Η Ευρώπη έχει αρχίσει να τρομάζει. Γιατί η επικέντρωση στην ενσωμάτωση της Τουρκίας στον καπιταλιστικό κόσμο και στον εκσυγχρονισμό κράτους-κοινωνίας –αυτά προκύπτουν από μια προσεκτική μελέτη της νεωτερικής κοινωνικο-πολιτικής ιστορίας της Τουρκίας– για χρόνια είχε αγνοήσει δύο επίσης κεφαλαιώδη ζητήματα: το θεόδοτο του ισλαμισμού και την ποιότητα της δημοκρατίας.
Πράγματι, τέλη του 18ου και καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, εκδηλώθηκε ο ατελής εκσυγχρονισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέσω των δυτικοευρωπαϊκών επιρροών. Από τη δική μας ιστορία, είδαμε την παρακμή της μπροστά στους αναδυόμενους εθνικισμούς και τον δυτικό ιμπεριαλισμό. Από το 1908 έως το 1950 η δυτικοποίηση της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας παρουσιάζεται ως μεγάλη ενότητα υπό το βάρος του «θεμελιωτή» της, του Κεμάλ Ατατούρκ.
Ομως, ο κεμαλισμός υπήρξε το ταχύτερο και, συνάμα, πιο αυταρχικό υπόδειγμα εκσυγχρονισμού της σουλτανικής θεόδοτης κοινωνίας, η οποία έως την έλευση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κράτησε αποστάσεις από τον κόσμο της Μέσης Ανατολής. Το νεωτερικό τουρκικό κράτος συγκροτήθηκε μέσω βίαιων εθνοκαθάρσεων μαζικής κλίμακας –χαρακτηριστικά της πολιτικής των Νεοτούρκων και του Ατατουρκτσουλούκ (κεμαλισμού)–, κάτι που η τουρκική ιστοριογραφία, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, αντιμετωπίζει με μια παρατεταμένη άρνηση και σιωπή.
Στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα εκδηλώθηκαν όλα τα σύγχρονα θέματα έως τις οικονομικές κρίσεις του 1994 και του 2000-2001: η διαμόρφωση μιας πολιτικής των μαζών, τα στρατιωτικά πραξικοπήματα, τα προβλήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και η θέση της Τουρκίας στην παγκόσμια οικονομία.
Η πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα χαρακτηρίζεται από τις περίπλοκες σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. και τον αμφιλεγόμενο ρόλο της στη Μέση Ανατολή, τη στάση της απέναντι στο κλιμακούμενο Κουρδικό και την εμπλοκή της στο Κυπριακό.
Στην πορεία της σύγχρονης Τουρκίας διαγράφονται οι διαρκείς παλινδρομήσεις μεταξύ του κεμαλικού «βαθέος κράτους» και του ισλαμισμού, η ύπαρξη «μυστικού κράτους» που συνδέεται με μαφιόζικου τύπου οργανώσεις, η δίωξη και καταδίκη του Ταγίπ Ερντογάν και, εν συνεχεία, η αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του.
Η κυριαρχία αυτή σταδιακά οδήγησε στη θεμελίωση του ερντογανισμού, ήτοι του λαϊκού κράτους των πολιτικο-θρησκευτικών ισλαμιστών, στη φίμωση της ελευθερίας του Τύπου, στον έλεγχο του στρατού και της δικαιοσύνης και στην αμφισβήτηση του κεμαλικού κράτους.
«Οι Τούρκοι ψήφισαν τον Ερντογάν επειδή πίστεψαν ότι θα μπορούσε να βάλει ένα τέλος στο γιοκσουλούν (φτώχεια) και στο γιολσουζλούκ (διαφθορά) κι όχι επειδή ήθελαν ένα ισλαμικό κράτος» υποστηρίζει ο ιστορικός Erik j. Zürcher στο βιβλίο του «Σύγχρονη Ιστορία της Τουρκίας» (Αλεξάνδρεια, 2004).
Ο ιστορικός Τσούρχερ κάνει αυτές τις διαπιστώσεις καθώς αντιμετωπίζει το παράδοξο του ισλαμικού κινήματος που, από το 2005, τίθεται επικεφαλής της εκστρατείας διεκδίκησης μιας θέσης στα σαλόνια του κοσμικού πολιτισμού στηρίζοντας τις διαπραγματεύσεις για πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση (η Τουρκία ήταν συνδεδεμένο μέλος με την ΕΟΚ από το 1963 και είχε προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Τελωνειακή Ενωση το 1995).
Ο οδικός χάρτης σύνδεσης Τουρκίας-Ε.Ε., από το 1999 στο Ελσίνκι, συνεχίζεται με μια παρατεταμένη ειδική σχέση, υπό το βάρος δύο διαμορφωμένων τάσεων στην Ε.Ε. Της πρώτης που υποστηρίζει ότι, με την ενδεχόμενη ένταξη, η Τουρκία θα εισβάλει στα ευρωπαϊκά σαλόνια σαν ένα προϊστορικό μαστόδοντο, με αποτέλεσμα ο στόχος της ever closer Union (της ολοένα στενότερης Ενωσης) να καταστεί ανέφικτος. Της δεύτερης, που είναι διαμορφωμένη από τις αγορές. Η Ε.Ε. καλοβλέπει τα περίπου 750-800 δισ. του ΑΕΠ της Τουρκίας και τα περίπου 80 εκατομμύρια των καταναλωτών.
Επιπλέον, η δεύτερη τάση αναπτύσσει το επιχείρημα ότι σε εποχή αυξανόμενου θρησκευτικού ριζοσπαστισμού και ογκούμενης δυτικής ισλαμοφοβίας, η Τουρκία μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα εφικτού δημοκρατικού πλουραλισμού μιας ισλαμικής μεν κοινωνίας, που μακροπρόθεσμα θα βρει μιμητές και σε άλλες ισλαμικές χώρες. Και οι δύο τάσεις είναι ισλαμοφοβικές∙ και οι δύο έχουν δογματικά προβλήματα στα συγκείμενα μιας Ευρώπης που έχει ακόμα περισσότερα.
Το αποτυχημένο πραξικόπημα έδειξε μια χώρα διχασμένη, όχι στη βάση της αλλά –από πάνω προ τα κάτω– εξαιτίας του κατακερματισμού των τουρκικών ελίτ που αδιαφορούν για τη δημοκρατία: τη μεν κεμαλική, που ομνύοντας στη «θρησκεία της πολιτείας» διώκει τη θρησκεία λατρεύοντας εθνικά σύμβολα, και την ερντογανική, που ομνύοντας στον ισλαμισμό επινοεί αντιπάλους, λατρεύοντας επίσης εθνικά σύμβολα.
Το πραξικόπημα ήταν μια εξαγώγιμη απειλή και μια εσωτερική αυταρχική «πολιτική» απάντηση απέναντι σε ένα εξίσου αυταρχικό, ολοκληρωτικό καθεστώς του ενός εκλεγμένου νεοσουλτάνου. Δεν ήταν κάτι που σχετίζεται με τις, έως εδώ, ευρωπαϊκές πολιτικές διαδικασίες των κοσμικών κρατών. Και αυτό είναι που προκαλεί ανησυχίες.
Αίφνης η Ε.Ε., με ανοιχτά όλα τα εσωτερικά και οικονομικά της μέτωπα, αντιλαμβάνεται ότι δύσκολα θα μπορούσε να φορέσει μέικαπ Τουρκίας, διότι κάτι τέτοιο δεν θα την καθιστούσε σούπερ μοντέλα.
Τέλος, με βάση τις έως τώρα εξελίξεις, ένα μοιάζει βέβαιο: χωρίς εμπεδωμένη την ασφάλεια στο εσωτερικό της Ευρώπης, με κυρίαρχο το χάος στις θεόδοτες χώρες (Τουρκία, Μέση Ανατολή, Αφρική), η πολιτική βία θα μεταφέρεται (ήδη γίνεται) από τον ισλαμικό κόσμο προς τους κοντινότερους γείτονές του στην Ευρώπη. Αυτό θέλει να ανταλλάξει ο Ερντογάν, διώκοντας «εχθρούς», παίζοντας το προσφυγικό-μεταναστευτικό και με τους οπαδούς του να εκδηλώνουν πολιτισμικά αντανακλαστικά παρμένα copy-paste από τους ισλαμοφασίστες του ISIS.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας