Η «γαλλική κοινότητα» της πόλης τον γνώριζε από χρόνια, καθώς το 2011 ανέλαβε τη διεύθυνση του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, διατηρώντας παράλληλα την ιδιότητα του συμβούλου συνεργασίας και πολιτιστικής δράσης της Γαλλικής Πρεσβείας στην Ελλάδα.
Μερικά χρόνια μετά, η πρόκληση έγινε ακόμα μεγαλύτερη καθώς ο Ολιβιέ Ντεκότ κλήθηκε να διαδεχτεί τον Αγγελο Δεληβορριά στη διεύθυνση του Μουσείου Μπενάκη. Εργάστηκε ως ειδικός σύμβουλος στο υπουργείο Πολιτισμού και πριν από περίπου δύο χρόνια άρχισε να καταστρώνει τα σχέδιά του για την επόμενη μέρα του ιστορικού θεάτρου «Ολύμπια».
Ο Γάλλος καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου, που γνωρίζει πια πολύ καλά την ελληνική πολιτιστική πραγματικότητα, κλήθηκε από τον δήμαρχο Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη να αναλάβει ένα μεγάλο στοίχημα: να κρατήσει ζωντανό στον πολιτιστικό χάρτη της πόλης ένα εμβληματικό θέατρο αναζητώντας συγχρόνως τη σημερινή καλλιτεχνική του ταυτότητα.
«Αυτό που κυρίως με έπεισε να δεχτώ ήταν η προσωπική δέσμευση του δημάρχου και των στενών συνεργατών του να προσφέρουν στους Αθηναίους ένα δημοτικό θέατρο αντάξιο του ονόματός του σε επίπεδο καλλιτεχνικού προγραμματισμού. Ο Κώστας Μπακογιάννης στηρίζει με κάθε τρόπο το όραμά μου για ένα θέατρο ανοιχτό σε όλους τους πολίτες, συμπεριληπτικό όλων των ειδών μουσικής και όλων των τεχνών. Στο DNA του “Ολύμπια” παραμένει το λυρικό θέατρο, ωστόσο θα δοθούν πολλές ευκαιρίες στα μουσικά σύνολα του δήμου, στον χορό αλλά και το θέατρο, ελληνικό και ξένο».
Η σεζόν στο «Ολύμπια» ξεκίνησε πριν από μερικές μέρες, με την πανδημία να μένει προς το παρόν στην άκρη και τις προσδοκίες για επιστροφή στην κανονικότητα να είναι περισσότερες από ποτέ.
Ηταν μάλλον η κατάλληλη στιγμή για να συναντήσουμε τον Ολιβιέ Ντεκότ και να κουβεντιάσουμε μαζί του τις αγωνίες, τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες, τις αλήθειες για την παθογένεια της ελληνικής πραγματικότητας αλλά και τα πράγματα που αγαπά πια -μετά από 10 χρόνια- στην Αθήνα.
● Οι προσδοκίες που είχατε αναλαμβάνοντας το «Ολύμπια» επιβεβαιώθηκαν ή διαψεύστηκαν;
Μόλις μέσα σε μία σεζόν ξεπεράσαμε τους στόχους μας: 19.000 θεατές παρακολούθησαν 37 παραγωγές στις οποίες συμμετείχαν 421 καλλιτέχνες. Εν μέσω πανδημίας, οι αριθμοί αυτοί είναι πράγματι εντυπωσιακοί. Από αυτήν την άποψη, λοιπόν, τα αποτελέσματα είναι αξιοσημείωτα.
● Ποιος είναι ο τομέας που απαιτεί από σας την περισσότερη ενέργεια και προσπάθεια;
Οι διοικητικές διαδικασίες είναι χρονοβόρες και καταναλώνουν αναμφίβολα πολλή ενέργεια, ακόμα και αν η διεκπεραίωσή τους δεν εμπίπτει στα καθήκοντά μου ως καλλιτεχνικού διευθυντή. Εχω την τύχη να με στηρίζει μια μικρή ομάδα στενών συνεργατών, ιδιαιτέρως ικανών και αφοσιωμένων στη ζωή του θεάτρου. Επίσης, οι ομάδες της Τεχνόπολης και του ΟΠΑΝΔΑ, του διοικητικού οργανισμού του θέατρου, με επικεφαλής τη Νίκη Αραμπατζή, συμβάλλουν πάντοτε πρόθυμα στην ομαλή λειτουργία του «Ολύμπια».
● Υπάρχει στο μυαλό σας κάποιος ευρωπαϊκός οργανισμός-πρότυπο στα χνάρια του οποίου θα θέλατε να βαδίσετε;
Εμπνεύστηκα το αρχικό μου σχέδιο ως μια σύνθεση δύο θεάτρων του Παρισιού: του Châtelet για τη μουσική και του Théâtre de la Ville για τον σύγχρονο χορό και το θέατρο. Ασφαλώς τα μέσα και οι συνθήκες λειτουργίας διαφέρουν, ωστόσο το πνεύμα παραμένει το ίδιο: ένα θέατρο ενεργό, στην καρδιά της πόλης, με διεθνή προσανατολισμό, σεβασμό στην παράδοση και χώρο για όλες τις τέχνες.
Ξεκινώ με το δεδομένο ότι το «Ολύμπια», ως ναυαρχίδα των θεάτρων της πόλης, οφείλει να μη στενεύει τα όριά του, ώστε να αγγίζει το πλατύ κοινό, διατηρώντας κατά βάση, όπως εξάλλου προβλέπεται και από τον νόμο, την ταυτότητα του μουσικού θεάτρου.
● Σε ό,τι αφορά το καλλιτεχνικό πρόγραμμα του «Ολύμπια» πού πιστεύετε ότι έχετε ακόμα πολλή δουλειά και προσπάθεια να κάνετε;
Ο σχεδιασμός του προγράμματος για τη σεζόν 2022-2023 είναι κατά τη γνώμη μου ο καλύτερος δυνατός μέσα στα πλαίσια των οικονομικών και τεχνικών προδιαγραφών που μας περιορίζουν σήμερα. Εκμεταλλευόμαστε στο έπακρο τις δυνατότητες του θεάτρου, αν σκεφτεί κανείς ότι δεν μπορούμε να δεσμεύσουμε τη σκηνή για παραγωγές μεγάλης διάρκειας και ως εκ τούτου περισσότερο κερδοφόρες, όπως κάνουν τα ιδιωτικά θέατρα.
Παράλληλα, οφείλουμε να δίνουμε χώρο στα μουσικά σύνολα του δήμου, να τα αναδεικνύουμε μέσα από συνεργασίες με επιφανείς καλλιτέχνες, Ελληνες και ξένους. Αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν την πυκνότητα των παραγωγών και τον χαρακτήρα του προγραμματισμού, μέσα στα όρια του συγκεκριμένου προϋπολογισμού.
● Εχετε κάνει ποιοτικές έρευνες σχετικά με το κοινό του «Ολύμπια»; Γνωρίζετε ποιοι έρχονται στο θέατρό σας;
Δεν έχουν γίνει τέτοιου είδους έρευνες. Αυτό που διαπιστώνω είναι ότι το κοινό που ερχόταν στην Ακαδημίας για τις παραγωγές της ΕΛΣ συνεχίζει να παρακολουθεί τις παραστάσεις όπερας. Ωστόσο, με χαροποιεί το γεγονός ότι πέρσι τα μεγάλα αφιερώματα στις κορυφαίες καλλιτεχνικές προσωπικότητες της Αριστεράς –Λοΐζο, Καμπανέλλη, Θεοδωράκη κ.ά.– προσέλκυσαν διαφορετικό κόσμο.
Οι παραστάσεις της Πατρίσιας Απέργη ή του Γιάννη Σκουρλέτη (bijoux de kant) είχαν ιδιαίτερη απήχηση στους νέους. Με δυο λόγια, πιστεύω ότι η ποικιλία του προγράμματος ανανεώνει το ιστορικό κοινό του θεάτρου. Η φιλοσοφία μας είναι να υπάρχουν παραγωγές για κάθε γούστο και ηλικία χωρίς αποκλεισμούς κι αφορισμούς και η επιθυμία μου να περνά το κοινό από μια λυρική παράσταση σε μια συναυλία έντεχνης μουσικής χωρίς περαιτέρω σκέψη.
● Νιώθετε πως στον πολιτιστικό χάρτη της πόλης συναγωνίζεστε με μεγαθήρια όπως το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και η Εθνική Λυρική Σκηνή;
Δεν θα το έλεγα. Ακολουθώ την πορεία που έχω χαράξει, με το υπάρχον μουσικό δυναμικό. Για παράδειγμα, η Athens Big Band είναι ένα εξαιρετικό σύνολο που προσκαλεί καλλιτέχνες διεθνούς επιπέδου. Το Εργαστήρι Ελληνικής Μουσικής συνεργάζεται κάθε φορά σε ένα μοναδικό πρότζεκτ με έντεχνους καλλιτέχνες.
Στην όπερα ακολουθώ άξονες που δεν ανταγωνίζονται αυτούς της ΕΛΣ. Προτεραιότητά μου δεν είναι να προσκαλώ τους σταρ αλλά νέους, ανερχόμενους καλλιτέχνες που τιμούν τις παραγωγές μας δίνοντας τον καλύτερο εαυτό τους. Πιστεύω ειλικρινά ότι υπάρχει χώρος για όλους.
● Το ιστορικό παρελθόν του «Ολύμπια» πόσο δεσμευτικό είναι για όσα ονειρεύεστε για την επόμενη μέρα του;
Το παρελθόν του θεάτρου αυτού είναι μια διαρκής πηγή έμπνευσης: ως παράδειγμα θα αναφέρω το ντεμπούτο της Κάλλας στη σκηνή του «Ολύμπια», σε ηλικία 15 ετών, με την όπερα «Cavalleria Rusticana».
Εχουν προγραμματιστεί μέσα στο 2023 παραγωγές για να γιορτάσουμε την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση της Μαρίας Κάλλας: Ο «Πρωτομάστορας» του Μανώλη Καλομοίρη, σε μουσική διεύθυνση της Ζωής Τσόκανου, με πρωταγωνίστρια μια νεαρή Ελληνίδα υψίφωνο με διεθνή καριέρα που θα εμφανιστεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα, μια πασχαλινή συναυλία θρησκευτικής μουσικής, η νέα παραγωγή της «Ιφιγένειας εν Ταύροις» του Γκλικ και η έναρξη της περιόδου 2023-2024 με μια όπερα που η Κάλλας σφράγισε με την εμβληματική της ερμηνεία. Αυτός ο προγραμματισμός αποτελεί ένα πολύ συγκεκριμένο παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο το μέλλον μας εμπνέεται από το παρελθόν.
● Οι θέσεις των επικεφαλής στους ελληνικούς πολιτιστικούς οργανισμούς μοιάζουν συχνά με ηλεκτρική καρέκλα. Εσείς παρ’ όλα αυτά δεν πτοείστε. Τι είναι αυτό που σας ενθαρρύνει;
Γνωρίζω πλέον καλά τις διάφορες παθολογίες του ελληνικού πολιτιστικού συστήματος. Εχω αναλάβει, οργανώσει και περατώσει στην καριέρα μου πάνω από 500 πρότζεκτ σε Ιταλία και Ελλάδα, ώστε η εμπειρία να μου δίνει τη δύναμη να ξεπερνώ τα εμπόδια.
Επιπλέον, χαίρομαι που επισημαίνετε ότι δεν πτοούμαι, και αυτό επειδή παραμένω ένας άνθρωπος ελεύθερος και ανεξάρτητος. Δεν ανήκω σε κανένα πολιτικό κόμμα, απεχθάνομαι την καταδυνάστευση της πραγματικότητας από τις ιδεολογίες, που καταλήγει να διαβρώνει τις ανθρώπινες σχέσεις σε μια χώρα με εύκολη ροπή προς την πόλωση. Η ανεξαρτησία, η επιλογή να μένεις εκτός «συστήματος» έχει το τίμημά της στην Ελλάδα, ωστόσο έχει και κάποια προνόμια που εκτιμώ ιδιαιτέρως.
● Αυτήν την καταδυνάστευση της πραγματικότητας από τις ιδεολογίες την έχετε συναντήσει σε τέτοιο βαθμό σε άλλες χώρες;
Ναι, βεβαίως, ωστόσο αυτό συμβαίνει σε διαφορετικό βαθμό και με όλες τις πολιτικές τάσεις να είναι παρούσες. Είχα την ευκαιρία να κάνω αυτή τη διαπίστωση σε διάφορους τομείς και υπό συγκεκριμένες περιστάσεις στη Γαλλία και στην Ιταλία όπου έζησα κατά τα τρία τελευταία χρόνια.
Οπως, για παράδειγμα, με την ξαφνική έλευση στην εξουσία του κόμματος Αδέλφια της Ιταλίας, του οποίου οι ηγέτες δεν έπαψαν να πρεσβεύουν μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Αξίζει να δούμε εάν αυτή η ιδεολογία θα συμβιβαστεί ή όχι με την πραγματικότητα…
● Επίσης όταν λέτε ότι η ανεξαρτησία έχει το τίμημά της στην Ελλάδα τι εννοείτε; Σε ό,τι σας αφορά ποιο ήταν το τίμημα;
Σε ό,τι με αφορά, εργάζομαι στον δημόσιο τομέα όντας ξένος και υπό αυτήν την έννοια δουλεύω για το κοινό συμφέρον. Δεν αποτελεί μέρος της κουλτούρας μου να παρέχω υπηρεσίες σε συγκεκριμένα ή ιδιωτικά συμφέροντα. Αυτό μπορεί να μην ήταν κατανοητό στο παρελθόν, αλλά ούτε και σήμερα. Δεν πειράζει.
Δεν ασχολούμαι με το χτίσιμο ενός μέλλοντος, αρκετά αόριστου στην Ελλάδα, αλλά είμαι πλήρως αφοσιωμένος στην αποστολή που μου ανατέθηκε από τον Κώστα Μπακογιάννη: να καταστήσουμε εμβληματικό ένα δημοτικό θέατρο στην καρδιά της πόλης για το οποίο να είμαστε υπερήφανοι.
● Μετά από τόση ενασχόληση με τα κοινά, τι συνεχίζει να σας εκπλήσσει δυσάρεστα στην ελληνική πραγματικότητα;
Εξακολουθώ συχνά να διαπιστώνω με θλίψη μια σχετική έλλειψη της αίσθησης για το κοινό καλό, για το δημόσιο συμφέρον και μια αποδυνάμωση της αξιοκρατίας.
● Αφορά και τον χώρο του πολιτισμού αυτό;
Οχι, τα τελευταία έντεκα χρόνια που ζω στην Ελλάδα δεν έχω παρατηρήσει κάτι τέτοιο. Ωστόσο, εντοπίζω και σε αυτόν τον χώρο δύο βασικά εμπόδια: είτε αυτοί οι διορισμοί γίνονται έχοντας ως κριτήριο την εγγύτητα σε κάποιο «σύστημα», συχνά με πολιτική χροιά, είτε γίνονται κατόπιν μιας πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, κάτι που σε εμένα, όπως και σε πολλούς άλλους, προκαλεί μια δυσπιστία για πλείστους λόγους.
Αυτό που εγώ ονομάζω «αξιοκρατία» είναι οι διορισμοί να βασίζονται σε επαγγελματικά, μη πολιτικά κριτήρια, να γίνονται στη βάση ενός οράματος, μιας αναγνωρισμένης εμπειρίας, μιας αποδεδειγμένης διεθνούς επιρροής. Αυτό έχει γίνει πολύ σπάνιο.
● Νιώθετε όμως Αθηναίος πια;
Ηρθα στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 2011: έμεινα στο Κολωνάκι, στον Κεραμεικό, σήμερα μένω στα Εξάρχεια, δυο βήματα από το «Ολύμπια», έχω προσωπικά σημεία αναφοράς σε όλη την πόλη και κυρίως πολλούς εκπληκτικούς φίλους, γενναιόδωρους και δημιουργικούς. Η αλήθεια είναι ότι, ναι, η Αθήνα έχει γίνει και δική μου πόλη.
● Τι αγαπάτε -εκτός από το «Ολύμπια»- πολύ στην πόλη;
Μου αρέσει να περπατάω στην πόλη και να βγαίνω με φίλους για φαγητό κάθε ώρα της ημέρας, στον Κεραμεικό, στα Πετράλωνα, στο Παγκράτι ή στα Εξάρχεια. Μου αρέσει επίσης το γεγονός ότι η Αθήνα είναι μια πόλη όπου το θέατρο έχει τον ρόλο του βασιλιά, με μια απίστευτη ευρύτητα επιλογών. Αγαπώ επίσης τους υπαίθριους κινηματογράφους και την αέναη κίνηση της πόλης, κάτι που βλέπουμε και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
● Πώς θα περιγράφατε με λίγες λέξεις τη σχέση σας με τους ελληνικούς οργανισμούς που υπηρετήσατε ώς τώρα;
Η σχέση μου είναι αυτή ενός υπηρέτη του δημοσίου συμφέροντος. Ο,τι κι αν συμβεί.
● Οταν κάποια στιγμή αποχωρήσετε από τη διεύθυνση του «Ολύμπια» τι θα θέλατε να λένε για σας;
Οτι υπό τις δεδομένες συνθήκες έπραξα το σωστό, τη σωστή στιγμή. Και ότι δώσαμε σε αυτό το θέατρο νόημα, ψυχαγωγώντας και δίνοντας τροφή για σκέψη στους Αθηναίους.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας