To νέο βιβλίο του δημοσιογράφου Γιάννη Αλεξίου έχει θέμα του, όχι κάτι από τη μουσική όπως θα περίμενε κάποιος που γνωρίζει τον Γιάννη, αλλά το ποδόσφαιρο. Ναι, το ποδόσφαιρο. Αλλά όχι το σημερινό, το επαγγελματικό, αφορά το ποδόσφαιρο άλλων εποχών. Το βιβλίο λέγεται «Το ποδόσφαιρο που αγαπήσαμε - Στα τρία κόρνερ, πέναλτυ» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Oγδοο.
«Περιγράφω μια εποχή που δεν υπάρχει πια, διαφορετική», σημειώνει ο Γιάννης Αλεξίου. «Με τις αλάνες, την παλιά γειτονιά, με τα ξερά γηπεδάκια που ματώναμε τα γόνατά μας παίζοντας μπάλα, τις ανεξάρτητες ομάδες, τα θρυλικά τουρνουά ποδοσφαίρου, τα γήπεδα που ήταν γεμάτα κόσμο ακόμη και στις μικρότερες κατηγορίες, το όμορφο και συναρπαστικό ποδόσφαιρο των δεκαετιών 1970 και 1980, αλλά και όχι μόνο, τα ποδοσφαιρικά ινδάλματα και τις αφίσες τους στους τοίχους των νεανικών δωματίων, τη μανία συλλογής από χαρτάκια, αλλά και την ιερότητα των αθλητικών εφημερίδων και αθλητικών περιοδικών». Το βιβλίο των 312 σελίδων που εμπλουτίζεται από πλούσιο και πολύ σπάνιο φωτογραφικό υλικό που ζωντανεύει την εποχή θα παρουσιαστεί αύριο Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου, στις 6.00 το απόγευμα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Βιβλίου στο Πεδίον του Αρεως (σκηνή «Λόρδος Βύρων»). Θα το παρουσιάσουν ο αθλητικογράφος Χρήστος Σωτηρακόπουλος και ο τραγουδιστής Κώστας Μπίγαλης.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ναι, σίγουρα “το ποδόσφαιρο είναι το πιο σημαντικό πράγμα από τα λιγότερο σημαντικά στη ζωή”, όπως είπε ο Γιούργκεν Κλοπ.
»Ο ιδρώτας που κυλούσε αργά στο ξαναμμένο κορμί μας ήταν το παράσημο της νιότης. Το αντικείμενο του πόθου ήταν η μπάλα. Ανεκτίμητη όσο τίποτα άλλο μάς έπαιρνε τα μυαλά. Ολα γύρω από αυτή. Η μπάλα της γειτονιάς δεν είχε φραγμούς, ούτε όρια. Τα μικρά γηπεδάκια στις αλάνες της γειτονιάς, λόγω του μεγέθους τους, που μπορούσες να τα αλωνίσεις πάνω-κάτω αμέτρητες φορές με την αποκοτιά της ηλικίας, ενθάρρυναν το επιθετικό ποδόσφαιρο. Οι γρήγορες πάσες, οι κατεβασιές και τα πολλά γκολ σού έδιναν την εντύπωση ότι με όσα γκολ κι αν έχανε η ομάδα σου, μπορούσε να ανατρέψει το σκορ την τελευταία στιγμή. Δεν αφομοίωσα ποτέ κανένα σύστημα παίζοντας μπάλα, απλά σούταρα με όλη τη δύναμή μου, με όλη την ψυχή μου. Οι αλάνες περιβάλλανε τη διώροφη μονοκατοικία όπου μεγάλωσα…
»Με το ραδιόφωνο είχα πάντα μια στενή σχέση. Πιτσιρικάς ονειρευόμουν να αποκτήσω ένα τρανζιστοράκι για να ακούω τους ποδοσφαιρικούς αγώνες εκεί. Μάλιστα, όταν ο νονός μου με ρώτησε τι θέλω να μου κάνει δώρο, ένα τρανζιστοράκι απάντησα. Τίποτε άλλο. Ο νονός είχε τη δυνατότητα να μου κάνει δώρο ό,τι του ζητούσα, όσο ακριβό κι αν ήταν, όμως μόνο εκεί πήγε το μυαλό μου. Ετσι έπιασα στα χέρια μου ένα όμορφο κατακόκκινο ραδιοφωνάκι κι ένιωσα πολύ χαρούμενος. Η πλάκα είναι ότι δεν μου έδειξε κανείς πώς λειτουργεί το ραδιοφωνάκι, αλλά ούτε ήξερα κι εγώ πότε να ακούσω έναν αγώνα. Το ποδόσφαιρο, οι παίκτες και οι ομάδες ήταν μόνο στα χαρτάκια που μάζευα, αλλά και στις τηλεοπτικές μεταδόσεις. Ετσι, επινόησα ένα δικό μου πρωτάθλημα, με τις ομάδες που ήξερα τα ονόματα των παικτών και άρχισα να μεταδίδω τα παιχνίδια φωναχτά με το τρανζιστοράκι μου στο αυτί που ήταν κλειστό, αλλά η φωνή του ήμουν εγώ ο ίδιος. Αρχές δεκαετίας του 1970 και ήξερα όλους τους παίκτες. Δομάζος, Αντωνιάδης, Δεληκάρης, Υβ, Κελεσίδης, Μαύρος, Κούδας, Φουντουκίδης, Παπαϊωάννου… και δώσ’ του πάσες και δώσ’ του σουτ και να δοκάρια και νά σου γκολ. Φώναζα με όλη μου τη δύναμη όταν έμπαινε γκολ. Μου άρεσε να μεταδίδω χοροπηδώντας πάνω στο κρεβάτι της κρεβατοκάμαρας των γονιών μου, αλλά και στο σαλόνι που ήταν μεγάλο και μπορούσα να παίζω και μπάλα ταυτόχρονα, μεταδίδοντας τους αγώνες, να ντριπλάρω τα πόδια των τραπεζιών και να περνάω την μπάλα κάτω από τον καναπέ και να σκοράρω ανάμεσα στα πόδια από τις καρέκλες της τραπεζαρίας που είχε τρεις-τέσσερις στη σειρά στις δυο πλευρές της. Εμοιαζαν με τα τέρματα που βάζαμε κάνοντας σημάδια με μεγάλες πλίνθινες πέτρες στα γηπεδάκια της γειτονιάς. Μια μέρα όμως έσπασα ένα κινέζικο βάζο, πάνω σε μια ντρίπλα με το χάρτινο μπαλάκι που χρησιμοποιούσα, τις φορές που μου έκρυβαν το πλαστικό…
»Απέναντι από το σπίτι μου, σύνορα Νέας Σμύρνης με Παλαιό Φάληρο, εκεί που πιο πέρα ξεκινούσε ο Βουρλοπόταμος στην παλιά Αμφιθέα, ήταν το μαγαζάκι του θρυλικού τσαγκάρη, του κυρ-Γιώργη του Βενετσάνου, που έφτιαχνε τις σκάρες των παπουτσιών των παικτών του Πανιωνίου τη δεκαετία του ’50. Συγγενής του ήταν ο σέντερ-μπακ του Πανιωνίου, ο Αντώνης Βενετσάνος. Μιλάμε για την εποχή του Νίκου Πεντζαρόπουλου του “ήρωα του Τάμπερε” και του Θανάση Σαραβάκου, πατέρα του Δημήτρη Σαραβάκου. Ο περιώνυμος τσαγκάρης έκοβε σε λωρίδες το δέρμα, το κολλούσε στις σκάρες και κάρφωνε τα καρφιά με τέτοια μαεστρία που κανείς δεν τον έφτανε. Οσο για τον Δημήτρη Σαραβάκο, θυμάμαι που μας έλεγε, πιτσιρικάς, όταν παίζαμε γκαζάκια στην αλάνα που ήταν ακριβώς δίπλα από το σπίτι μου, πριν από τα μέσα του ’70, ότι θα γίνει μεγάλος παίκτης. Τα στήναμε στη σειρά, από αριστερά τα μεγαλύτερα και δεξιά προς τα μικρότερα σε μέγεθος. Μετά τα σημαδεύαμε από αρκετή απόσταση με βόλους, τους γαλατάδες, όπως τους λέγαμε λόγω του λευκού χρώματος…»
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας