Ενα ζήτημα που θα έπρεπε να έχει απασχολήσει πολύ περισσότερο τη δημόσια συζήτηση είναι το αιφνίδιο πέρασμα του αριθμού των τουριστών ετησίως στη χώρα, από τα 10 εκατομμύρια στα 30! Το φαινόμενο αυτό εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2018, συνεχίστηκε το 2019 και, με την παρένθεση της πανδημίας, σταδιακά επανέρχεται στα ίδια αυτά τεράστια νούμερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τάση δεν φαίνεται να ανακόπτεται ούτε από την έλλειψη Ρώσων τουριστών, μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας. Αυτή την εποχή σε όλα τα τουριστικά σημεία της χώρας δουλεύουν στο φουλ κομπρεσέρ και συνεργεία συντήρησης.
Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι δεν έχουν αναλυθεί επαρκώς οι αιτίες του φαινομένου από ειδικούς και δημοσιογράφους για μια αλλαγή που μεταβάλλει δραματικά το τοπίο της χώρας.
Ετσι αφηνόμαστε να κάνουμε υποθέσεις και να αναρωτιόμαστε: Να πρόκειται για ξενοδοχειακές επενδύσεις που ωρίμασαν και μπορούν πλέον να υποδέχονται την πραγματική ζήτηση που υπήρχε και πριν αλλά δεν μπορούσε να εκδηλωθεί; Το επιχείρημα μοιάζει αδύναμο αν σκεφτεί κανείς ότι όχι μόνο δεν αρκούν τα υπάρχοντα ξενοδοχεία, αλλά υπάρχουν περιοχές όπου το κάθε σπίτι σχεδόν έχει μετατραπεί σε Airbnb.
Να είναι μια ευρύτερη γεωπολιτική αστάθεια στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή που να ευνοεί τη χώρα μας; Και αυτό το επιχείρημα μοιάζει αδύναμο, γιατί τέτοιου είδους παράγοντες μεταβάλλουν ανά έτος τα τουριστικά κύματα και τα στέλνουν τη μια εδώ και την άλλη εκεί, ενώ στην περίπτωσή μας οι αριθμοί τείνουν να αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα. Ο τουρίστας, άλλωστε, είναι ως γνωστόν ζώον α-πολιτικόν, πηγαίνει σε τουριστικούς προορισμούς είτε έχουν δημοκρατίες είτε χούντες και το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι η ασφάλεια.
Να είναι κεντρικές συμφωνίες με κρατικές παρεμβάσεις, που έστρεψαν μεγάλα τουριστικά πακέτα στην Ελλάδα, εταιρειών-μεγαθηρίων του τουρισμού; Αυτό μοιάζει πιο λογικοφανές, αν και χρειάζεται περισσότερες εξηγήσεις: Να έχει και σφραγίδα παρέμβασης ξένων κυβερνήσεων στο πλαίσιο μιας ανταπόδοσης για τα μνημονιακά πλήγματα που οι αποφάσεις τους επέφεραν στη χώρα;
Μπορεί βέβαια και τίποτα απ’ όλα αυτά να μην ισχύει και να πρόκειται για μια γενική τάση, όπου οι επιθυμίες Δυτικών και Ασιατών με αξιόλογο πορτοφόλι συναντώνται στον τουρισμό, ελλείψει άλλων απολαύσεων.
Οπως και να 'χει, όλα αυτά θέτουν κρίσιμα ερωτήματα σε σχέση με τις υποδομές της χώρας. Είναι προφανές ότι χρειάζονται επενδύσεις και όχι αποεπενδύσεις σε προσωπικό, δίκτυα μεταφορών, λιμάνια, νοσοκομεία, αποχετευτικά δίκτυα, στα πάντα. Οι επιπτώσεις αυτής της αλλαγής είναι εμφανώς θηριώδεις και θέλουν γενναίες ρυθμίσεις αφού προκαλεί νέες και πολύ μεγάλες οικονομικές ανισότητες κατά γεωγραφικές περιοχές και κλάδους δραστηριότητας, στρέφει εξαναγκαστικά στον τουρισμό μεγάλο τμήμα της νεολαίας με ό,τι σημαίνει αυτό, ενώ αδειάζει ολόκληρα κέντρα πόλεων από χρήσεις κατοικίας, με πρώτο και καλύτερο το κέντρο της Αθήνας.
Το ερώτημα λοιπόν παραμένει ανοιχτό: Γιατί όλα αυτά δεν τα συζητάμε σε βάθος; Σε τι είδους αφασία και απελπισία έχουμε περιπέσει;
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας