιβλία.

Θα αναφέρω μόνο το μυθιστόρημα «Η πόλη και η σιωπή» του Κωνσταντίνου Τζαμιώτη, όπου και πάλι όμως το σημαντικό δεν είναι η κρίση καθαυτή, αλλά η στωικότητα, η αυταπάρνηση και η καθαρτήρια ψυχική γενναιοδωρία του κεντρικού του ήρωα, ενός σύγχρονου Ιώβ-Χριστού.

Θα υπάρξουν βέβαια -το ελπίζω- και τα βιβλία που θα μιλήσουν και για άλλα πράγματα εξίσου ενδιαφέροντα, για τα άνθη του κακού π.χ. που θάλλουν στο έδαφος της κρίσης.

Γιατί είναι δύσκολοι, πολύ δύσκολοι, αλλά και θαυμαστοί οι καιροί μας.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
«Μεγάλες γυναίκες» και ανομολόγητοι έρωτες

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας