Τα όρη Picos de Europa (Κορυφές της Ευρώπης) βρίσκονται στη βορειοδυτική Ισπανία, αποτελούν μέρος της Κανταβριγικής Κορδιλιέρας (οροσειράς) και ανήκουν σε τρεις αυτόνομες περιφέρειες της Ισπανίας, τις Αστούριες, την Καστίλλη-Λεόν και την Κανταβρία. Καλύπτουν μια περίπου ορθογώνια έκταση περίπου 20χλμ. από βορρά προς νότο και περίπου 35χλμ. από δυτικά προς ανατολικά, ή συνολικά 550τ.χλμ. Η προέλευση του ονόματός τους συνδέεται με την παραδοσιακή δοξασία ότι τα βουνά αυτά ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή γη που έβλεπαν οι ναυτικοί όταν επέστρεφαν από την Αμερική, αν και η άποψη αυτή δεν υιοθετείται από πολλούς μελετητές. Το 1530 ο ιστορικός Lucius Marinius Siculus αποκαλούσε τα συγκεκριμένα βουνά Rupes (Βράχια) Europae, ενώ ο Ambrosio Morales, χρονικογράφος του Φιλίππου Β΄ της Ισπανίας, τα αναφέρει το 1572 ως Montañas (Όρη) de Europa.
Ο σημερινός σχηματισμός των κυρίως ασβεστολιθικών ορέων Picos de Europa οφείλεται σ’ ένα συνδυασμό παγετώνων και διαδικασιών καρστικοποίησης, δηλαδή αποσάθρωσης και διάβρωσης των πετρωμάτων από το νερό και άλλους παράγοντες, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 300 εκατομμυρίων ετών. Οι παγετώνες δημιούργησαν πλατιές κοιλάδες, ενώ η διάβρωση χώρισε το μαλακό πέτρωμα σε τρεις ορεινούς όγκους: τον μεγαλύτερο δυτικό (el Cornión – ονομάστηκε έτσι επειδή, όταν φαίνεται από τα δυτικά, μοιάζει με κέρατο), τον κεντρικό (los Urrieles) και τον ανατολικό (Ándara). Δύο ποταμοί χωρίζουν μεταξύ τους τους ορεινούς όγκους, ο Cares (Κάρες) τον δυτικό από τον κεντρικό και ο Duje (Ντούχε) τον κεντρικό από τον ανατολικό. Στον κεντρικό ορεινό όγκο έχουμε τη μεγαλύτερη συγκέντρωση κάθετων κορυφών. Υπάρχουν συνολικά 14 κορυφές άνω των 2600μ. και 38 άνω των 2500μ., συμπεριλαμβανομένης της εμβληματικότερης κορυφής των Αστουριών που ονομάζεται Urriellu ή Naranjo de Bulnes (2519μ.). Ο ανατολικός ορεινός όγκος έχει τα χαμηλότερα βουνά της οροσειράς. Ακόμα κι έτσι, προσφέρει πολύ όμορφα τοπία, όπως την κορυφή Silla del Caballo Cimero (2436μ.) και τη λίμνη Ándara, μία από τις μεγαλύτερες λίμνες των Picos de Europa. Η ψηλότερη κορυφή των Picos είναι η Torre Cerredo (2648μ.) στον κεντρικό ορεινό όγκο, ενώ η Peña Santa (2596μ.) είναι η ψηλότερη κορυφή στον δυτικό και η Morra de Lechugales (2444μ.) στον ανατολικό, καθιστώντας τα Picos de Europa την τρίτη υψηλότερη οροσειρά της ηπειρωτικής Ισπανίας μετά τα Πυρηναία και τη Σιέρρα Νεβάδα. Τα Picos περιλαμβάνουν συνολικά περισσότερες από 200 κορυφές άνω των 2000μ., 40 άνω των 2500μ. και 14 άνω των 2.600μ. Υπάρχουν επίσης τέσσερα μεγάλα φαράγγια που διασχίζονται από τέσσερις ποταμούς: La Hermida, από τον ποταμό Deva, Los Beyos, από τον Sella, Garganta Divina, από τον Cares, και La India, από τον Duje. Στα Picos de Europa υπάρχουν κάποια από τα βαθύτερα σπήλαια του κόσμου, όπως τα Torca del Cerro (-1589 μ.), Sima de la Cornisa (-1507 μ.), Torca los Rebecos (-1255 μ.) και Pozo del Madejuno (-1252 μ.). Η γειτνίαση της οροσειράς με τη θάλασσα, και συγκεκριμένα με τον Ατλαντικό ωκεανό και τον Βισκαϊκό κόλπο, εξηγεί γιατί είναι ιδιαίτερα επιρρεπής σε ξαφνικές αλλαγές του καιρού. Το κλίμα χαρακτηρίζεται από υγρασία και συχνές βροχοπτώσεις.
Τα όρη Picos de Europa είναι το πρώτο εθνικό πάρκο (δρυμός) της Ισπανίας. Η προέλευσή του χρονολογείται από το 1918, όταν ο don Pedro Pidal, μαρκήσιος της Villaviciosa, συνέβαλε στη θέσπιση του νόμου για τη δημιουργία του Εθνικού Πάρκου Montaña de Covadonga. Το 1995 το πάρκο επεκτάθηκε και μετονομάστηκε σε Εθνικό Πάρκο Picos de Europa. Σήμερα, είναι το δεύτερο πιο επισκέψιμο εθνικό πάρκο στην Ισπανία, μετά το αντίστοιχο του Teide (Τενερίφη).
Αναφορικά με την άγρια ζωή που συναντάμε στο Εθνικό Πάρκο Picos de Europa, ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η παρουσία του απειλούμενου με εξαφάνιση εδάφιου πτηνού αγριόκουρκος (Tetrao urogallus cantabricus), οι ελάχιστες αγέλες ιβηρικών λύκων (Canis lupus signatus) που έχουν απομείνει, και η καφέ αρκούδα (Ursus arctos) της Κανταβρία που και αυτή απειλείται με εξαφάνιση. Πολύ περισσότερες πιθανότητες έχει ο επισκέπτης να συναντήσει τον αίγαγρο ή αγριοκάτσικο της Κανταβρία (Rupicapra pyrenaica, rebeco στα ισπανικά) με τα κοντά κυρτά κέρατα, το οποίο αποτελεί το έμβλημα του Εθνικού Πάρκου (υπάρχουν περίπου 6000 rebecos στην περιοχή του πάρκου). Η ευελιξία με την οποία τα rebecos κινούνται στις απότομες ψηλές πλαγιές των Picos είναι πραγματικά εκπληκτική. Επίσης, μεγάλα αρπακτικά και γύπες κάνουν γύρους στον ουρανό. Συνηθέστερος είναι ο γύπας, αλλά μπορεί επίσης να δει κανείς τον μεγαλοπρεπή χρυσαετό ή τον μαυροπετρίτη, και το καλοκαίρι, τον ασπροπάρη. Αν κάποιος/-α είναι πολύ τυχερός/ή, μπορεί να εντοπίσει και κανέναν σφυροκόρακα. Αυτός ο τεράστιος γύπας με άνοιγμα φτερών έως και 3μ. επανεισάχθηκε στην περιοχή μετά την εξαφάνισή του κατά τη δεκαετία του 1950. Μερικά άλλα πουλιά είναι οι κοκκινολαίμηδες, οι ανθοκολάπτες, οι μαύροι δρυοκολάπτες, τα κοτσύφια, τα κοράκια και τα αλπικά σπουργίτια. Οι δασώδεις εκτάσεις του Εθνικού Πάρκου αποτελούνται από οξιές, βελανιδιές, φουντουκιές, σφενδάμια, καστανιές και καρυδιές.
Διαμονή
Από την Αθήνα πετάξαμε στο Μπιλμπάο (η Aegean και η Volotea έχουν απευθείας πτήσεις). Στο αεροδρόμιο του Μπιλμπάο παραλάβαμε το αυτοκίνητο που είχαμε νοικιάσει διαδικτυακά και κατευθυνθήκαμε δυτικά προς τη μικρή πόλη Cangas de Onís (Κάνγκας ντε Ονίς) των Αστουριών, η οποία απέχει 225χλμ. από το Μπιλμπάο. Το γραφικό Cangas de Onís φημίζεται για την τέλεια διατηρημένη ρωμαϊκή του γέφυρα και για το γεγονός ότι φιλοξένησε τη μάχη της Covadonga το 722μ.Χ, η οποία αποτέλεσε το πρώτο σημείο αναχαίτισης της μουσουλμανικής εισβολής στην Ευρώπη. Η μάχη αυτή, την οποία κέρδισε ο Don Pelayo, εγκαινίασε την Ανακατάληψη και επέτρεψε την ίδρυση του βασιλείου των Αστουριών, με έδρα το Cangas de Onís. Η πολίχνη αποτελεί βολική βάση για την προσέγγιση πολλών πεζοπορικών διαδρομών, κυρίως στα βόρεια Picos. Διαθέτει πολλά καταλύματα και εστιατόρια, καθώς και μερικά σούπερ μάρκετ και καταστήματα που ειδικεύονται στον υπαίθριο εξοπλισμό. Το γραφείο πληροφοριών Casa Dago του Εθνικού Πάρκου Picos de Europa βρίσκεται επίσης εδώ. Στο Cangas de Onís, μείναμε στην Πανσιόν Monteverde, όπου ο ιδιοκτήτης μάς έδωσε αρκετές χρήσιμες πληροφορίες. Πολύ καλό φαγητό φάγαμε στη γραφική σιντρερία «Polesu» (sidrería: μέρος όπου σερβίρουν αλκοολούχο μηλίτη). Μια άλλη καλή επιλογή είναι το εστιατόριο «La Sifonería». Τα εστιατόρια ανοίγουν στις 8μμ., αν και λόγω των πολύωρων πεζοποριών δεν φάγαμε ποτέ πριν τις 10μμ. Βέβαια, δύσκολα βρίσκει κανείς στα Picos χορτοφαγικά πιάτα, εφόσον το κρέας, στις διάφορες εκδοχές του, όπως και στα καθ’ ημάς, έχει την τιμητική του. Ακόμη και η φασολάδα, η περιβόητη fabada asturiana, περιέχει κρέας, χωριάτικο λουκάνικο και μαύρο λουκάνικο (morcilla). Από την άλλη πλευρά, η περιοχή των Picos φημίζεται για τα πικάντικα μπλε τυριά της, όπως το τυρί Cabrales και το Picón Tresviso Bejes.
Μετά το Cangas de Onís, αναζητήσαμε διαμονή στη δυτική πλευρά του Πάρκου, στη μικρή πόλη Potes (Πότες), η οποία αποτελεί ευχάριστη βάση για εξορμήσεις στα νότια Picos de Europa, κυρίως για εκείνες τις πεζοπορικές διαδρομές που ξεκινούν από το τελεφερίκ του Fuente Dé. Η παλιά πόλη αποτελεί ιστορικό μνημείο, με έναν λαβύρινθο από σοκάκια και σκαλοπάτια με μεσαιωνική ατμόσφαιρα.
Σχετικά με τις πεζοπορικές διαδρομές που ακολουθήσαμε, όλες μονοήμερες, συμβουλευτήκαμε τον οδηγό του Lonely Planet, Best Day Hikes: Spain. Προμηθευτήκαμε επίσης τους δύο πεζοπορικούς χάρτες Picos de Europa των Adrados Ediciones σε κλίμακα 1:25.000, οι οποίοι είναι ευρέως διαθέσιμοι σε τοπικό επίπεδο. Τα ίχνη των διαδρομών τα βρήκαμε στο wikiloc. Τα μεταφορτώσαμε επίσης σε μορφή gpx στο Outdooractive (παρέχεται δωρεάν). Βέβαια, οι πεζοπόροι οφείλουν να γνωρίζουν ότι η καταγραφή των διαδρομών στο wikiloc γίνεται από τους ίδιους, οπότε μπορεί να εμπεριέχουν κάποιες παρεκκλίσεις ή απρόβλεπτες δυσκολίες. Αν και σε γενικές γραμμές η σήμανση των μονοπατιών είναι ικανοποιητική, είναι απαραίτητο να έχετε μαζί σας το ίχνος της διαδρομής σε ηλεκτρονική μορφή. Ήταν κάτι που χρειαστήκαμε σε αρκετές περιπτώσεις, ειδικά όταν το πεδίο ήταν χιονισμένο.
1η μέρα: Picu Pierzu - Ruta del Valle de Ponga
Η πρώτη μέρα των πεζοποριών μας συνέπεσε με το καθολικό Πάσχα. Έτσι, προκειμένου να αποφύγουμε την πολυκοσμία των κλασικών πεζοπορικών διαδρομών των Picos, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε από τα βουνά και τις κοιλάδες του προστατευόμενου δρυμού Ponga (Parque Natural de Ponga), νοτιοδυτικού γείτονα των Picos και μέρους της Cordillera Cantábrica. Αν και η Picu Pierzu (Πίκου Πιέρθου, 1552μ.) δεν είναι η υψηλότερη κορυφή του Πάρκου Ponga, είχαμε διαβάσει ότι η θέα από αυτήν είναι αρκετά εντυπωσιακή. Η διαδρομή «Pico Pierzu PRAS211» ξεκινά από το διάσελο Llomena (Collado Llomena, 993μ.) και έχει μήκος 5χλμ. μέχρι την κορυφή, με επιστροφή από το ίδιο μονοπάτι. Το Collado Llomena απέχει 29χλμ. από το Cangas de Onís.
Ακολουθήσαμε τον χωματόδρομο βόρεια (δεν υπάρχει πινακίδα στην αρχή που να δείχνει την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει κανείς). Η βλάστηση σε όλη τη διαδρομή είναι χαμηλή. Ύστερα από 2,5χλμ. αφήσαμε τον χωματόδρομο για να στρίψουμε δεξιά σε μονοπάτι. Σταδιακά η θέα γινόταν πανοραμική. Ωστόσο, αυτή η ομορφιά επισκιαζόταν από τις πρόσφατα καμένες εκτάσεις που αντικρίζαμε. Στο ορίζοντα, φαινόταν καπνός να ανεβαίνει στον ουρανό από εστίες φωτιάς που έκαιγαν. Το βράδυ μάθαμε για 40 φωτιές την ίδια μέρα. Μέχρι και την Τετάρτη που έβρεξε, αυτό το έγκλημα συνεχιζόταν. Οι ειδήσεις στην τηλεόραση μιλούσαν για «τρομοκράτες με αναπτήρες», ενδεικτικό της σημασιολογικής διεύρυνσης που υφίσταται συνεχώς η συγκεκριμένη έννοια. Άλλωστε, όταν μιλά κανείς για «τρομοκράτες», δεν λέει ουσιαστικά τίποτα· είναι ένας καλός τρόπος να αποφύγει να μιλήσει για τις πραγματικές αιτίες του προβλήματος. Κάποιοι μας εξήγησαν ότι πολλές από τις πυρκαγιές οφείλονταν στην προσπάθεια μετατροπής της χαμηλής δασικής βλάστησης σε βοσκοτόπια. Ύστερα από δυόμισι ώρες είχαμε φτάσει στην κορυφή. Από εκεί είχαμε την πρώτη μας επαφή με τις χιονισμένες οδοντωτές κορυφογραμμές του δυτικού ορεινού όγκου των Picos de Europa, ενώ ο σκοτεινός, επιβλητικός όγκος του Tiatordos (1950μ.) και ο Maciédome (1903μ.) ξεπρόβαλλαν στα νοτιοδυτικά μας. Αφού απολαύσαμε τη θέα επιστρέψαμε από την ίδια διαδρομή.
Καθώς ήταν ακόμη μεσημέρι, αποφασίσαμε να κάνουμε μια επιπλέον πεζοπορία. Σε αυτό μας βοήθησαν τρεις Ισπανοί πεζοπόροι που συναντήσαμε στο Pierzu. Μας πρότειναν μια κυκλική διαδρομή στην κοιλάδα Ponga, τη Ruta del Valle de Ponga (PR-AS 213), που συνδέει τα χωριά San Juan de Beleño, Sobrefoz και Abiegos. Η διαδρομή, μήκους 10χλμ., ξεκινά πίσω από το Κέντρο Πληροφόρησης του Πάρκου στο χωριό San Juan de Beleño (622μ.). Το χαμηλότερο σημείο της είναι τα 391μ. Ήταν αναμφίβολα η πιο πράσινη διαδρομή που πραγματοποιήσαμε, κι αυτό επειδή δύσκολα συναντά κανείς δασικές εκτάσεις ή υψηλή βλάστηση στα όρη Picos πάνω από τα 1.000μ. Κατά τη διάρκειά της συναντήσαμε καστανιές, βελανιδιές, φουντουκιές, ιτιές, πουρνάρια, ποταμάκια και ρέματα, τοξωτά πέτρινα γεφύρια, ξύλινες γέφυρες, μικρά φαράγγια. Πριν από το γραφικό χωριό Abiegos με τα πολύχρωμα σπίτια του, στη δεξιά πλευρά του δρόμου, υπάρχει ένα σημείο παρατήρησης με θέα στην οροσειρά Cainava και την κορυφή Recuencu.
2η μέρα: Vega de Ario - Κορυφή Jultayo
Ένας από τους κυριότερους πόλους έλξης των επισκεπτών των Picos de Εuropa αποτελούν οι δύο πανέμορφες ορεινές λίμνες της Κοβαδόγκα (Lagos de Covadonga), η Ercina και η Enol, οι οποίες βρίσκονται στο βορειότερο τμήμα του Cornión, 22χλμ. νοτιοανατολικά του Cangas de Onís και 10χλμ. μετά το χωριό Covadonga. Τους καλοκαιρινούς μήνες (και σε κάποιες αργίες), η πρόσβαση στις λίμνες επιτρέπεται μόνο με λεωφορείο που ξεκινά από το Cangas de Onís. Η πεζοπορική διαδρομή Vega de Ario (PRPNPE4) που ακολουθήσαμε είναι μήκους 16χλμ. (μετ’ επιστροφής), μέτριας δυσκολίας και απαιτεί περίπου 7 ώρες. Το χαμηλότερο σημείο του μονοπατιού είναι στα 1032μ., ενώ το υψηλότερο στα 1644μ. Ξεκινάει από τον χώρο στάθμευσης Buffera, περνάει μέσα από το Κέντρο Επισκεπτών (Centro de Visitantes) Pedro Pidal και συνεχίζει σε γρασίδι αριστερά της λίμνης Ercina (υπάρχει επίσης μικρός χώρος στάθμευσης κοντά στη λίμνη). Στη χορτολιβαδική περιοχή Vega Las Bobias, στα μισά περίπου της διαδρομής, συναντάμε καλύβες βοσκών, καθώς και μια πηγή στην αριστερή πλαγιά ενός μικρού βράχου. Στη συνέχεια, το μονοπάτι γίνεται περισσότερο ανηφορικό και το τοπίο θαμνώδες, έως ότου φτάσει στην επίπεδη ασβεστολιθική περιοχή El Jitu με την υπέροχη θέα προς τις χιονισμένες οδοντωτές κορυφές του κεντρικού όγκου των Picos στα νοτιοανατολικά. Πάνω σε μια επίπεδη πέτρα, βρίσκεται τοποθετημένη μια μεταλλική πλάκα με χαραγμένα βέλη που δείχνουν τις απέναντι ψηλές κορυφές των Picos. Λίγο μετά, στα αριστερά μας, κάνει την εμφάνισή του το καταφύγιο Vega de Ario, καταληκτικό σημείο της διαδρομής PRPNPE4, το οποίο λειτουργεί από τα τέλη Μαΐου έως τα μέσα Οκτωβρίου και όπου μπορεί κανείς να πιει και να φάει κάτι.
Ο δικός μας τελικός προορισμός δεν ήταν το καταφύγιο αλλά η κορυφή Jultayo (Χουλτάγιο, 1939μ.), στα δεξιά της Vega de Ario, με τη μαγευτική θέα στις γύρω κορυφές και το φαράγγι του Cares. Αρχικά, ακολουθήσαμε την πινακίδα Canal de Trea και τα κίτρινα σημάδια από σπρέι. Για τα πρώτα περίπου τριακόσια μέτρα, το μονοπάτι χρειάζεται λίγη προσοχή λόγω των ασβεστολιθικών πετρωμάτων με τις μυτερές απολήξεις τους. Στη συνέχεια, τα σημάδια αντικαταστάθηκαν από κούκους. Τα 370μ. υψομετρικής μέχρι την κορυφή τα καλύψαμε σε μιάμιση ώρα. Η θέα από την κορυφή κυριολεκτικά έκοβε την ανάσα, εφόσον ακριβώς κάτω από τα πόδια μας ορθωνόταν μια κάθετη βραχώδης πλαγιά 1500μ. που η βάση της ήταν το ποτάμι του Cares, κοντά στο χωριό Caín (Καΐν). Επίσης, από εκεί μπορούσαμε να δούμε όλες τις κορυφές του κύριου ορεινού όγκου των Picos. Ορισμένα αρπαχτικά πτηνά έκαναν το τοπίο ακόμη πιο συναρπαστικό και απόκοσμο.
3η μέρα: Το φαράγγι του ποταμού Cares (Ruta de Carres)
Το φαράγγι του ποταμού Cares αποτελεί μία από τις δημοφιλέστερες πεζοπορίες στην Ισπανία. Το ύψος του αγγίζει τα 1000μ. Η πεζοπορική διαδρομή (PR-PNPE 3 Senda del Cares), η οποία δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες, εκτείνεται σε μήκος 11χλμ. και ενώνει το χωριουδάκι Poncebos (Πονθέμπος), στο βόρειο άκρο της, με το Caín, στο νότιο άκρο της. Σε όλη της τη διάρκεια το γύρω βραχώδες τοπίο είναι μαγευτικό, με τις κορυφές των βουνών να αγγίζουν τον ουρανό και τα γαλάζια καθαρά νερά του ποταμού να κυλάνε χαμηλά. Εξίσου εντυπωσιακό είναι το ίδιο το μονοπάτι, κεντημένο από ανθρώπινο χέρι πάνω στους κάθετους βράχους του φαραγγιού.
Σημείο εκκίνησης/τερματισμού είναι το Poncebos, το οποίο βρίσκεται 6χλμ. νότια του Arenas de Cabrales (Αρένας ντε Καμπράλες) και 36χλμ. από το Cangas de Onís, και είναι εν γένει πιο προσιτό σε σχέση με το Caín (τους καλοκαιρινούς μήνες λειτουργούν λεωφορεία από το Arenas προς το Poncebos). Η διάρκεια της διαδρομής είναι 3 ώρες. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει αυτοκινητόδρομος που να συνδέει απευθείας τα δύο χωριά αλλά απαιτείται μια κυκλική διαδρομή τουλάχιστον 2 ωρών, οι περισσότεροι πεζοπόροι επιστρέφουν στο Poncebos ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι, πράγμα που πράξαμε κι εμείς, καλύπτοντας συνολικά μια διαδρομή 23χλμ. σε διάστημα περίπου 6 ωρών.
Χαραγμένο, σε μεγάλο μέρος του, πάνω στη δεξιά πλευρά των τοιχωμάτων του φαραγγιού, το μονοπάτι οφείλει την ύπαρξή του σε ένα κανάλι μήκους 11χλμ. που διοχετεύει μέρος του νερού του Cares στον υδροηλεκτρικό σταθμό του Poncebos. Το κανάλι κατασκευάστηκε από το 1915 έως το 1921 και διέρχεται μέσα από 71 σήραγγες που διανοίχθηκαν με το χέρι. Στο έργο απασχολήθηκαν περισσότεροι από 2.000 εργάτες, από τους οποίους έντεκα έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια των εργασιών. Το μονοπάτι κατασκευάστηκε μεταξύ 1945 και 1950 για να διευκολυνθεί η συντήρηση του καναλιού. Ξεκινά από τα 240μ. για να φτάσει μετά από περίπου 2χλμ. στο ψηλότερο σημείο του, τα 540μ. Στη συνέχεια, κινείται ομαλά και το πλάτος του είναι 1-2μ. Σε μια βάθρα, λίγο πριν από το Caín, οι τολμηροί της παρέας βούτηξαν στα κρύα νερά του Cares, ενώ εγώ βέβαια, ούτε λόγος! Στο Caín υπάρχουν αρκετά μέρη όπου μπορεί κανείς να αναπληρώσει τις δυνάμεις του πίνοντας καφέ κάτω από τον ήλιο ή τρώγοντας bocadillos (σάντουιτς με μακρύ ψωμί) και platos combinados (κρέας/λουκάνικο/αυγά/ψάρι με πατάτες και σαλάτα/λαχανικά). Εμείς προτιμήσαμε το σχετικά απομονωμένο Lola. Μια άλλη επιλογή είναι το Hostal La Ruta. Από την άκρη του χωριού, το μονοπάτι συνεχίζει για άλλα 10χλμ. προς το χωριό Posada de Valdeón (Ποσάδα ντε Βαλντεόν) σε μια συνολική διαδρομή 23,3 χλμ., πράγμα που συνεπάγεται διανυκτέρευση. Εμείς αρκεστήκαμε στο πρώτο μέρος της διαδρομής. Επιστρέφοντας, σταματήσαμε στο Arenas de Cabrales και φάγαμε πολύ ωραία στο εστιατόριο Santelmo.
4η μέρα: Senda Costera
Τα προγνωστικά για την 4η μέρα των πεζοπορικών μας εξερευνήσεων έδιναν βροχή, πράγμα που μας ανάγκασε να εγκαταλείψουμε τα βουνά και να επισκεφθούμε τις παραθαλάσσιες περιοχές των Picos. Η πεζοπορική διαδρομή των 30χλμ. από τη Llanes (Γιάνες) στη Ribadesella (Ριμπαδεσέγια) αποτελεί μέρος του διάσημου προσκυνηματικού μονοπατιού Santiago de Compostela. Εμείς, βέβαια, δεν μπορούσαμε να κάνουμε και τα 30χλμ., άλλωστε έβρεχε. Συνεπώς, πήραμε το γραφικό τρενάκι από το πολύ όμορφο χωριό Nuevo και κατεβήκαμε στο Valmori για να επιστρέψουμε με τα πόδια από το μονοπάτι. Κατά τη διαδρομή, επισκεφθήκαμε παραλίες και μοναστήρια, με εντυπωσιακότερο όλων το εγκαταλειμμένο μοναστήρι του San Antolín de Bedón, το οποίο ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα και ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Αντωνίνο (Αντώνιο) της Απάμειας, Σύρο μάρτυρα του 4ου αιώνα. Το μοναστήρι είναι χτισμένο στις εκβολές του ποταμού Bedón που χωρίζει στα δύο τη μαγευτική παραλία San Antolín με τα κρυστάλλινα γαλάζια νερά και τη χρυσαφένια ψιλή άμμο, μία από τις ομορφότερες παραλίες των Αστουριών. Το μονοπάτι διέρχεται μέσα από γραφικά πολύχρωμα χωριουδάκια, καλλιεργημένες εκτάσεις και δάση, με τα κλωνάρια των δένδρων να δημιουργούν αψίδες εδώ κι εκεί. Βέβαια, δεν λείπουν μικρές επιγραφές που διαφημίζουν καταλύματα σε ειδικές τιμές για τους προσκυνητές του Santiago de Compostela.
Μετά το πέρας της πεζοπορικής διαδρομής, δεν παραλείψαμε να επισκεφθούμε τις Bufones de Pría και την παρακείμενη μικρή παραλία Guadamia. Οι τρύπες ή φυσούνες Bufones de Pría αποτελούν φυσικό φαινόμενο που δημιουργείται από τη διάβρωση των ασβεστολιθικών πετρωμάτων από τη θάλασσα και τη βροχή, σχηματίζοντας ρωγμές και καμινάδες που συνδέουν τη θάλασσα με τη στεριά. Όταν η θάλασσα της Κανταβρία εκδηλώνει τη μανία της με τις μεγάλες της παλίρροιες, τα κύματα εισχωρούν στον πυθμένα των Bufones μέσω της βάσης του βράχου και το νερό ανεβαίνει μέσα από το στενό κανάλι προκαλώντας ένα χαρακτηριστικό σφύριγμα ή ρουθούνισμα, απ’ όπου προέρχεται και η ονομασία bufón (φυσούνα). Η εκτόξευση του νερού που βγαίνει από τη φυσούνα μπορεί να φτάσει σε ύψος πάνω από είκοσι μέτρα.
5η μέρα: Picu Urriellu
Ο εμβληματικός κάθετος βράχος σε σχήμα αντίχειρα Picu Urriellu (Πίκου Ουριέγιου) ή Naranjo de Bulnes (Ναράνχο ντε Μπούλνες) δεσπόζει στην καρδιά των Picos, προσελκύοντας πλήθος πεζοπόρων και ορειβατών. Το ύψος του είναι 500μ. με την κορυφή του να φτάνει τα 2519μ. Το Urriellu, πανάρχαιο τοπικό όνομα του βουνού, πιστεύεται ότι προέρχεται από το ur, προ-ρωμαϊκό πρόθεμα που υποδηλώνει ένα ψηλό μέρος. Η προέλευση του ονόματος Naranjo de Bulnes δεν είναι σαφής. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε χάρτη των Αστουριών που συνέταξε το 1855 ο Γερμανός γεωλόγος Guillermo (Wilhelm) Schulz. Το Bulnes είναι το πλησιέστερο χωριό στην κορυφή. Naranjo σημαίνει πορτοκάλι και πορτοκαλί χρώμα – πιθανή αναφορά στην απόχρωση του βράχου κατά το ηλιοβασίλεμα ή στην απόχρωση που του δίνουν τα ορυκτά που περιέχει. Στην κορυφή πρωτανέβηκε το 1904 ο Pedro Pidal, μαρκήσιος της Villaviciosa, με έναν τοπικό οδηγό από το Caín, τον Gregorio Pérez «El Cainejo». Έκτοτε τα πλευρικά του τοιχώματα έχουν γίνει πόλος έλξης για πολλούς αναρριχητές, και έχουν ανοιχθεί πάνω από 70 διαφορετικές διαδρομές προς την κορυφή.
Εμείς προσεγγίσαμε τον βράχο ακολουθώντας την κλασική πεζοπορική διαδρομή (PR-PNPE 21 Vega Urriellu) που ξεκινά κοντά στο γραφικό χωριό Sotres (Σότρες, 1045μ.), το ψηλότερο χωριό των Αστουριών, το οποίο απέχει 11χλμ. από το Poncebos και 47,5χλμ. από το Cangas de Onís. Συνεπώς, το Picu Urriellu μπορεί να συνδυαστεί με τη διάσχιση του φαραγγιού του ποταμού Cares, με διανυκτέρευση στο Poncebos ή στο Sotres ή ακόμη και στο Arenas. Πριν από το Sotres στρίψαμε δεξιά στον χωματόδρομο και αφήσαμε το αυτοκίνητό μας στις αρχές του πέτρινου ποιμενικού οικισμού Internales del Texa. Με υπερυψωμένο αυτοκίνητο μπορεί κανείς να συνεχίσει για ακόμη 3χλμ. έως το σημείο που το μονοπάτι αφήνει τον χωματόδρομο για να στρίψει δεξιά, αρχίζοντας να ανηφορίζει μια χορταριασμένη πλαγιά προς τις καλύβες των βοσκών στην τοποθεσία Majada de la Robre. Στη συνέχεια, φτάσαμε στα βοσκοτόπια του διάσελου Pandébano (Collado de Pandébano, 1200μ.), απ’ όπου είδαμε τον βράχο Picu Urriellu να ξεπροβάλλει για πρώτη φορά στα νοτιοδυτικά, με τις χιονισμένες κορυφές Neverón de Urriellu (2549μ.) και Picu L’Albu (2442μ.) στα δεξιά του. Στάση για νερό κάναμε στην πηγή που βρίσκεται πλησίον του καταφυγίου La Terenosa (1300μ.). Στο καταφύγιο φτάνει επίσης μονοπάτι από το μικρό χωριό Bulnes, για όσους θέλουν να ξεκινήσουν την ανάβασή τους από εκεί. Το τοπίο άρχισε να αλλάζει στο Collado Vallejo, με το Urriellu να ξεπροβάλλει και πάλι για να μας συνοδεύσει πλέον μεγαλοπρεπώς μέχρι το τέλος της διαδρομής. Το μονοπάτι ανηφόριζε με ζιγκ ζαγκ μέσα από βραχώδες έδαφος με το χιόνι να κάνει όλο και περισσότερο αισθητή την παρουσία του, έτσι που τα μπατόν (μπαστούνια πεζοπορίας) να είναι εντελώς απαραίτητα, ειδικά στα μικρά τραβερσαρίσματα που κάναμε. Λίγο πριν φτάσουμε στο καταφύγιο (Refugio de Urriellu), το τοπίο ήταν πλέον καλυμμένο ολοκληρωτικά από χιόνι. Στο ωραίο και ευρύχωρο καταφύγιο ήπιαμε το καφέ μας (2,5€) και φάγαμε ένα μεγάλο πιάτο με τυριά και αλλαντικά (13€). Αξίζει να σημειωθεί ότι στα καταφύγια που επισκεφθήκαμε οι τιμές ήταν οι κανονικές, παρά τη δαπανηρή μεταφορά των προϊόντων. Η επιστροφή έγινε από το ίδιο μονοπάτι, καλύπτοντας τα 20χλμ. της συνολικής διαδρομής σε 8 ώρες.
5η μέρα: Vega de Liordes
Επόμενη τοποθεσία στην οποία καταλύσαμε ήταν το γραφικό Potes, στη δυτική πλευρά των Picos. Από εκεί προσεγγίσαμε το Fuente Dé (1100μ.), 25χλμ. μακριά, προκειμένου να κάνουμε την πολύ όμορφη κυκλική πεζοπορική διαδρομή Vega de Liordes (Βέγκα ντε Λιόρδες, PR-PNPE 25) μήκους 13χλμ., υψομετρικής διαφοράς 950μ. και διάρκειας εξήμισι ωρών. Λόγω της απότομης κλίσης και της μεγάλης υψομετρικής διαφοράς του τελευταίου μέρους του μονοπατιού, συνιστάται να γίνει η διαδρομή με δεξιόστροφη φορά, δηλαδή ξεκινώντας από το μονοπάτι νότια του Fuente Dé με κατεύθυνση το Pandetrave. Στην αρχή ο στενός χωματόδρομος διέρχεται μέσα από δάση βελανιδιάς και οξιάς. Όπως μας πληροφορεί η πινακίδα στο σημείο εκκίνησης (δυστυχώς πάντα μόνο στα ισπανικά), η διαδρομή περνά μέσα από μία από τις περιοχές με τη μεγαλύτερη οικολογική αξία του Εθνικού Πάρκου, με την παρουσία ειδών όπως η καφέ αρκούδα της Κανταβρία, ο λύκος, το ελάφι, το αγριογούρουνο ή το αγριοκάτσικο. Ύστερα από 4χλμ. και σε υψόμετρο περίπου 1550μ., η διαδρομή αφήνει τον χωματόδρομο και συνεχίζει δεξιά σε μονοπάτι που διέρχεται μέσα από αλπικά βοσκοτόπια. Στα πρώτα 5,5χλμ. ταυτίζεται με το μονοπάτι που οδηγεί στο χωριό Posada de Valdeon (PR-PNPE 15). Στη συνέχεια, σε κάποιο σημείο το μονοπάτι διακλαδίζεται πάλι με τα κίτρινα και λευκά σημάδια να οδηγούν προς δύο αντίθετες κατευθύνσεις. Στον βράχο υπάρχει γραμμένη με κόκκινα γράμματα η λέξη «Labén», δείχνοντας το μονοπάτι αριστερά. Εμείς έπρεπε να κατευθυνθούμε δεξιά προς το λούκι Pedabejo χωρίς να υπάρχει κάποια σχετική ένδειξη. Σε αυτό το σημείο είδαμε αρχικά να κατεβαίνει ορμητικά την απότομη πλαγιά, με γιγαντιαία άλματα, ένα rebeco, σαν να πετούσε από βράχο σε βράχο. Στη συνέχεια εμφανίστηκαν και μερικά ακόμη, ίσως κυνηγημένα από κάποιο άγριο ζώο. Από το τέλος του λουκιού, που μας φέρνει σε ένα ύψος 2040μ., μπορούσαμε ήδη να δούμε μέρος της Vega de Liordes.
Η Vega de Liordes είναι μια τεράστια κοιλότητα που σχηματίστηκε από τη διάλυση ασβεστολιθικών πετρωμάτων. Ο πυθμένας της είναι επίπεδος και αποτελείται από λιβαδικές εκτάσεις και περιοχές με τυρφώνες, δηλαδή υγροτόπους που δημιουργούν και συσσωρεύουν τύρφη. Το χαμηλότερο σημείο της βρίσκεται στα 1868μ. και περιβάλλεται από βουνά που ξεπερνούν κατά πολύ τα 2000μ. Τον Ιανουάριο του 2021 καταγράφηκε θερμοκρασία -35,8ºC, ρεκόρ ψύχους στην Ισπανία. Η Vega de Liordes ανακηρύχθηκε τόπος γεωλογικού ενδιαφέροντος το 2014. Κατά τον 19ο και 20ο αιώνα γίνονταν εξορύξεις σφαλερίτη (ορυκτό του ψευδαργύρου) από διάφορα ορυχεία που βρίσκονταν στην περιοχή. Οι σκληρές συνθήκες εξόρυξης, λόγω του κλίματος της περιοχής και της δύσκολης πρόσβασης, προκάλεσαν πολλά ατυχήματα και συνεχή φθορά των δρόμων. Εξαιτίας αυτού και λόγω της κακής ποιότητας του μεταλλεύματος, η εξόρυξη εγκαταλείφθηκε τελικά.
Μετά το διάσελο Liordes (Collado de Liordes) η διαδρομή διέρχεται από το στενό πέρασμα του λουκιού Embudo (Canal del Embudo) και αρχίζει να κατηφορίζει το ελικοειδές μονοπάτι Tornos de Liordes, λαξευμένο στον βράχο πάνω από το Fuente Dé, για περισσότερα από 2,5χλμ., διανύοντας ένα υψόμετρο 900μ. Η πρόσβαση στα ορυχεία του Liordes γινόταν από αυτό το μονοπάτι.
6η μέρα: Horcados Rojos
Το διάσελο Horcados Rojos (2340μ.) και στη συνέχεια η ομώνυμη κορυφή (2503μ.) προσεγγίζονται από τον πάνω σταθμό του τελεφερίκ του Fuente Dé (1823μ.). Το τελεφερίκ του Fuente Dé (1070μ.), το οποίο απέχει 22χλμ. από το Potes, σκαρφαλώνει 753μ. στο νότιο τοίχωμα του κεντρικού ορεινού όγκου των Picos σε λιγότερο από τέσσερα λεπτά. Μπορεί η θέα από το κουβούκλιο να είναι εντυπωσιακή, δεν μπορούσα όμως, ατενίζοντας κρεμασμένος από τον ουρανό το χάος από κάτω, να μην κάνω άσχημες σκέψεις. Το μήκος της πεζοπορικής διαδρομής (PR-PNPE 23) μέχρι την κορυφή και πάλι πίσω είναι 11,4χλμ. και καλύπτεται σε περίπου τεσσερισήμισι ώρες. Τα πρώτα 2,5χλμ. είναι σε χωματόδρομο με τα πανύψηλα βράχια της Peña Olvidada (2406μ.) να δεσπόζουν δεξιά, ενώ αριστερά, λίγο χαμηλότερα, βρίσκονται δύο μικρές αλπικές λίμνες με καθαρά νερά, οι Pozos de Lloroza. Η διαδρομή συνεχίζει δεξιά σε ελαφρώς ανηφορικό μονοπάτι κάτω από τα βράχια της Peña Vieja (2613μ.). Κατά την ανάβασή μας, το τοπίο καλυπτόταν σταδιακά από χιόνι, έτσι που σε λίγο μπορούσαμε να συνεχίσουμε μόνο με ορειβατικές μπότες. Ήταν η μοναδική φορά στα Picos που τις χρησιμοποιήσαμε, ενώ δεν μας χρειάστηκαν τα πιολέ και τα κραμπόν που είχαμε πάρει μαζί μας καλού κακού. Λίγο πριν από το διάσελο Horcados Rojos, ο αέρας άρχισε να μας σφυροκοπά, οπότε συντομεύσαμε την παραμονή μας παρά την καταπληκτική θέα, καθώς μπορούσαμε να δούμε πολλές ψηλές κορυφές των κεντρικών Picos, συμπεριλαμβανομένης και της Picu Urriellu. Στην κορυφή δεν ανεβήκαμε λόγω έλλειψης χρόνου. Όταν αρχίσαμε να επιστρέφουμε είδαμε την πρώτη τριμελή παρέα Ισπανών ορειβατών δεμένους ήδη με σχοινιά εξαιτίας των καιρικών συνθηκών. Σίγουρα, η ανάβαση είναι πιο εύκολη κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Κοντά στο διάσελο βρίσκεται το μικροσκοπικό καταφύγιο Cabaña Verónica (2325μ.), το οποίο όμως δεν προλάβαμε να επισκεφθούμε.
Το εξαιρετικό ανάγλυφο, όπου ψηλές τραχιές κάθετες μυτερές κορυφές εναλλάσσονται με βαθιά φαράγγια, κοιλάδες και λιβάδια ή δάση οξιάς και βελανιδιάς, τα γραφικά πολύχρωμα χωριουδάκια, καθώς και οι δεκάδες πεζοπορικές διαδρομές που φέρνουν σε επαφή τον επισκέπτη με αυτό το θαυμάσιο τοπίο, καθιστούν τα Picos εξαίρετο πεζοπορικό και ορειβατικό προορισμό. Εμείς τα επισκεφθήκαμε το φετινό Πάσχα (2023), με το χιόνι να προσθέτει τη δική του μαγεία στις απόκρημνες κορυφές και τις ορθοπλαγιές. Εκτός από εμένα, την τριμελή μας ομάδα αποτελούσαν ο Βασίλης Θ. και η Κατερίνα Αναγνωστοπούλου, οι οποίοι ευτυχώς, σε αντίθεση μ’ εμένα, μιλούσαν ισπανικά, διότι η συνεννόηση στα αγγλικά είναι μάλλον δύσκολη.
*Ο Γεράσιμος Κακολύρης διδάσκει σύγχρονη ευρωπαϊκή φιλοσοφία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών ([email protected])
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας