Η συγγραφή αυτής της ανάλυσης είχε αρχίσει πριν ξεσπάσει το σκάνδαλο στις Βρυξέλλες, που έδωσε εκ νέου αφορμή να διασύρουν κάποιοι την Ελλάδα προβάλλοντας κύρια τη σύλληψη της Ελληνίδας αντιπροέδρου. Αφορμή υπήρξε συνομιλία μου με κορυφαίο γερμανομαθή καλλιτέχνη, σοσιαλδημοκράτη διανοούμενο, ο οποίος με «ήλεγξε» διότι σε ένα τόσο κατατοπιστικό άρθρο περί σοσιαλδημοκρατίας δεν φθάνω σε ένα «διά ταύτα»: ήτοι στους λόγους που το SPD υπέστη μια τέτοια μετάλλαξη της πολιτικής του. Εξ αυτού και το παρόν κείμενο κατατίθεται σαν το β΄ μέρος προηγούμενης ανάλυσης με τίτλο «Εργασία και Σοσιαλδημοκρατία σε μετεξέλιξη» (βλ. «Εφ.Συν.», 6/12/22).
Η πεμπτουσία κάθε σοσιαλιστικής, σοσιαλδημοκρατικής, κομμουνιστικής κ.ο.κ. ιδεολογίας εκπηγάζει από τον πυρήνα της έννοιας εργασία. Η πολιτική σημασία της εργασίας εντοπίζεται στο επίκεντρο ιστορικών αναλύσεων («Το Κεφάλαιο» κ.ά.) ενώ εκδηλώνεται σταθερά στη διάρκεια αγώνων της εργατιάς κατά τους δυο περασμένους αιώνες και στην αέναη αντιπαράθεση ανάμεσα στα κόμματα της προόδου και της συντήρησης. Πρώτα στην Αγγλία και στην Αμερική, αργότερα σε χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου, ρόλο καθοδήγησης των εργαζομένων και την ευθύνη των διεκδικήσεών τους ανελάμβαναν οι κλαδικές τους ενώσεις, ήγουν τα εργατικά συνδικάτα. Ηταν αναμενόμενο να βρίσκονται τα συνδικάτα κι οι ηγέτες τους μόνιμα στο στόχαστρο της εργοδοσίας και του κεφαλαίου. Τούτο μέσω καταδίωξης στελεχών, συνάμα δε εκβιασμών, αλλά ακόμη και της εξαγοράς τους.
Μέσα από την αναδιάρθρωση των σχέσεων εργασίας - κεφαλαίου και πολιτικής έμελλε να μεταλλαχθεί βαθμιαία κι ο οργανωτικός ρόλος των κομμάτων, που σήμαινε απαξίωση της εσωκομματικής τους λειτουργίας. Τούτο είχε επιπτώσεις ιδιαίτερα στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, όπου η κομματική ζωή των στελεχών εκτοπίστηκε σταδιακά από τα κέντρα αποφάσεων. Με τη χρήση και των νέων τεχνολογιών διευκολύνθηκε η υποκατάσταση των οργάνων από κλειστές ομάδες συμφερόντων ενώ στο οργανωτικό των κομμάτων παρέμεναν τυπικά και μόνο ταμπέλες. Μέλη αυτών των ομάδων δρουν πλέον και συνεργούν σε εγχώριο και διεθνές πλαίσιο ανεξέλεγκτα.
Αναπόφευκτο αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών μεταλλάξεων ήταν να εμφανιστεί και διογκωθεί εσχάτως το φαινόμενο της διαφθοράς: οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής. Μέσω αυτής επήλθε, οιονεί νομοτελειακά, η ανατροπή στη θεμελιακή σχέση πολιτικής και οικονομίας, όταν πλέον η δεύτερη δεν υπόκειταν στην πρώτη με αποτέλεσμα ένα πολυεθνικό πλέγμα οικονομικών διαπλοκών (βιομηχανία, τράπεζες, τεχνοκρατία, στρατιωτικά κέντρα κ.ο.κ.) όχι μόνο να υπερισχύει της πολιτικής αλλά και να επιβάλλει στους εκπροσώπους της σχέδιά του για θεσμική νομιμοποίηση. Οι πολιτικοί καθίστανται διεκπεραιωτές και λειτουργούν σε έναν βαθμό υπαλληλικά, ενώ το υπερκείμενο σύστημα συμβάλλει στην προώθησή τους αποκλείοντας στοχευμένα άλλους.
Ο τύπος του μιντιακά εκκολαπτόμενου «φερέλπιδος» νέου πολιτικού ανταγωνίζεται εκείνον του εξωνημένου συνδικαλιστή, εκμοντερισμένου εργατοπατέρα της μεταπολεμικής περιόδου. Αμφότεροι συνεργούν σε μιαν υποβάθμιση των εσωκομματικών λειτουργιών, όπου τις οργανωτικές διαδικασίες του κόμματος διεκπεραιώνουν γνωστές εταιρείες δημοσίων σχέσεων ή διαφημιστικές. Οι ίδιοι επιδίδονται συγχρόνως σε προσοδοφόρες ενασχολήσεις, «αρπαχτές» ή διαμεσολαβητικές, «απευθείας» αναθέσεων κ.λπ. Το φαινόμενο διαχέεται προς την κοινωνία, σε διάφορους χώρους της οποίας διακινούνται από «έξυπνες» ιδέες μέχρι λαθραία είδη και «ουσίες», ενώ το «πλύσιμο» χρημάτων καλύπτει «λειτουργικές» ανάγκες μελών ομάδων συμφερόντων.
Πέρα από τις διάφορες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) που δρουν εν πολλοίς ανεξέλεγκτα και παράνομα, τη δημοκρατική λειτουργία θεσμών και πολιτικών κομμάτων απαξιώνουν ουσιαστικά οι αναφερόμενοι ως «λομπυϊστές», ήτοι όσοι δρουν οργανωμένα για την υλοποίηση σχεδίων ανάληψης έργων ή απλά κερδοσκοπίας.
H αποκάλυψη του σκανδάλου διαφθοράς των Βρυξελλών αντανακλά με άμεσο τρόπο την τρέχουσα κατάσταση στον πολιτικό και κοινωνικο-οικονομικό χώρο, όπως αναλύεται στο παρόν κείμενο. Το σκάνδαλο αυτό όμως αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου καθότι οι παροικούντες τη βελγική πρωτεύουσα είναι γνώστες σειράς παρόμοιων, ίσως και μεγαλύτερων, περιπτώσεων διαφθοράς. Εξ αυτού θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι η αποκάλυψη της ζέχνουσας υπόθεσης συνιστά ίσως μια πτυχή ανταγωνισμού ανάμεσα στους «κάπους» του φθοροποιού λομπυϊσμού των Βρυξελλών. Μια τέτοια εκδοχή δεν προσφέρεται σαν άλλοθι στην ευρωβουλεύτρια Εύα Καϊλή ούτε φυσικά στους λογής (πρώην - νυν) πάτρωνές της. Εστω και αν η ίδια έπεσε στα δίχτυα μαφιόζικου εγκληματικού τριγώνου, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται ο γενικός γραμματέας της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Συνδικάτων (ITUC), Luca Vincentini…
Εκτός από την επ’ αυτοφώρω συλληφθείσα Θεσσαλονικέα (φευ!) εκπρόσωπο της χώρας στο Ευρωκοινοβούλιο, υπόλογοι εν προκειμένω είναι κι εκείνοι που ωθούσαν ένα ευειδές θήλυ άτομο στα υψηλά επίπεδα της πολιτικής, αποκλείοντας συνάμα άλλους(-ες), οι οποίοι(-ες) διέθεταν μόνο κάποιο ιστορικό αγώνων και ενεργό δράση χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Ο Θεσσαλονικεύς συνταγματολόγος Ευάγγελος Βενιζέλος, μέγας απών ως κοινοβουλευτικός ρήτωρ, πρέπει να γνωρίζει καλά ορισμένους εξ αυτών ως και σειρά άλλων oύτω πώς ευνοηθέντων.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας