Το περιβόητο «Αναπτυξιακό Σχέδιο» της Ελλάδας έχει εξελιχθεί στο σύγχρονο γεφύρι της Αρτας για όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις της τελευταίας επταετίας, συμπεριλαμβανομένης και αυτής των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ.
Σχεδόν κάθε μία είχε και από ένα στο μυαλό της, με τελευταία την κυβέρνηση Σαμαρά που λίγο πριν από τις εκλογές του 2015 παρουσίασε το δικό της υποσχόμενη επενδύσεις σε κλάδους αιχμής, ιδιωτικοποιήσεις, μείωση φόρων και δημιουργία 550.000 νέων θέσεων εργασίας.
Το σχέδιο αυτό έμεινε στα χαρτιά μέχρι που ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε να φτιάξει ένα άλλο, αναθέτοντας στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) να κάνει ειδική μελέτη.
Η μελέτη έγινε, φιλόδοξοι στόχοι τέθηκαν, υπήρξαν αντιδράσεις, γκρίνιες και προβλήματα συνεννόησης μεταξύ των εμπλεκόμενων υπουργείων για το πώς αντιλαμβάνονται στην κυβέρνηση το αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας, μέχρι που και αυτή μπήκε σιωπηρώς στο συρτάρι, παρότι ως μνημονιακή υποχρέωση το σχέδιο θα έπρεπε να έχει παρουσιαστεί επίσημα από τον Μάρτιο του 2016.
Τώρα βρισκόμαστε ξανά στο σημείο όπου το κοντέρ έχει μηδενίσει. Ο σημερινός υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δ. Παπαδημητρίου βρέθηκε να έχει στην κατοχή του διάφορες εισηγήσεις-σχέδια σχετικά με το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, οι οποίες προτείνουν διαφορετικά πράγματα και δεν συμφωνούν μεταξύ τους για το πού πρέπει να δοθεί βάρος ώστε η οικονομία να πάρει μπροστά.
Κάποια λ.χ. προτείνουν μείωση φορολογικών συντελεστών, όταν άλλα κινούνται σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση και υποστηρίζουν ότι η υψηλή φορολογία δεν είναι το πρόβλημα.
Αλλες εισηγήσεις προτείνουν τη δημιουργία ειδικών χρηματοδοτικών εργαλείων για συγκεκριμένους κλάδους, όπως ο αγροδιατροφικός τομέας, η ανασύσταση παραδοσιακών βιομηχανικών δραστηριοτήτων, ο τουρισμός και η ναυτιλία, ενώ άλλες δίνουν μεγαλύτερο βάρος στην παραγωγή γενοσήμων από την ελληνική φαρμακοβιομηχανία, την ενίσχυση των logistics και την ενέργεια.
Υπάρχουν επίσης εισηγήσεις για ενεργό εμπλοκή του κράτους στις ιδιωτικές επενδύσεις μέσω συμπράξεων με τους ιδιώτες και άλλες για διακριτική «αρωγή» του Δημοσίου προς τους επενδυτές.
Γενικώς ενώ και αυτή η κυβέρνηση μιλά για αναπτυξιακό μοντέλο, δεν έχει καταλήξει ακόμη τι μοντέλο ανάπτυξης θέλει. Και παρά τις συσκέψεις που με τυμπανοκρουσίες ανακοινώνονται, όπως αυτή της περασμένης Παρασκευής στο μέγαρο Μαξίμου υπό τον πρωθυπουργό και με τη συμμετοχή των Γ. Δραγασάκη, Ε. Τσακαλώτου, Δ. Παπαδημητρίου, Γ. Σταθάκη, Δ. Λιάκου, Β. Αποστόλου, Χρ. Σπίρτζη, Στ. Πιτσιόρλα, Αλ. Φλαμπουράρη και Λόη Λαμπριανίδη, απέχουμε πολύ από το να πούμε ότι διαθέτουμε κάποιο συγκροτημένο σχέδιο για την επόμενη μέρα.
Στο υπουργείο Ανάπτυξης βρίσκονταν μέχρι πριν λίγο καιρό στη φάση της σύστασης τριών νέων συμβουλευτικών επιτροπών, σε μία από τις οποίες θα συμμετέχουν και ξένοι επενδυτές, ενώ σε άλλες κοινωνικοί εταίροι και εκπρόσωποι επιχειρηματικών συνδέσμων.
Την Παρασκευή πηγές έλεγαν μετά την παρουσίαση της κυβερνητικής πρότασης 30 σελίδων για την «αναπτυξιακή στρατηγική» ότι η κυβέρνηση θα καταλήξει σύντομα σε ένα βασικό πλαίσιο προτάσεων το οποίο θα εγκριθεί από το υπουργικό συμβούλιο, ώστε μετά να το μεταφέρει ο ίδιος ο πρωθυπουργός στους επενδυτές και τους παραγωγικούς φορείς.
Οπως και με όλα τα προηγούμενα «εθνικά σχέδια», έτσι και σε αυτό φιλόδοξος στόχος είναι μέσω της ανάπτυξης της οικονομίας να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και η ανεργία να υποχωρήσει κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μέχρι το τέλος του 2020. Ο στόχος είναι αντικειμενικά δύσκολος καθώς προϋποθέτει ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 10% τα επόμενα τρία χρόνια…
Λίγη σημασία έχει πάντως αν η σύνταξη ενός πλαισίου για την ανάπτυξη είναι υποχρέωση του Μνημονίου.
Κανονικά η χώρα μας, που ξύνει εδώ και χρόνια τον πάτο του βαρελιού στην προσέλκυση επενδύσεων και αναζητά τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ κεφαλαίων μόνο και μόνο για να αναπληρώσει μέρος του επενδυτικού κενού που δημιούργησε η κρίση, θα έπρεπε να έχει βάλει στις κορυφαίες της προτεραιότητες το επενδυτικό μοντέλο.
Η αποεπένδυση που συντελέστηκε την τελευταία δεκαετία εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 45 δισ. ευρώ. Φτάσαμε στο σημείο οι επενδύσεις στην Ελλάδα για αντικατάσταση εξοπλισμού κ.λπ. να είναι κάθε χρόνο κάτω από τα 20 δισ. ευρώ, μια επίδοση που αποτελεί αρνητικό ρεκόρ δεκαετιών.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι στις καλύτερες εποχές της οικονομίας, το 2007, το αντίστοιχο ποσό των επενδύσεων ήταν 65 δισ. ευρώ και αντιστοιχούσαν στο 27% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα έχουν περιοριστεί στο 10-12% του ΑΕΠ αφού κανείς δεν βάζει τα λεφτά του σε μια οικονομία που έχει καταρρεύσει και στην οποία δεν υπάρχει καμία αποδεδειγμένη πολιτική βούληση και σχέδιο να σηκωθεί όρθια.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας