Βρισκόμαστε στον εικοστό πρώτο αιώνα, δηλαδή σε μια εποχή προχωρημένης παγκοσμιοποίησης και όλα τα πράγματα μέσω των οποίων συγκροτούνται οι εθνικές κοινωνίες στο επίπεδο του πολιτικού, αλλάζουν ριζικά.
Εχουμε φτάσει στην ιστορική εκείνη καμπή, όπου δεν μπορούμε να διακρίνουμε εάν υφίσταται η τυπολογία των πολιτευμάτων όπως αυτή αναπτύχθηκε από τον Αριστοτέλη. Επίσης ζούμε σε συνθήκες όπου η νεωτερική αντιπροσωπευτική αρχή (Ρουσό) δοκιμάζεται ποικιλοτρόπως. Δεν θα συνεχίσω την απαρίθμηση των δομικών και ριζικών αλλαγών που χαρακτηρίζουν το πολιτικό στοιχείο στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Εκανα μόνον δύο ενδεικτικές αναφορές.
Στη σύντομη αυτή θεωρητικο-πολιτική παρέμβασή μου το ερευνητικό ενδιαφέρον μου (Interesse) έχει να κάνει με τις αλλαγές που έχει υποστεί η ελληνική κοινωνία ως πολιτικό σύστημα στην εποχή μας. Οταν μιλάμε για παγκοσμιοποίηση σε αναφορά με τη δομή και τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία αναφερόμαστε στην ιστορική φάση εξέλιξης της ανθρωπότητας που εκτείνεται από το έτος-τομή 1989 μέχρι τις μέρες μας. Αλλο ζήτημα είναι η οικονομική παγκοσμιοποίηση. Σ’ αυτήν την περίπτωση η αναφορά μας έχει να κάνει με την οικονομική δραστηριότητα του ανθρώπου.
Το ερώτημά μας διατυπώνεται ως εξής: Ποιες είναι οι επιπτώσεις της πολιτικής παγκοσμιοποίησης στον τόπο μας; Οταν μιλάμε για την παγκοσμιοποίηση και τον ρόλο της στη δομή και τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος (επί του προκειμένου) ενδιαφερόμαστε να πούμε πράγματα τα οποία εντοπίζουμε σε τρία επίπεδα: Στο πρώτο επίπεδο έχουν αλλάξει ριζικά οι σχέσεις ανάμεσα στο πολιτικό στοιχείο και το οικονομικό στοιχείο. Δεύτερον, οι κλασικοί εξωθεσμικοί παράγοντες (εχθροί ουσιαστικά) που διαμορφώνουν τις πολιτικές συνθήκες έχουν εκλείψει. Και το τρίτο επίπεδο δεν είναι άλλο από τη θεσμική διαχείριση των δημοκρατικών αρχών και διαδικασιών.
Η πρώτιστη πραγματολογική συνθήκη οργάνωσης και λειτουργίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος αναφέρεται στην πλήρη ενσωμάτωση των πραγματολογικών αρχών της παγκοσμιοποίησης στην «ελληνική περίπτωση». Στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης η πολιτική ως διαδικασία αποφάσεων που αναφέρονται (κατά τον Αριστοτέλη) στο «ευ ζην» δεν είναι αυτόνομη δραστηριότητα. Ετεροκαθορίζεται από το οικονομικό υποσύστημα. Με απλά λόγια η οικονομία υπερισχύει της πολιτικής. Και επιπλέον ορίζει την ίδια την πολιτική. Στο ερώτημα: Πώς αυτή η πραγματολογική αρχή της παγκοσμιοποίησης εκφράζεται στην «ελληνική περίπτωση» η απάντηση είναι η εξής: Οι οικονομικώς ισχυρές κοινωνικές ομάδες (εφοπλιστές, βιομήχανοι, κεφαλαιοκράτες κ.λπ.) διεκδικούν μερίδιο πολιτικής εξουσίας. Αποτέλεσμα αυτής της διεκδίκησης είναι η υπονόμευση της πολιτικής, ακόμη και στο επίπεδο του ετεροπροσδιορισμού της. Χειροπιαστό παράδειγμα τέτοιου τύπου αντιπαράθεσης είναι η σύγκρουση που προσφάτως εκδηλώθηκε ανάμεσα στον ισχυρό (οικονομικώς) παράγοντα ονόματι Βαγγέλης Μαρινάκης και τον πρωθυπουργό της χώρας μας Κυριάκο Μητσοτάκη.
Εάν εξετάσει κανείς αυτήν την αντιπαράθεση (μπορεί να ονομαστεί και σύγκρουση συμφερόντων) θα διαπιστώσει ότι τα δύο αυτά δομικά και συγκροτησιακά κοινωνικά υποσυστήματα (δηλαδή το οικονομικό και το πολιτικό) στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης διεξάγουν μεταξύ τους έναν θανάσιμο αγώνα για την ισχύ (Macht). Στο δεύτερο ερευνητικό επίπεδο η υπεροχή της οικονομίας έναντι της πολιτικής αποτυπώνεται ως αλλαγή στους εξωθεσμικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τις πολιτικές συνθήκες. Τώρα δεν έχουμε ούτε τα ανάκτορα, ούτε τον στρατό, αλλά ούτε και τον αλλοεθνή παράγοντα να παίζει τον ρόλο του. Σήμερα οι οικονομικώς ισχυροί όχι απλώς επηρεάζουν τους πολιτικούς στη λήψη των αποφάσεων, αλλά καθίστανται τελικά οι ίδιοι οι πολιτικοί δρώντες και ομιλητές. Ο ετεροκαθορισμός της πολιτικής έχει καταστεί για την περίπτωση του ελληνικού πολιτικού συστήματος εγγενές δομικό στοιχείο. Στο τρίτο ερευνητικό επίπεδο οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης στη δομή και τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος ονομάζονται παθογένειες της πολιτικής και του κοινοβουλευτισμού. Η δημοκρατία δεν είναι πολίτευμα. Η δημοκρατία είναι συνθήκη διαχείρισης ετερόκλητων οικονομικών συμφερόντων. Από τις δύο δομικές και λειτουργικές αρχές της δημοκρατίας (την αντιπροσωπευτική και τη δημοκρατική) μπορεί να λειτουργεί τυπικά (και σύμφωνα με το Σύνταγμα) η αντιπροσωπευτική, αλλά η δημοκρατική αρχή δεινοπαθεί και βρίσκεται σε διαρκή υποχώρηση.
Προσπάθησα να είμαι όσο γινόταν πιο αναλυτικός και επιπλέον να στηριχτώ στις πρόσφατες πολιτικές εμπειρίες της κοινωνίας (όπως αυτές μπορούν να ανασυγκροτηθούν), αλλά τώρα θέλω να κάνω μία τελευταία (αλλά θεμελιώδη) θεωρητικο-πολιτική παρατήρηση. Και αυτή είναι η εξής: Οι αλλοιώσεις που χαρακτηρίζουν το πολιτικό σύστημα του τόπου μας δεν καθίστανται συνειδησιακό κτήμα της κοινωνίας μας. Οι επιμέρους κοινωνικές τάξεις εξαντλούνται στη διεκπεραίωση των οικονομικών δραστηριοτήτων τους. Οι οικονομικώς ισχυροί επιδιώκουν να ικανοποιήσουν τα συμφέροντά τους εις βάρος του κοινού συμφέροντος. Και οι πολιτικοί κωφεύουν μπροστά στην άβυσσο που έχει δημιουργηθεί. Ολα αυτά είναι ενδείξεις ενός θεμελιακού ελλείμματος, το οποίο δεν είναι άλλο από την «έκλειψη της συνείδησης». Κανένας δεν συγκροτείται ως συνειδησιακό υποκείμενο. Και αυτό συνιστά την άβυσσο, στην οποία όλοι μαζί θα πέσουμε.
*Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας