Θεωρεί τη «Βερενίκη» του Ρακίνα ένα μνημειώδες έργο για τον τρόπο που αντανακλά την απόλυτη μοναξιά και εγκατάλειψη αντικατοπτρίζοντας κάτι πολύ σύγχρονο. Τον γοήτευσαν σε αυτό ο αλεξανδρινός στίχος που σμιλεύει το έργο σαν ένα αρχιτεκτονικό δημιούργημα, η εμφανής επιρροή του από το αρχαιοελληνικό δράμα, ο τρόπος που η ηρωίδα αντικρίζει την άβυσσο, καθώς και το ότι πρόκειται για μια τραγωδία χωρίς αίμα, αλλά με έναν σπαρακτικό εσωτερικό θρήνο όπου ακόμη και η γλώσσα είναι ανεπαρκής στην έκφραση αισθημάτων τέτοιου μεγέθους, αφήνοντας τη σωματικότητα και τον άναρθρο λόγο να αποκαλύψουν το μέγεθος της σύγχυσης και του σπαραγμού. Και βέβαια βρήκε στην Ιζαμπέλ Ιπέρ την ιδανική ηθοποιό που θα μπορούσε να ξεδιπλώσει αυτή την εκφραστική βεντάλια των έντονων και άρρητων συναισθημάτων σφραγίζοντας μία θεατρική πράξη μετά το θέατρο. Ο Ρομέο Καστελούτσι στη διαδικτυακή συζήτησή του με τους Ελληνες δημοσιογράφους, ενόψει της sold out παράστασης «Βερενίκη» που σκηνοθετεί στη Στέγη (26-30 Μαρτίου), μας μύησε στο βάθος του έργου του 17ου αιώνα με το οποίο αναμετρήθηκε δίνοντάς μας αρκετά από τα στοιχεία που τον καθιστούν έναν από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της εποχής μας.
Και να μερικά από όσα σημειώσαμε κι από όσα ενδιαφέροντα μας είπε αυτός ο ιδιοφυής και «αιρετικός» σκηνοθέτης:
■ «Δεν είναι μόνο η απόλυτη μοναξιά που τοποθετεί το έργο στη σύγχρονη σφαίρα. Η Βερενίκη δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο, αλλά ιστορικό. Είναι πριγκίπισσα της Ιουδαίας. Ο έρωτάς της για τον Ρωμαίο στρατηλάτη των δυνάμεων κατοχής της χώρας της δεν ήταν εύκολη υπόθεση: ο Τίτος είναι αυτός που κατέστρεψε τον ναό του Σολομώντα, αυτός που κατέστρεψε τα ιερά και όσια της πατρίδας της. Τολμά να ερωτευτεί τον κατακτητή. Να φύγει μαζί του. Τον πιστεύει όταν της λέει πως μόλις γίνει αυτοκράτορας, θα την παντρευτεί. Δεν είχαν υπολογίσει τους νόμους του κράτους. Της Ρώμης. Που δεν το επιτρέπουν: δεν ανέχονται ξένο αίμα στον θρόνο». Αλλο ένα σημείο που μπορεί να ιδωθεί και ως σύγχρονη αναφορά με πολιτικές προεκτάσεις είναι «αυτή η θηλυκότητα που συμβολίζει τον απόλυτο έρωτα. Οφείλεις να γίνεις γυναίκα για να αγαπάς με αυτόν τον τρόπο» όπως λέει ο Καστελούτσι. «Με άλλα λόγια, ο έρωτας είναι γένους θηλυκού. Οχι μόνο για το κουράγιο της Βερενίκης να ακολουθήσει τον έρωτά της αλλά και για τη δύναμή της να τον αφήσει, αφού αυτή, μια γυναίκα που μένει μόνη, επιλέγει να φύγει: από τη Ρώμη, από την αγάπη της, μα και από τον ίδιο τον εαυτό της, συμβολίζοντας μια οδυνηρή έξοδο».
■ Είναι λόγω αυτής της σφοδρότητας των αισθημάτων για τα οποία η ίδια η Βερενίκη είναι ικανή, κι ας την αγαπάει ο Τίτος, που ο Καστελούτσι διάλεξε να απαλείψει όλους τους αντρικούς χαρακτήρες του έργου, αφήνοντάς τους στην παράσταση να στέκουν δίπλα στην ηρωίδα σαν φαντάσματα, παγιδευμένοι στο καθήκον τους, στο γράμμα του νόμου, στις απαγορεύσεις των κοινωνικών συμβάσεων, και να μην έχουν λόγο απέναντι στη βαθιά πληγή της, θυμίζοντάς τους πρώιμους ήρωες του Μπέκετ. «Η Βερενίκη είναι σαν ένα νησί, απολύτως μόνη. Στην πραγματικότητα έχει ως αντίπαλο μόνο ένα κράτος.
Ο έρωτας, η αγάπη είναι ο μόνος λόγος που υπάρχει για να ζεις πάνω στη γη. Αλλά η αγάπη σημαίνει αγώνα. Και στην κουλτούρα της δυτικής λογοτεχνίας η αγάπη είναι πάντα λάθος
Τη Ρώμη, σαν έναν Λεβιάθαν. Η έξοδός της, η απόφασή της να φύγει, είναι μια υπέροχη στιγμή θριάμβου, η νίκη της πάνω σε μια ολόκληρη πόλη. Καμιά φορά είναι αυτό το πνεύμα που μπορείς να διακρίνεις να λάμπει από το παρελθόν: βγαίνοντας λίγο από την εποχή σου καταφέρνεις από αυτήν την απόσταση να δεις καλύτερα». Και στο πρόσωπο της Ιπέρ βρήκε την ηθοποιό που θα μπορούσε να ενσαρκώσει το πορτρέτο της ηρωίδας του Ρακίνα: «Είναι σαν να έχει μια φωτιά στη σκηνή και, όπως είναι εκτεθειμένη, απροστάτευτη, αντανακλά γενναιοδωρία και ταυτόχρονα φλέγεται. Καταφέρνει να πηγαίνει πέρα από το κείμενο, διάπυρη, σωματοποιώντας το τραύμα, τα αισθήματά της, χάνοντας τα λόγια της. Θεατρολογικά αντιπροσωπεύει στη σκηνή με την παρουσία της τον πυρήνα του θεάτρου».
■ Για τον Καστελούτσι «ο έρωτας, η αγάπη είναι ο μόνος λόγος που υπάρχει για να ζεις πάνω στη γη. Αλλά η αγάπη σημαίνει αγώνα. Και στην κουλτούρα της δυτικής λογοτεχνίας η αγάπη είναι πάντα λάθος. Οπως και σε αυτήν την περίπτωση, όσο ανεκτίμητη, πολύτιμη, όμορφη και ειλικρινής κι αν είναι η αγάπη, όσο και αν η τέλεια χρήση της ποιητικής γλώσσας την εξιδανικεύει, βλέπεις να αναδύεται ψυχικά η ζωώδης και επικίνδυνη φύση της που την οδηγεί στην άβυσσο και στην τρέλα, να χάνει τον έλεγχο, να κυριεύεται από την εγκατάλειψη που είναι πλήρης. Το τίμημα της απαγορευμένης αγάπης της Βερενίκης είναι να την εγκαταλείψει ακόμη και η γλώσσα...».
Μια γλώσσα που, όπως μας εξήγησε, «είναι ομιχλώδης: τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο, είναι σαν ένα μελαγχολικό τραγούδι για τη μοναξιά και την εγκατάλειψη. Ενας λόγος που δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί στην πόλη και στους νόμους της, στην κοινωνία της εποχής της. Οπότε χάνεται, τα χάνει, και αυτό αποδίδεται υπέροχα με το ηχητικό περιβάλλον που χτίζει μουσικά από τον άναρθρο λόγο της ο συνθέτης Scott Gibbons».
■ Μπορεί το έργο να καταπιάνεται με μεγαλειώδη αισθήματα που οδηγούν στον παραλογισμό και να παραμένει μια ερωτική τραγωδία, ωστόσο δεν παύει να κρύβει πολιτικά νοήματα: όπως είναι η συντριβή από την εξουσία ενός έρωτα, αφού «το γράμμα του νόμου δεν καταλαβαίνει τη γλώσσα της αγάπης, με τους εραστές να είναι τα θύματά του».
Ο Καστελούτσι δεν πιστεύει ωστόσο στη στρατευμένη τέχνη κι ας τον σαγηνεύει αυτή η σύγκρουση με πολιτικές προεκτάσεις ανάμεσα στον έρωτα και στην εξουσία, κι ας τον συγκινούν οι ήρωες της αρχαίας τραγωδίας που είναι φορείς αυτής της σύγκρουσης ανάμεσα στον νόμο και τον άνθρωπο που τον παραβαίνει, εκουσίως ή ακούσια. «Αλλά εμείς είμαστε άνθρωποι. Προσωπικά δεν πιστεύω στον ακτιβισμό στην τέχνη και αυτό είναι το ελληνικό μάθημα: όταν ανεβάζεις ένα έργο έχεις να αποφασίσεις για τη ματιά σου πάνω σε αυτό, να είσαι συνειδητός στο από ποια θέση το βλέπεις. Και το γεγονός ότι βλέπεις, ότι γίνεσαι μάρτυρας κάποιου πράγματος είναι η απαρχή της πολιτικής δράσης για μένα. Δεν πιστεύω στην άμεση δράση γιατί καμιά φορά έχει το αντίστροφο αποτέλεσμα. Ο ένοπλος αγώνας του ’70 και του ’80 στην Ιταλία ήταν εντελώς ζημιογόνος γιατί αποτέλεσε μια καταπληκτική δικαιολογία για την εδραίωση της εξουσίας. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η Βερενίκη έδωσε τη σωστή απάντηση: με το να φύγει άνοιξε δρόμο σε έναν άλλο κόσμο, ανέτρεψε όλους τους κανόνες του παιχνιδιού, έδωσε χώρο σε μια άλλη ζωή, σε διαφορετικές πιθανότητες, δεν έπαιξε στο ίδιο παιχνίδι το προκαθορισμένο να χάνεις... Η τέχνη είναι κάτι πιο ενδόμυχο.
♦ «Βερενίκη»
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση (26-30/3)
Μονόλογος με την Isabelle Huppert, ελεύθερα εμπνευσμένος από τη «Βερενίκη» του Ρακίνα
Με τη συμμετοχή των Cheikh Kébé και Giovanni Armando Romano
Σύλληψη & σκηνοθεσία: Romeo Castellucci
Πρωτότυπη μουσική: Scott Gibbons
Κοστούμια: Iris van Herpen
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας