Μια φορά και έναν καιρό -όχι και τόσο παλιά δηλαδή- κάποιοι άνθρωποι έφτιαξαν για τον ΑΝΤ1 μια καταπληκτική τηλεοπτική σειρά που είχε τόση επιτυχία που άλλαξε σχεδόν τον χάρτη των τηλεοπτικών σειρών στα κανάλια. Ομως οι «Αγριες μέλισσες» δεν ήταν μόνο η μεγάλη της επιτυχία, ήταν και ο άψογος τρόπος που φτιάχτηκε μια καθημερινή σειρά εποχής αλλά και ο σχεδόν ακομπλεξάριστος τρόπος με τον οποίο δόθηκαν σ’ αυτήν κάποιες εποχές-ταμπού ώς τώρα της ελληνικής ιστορίας, όπως π.χ. η χούντα. Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα αλλά η μεγάλη επιτυχία έτσι κι αλλιώς σου δίνει μετά τη δυνατότητα να κάνεις ό,τι θες και όπως το θες με φοβερή οικονομική άνεση. Μετά λοιπόν τις «Αγριες μέλισσες» περιμέναμε το ΤΙ θα ακολουθήσει απ’ αυτούς και όταν εμφανίστηκε είπαμε ΓΙΑΤΙ;..
Γιατί τη «Μάγισσα»; Γιατί μια σειρά που λέγεται «Μάγισσα» σε μια χώρα που δεν έχει καμιά παράδοση σε κάτι τέτοιο, ούτε καν στον χώρο του θεάματος. Ισως είναι το άπλετο φως του ήλιου που λούζει αυτή τη χώρα, ίσως είναι και το γεγονός πως πρόκειται για μια καθαρά χριστιανική ορθόδοξη χώρα που δεν έχει στην παράδοσή της τέτοια πράγματα - άντε να φτάνει μέχρι τις καφετζούδες, τις χαρτορίχτρες, άντε και τα μαγιολίκια δήθεν από τη Σμύρνη...
Η περσινή πρώτη «Μάγισσα» όμως ήταν από τη Μάνη και διαδραματίζεται το 1817. Το τι γινόταν φυσικά δεν λέγεται. Πέρα από το γεγονός πως ήταν ολοκάθαροι, με φρεσκοσιδερωμένα ρούχα, τρώγανε πρόγευμα κοντινένταλ καλού ξενοδοχείου τα πρωινά στους πύργους τους και χρησιμοποιούσαν το ΟΚ το οποίο ως γνωστόν πρωτογράφτηκε το 1839 στην Αμερική. Το σημαντικό όμως δεν ήταν αυτό, το σημαντικό ήταν πως ούτε ατμόσφαιρα μιας σειράς που λέγεται «Μάγισσα» είχε, ούτε η ηθοποιός που έπαιζε τη μάγισσα είχε έναν τρόπο ερμηνείας για να πείσει γι’ αυτό, αλλά ούτε τα υποτίθεται μαγικά της που εμφανίζονταν μιας στις τόσες έπαιζαν ρόλο στην υπόθεση...
Για να μην τα πολυλογούμε, η επιτυχία της περσινής μάγισσας έφερε τη φετινή «Μάγισσα», όπου εδώ πια στην κυριολεξία χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Κατ’ αρχήν εξελίσσεται και το 1710 και το 1910. Μετά, κατά το 1710 οι Βενετσιάνοι σύμφωνα με τη σειρά είχαν κατακλύσει τη Μάνη σε βαθμό να βλέπεις στην οθόνη ρούχα, αντικείμενα πράγματα και θάματα που θυμίζουν περισσότερο τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία των Δόγηδων παρά τη Μάνη των σκληροτράχηλων απογόνων Σπαρτιατών.
Φυσικά κάποιο ελληνικό στοιχείο δεν υπάρχει, άσε που εδώ η μάγισσα και τα μαγικά ξεπερνούν και την πιο τρελή κωμωδία και σε κάνουν να απορείς αν οι άνθρωποι που έφτιαξαν τις «Αγριες μέλισσες» δεν τα κατάφεραν απλώς ή αποφάσισαν να κάνουν το κέφι τους, να φτιάξουν μια παρωδία να μας κοροϊδέψουν. Φυσικά όλη αυτή η βενετσιάνικη ατμόσφαιρα παρουσιάζεται με πιο φτηνό τρόπο απ’ ό,τι αν ήταν μια ξένη σειρά. Οσο για την ατμόσφαιρα της σειρά «Μάγισσα - Φλεγόμενη καρδιά», δείχνει απόλυτη άγνοια για το τι σημαίνει ένας σκηνοθέτης να ξέρει τι θέλει να κάνει, πώς να το κάνει, πώς να ενορχηστρώσει τους υπόλοιπους συντελεστές και να φτιάξουν τη σωστή ατμόσφαιρα, γιατί μιλάμε για σειρά που λέγεται «Μάγισσα» και υπάρχουν σκηνές που γίνονται μαγικά μέσα στην εκκλησία με άπλετο φως, χωρίς καν λίγο ημίφως και χωρίς κάποιο γκρο πλαν στα πρόσωπα των αγίων στις εικόνες ή στα κεριά ας πούμε, με ανθρώπους που κυκλοφορούν στη Μάνη σαν να είναι στην πλατεία του Αγίου Μάρκου και με μια υπόθεση που σε αφήνει άλαλο.
Φυσικά μάγισσες υπήρχανε καθ’ όλη τη διάρκεια ιστορίας του σινεμά, όπως και στην τηλεόραση. Θυμάμαι τη θρυλική «Μάγισσα» με την Ελίζαμπεθ Μοντγκόμερι, που ήταν κωμική σειρά και παιζόταν στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’60 στην Αμερική και στις αρχές του ’70 στην ελληνική τηλεόραση, όπως και την πιο δραματική σειρά «Μάγισσες», που παίχτηκε πριν από καμιά 20ετία στο Star Channel, όπως και την απολύτως σκοτεινή σειρά «Μάγισσες» που παιζόταν μέχρι πρότινος σε συνδρομητικό κανάλι. Δεν θα μπορούσαν να είχαν ρίξει μια ματιά ο σκηνοθέτης αλλά και ο σεναριογράφος σε απλές τουλάχιστον, αλλά πετυχημένες περιπτώσεις για να πάρουν μια ιδέα; Γιατί κατά τα άλλα δεν ξέρεις αν πρέπει να γελάσεις βλέποντας ή να λυπηθείς για τους συντελεστές ή τους ηθοποιούς, δεν ξέρεις αν πρέπει να λυπηθείς για τα λεφτά που έχουν δοθεί και φυσικά δεν ξέρεις αν είναι καλύτερο να δεις τη «Μάγισσα» στον ΑΝΤ1 ή να ακούσεις το παλιό ρεμπέτικο «Μάγισσες φέρτε βότανα»...
Παρεμπιπτόντως...
● Δεν θα ήταν κακή ιδέα όλοι όσοι κάνουν εκπομπές μαγειρικής στην ελληνική τηλεόραση -αλλά και αυτοί που απλώς μαγειρεύουν σε πρωινές ή άλλες εκπομπές- να δούνε τα πρωινά στην ΕΡΤ2 μια καταπληκτική εκπομπή, πρότυπο κατ’ εμέ για εκπομπές μαγειρικής, που είναι οι «Γεύσεις που μας ανεβάζουν», με έναν από τους σημαντικότερους Βρετανούς σεφ, τον Εϊνσλι Χάριοτ. Ας το δουν να καταλάβουν τι θα πει να κάνεις κάτι που να είναι και τηλεόραση και μαγειρική, να σου φτιάχνει το κέφι, να σου ανοίγει την όρεξη και να σε κάνει να θέλεις να μαγειρέψεις κι εσύ.
Είναι εκπομπή μαγειρικής, ντοκιμαντέρ για τη μαγειρική, έχει καλεσμένους, έχει ταξίδια, έχει κουζίνα, αλλά πάνω απ’ όλα αυτός ο άνθρωπος, όπως παλαιότερα μόνο η Ηλίας Μαμαλάκης στην ελληνική τηλεόραση, σου ανοίγει την καρδιά και σου ανοίγει την όρεξη και το ενδιαφέρον για τη μαγειρική. Γιατί έχει κέφι και αγάπη γι’ αυτό που κάνει και προφανώς ταλαντούχους ανθρώπους να το στήνουν σωστά. Μπροστά σε αυτή την εκπομπή όλες οι υπόλοιπες της ελληνικής τηλεόρασης απλώς σου κόβουν την όρεξη.
● Δεν έχεις λόγο να γράψεις κριτική για την επανεμφάνιση της εκπομπής «Αλ τσαντίρι νιουζ» του Λάκη Λαζόπουλου γιατί είναι ίδια ακριβώς όπως ήταν πριν σταματήσει, πριν από κάποια χρόνια. Καμιά αλλαγή. Τότε είχε σταματήσει γιατί είχε σταματήσει ο κόσμος να τη βλέπει, τώρα στην πρώτη της εμφάνιση έκανε 29,5% τηλεθέαση. Οπότε ή ο κόσμος μετάνιωσε ή ο κόσμος άλλαξε ή... ξέχασε, όλα δεκτά...
● Στην εκπομπή «Καλημέρα είπαμε;» προχθές, με κάποια αφορμή αντιδικίας ενός ηθοποιού και σκηνοθέτη και stand up comedian, του Αλέξανδρου Τσουβέλα, με τον Ηλία Φραγκούλη -σίγουρα θα είχε δίκιο ο Τσουβέλας-, η παρουσιάστρια αναρωτιόταν αν εκτός από το ερώτημα αν έχει όρια η σάτιρα πρέπει να σκεφτούμε και το αν έχει όρια η κριτική. Βεβαίως το αν έχει όρια η σάτιρα το συζητάνε αυτοί που προτιμούν να τα έχουν με όλους καλά και να κάνουν δημόσιες σχέσεις από το να έχουν το κουράγιο να σατιρίσουν τα κακώς κείμενα, αλλά το να αναρωτιέσαι αν έχει όρια η κριτική είναι να σαν αναρωτιέσαι αν έχει όρια το δοκίμιο ας πούμε - αρκεί να είναι κριτική φυσικά. Οποιος κατάλαβε κατάλαβε.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας