«Οι μέρες και οι μήνες τον προσπερνούν πιο γρήγορα από ποτέ τώρα πια και ο χρόνος, όσος του απομένει, θα κυλήσει σαν νερό. Τι τρομερό που θα ήταν να κακαρώσει δεμένος στον ακαδημαϊκό ζυγό, σκυμμένος πάνω από το γραφείο του γράφοντας σχόλια στα περιθώρια άλλης μιας φοιτητικής εργασίας. Οχι, δεν πρέπει να συμβεί κάτι τέτοιο και, όταν έρθει το τέλος, τουλάχιστον ας του επιτραπεί η αξιοπρέπεια να σταματήσει η καρδιά του ενώ θα ξεστομίζει μια τελευταία πρόταση, κατά προτίμηση τις τελευταίες λέξεις ενός ηχηρού Αντε γαμήσου προς τους εξουσιομανείς παράφρονες που κυβερνάνε τον κόσμο. Ή, ακόμη καλύτερα, ας παραδώσει το πνεύμα περπατώντας στον δρόμο, καθ’ οδόν προς ένα μεταμεσονύχτιο ραντεβού με τη γυναίκα που αγαπάει»
Μία Τρίτη του Μάη του 2024, ο Πολ Οστερ πεθαίνει από επιπλοκές του καρκίνου του πνεύμονα στο σπίτι του στο Μπρούκλιν, σε ηλικία 77 ετών. Λίγους μήνες πριν, τον Οκτώβρη του 2023, είχε κυκλοφορήσει το «Μπάουμγκαρτνερ», το τελευταίο του μυθιστόρημα. Οπως κάθε βιβλίο του έτσι κι αυτό είχε διχάσει τους κριτικούς λογοτεχνίας, αλλά και το αναγνωστικό κοινό. Αλλοι μίλησαν για αριστούργημα και άλλοι για ακόμη μια «μπερδεμένη» ιστορία από αυτές που συνηθίζει να γράφει ο Αμερικανός συγγραφέας. Το «Μπάουμγκαρτνερ» κυκλοφόρησε πρόσφατα στη χώρα μας από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση της Ιωάννας Ηλιάδη. Πρόκειται για ένα βιβλίο μόλις 250 σελίδων, που εμπεριέχει μέσα του πολλά μικρά «βιβλία» γραμμένα με τον χαρακτηριστικό τρόπο του Οστερ.
Ξεκινά με μια σειρά ατυχημάτων που συμβαίνουν στον ήρωά του, τον Σάι Μπάουμγκαρτνερ, έναν 70χρονο καθηγητή Φιλοσοφίας στο Πρίνστον. Στην αρχή των ατυχιών του καίει το χέρι του στη σόμπα. Λίγο αργότερα, μαθαίνει ότι ο σύζυγος της καθαρίστριάς του έκοψε δύο δάχτυλα με το πριόνι του. Επειτα, καθώς συνοδεύει τον Εντ Παπαδόπουλο, έναν νεαρό υπάλληλο της αντίστοιχης αμερικάνικης ΔΕΗ, στο υπόγειο, ο Μπάουμγκαρτνερ πέφτει από τις σκάλες. Ενώ αναρρώνει από την πτώση και σκέφτεται «αυτή την ημέρα των ατελείωτων ατυχιών», το μυαλό του περιπλανιέται πίσω στο 1968, επαναλαμβάνοντας τη στιγμή στο Μανχάταν όταν είδε για πρώτη φορά την Αννα, τη γυναίκα που θα γινόταν η αγάπη της ζωής του. Η Αννα, συγγραφέας και ποιήτρια, είναι πεθαμένη από καιρό και τον στοιχειώνει καθημερινά. Η σχέση τους κράτησε σαράντα χρόνια και φαίνεται πως τον ενέπνεε τόσο ως σύντροφος όσο και ως δημιουργός.
Ο Οστερ συχνά αναμειγνύει την αφήγηση της άθλιας καθημερινότητας του ήρωά του με παρεμβολές της συγκλονιστικής ποίησης και της αυτοβιογραφικής γραφής της Αννας.
Ο Μπάουμγκαρτνερ είναι συγγραφέας εννέα βιβλίων και πολυάριθμων μικρότερων έργων για φιλοσοφικά, αισθητικά και πολιτικά θέματα, ζει μόνος και μοιράζει τις μέρες του ανάμεσα σε διάφορα δοκίμια που βρίσκονται σε εξέλιξη, όπως τα «Μυστήρια του Πηδαλίου». Εξετάζει το πλήθος των αδημοσίευτων χειρογράφων της συζύγου του και κάνοντας μακρινούς περιπάτους στη μνήμη του -που αρχίζει να εξασθενεί λόγω του γήρατος- καταλήγοντας σε ζωντανές, παρατεταμένες επισκέψεις στο παρελθόν.
Οι καλύτερες στιγμές του μυθιστορήματος -και οι πιο «προκλητικές»- συμβαίνουν σε αυτές τις «επισκέψεις» που παρεκκλίνουν της γραμμικής αφήγησης. Αφορούν περιστατικά με τους γονείς και τους παππούδες του και τα παιδικά του χρόνια στο εβραϊκό Νιούαρκ (πατρίδα του ίδιου του συγγραφέα και πολλών χαρακτήρων που έχει δημιουργήσει όλα αυτά τα χρόνια).
Ισως το πιο ενδιαφέρον παράθυρο που ανοίγεται στο βιβλίο είναι η ιστορία «Οι λύκοι του Στανισλάβ», που περιγράφει ένα ταξίδι του στην πόλη Ιβανά - Φράνκιβσκ της Ουκρανίας το 2017. Λέγεται πως ο Οστερ σκόπευε να γράψει ένα μυθιστόρημα και αυτή η ιστορία ήταν ένα πρώτο δείγμα. Πρόκειται για ένα είδος προσκυνήματος στη γενέτειρα των προγόνων του που ζούσαν εκεί πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο ήρωάς του συναντά έναν ραβίνο, ο οποίος αφηγείται τη μακρά ιστορία της εγκαταλελειμμένης πια πόλης. Αντί για ανθρώπους, η πόλη κατοικείται τώρα από λύκους, εκατοντάδες λύκους, ίσως χιλιάδες. Μύθοι και πραγματικότητα μπερδεύονται μεταξύ τους άλλη μια φορά στο έργο του Οστερ. «Αν η ιστορία είναι τόσο εκπληκτική και τόσο δυνατή, που σ’ αφήνει με το στόμα ανοιχτό και σε κάνει να νιώθεις ότι μεταβλήθηκε, ενισχύθηκε ή βάθυνε η αντίληψή σου για τον κόσμο, έχει τελικά σημασία αν η ιστορία είναι αληθινή ή όχι;», γράφει στο ίδιο κεφάλαιο.
Το μυθιστόρημα βέβαια δεν αποτελείται μόνο από αναδρομές. Ο Μπάουμγκαρτνερ αποσύρεται, διαλογίζεται τη θνητότητά του και σκέφτεται να ξαναπαντρευτεί. Η πλοκή «τραμπαλίζεται» ανάμεσα στην κωμωδία και το υπαρξιακό δράμα ενός ηλικιωμένου άνδρα. Η τύχη και η σύμπτωση, η μνήμη και η νοσταλγία, αλλά και το χιούμορ είναι τα συστατικά του «Μπάουμγκαρτνερ». Το τέλος του βιβλίου είναι εντελώς απροσδόκητο, αφήνει την εντύπωση ότι ακολουθεί ένα «συνεχίζεται...» που δεν θα μάθουμε ποτέ. Ο θάνατος του Οστερ βύθισε σε θλίψη εκατομμύρια φανατικούς αναγνώστες του σε όλο τον κόσμο. Στα σχεδόν σαράντα χρόνια της συγγραφικής του καριέρας απέδειξε πραγματικά ότι είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες και συναρπαστικούς μυθιστοριογράφους της γενιάς του.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας