Η ιστορικός τέχνης και ανεξάρτητη επιμελήτρια Κατερίνα Γρέγου είναι ένα κεφάλαιο στη σύγχρονη διεθνή εικαστική σκηνή. Δυναμική και ριζοσπαστική, είναι περιζήτητη για τις διεθνείς εκθέσεις σύγχρονης τέχνης που στήνει σε όλη την Ευρώπη.
Η ιδρυτική διευθύντρια και επιμελήτρια του ΔΕΣΤΕ (1997-2002) ζει μόνιμα πλέον στις Βρυξέλλες, από το 2006. Το 2011 η Δανία την επέλεξε ως εθνική επίτροπο του περιπτέρου της στην Μπιενάλε της Βενετίας.
Είναι διευθύντρια του Art Brussels και φέτος το Βέλγιο της ανέθεσε την επιμέλεια του περιπτέρου του στην 56η Μπιενάλε της Βενετίας. Παράλληλα διοργανώνει εκθέσεις και συνεργάζεται με ανεξάρτητους οργανισμούς, ινστιτούτα, κέντρα καλών τεχνών.
Υστερα από δέκα χρόνια απουσίας, επιτέλους δέχθηκε και μια πρόσκληση από την πατρίδα της.
Η Κατερίνα Κοσκινά, καλλιτεχνική διευθύντρια της 5ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης με γενικό τίτλο «Παλιές Διασταυρώσεις - Make it Νew ΙΙΙ», την κάλεσε να αναλάβει την κεντρική έκθεση.
Και εκείνη ανταποκρίθηκε με χαρά. Μπορεί να δέχθηκε μετωπική με την κατάσταση στη χώρα μας, να βίωσε οριακές στιγμές, ωστόσο κατάφερε να δημιουργήσει σε 2.500 τ.μ. μια από τις ωραιότερες και πιο δυνατές εκθέσεις σύγχρονης τέχνης που έχουμε δει στον τόπο.
Επέλεξε για τίτλο τον αφορισμό του Αντόνιο Γκράμσι, «Από την απαισιοδοξία της νόησης στην αισιοδοξία της πράξης».
Τη συναντήσαμε στη Θεσσαλονίκη και μιλήσαμε για την τέχνη και την Ελλάδα της κρίσης.
• Είστε ικανοποιημένη από το τελικό αποτέλεσμα;
Δεν θα το πίστευα ποτέ πριν ότι θα είχαμε τέτοια Μπιενάλε. Και αυτό οφείλεται στις υπεράνθρωπες προσπάθειες των ανθρώπων του ΚΜΣΤ. Είμαι καταχαρούμενη και ευχαριστημένη. Κατ' αρχάς, κάθε έκθεση έχει περάσει από την αποδοχή των καλλιτεχνών. Ολοι είναι ενθουσιασμένοι. Αυτό που εισέπραξα ήταν πέρα από τις προσδοκίες μου. Δεν φαίνεται πουθενά ότι στήθηκε μέσα σε τρεις εβδομάδες. Και έπειτα, η έκθεση καθρεφτίζει τον τίτλο της. Οι δυσκολίες ήταν αντικατοπτρισμός της απαισιοδοξίας της νόησης. Το αποτέλεσμα είναι η αισιοδοξία της πράξης. Είναι συγκινητικό, γιατί αυτή είναι μια απάντηση, σε μια στιγμή όπου η Ελλάδα βιώνει μεγάλες δυσκολίες και ό,τι συμβαίνει εδώ περνάει από το μικροσκόπιο. Είναι μια απάντηση τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα ή ένα κομμάτι της Ελλάδας που λειτουργεί πραγματικά. Δεν υπολειτουργεί.
• Τον τίτλο της κεντρικής έκθεσης «Από την απαισιοδοξία της νόησης στην αισιοδοξία της πράξης» του Αντόνιο Γκράμσι, τον επιλέξατε γι' αυτό που σημαίνει ή και γιατί είναι μια φράση του Ιταλού κομμουνιστή ηγέτη και πολιτικού φιλοσόφου;
Και για τους δύο αυτούς λόγους. Θεωρώ πραγματικά ότι εμπεριέχει την παραδοξότητα της στιγμής, την οποία ζούμε σήμερα. Μέσα στις κρίσιμες καταστάσεις, όμως, δεν πρέπει να χάνουμε ούτε την αισιοδοξία ούτε τη φαντασία μας. Και διέξοδο προς αυτά δίνει η τέχνη. Από την άλλη, με ενδιέφερε πολύ ο Γκράμσι ως προσωπικότητα, πέρα από την πολιτική του δράση. Ως άνθρωπος προερχόμενος από την Αριστερά, ήταν βαθιά ουμανιστής και αλτρουιστής. Αντιμετωπίστηκε πολύ σκληρά από το φασιστικό καθεστώς, όπως και άλλοι διανοητές του αριστερού χώρου. Διαβάζοντας κανείς τα «Γράμματα» προς τους φίλους και τους συγγενείς του, βλέπει ότι νοιάζεται πολύ για εκείνους, αν και ο ίδιος βρίσκεται στη φυλακή και άρρωστος. Αν αυτό δεν είναι ηχηρό μήνυμα ενάντια στον ατομικισμό της εποχής μας, τότε δεν ξέρω τι είναι.
• Φανταζόσασταν πριν από μερικά χρόνια ότι η Μεσόγειος θα μετατραπεί σε ένα απέραντο νεκροταφείο μεταναστών;
Δεν θα έλεγα ότι μπορούσα να προβλέψω την έκταση της κρίσης, αλλά πάντα η Μεσόγειος είχε σοβαρά προβλήματα. Λίβανος, Παλαιστίνη, στρατιωτικό καθεστώς στην Αίγυπτο. Αυτό που μας προκαλεί τη μεγαλύτερη έκπληξη είναι το ευρωπαϊκό κομμάτι που βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση. Στη Μεσόγειο της Ευρώπης υπάρχει πλέον μεγάλο πρόβλημα.
• Και αυτό καταγράφεται στα έργα της έκθεσης. Ηταν η πρόθεσή σας;
Ηταν ο στόχος. Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει συνέπεια σε ό,τι έχω καταθέσει μέχρι στιγμής ως επιμελήτρια. Δεν μπορώ να δω την τέχνη έξω από την κοινωνία, την πολιτική, την οικονομία. Η τέχνη υποχρεώνεται να αρθρώσει πολιτικό λόγο και πρέπει να είναι εντελώς ελεύθερη. Εκείνο που με ενδιαφέρει κυρίως, είναι η τέχνη που ρίχνει μια διεισδυτική και κριτική ματιά σε αυτά που μας συμβαίνουν. Η θεματική της Μπιενάλε είναι η Μεσόγειος. Οταν με κάλεσε η Κατερίνα Κοσκινά είχα το ερώτημα αν ύστερα από δέκα χρόνια απουσίας, μπορώ να κάνω κάτι στην Ελλάδα. Δεν μπορούσα να φανταστώ μια έκθεση που δεν θα μιλάει για αυτά που μας ταλανίζουν, ξεκινώντας από την Ελλάδα, διότι θεωρώ αδύνατο να μιλήσεις για την Ελλάδα σήμερα, χωρίς να αναφερθείς στην κρίση. Και φυσικά η κρίση δεν είναι μόνον ελληνική. Η Μεσόγειος γενικά χαρακτηρίζεται ζώνη κρίσης. Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική, πείτε μου μία χώρα όπου όλα πάνε κατ' ευχήν. Δεν υπάρχει.
Από την άλλη, ήταν σημαντικό η έκθεση να μην αντικατοπτρίζει μόνο τις καταστροφές, αλλά να δίνει μια νότα χιούμορ και αισιοδοξίας. Να συνοψίζει πολύ καλά την κατάσταση όπου βρισκόμαστε. Που το παλιό έχει πεθάνει και το νέο δεν έχει ακόμα γεννηθεί. Σε αυτή τη χρονική στιγμή οι άνθρωποι ερχόμαστε αντιμέτωποι με δύο συναισθήματα και σκέψεις. Από τη μια, η βαθιά κρίση που βιώνουμε και από την άλλη, η επιθυμία να βγούμε από τις αντίξοες συνθήκες και να οραματιστούμε ένα καλύτερο μέλλον.
• Υπάρχουν αρκετά πολιτικά έργα στην έκθεση...
Αποφεύγω τη λέξη πολιτική τέχνη, γιατί είναι συνδεδεμένη με την στρατευμένη τέχνη. Θα έλεγα, έργα με πολιτική ενασχόληση…
• Οπως το «Χωρίς τίτλο» του Ιρλανδού Tom Molloy, που αποτελείται από 1.000 μικρές εικόνες, πολύχρωμες και παιδικές, που όταν τις κοιτάς από κοντά ανακαλύπτεις ότι πρόκειται για φωτογραφίες-μινιατούρες με στιγμές ανθρώπινης απελπισίας από ολόκληρο τον πλανήτη.
Ολες είναι φωτογραφίες από τα media. Και εδώ υπάρχει ένα ενδιαφέρον σημείο, που οφείλουμε να σταθούμε. Η τέχνη δεν είναι και δεν πρέπει να είναι η απλή αναπαράσταση της ζωής, όπως την ξέρουμε. Πρέπει να κοιτάει τα γνώριμα πράγματα, αλλά να τα περνάει από ένα φιλτράρισμα και να τα εκθέτει με λίγο διαφορετικό τρόπο. Για μένα αυτό κάνει η τέχνη. Κοιτάει τα πράγματα γύρω μας με διαφορετικό μάτι και μας επισημαίνει αδικίες, που οι κυρίαρχες δυνάμεις, είτε είναι πολιτικές είτε μιντιακές είτε οικονομικές, δεν θέλουν να δουν ή να καταλάβουν. Οι καλλιτέχνες είναι η συνείδηση της κοινωνίας. Ετσι λειτουργούν.
Η κρίση ανάγκασε την τέχνη να εγκαταλείψει το «λαϊφσταϊλίστικο» μοντέλο
• Υπάρχει μεγάλη διαφορά να εργάζεται κανείς στην Ελλάδα και στην Ευρώπη - και στην προκειμένη περίπτωση στο Βέλγιο, όπου ζείτε εσείς;
Ναι. Κατ' αρχάς θεωρώ πολύ δύσκολο να δουλεύει κανείς στην Ελλάδα της κρίσης και ιδιαίτερα στα εικαστικά, καθώς ο πολιτισμός έχει επηρεαστεί πολύ. Του ΚΜΣΤ, αν και διαθέτει τη συλλογή Κωστάκη, που δεν είναι αμελητέα, του έκοψαν εντελώς την επιχορήγηση. Εχουν μόνο για τους μισθούς. Η πρόσφατη προσωπική εμπειρία μου είχε πολύ αισιόδοξα και πολύ απαισιόδοξα στοιχεία. Ολοι μα όλοι οι άνθρωποι της Μπιενάλε κατέθεσαν τον καλύτερο εαυτό τους και από την άλλη, είχαμε ένα υπουργείο Πολιτισμού που κωλυσιεργούσε και μας δυσκόλευε. Οταν πήγα στο Βέλγιο το 2006, δεν γνώριζα κανέναν. Κανέναν όμως. Σήκωσα τα μανίκια, δούλεψα πολύ σκληρά και τελικά φέτος ανέλαβα τη διεύθυνση του βελγικού περίπτερου στην Μπιενάλε της Βενετίας. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει αξιοκρατία και σεβασμός. Οταν ένας άνθρωπος δουλεύει, ανεξαρτήτως αν τον συμπαθούμε ή όχι, η δουλειά του αναγνωρίζεται.
• Αισθανθήκατε από κάποιους Βέλγους συναδέλφους σας πικρία γι' αυτό που αναλαμβάνατε εσείς, ενώ θα μπορούσε να το αναλάβει ένας συμπατριώτης τους;
Ουδέποτε. Οι Βέλγοι είναι πολύ ανοιχτόμυαλος λαός και φιλικός προς τον πολιτισμό, που παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή τους. Κάθε βράδυ υπάρχουν δεκάδες καλλιτεχνικά projects στις Βρυξέλλες με θέατρο, μουσική, σινεμά, μόδα, εικαστικά. Δεν είναι καθόλου μια πόλη τεχνοκρατών, όπως έχει επικρατήσει η άποψη. Αντιθέτως, είναι πολύ ζωντανή, αλλά χρειάζεται να την ανακαλύψεις. Προσωπικά πάντως το Βέλγιο με έχει ευεργετήσει. Μου φέρθηκαν πολύ γενναιόδωρα.
• Θα κάνατε κάτι άμεσα στις Βρυξέλλες με επίκεντρο τη σύγχρονη εικαστική ελληνική δημιουργία;
Δεν ξέρω. Πέρυσι έκανα την έκθεση «No Country for Yοung Men: Contemporary Greek Art in Times of Crisis» με 33 καλλιτέχνες που διαπραγματεύονταν την κρίση. Ουσιαστικά συνέπεσε με την ελληνική προεδρία, αλλά δεν αποτέλεσε κομμάτι του προγράμματος. Και το ελληνικό κράτος, όχι δεν μας ενίσχυσε, αλλά προσπάθησε να σταματήσει την έκθεση γιατί δεν άρεσε η θεματολογία. Αν και είχα απ’ ευθείας πρόσκληση από το Palais de Beaux Arts (Bozar), ποτέ δεν κατάφερα να δω τον υπουργό Πολιτισμού Πάνο Παναγιωτόπουλο. Ενώ έμαθα από το Bozar ότι η ελληνική πλευρά θα προτιμούσε να μη γίνει η έκθεση. Τους απάντησαν, βέβαια, ότι «εμείς έχουμε επιλέξει την κ. Γρέγου κι αυτή την έκθεση θα κάνουμε». Ως γνωστόν προηγήθηκε η έκθεση «Ναυτίλος», για την οποία δαπανήθηκαν 600.000 ευρώ από το ελληνικό κράτος.
• Πώς βλέπετε σήμερα τη σύγχρονη ελληνική εικαστική σκηνή;
Πολύ καλύτερα από ό,τι την άφησα. Νομίζω ότι η κρίση μάς ανάγκασε να δούμε τα πράγματα λίγο διαφορετικά και οι καλλιτέχνες έχουν επηρεαστεί από αυτό. Παράγουν ενδιαφέροντα έργα, λειτουργούν σε κολεκτίβες συλλογικά, κάτι που δεν ήταν εφικτό πριν από δέκα χρόνια. Το μοντέλο ήταν πιο «λαϊφσταϊλίστικο», οι καλλιτέχνες ενδιαφέρονταν μόνο για την ατομική καριέρα τους κι αν θα πουλήσουν στον Δάκη Ιωάννου. Σήμερα βρίσκω ότι υπάρχει μια ενδοσκόπηση πολύ θετική και μια εξαιρετική παραγωγή έργων.
• Πώς σας φάνηκε η απόφαση των διοργανωτών της Documenta του Κάσελ να ξεκινήσει το 2017 από την Αθήνα;
Είναι εξαιρετική ιδέα και πολύ γενναία από την πλευρά του καλλιτεχνικού διευθυντή Ανταμ Σίμτζικ, γιατί πέφτει κατ' ευθείαν στα βαθιά νερά.
• Συναισθηματικά σήμερα η Κατερίνα Γρέγου πού αισθάνεται ότι ανήκει;
Ο μετανάστης δεν αισθάνεται ότι ανήκει μήτε στην πατρίδα του μήτε στον τόπο παραμονής του. Αυτό βιώνω και εγώ. Συναισθηματικά ο τόπος μου είναι η Ελλάδα. Η καρδιά χτυπάει στην Ελλάδα και το μυαλό στο Βέλγιο.
Η διοργάνωση κινδύνευσε από τη στάση του ΥΠΠΟ
• Είναι γνωστό ότι όλη η ομάδα της διοργάνωσης, και εσείς προσωπικά κάνατε αγώνα δρόμου μέχρι να φτάσετε στην ημέρα των εγκαινίων της 5ης Μπιενάλε. Πότε αντιμετωπίσατε τη μεγαλύτερη δυσκολία;
Από τις 19 Μαρτίου εκκρεμούσε η τοποθέτηση του διοικητικού συμβουλίου του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Κι ενώ τα χρήματα υπήρχαν, δεν μπορούσαν να αποδεσμευτούν, καθώς δεν υπήρχε πρόεδρος για να υπογράψει. Η πιο κρίσιμη στιγμή ήταν τη Δευτέρα 25 Μαΐου, όταν τηλεφώνησε ο μεταφορέας και μας είπε: «Αν δεν έρθουν τα έργα αυτή την εβδομάδα, η Μπιενάλε απλά δεν θα γίνει». Για πρώτη φορά σκέφτηκα να αποσυρθώ. Είπα στους συνεργάτες μου πως «αν δεν έχουμε επίσημη απάντηση από το υπουργείο Πολιτισμού μέχρι την Τετάρτη, θα ακυρώσω τη συμμετοχή μου». Στεκόμουν με τη βαλίτσα στο χέρι. Ημασταν όλοι απελπισμένοι, πολύ στεναχωρημένοι και θυμωμένοι ταυτόχρονα. Επειτα από έκτακτες συναντήσεις, όπου έγιναν πολλά γκραν γκινιόλ, βρέθηκε η ενδιάμεση λύση και δόθηκαν οι αρμοδιότητες στη Μαρία Τσαντσάνογλου, διευθύντρια του ΚΜΣΤ. Ωστόσο, δεν έχω καταλάβει ακόμα γιατί έγινε όλο αυτό. Πόσο δύσκολο είναι να τοποθετηθεί ένα συμβούλιο μέσα σε δυόμισι μήνες, ενώ μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων είναι έτοιμη και περιμένει το υπουργείο Πολιτισμού. Δεν μπορεί ένα υπουργείο να κρατάει σε ομηρία μια 10ετή διοργάνωση, ανθρώπους που θέλουν να δουλέψουν και δεν είναι οι κλασικοί Ελληνες δημόσιοι υπάλληλοι.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας