Ενα κλασικό εβραϊκό ανέκδοτο θέλει τον έμπορο Σολομώντα να βρίσκεται στα πρόθυρα του θανάτου. Με αδύναμη φωνή ρωτάει: «Ραχήλ, αγαπημένη μου γυναίκα, είσαι εδώ;». Ναι, πολυαγαπημένε μου άντρα, είμαι εδώ, δίπλα σου». «Ρουθ, φως των ματιών μου, απαντοχή των γηρατειών μου, είσαι εδώ;». «Ναι, πατέρα μου, κάνε υπομονή θα γίνεις καλά». «Ισαάκ γιε μου, στήριγμα του σπιτιού μου, είσαι εδώ;». «Ναι πατέρα» απαντάει ο φιλόστοργος γιος. Και τότε ο Σολομών ανασηκώνεται και με δυνατή φωνή ρωτάει: «Και τότε ποιος στην ευχή είναι στο μαγαζί;». Τρέφω μεγάλο σεβασμό στη σοφία αυτού του λαού.
Αν κανείς νομίζει πως η ερμηνεία αυτής της μικρής ιστορίας οδηγεί στη γνωστή άποψη για την ενασχόλησή του με το χρήμα κάνει λάθος. Η ιστορία υποδεικνύει την αγάπη για τη ζωή, την απόρριψη της ενασχόλησης με τον θάνατο και τη συνέχεια μέσα στη δράση της κοινωνίας και του απτού και πραγματικού.
Θυμήθηκα αυτήν την ιστοριούλα παρακολουθώντας δελτία ειδήσεων και ενημερωτικές εκπομπές και συζητήσεις γύρω από το θέμα της ημιθανούς ελληνικής οικονομίας. Γύρω της έχουν μαζευτεί φίλοι και εχθροί από παντού, urbi et orbi, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καθηγητές, αναλυτές, νομικοί και ψυχολόγοι. Ολοι αυτοί συνεδριάζουν, συνομιλούν, έρχονται σε σκληρές αντιπαραθέσεις, συνωμοτούν, εκφράζουν τη συμπάθειά τους και κάποιοι τρίβουν τα χέρια τους με κρυφή ή ακόμα και φανερή ικανοποίηση. Γράφουν βιβλία, γράφουν άρθρα όπως αυτό, αναλύουν και συμβουλεύουν, ακατάπαυστα συμβουλεύουν για το δέον.
Το ερώτημα όμως παραμένει: «Ποιος φροντίζει το μαγαζί;», και αυτό το μαγαζί είναι η Ελλάδα, το σπίτι μας, ο τόπος μας. Οι πολιτικοί αντιπαρατίθενται στη Βουλή, όπως είναι η δουλειά τους, και αυτοί υποτίθεται πως προσέχουν το μαγαζί. Ομως το μαγαζί χρειάζεται εργαζόμενους, μηχανήματα, πωλητές, ειδικούς ερευνητές, λογιστές, μελετητές. Χρειάζεται όλους αυτούς που το ανοίγουν κάθε μέρα, βρίσκουν πελάτες, κάνουν συμφωνίες, βρίσκουν και εφευρίσκουν προϊόντα και υπηρεσίες. Σπουδάζουν και ερευνούν σε πολλαπλά επίπεδα. Ποιος τα κάνει όλα αυτά; Είναι αρκετοί αυτοί που τα κάνουν για να κρατηθεί το μαγαζί ανοιχτό, ή μήπως όσοι συζητούν, διαλέγονται, γράφουν και παίζουν ρόλους είναι μαζεμένοι γύρω από την ημιθανή Ελλάδα και προσφέρουν συνταγές γρήγορης και ανώδυνης ανάρρωσης ως μια προσπάθεια για τη δική τους ανάνηψη και προβολή;
Υπάρχουν πολλοί αυτόκλητοι και περιθωριακοί φροντιστές του μαγαζιού. Και βέβαια πολλοί αναγνώστες θα αρνηθούν την ταύτιση ή την αναλογία του μαγαζιού με μια χώρα. Εν πολλοίς έχουν δίκιο. Οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, οι ειδικοί και οι αναλυτές δεν έχουν θέση στο μαγαζί, δεν το φυλάνε. Το φυλάνε οι ιδιοκτήτες και όσοι εργάζονται εκεί με κάθε ιδιότητα, διοικητική ή άλλη. Εχουν όμως θέση όσοι προσφέρουν αφειδώς συμβουλές στη δημοκρατία και την πολιτική ζωή μιας χώρας. Χωρίς καμιά αμφιβολία το εβραϊκό πνεύμα δεν συνέλαβε την πολιτική διάσταση της ζωής στο βάθος που εισέδυσε η ελληνική σκέψη και πρακτική. Η αναλογία του μαγαζιού και της χώρας ισχύει όμως, όταν η χώρα ιδωθεί ως ένα σύνολο εργαζόμενων και παραγωγικών δυνάμεων. Οι ενστάσεις, οι αναλύσεις και οι προτροπές για το δέον δεν οδηγούν μια οικονομία με ενάμισι εκατομμύριο ανέργους και τρία εκατομμύρια συνταξιούχους σε καμία παραγωγή και ανάπτυξη.
Το ελληνικό δράμα παίζεται ως εικονική πραγματικότητα, ως εντύπωση πάνω στην πραγματικότητα, η οποία είναι αβυσσαλέα, πιο δύσκολη από όσο αυτή φαντάζει ως εικόνα. Οι σκιές πάνω στην οθόνη του σπηλαίου είναι το τρίτον μετακινηθείσες από την πραγματικότητα, δηλαδή από τις πλατωνικές Ιδέες. Ηδη ο φιλόσοφος είχε προβλέψει όχι την τεχνολογία ως υποκατάστατο της πραγματικότητας, αλλά την προδιάθεσή μας να πιστεύουμε περισσότερο σε σκιές παρά στον ήλιο.
Τα αλλεπάλληλα λάθη ειδικών και πολιτικών, καθηγητών και δημοσιολογούντων έχουν φέρει τους φύλακες του μαγαζιού στον προθάλαμο του ετοιμοθάνατου ασθενούς αντί να τους έχουν διεγείρει στις επάλξεις του μαγαζιού τους. Οι τεθλιμμένοι συγγενείς θα οδηγήσουν τον νεκρό στην τελευταία του κατοικία αλλά στη συνέχεια θα πρέπει οι ζωντανοί να βρεθούν με τους ζωντανούς, να ζήσουν, να δουλέψουν και να διάγουν τον βίο τους ως ζωντανοί. Τίποτα δεν προδιαγράφει το μετά την ταφή, το μετέπειτα της ελληνικής οικονομίας και κανείς δεν δείχνει διατεθειμένος να γίνει φύλακας του μαγαζιού.
Αυτή η τελευταία διαπίστωση είναι μάλλον υπερβολική, αλλά μένει να διαψευστεί όχι από τους πολιτικούς αλλά από τους πολίτες οι οποίοι επιλέγουν πολιτικούς και οιονεί φύλακες του μαγαζιού. Η δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα το οποίο εμπιστεύεται την πολλαπλή ικανότητα του ανθρώπου να αποφασίζει για το σύνολο αλλά και για τον εαυτό του. Επιτρέπει σε απλούς πολίτες να γίνουν ηγέτες και φύλακες τις πολιτείας αλλά ταυτόχρονα και φύλακες του μαγαζιού τους και της ζωής τους. Μπορούμε να φυλάξουμε το μαγαζί μας αν αποφασίσουμε πως έχουμε μαγαζί και θέλει καινούργιο εμπόρευμα, πολιτική πωλήσεων και σχέσεων με τους πελάτες.
ΥΓ. Τα παραπάνω είναι αφιερωμένα στο προσωπικό των νοσοκομείων της χώρας, το οποίο τη στιγμή που αγωνίζεται να σώζει ζωές, πλήθος δημοσιολογούντων βρίσκονται ως εικόνα απέναντι στους ασθενείς προσπαθώντας να τους πείσουν για το α ή το β.
* συγγραφέας
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας