Αν τον Γιάννη Ρίτσο τον θαυμάζω για την ποιητική του διάσταση, «Επιτάφιος», «Σονάτα του Σεληνόφωτος», «Ρωμιοσύνη» κ.ά., τη Φαλίτσα, συνοδοιπόρο της ζωής του, τη θαυμάζω για τις ψυχικές και πνευματικές της διαστάσεις.
Ξεκίνησε από τη Σάμο για να σπουδάσει γιατρός στην Αθήνα, λίγο πριν από την Κατοχή. Αλλά άργησε να πάρει το πτυχίο της λόγω των δεινών που προκάλεσε ο πόλεμος. Ηταν η πρώτη γιατρός στη Σάμο, όπου επέστρεψε το 1954 για να ανοίξει το ιατρείο της. Πρόσφερε επί τριάντα πέντε χρόνια αγόγγυστα και μέσα σε φοβερά αντίξοες συνθήκες, γιατί η ζωή στην επαρχία ήταν πολύ σκληρή και δύσκολη τα χρόνια εκείνα. Ως νέα επιστήμονας, μαζί με όλα τα άλλα προβλήματα είχε να αντιμετωπίσει και τη δυσπιστία των ανδρών συναδέλφων της, γιατί ήταν η μόνη γυναίκα γιατρός, όμως λόγω χαρακτήρα –ήταν φιλότιμη, ήπια, ήρεμη, εργατική– σιγά σιγά κέρδισε την εμπιστοσύνη όλων. Διάβαζε συνέχεια για να ενημερώνεται για την επιστήμη της. Είχε ένα βιβλίο πάντα ανοιχτό και την κάθε περίπτωση τη μελετούσε. Οι διαγνώσεις της ήταν πάντα εύστοχες. Είχε εμπειρία και αισθητήριο. Πραγματοποιούσε επίσης χειρουργικές μικροεπεμβάσεις και στο υπόγειο του σπιτιού είχε εργαστήρι όπου, ελλείψει μικροβιολόγου, έκανε αναλύσεις ούρων.
Τη δεκαετία του ’50-’60 οι χωρικοί ήταν πολύ φτωχοί άνθρωποι σε έναν τόπο ρημαγμένο από τον Εμφύλιο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο. Από τους φτωχούς αγρότες δεν έπαιρνε χρήματα, όμως, περήφανοι άνθρωποι εκείνοι, την πλήρωναν πολλές φορές «σε είδος», προσφέροντάς της αμύγδαλα, καρύδια, φρούτα, κεντήματα. Τα δείγματα που έδιναν οι αντιπρόσωποι φαρμάκων, για να κάνουν γνωστά τα προϊόντα κάποιας φαρμακευτικής εταιρείας, τα κρατούσε σε ένα ντουλάπι και τα έδινε σε φτωχούς που δεν είχαν χρήματα για να τα αγοράσουν. Τον Γιάννη Ρίτσο τον γνώρισε κατά τη διάρκεια της Κατοχής στην Αθήνα. «Η μάνα μου μπήκε στην ΕΠΟΝ», λέει η Ερη. Στην παρέα της, από την ΕΠΟΝ, ήταν ΚΑΙ ο λογοτέχνης Αντρέας Φραγκιάς, μυθιστοριογράφος και δημοσιογράφος, που γνώριζε τον Ρίτσο. Ηξερε ότι είχε μεγάλη βιβλιοθήκη, αλλά ότι δεν δάνειζε βιβλία. Πρότειναν λοιπόν στη Γαρυφαλιώ να πάει να ζητήσει από τον Ρίτσο ένα βιβλίο για έναν άρρωστο φίλο τους, γιατί ήταν γνωστή για την τάξη της, την επιμέλειά της και την καθαριότητά της. Ετσι γνωρίστηκαν και έγιναν ζευγάρι. Παντρεύτηκαν το ’54 και η Φαλίτσα εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Σάμο. Ο Γιάννης Ρίτσος παρέμεινε στην Αθήνα, όπου δούλευε στον εκδοτικό οίκο Γκοβόστη.
Τη Φαλίτσα τη γνώρισα αρχές του 1980, όταν επέστρεψα από το Παρίσι όπου σπουδάζαμε με την Ερη, την κόρη της Φαλίτσας και του Γιάννη Ρίτσου. Από την πρώτη στιγμή, με εντυπωσίασαν η σεμνότητα, η καλοσύνη, η ευγένεια, η ανθρωπιά της. Κουβεντιάζαμε πολύ τακτικά. Μου είχε δώσει συνεντεύξεις, άλλες δημοσιεύτηκαν, άλλες είναι φυλαγμένες σε κασέτες του αρχείου μου.
Τότε που η σιωπή της γινόταν αναπόληση, το βλέμμα της έπεφτε στην πορεία της ζωής της, τότε που ο βηματισμός της ακολουθούσε τα προσωπικά της βιώματα. Ηταν τότε που το νησί, η θάλασσα, γινόταν ο μαγικός δρόμος για να ξανασυναντήσει τα νεανικά της χρόνια.
Σε ερώτησή μου, πώς θα έκρινε το πνευματικό έργο του Γιάννη Ρίτσου, μου απάντησε:
«Κατ’ αρχήν θα μπορούσα να πω ότι το πνευματικό του έργο, το ποιητικό του μάλλον έργο, ήταν τόσο μεγάλο και τόσο βαθύ και ανθρώπινο, που συγκίνησε πάρα πολλούς διανοούμενους εντός και εκτός Ελλάδας, και όλοι αυτοί μίλησαν με ενθουσιώδη λόγια γύρω απ’ την ποίησή του. Πρώτος υπολογίσιμος θαυμαστής του Ρίτσου ήταν ο μεγάλος μας ποιητής, Κωστής Παλαμάς, που έγραψε εκείνο το περίφημο: “Το τραγούδι σου, είν’ από ιχώρ κ’ είν’ από αιθέρα / Ορθρος καθαρής αυγής φέρνει την ημέρα / Γρήγορο αργοφλοίσβημα της γαλάζιας πλάσης / Να παραμερίσουμε για να περάσεις”. Εκτός όμως από τους Ελληνες πνευματικούς ανθρώπους, για το έργο του μίλησαν και άνθρωποι, και πνευματικοί μάλλον άνθρωποι, που ζούσαν στο εξωτερικό, όπως ο Νερούδα, ο οποίος, όταν πήρε το βραβείο Νόμπελ, είπε ότι αυτό το βραβείο έπρεπε να δοθεί στον Ελληνα ποιητή Γιάννη Ρίτσο. Και ο μεγάλος επίσης Λουί Αραγκόν, ο Γάλλος ποιητής, είπε ότι “αυτό το τράνταγμα της μεγαλοφυΐας πρώτη φορά το νιώθω από την ποίηση του Γιάννη Ρίτσου”».
Την ημέρα που την αποχαιρετούσαμε, το 2002, ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, αείμνηστος Αγγελος Δεληβορριάς, σ’ έναν συγκινητικό επικήδειο, τόνισε ανάμεσα στα άλλα ότι:
«Πλάι στα μεγάλα μεγέθη του πνεύματος και της δημιουργίας, στα πιο λαμπρά υποδείγματα της αγωνιστικότητας και της κοινωνικής προσφοράς, υπάρχει πάντοτε το ακατάβλητο ψυχικό σθένος ενός ανθρώπινου αντιστηρίγματος, η αστείρευτη ηθική τόνωση μιας αναγεννητικής πνοής. Υπάρχει, πάντοτε, η αφανής κατά κανόνα παρουσία μιας εσωτερικής δύναμης που μπορεί να δέχεται τις εξωτερικές πιέσεις και μπορεί να απαλύνει τους βασανιστικούς προβληματισμούς, εκτονώνοντας τις συχνές απογοητεύσεις και ανανεώνοντας τα αποθέματα των αντοχών. Ενα τέτοιο στήριγμα ήταν για τον Γιάννη Ρίτσο η γυναίκα του».
Ηταν γαλήνια και απέραντη η Φαλίτσα Ρίτσου, με το μεγαλείο της ψυχής της. Της άρεσε πολύ ο στίχος του ποιητή:
«Μέσα στη φούχτα της αγάπης χωράει το σύμπαν».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας