Αναμφίβολα η Μαρία Πολυδούρη ξεχωρίζει ως η ισχυρή ρομαντική ποιητική φωνή της γενιάς του 1920. Κι όμως, η ίδια ήθελε να γίνει μυθιστοριογράφος. Από το μυθιστόρημα ξεκίνησε και ίσως σε αυτό να αφιερωνόταν, αν η ψυχική και σωματική δοκιμασία από την αυτοκτονία του Κώστα Καρυωτάκη και τη φυματίωση δεν την έστρεφαν στην ποίηση. «Αν δεν αρρώσταινε, θα ήταν μυθιστοριογράφος. Στο δωμάτιο της Σωτηρίας, όπου νοσηλευόταν, αφοσιώθηκε στην ποίηση γιατί κατάλαβε πως βρισκόταν στο χείλος του θανάτου, πως δεν είχε χρόνο να γράψει πεζά», μας δηλώνει η Χριστίνα Ντουνιά, η οποία έχει αφοσιωθεί στο έργο της Πολυδούρη.
Η καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών παρέδωσε πέρυσι το βιβλίο «Μαρία Πολυδούρη. Τα ποιήματα» από τις εκδόσεις Εστία. Τώρα, πρώτη φορά συγκεντρώνει σε έναν τόμο («Μαρία Πολυδούρη. Ρομάντσο και άλλα πεζά», εκδ. Εστία) όλα τα ευρισκόμενα πεζά της: ένα ολοκληρωμένο αλλά ατιτλοφόρητο μυθιστόρημα, το νεανικό ημερολόγιό της (1921-22), την αρχή της αυτοβιογραφίας της, δύο μικρά λυρικά αφηγήματα, κείμενα επιστολικής λογοτεχνίας αλλά και ανέκδοτα γράμματα από το Παρίσι.
Το μυθιστόρημα, στο οποίο η Χρ. Ντουνιά έδωσε τον τίτλο «Ρομάντσο», καθώς και τα άλλα, ανέκδοτα όσο ζούσε, κείμενα «πιστοποιούν την αφηγηματική ικανότητα, την οξυμένη κοινωνική ευαισθησία, αλλά και την υψηλή αυτοσυνειδησία της Πολυδούρη στη διπλή της υπόσταση: της γυναίκας και της συγγραφέως».
Μόλις 24 ετών ήταν το 1926 όταν έγραψε το μυθιστόρημά της. Και, σύμφωνα με τα καινούργια στοιχεία που φέρνει στο φως η Χριστίνα Ντουνιά, το προόριζε για έκδοση. Τα γράμματά της από το Παρίσι αποτυπώνουν τον αγώνα και την αγωνία της για την τύχη αυτού του έργου. Μάλιστα, είχε απευθυνθεί σε δύο εκδότες (Γιαννάρης και Παπαδημητρίου), ωστόσο η απάντησή τους ήταν αρνητική. Πιθανότατα δεν εμπιστεύτηκαν μια νεαρή και άγνωστη συγγραφέα, η οποία ζούσε τότε εκτός Ελλάδας, στο Παρίσι. Ισως φοβήθηκαν την καινοτόμο για την εποχή της γραφή. Ακόμα και στα «Απαντα» που επιμελήθηκε ο Τάκης Μενδράκος το έργο θεωρήθηκε πρωτόλειο και ημιτελές και πέρασε απαρατήρητο.
«Ισως αν αυτό το νεανικό, αλλά πολύ ενδιαφέρον, έργο εκδιδόταν στην ώρα του, όπως η ίδια επιθυμούσε, η θέση της στην ιστορία της λογοτεχνίας μας να ήταν διαφορετική», επισημαίνει η Χρ. Ντουνιά. «Είναι ένα πρωτοποριακό έργο, συνιστά ένα πρώιμο δείγμα νεωτερικής στροφής του σύγχρονου ελληνικού μυθιστορήματος. Εξίσου μοντέρνες είναι και οι ιδέες που εμπεριέχει, σε φιλοσοφικό, υπαρξιακό, κοινωνικό, φεμινιστικό επίπεδο».
Το «Ρομάντσο» δεν είναι μια απλή ερωτική ιστορία. Αποκαλύπτει πολλά για την ίδια την Πολυδούρη, καθώς συνδυάζει την αυτοβιογραφική μυθοπλασία με το προσωπικό ημερολόγιο, ενώ επίσης χρησιμοποιεί τη μέθοδο του «εγκιβωτισμού» (μυθιστόρημα μέσα στο μυθιστόρημα). «Η ανώνυμη αφηγήτρια είναι διανοούμενη με ισχυρές τάσεις κοινωνικής κριτικής και έντονη διάθεση αναστοχασμού». Εκφράζει απόψεις για την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, περιγράφει γυναίκες ελεύθερες και ερωτικές, ασκεί κριτική στους άνδρες ανώτερου μορφωτικού επιπέδου, που υιοθετούν στάσεις ιδαίτερα συντηρητικές, «ιδέες του προπερασμένου αιώνα», αφού αντιμετωπίζουν τη γυναίκα ως «διακοσμητικό».
«Η ίδια η Πολυδούρη μοιάζει να ενοφθαλμίζει δικά της χαρακτηριστικά –βιογραφικά και ιδιοσυγκρασιακά– στα δύο κεντρικά γυναικεία πρόσωπα (την ανεξάρτητη, διανοούμενη Δανάη και την κοσμική και παρορμητική Αφρούλα) στην ανώνυμη αφηγήτρια, αλλά και στον βασικό ήρωα», σημειώνει η Χρ. Ντουνιά. «Στο πρόσωπο της Δανάης εγγράφει κυρίως μια περήφανη στάση ενταγμένη σε μια φεμινιστική οπτική. Αντίθετα, η Αφρούλα παρουσιάζεται ως μια ελκυστική γυναίκα, με ελευθεριάζουσα ερωτική συμπεριφορά, που γίνεται αντικείμενο του ανδρικού πόθου, εμμονικά, ωστόσο, προσηλωμένη στο πάθος της για τον Λεωνίδα Ρόδη».
Η ιδιαίτερη κλίση της Πολυδούρη στον πεζό λόγο, συνδυασμένη με τη λεπτή κοινωνική παρατήρηση και την τολμηρή αποτύπωση σκέψεων και συναισθημάτων, διακρίνεται και στο νεανικό της ημερολόγιο, όπου γράφει: «Θεέ μου, γιατί να ‘μαι έτσι πλασμένη; Φεμινίστρια –λέει–, δικηγόρος κ.λπ. Είμαι γυναίκα και μάλιστα η περισσότερο γυναίκα απ’ όλες. Κι όμως πόσο ηρωίδες είμαστε εμείς τα φτωχά κορίτσια που σπουδάζουμε πλάι σε μια εργασία επίπονη και σε μια ζωή γεμάτη τρικυμίες».
Το «Ρομάντσο» έχει τα συστατικά της ζωής της Πολυδούρη. Παρορμητική, όπως και η ηρωίδα της, αποφάσισε να αρραβωνιαστεί τον δικηγόρο Αριστοτέλη Γεωργίου το 1924 για να προκαλέσει τη ζήλια αυτού που δεν μπορεί να κατακτήσει: του Καρυωτάκη. Ομως και ένα άλλο αχρονολόγητο, ανέκδοτο κείμενο με τίτλο «Στον ποιητή Φίλιππο Κλεωνά»,που περιλαμβάνεται στον τόμο, παρουσιάζει αναλογίες με το ανεπίδοτο γράμμα της με ημερομηνία 15/6/1925 προς στον Καρυωτάκη. Βλέπουμε να κυριαρχεί η επιθυμία της να αποκαλύψει τον απελπισμένο έρωτά της στον αποδέκτη της επιστολής και να διαλύσει την παρεξηγημένη εικόνα της ευτυχισμένης παντρεμένης ή αρραβωνιασμένης γυναίκας.
Σε λίγο και βιογραφία Πολυδούρη
Η Χριστίνα Ντουνιά θα έχει έτοιμη μέχρι το καλοκαίρι και τη βιογραφία της Μαρίας Πολυδούρη. Ετσι θα έχουμε μια σφαιρική εικόνα της παραγνωρισμένης δημιουργού, η οποία επιτέλους βρίσκει τη θέση που της αξίζει στο πάνθεον των Ελλήνων λογοτεχνών. Σίγουρα η σύντομη, ταραγμένη ζωή της, η σκιά του θανάτου, το πάθος της για τον «καταραμένο» ποιητή Καρυωτάκη έτρεφαν την ποίηση και τα πεζά της.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας