Το πιο πιθανό είναι ότι ελάχιστοι στην Ελλάδα είχαν ακουστά τη Σαμπίνε Λάουτενσλεγκερ μέχρι προχθές, οπότε ανακοίνωσε την παραίτησή της από το Διοικητικό και το Εκτελεστικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δύο ολόκληρα χρόνια πριν λήξει η θητεία της.
Ηταν η μόνη γυναίκα κεντρική τραπεζίτης στο κορυφαίο όργανο της ΕΚΤ, κι αυτό ίσως περιπλέξει κάπως την αντικατάστασή της μέχρι την 1η Νοέμβρη, οπότε η Κριστίν Λαγκάρντ αναλαμβάνει την ηγεσία της.
Η Σαμπίνε Λάουτενσλεγκερ είναι γνωστή σε όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στο αρχηγείο του ευρωσυστήματος για τις ριζικές –απόλυτα γερμανικές– αντιρρήσεις της στην πολιτική νομισματικής χαλάρωσης και χαμηλών επιτοκίων που επέβαλε ο Μάριο Ντράγκι την τελευταία πενταετία.
Το σκηνικό της σύγκρουσης στο «ιερατείο» της ΕΚΤ επαναλήφθηκε πρόσφατα, όταν στις 12 Ιανουαρίου ο Μάριο Ντράγκι κατάφερε να αποσπάσει τη συμφωνία της πλειοψηφίας των μελών του Δ.Σ. της ΕΚΤ στη νέα μείωση των επιτοκίων και στον νέο κύκλο ποσοτικής χαλάρωσης από τον προσεχή Νοέμβριο, με αγορές ομολόγων 20 δισ. τον μήνα και για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.
Η Λάουτενσλεγκερ τέθηκε επικεφαλής του «γερμανικού» μπλοκ των κεντρικών τραπεζιτών που αντιστάθηκαν στα τελευταία μέτρα της ΕΚΤ, στο οποίο παραδόξως, πέρα από τους γνωστούς «βόρειους» (Ολλανδούς, Αυστριακούς, Φινλανδούς), προστέθηκε εσχάτως και ο επικεφαλής της γαλλικής κεντρικής τράπεζας, ο Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, ένας από τους ανθυποψηφίους της Κριστίν Λαγκάρντ για τη θέση του προέδρου της ΕΚΤ, ο οποίος διατύπωσε ανοικτά τις επιφυλάξεις του για τα νέα μέτρα της ΕΚΤ.
Καλοί γνώστες του «κώδικα επικοινωνίας» των κεντρικών τραπεζιτών επισημαίνουν ότι η «αιφνίδια» παραίτηση της Σαμπίνε Λάουτενσλεγκερ είναι απλώς μια από σειρά κινήσεων που μεθοδεύει το Βερολίνο και οι στενότεροι σύμμαχοί του, προκειμένου να οριοθετήσουν εγκαίρως τις ελευθερίες της Κριστίν Λαγκάρντ, να της καταστήσουν σαφές ότι δεν θα ανεχτούν υπερβολική χρήση της «ανεξαρτησίας» που απολαμβάνει η ΕΚΤ και ο επικεφαλής της.
Αυτό είναι το «γερμανικό παράδοξο», μια και την αμφιλεγόμενη «ανεξαρτησία» της ΕΚΤ, όλων των κεντρικών τραπεζών του ευρωσυστήματος και, τελικά, και των εποπτευόμενων από την ΕΚΤ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, την επέβαλε η γερμανική ελίτ, μαζί με την εγκατάσταση του βασιλείου του ευρώ στη Φρανκφούρτη.
Ιθύνων νους αυτής της αντιφατικής στάσης έναντι της ΕΚΤ υπήρξε, ως γνωστόν, ο Βόλφγκαγκ Σόιμπλε που δεν σταμάτησε ούτε στιγμή στη διάρκεια θητείας του Ντράγκι να εξαπολύει πυρά κατά της νομισματικής χαλάρωσης και των χαμηλών επιτοκίων.
Τώρα που άλλαξε θώκο, τον ρόλο του έχουν αναλάβει ο επικεφαλής της Bundesbank Γενς Βάιντμαν, φυσικά η Σαμπίνε Λάουτενσλεγκερ τόσο με τη στάση της στο Δ.Σ. της ΕΚΤ όσο και με την παραίτησή της, η εφημερίδα «Bild» που παρουσίασε τον Μάριο Ντράγκι ως «κόμη Ντράγκιλα» που ρουφάει τις αιματηρά εξοικονομημένες καταθέσεις των Γερμανών, αλλά –για να μη μένουν αμφιβολίες ότι οι αποστάσεις μεταξύ χυδαίου λαϊκισμού και καθωσπρέπει επίσημης πολιτικής μπορεί να είναι και μηδενικές– και η ίδια η Ανγκελα Μέρκελ.
Μιλώντας προχθές σε εκδήλωση της «Frankfurter Allgemeine Zeitung» στη Φρανφκούρτη –στο ίδιο το «γήπεδο» της ΕΚΤ– ανέφερε:
«Η πολιτική χαμηλών επιτοκίων απασχολεί τους ανθρώπους στην Ευρώπη, αλλά γίνεται αντιληπτή με εντελώς διαφορετικό τρόπο σε χώρες όπως η Ελλάδα ή η Ολλανδία. Το πολιτικό καθήκον που έχουμε είναι ασφαλώς να μην έχουμε υπερβολικές απαιτήσεις από τη νομισματική πολιτική. Αυτό απαιτεί σωστές μεταρρυθμίσεις, κατάλληλη νομισματική πολιτική και σύγκλιση των οικονομιών της ευρωζώνης σε μια περισσότερο ομοιογενή ανταγωνιστικότητα».
Τόσο πολλές κοινοτοπίες μαζεμένες σε μια τόσο σύντομη φράση για να αποκρυβεί το πραγματικό πρόβλημα της γερμανικής ελίτ: η γερμανική οικονομία, πολύπλευρα ευνοημένη από τη συγκρότηση της νομισματικής ένωσης και από τη λειτουργία της ως «ένωσης εμπορικών μεταβιβάσεων» υπέρ της Γερμανίας, δηλαδή απόσπασης τεράστιων πλεονασμάτων από τις χώρες της ευρωζώνης, αλλά και από την ίδια την κρίση χρέους, βρίσκεται στα πρόθυρα ύφεσης. Και αν, προ αυτής, ήταν μία φορά κατά της χαλαρής νομισματικής πολιτικής, σήμερα είναι εκατό φορές.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας
Και αυτό δεν είναι ο μοναδικός λόγος αντίθεσης της γερμανικής ηγεσίας στην πολιτική του απερχόμενου Ντράγκι. Εξίσου ενοχλημένη είναι από τις πιο ηχηρές από ποτέ προειδοποιήσεις του προέδρου της ΕΚΤ ότι η νομισματική πολιτική εξαντλεί τα όριά της και πλέον μόνο οι δημοσιονομική πολιτική μπορεί να ανακόψει μια πορεία προς την ύφεση.
Παρότι η γερμανική κυβέρνηση είναι πιθανό διατεθειμένη με έμμεσους τρόπους να αυξήσεις τις δημόσιες δαπάνες, δεν θέλει αυτό να πάρει χαρακτήρα απόκλισης ή και αναθεώρησης των δημοσιονομικών κανόνων της ευρωζώνης, δηλαδή του Συμφώνου Σταθερότητας, όπως αρκετοί πλέον ηγέτες χωρών και αξιωματούχοι ζητούν ανοικτά.
Και το τρίτο, και μάλλον σημαντικότερο, στοιχείο είναι ότι η γερμανική ηγεσία θα υπονομεύσει με κάθε τρόπο την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης που υποτίθεται ότι έχει συμφωνηθεί, κυρίως αρνούμενη να προωθηθεί το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και να διευρυνθεί η εποπτεία της ΕΚΤ σε όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένων των περιφερειακών γερμανικών τραπεζών (Landesbank).
Η παραίτηση Λάουτενσλεγκερ, οι δηλώσεις Μέρκελ και Βάιντμαν είναι απλώς τα τροχιοδεικτικά πυρά μιας νέας περιόδου εντάσεων στις σχέσεις γερμανικής ελίτ και ΕΚΤ. Η Κριστίν Λαγκάρντ «πολιορκείται» και η θητεία της στον θρόνο της Φρανκφούρτης αποκλείεται να την κάνει να πλήξει.
Ο Ντράγκι και τα ελληνικά ομόλογα
Η αλλαγή φρουράς στην ηγεσία της ΕΚΤ και η νέα γερμανική «επιθετικότητα» είναι άγνωστο πώς θα επηρεάσει την ένταξη της Ελλάδας στον νέο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης.
Ο Μάριο Ντράγκι πάντως –που όλα τα προηγούμενα χρόνια κράτησε τα ελληνικά ομόλογα εκτός QE με το αφιλεγόμενο επιχείρημα ότι ήταν σε πρόγραμμα– σε πρόσφατη τοποθέτησή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις Ελλήνων ευρωβουλευτών, υποστήριξε ότι τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούν να περιληφθούν στο πρόγραμμα αγορών ομολόγων της ΕΚΤ, «αν η αξιοπιστία ενισχυθεί και υπάρξουν οι προϋποθέσεις για την πιστοληπτική αναβάθμιση».
Ηταν μια μάλλον ανέξοδη κίνηση αβροφροσύνης, έπειτα από πολλά χρόνια πίεσης που οδήγησαν και στα capital controls, η οποία φυσικά δεν δεσμεύει τη διάδοχό του.
Πίεζε συστηματικά για σκληρά stress tests
Δεν είναι τυχαίο ότι η Σαμπίνε Λάουτενσλεγκερ σε όλη τη διάρκεια της θητείας της (από το 2014) ως μέλους του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ και αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου του Ενιαίου Μηχανισμού Εποπτείας (SSM) –μαζί με την Ντανιέλ Νουί μέχρι το 2018 και στη συνέχεια με τον Αντρέα Ενρια– δεν αντιτέθηκε μόνο στη νομισματική χαλάρωση, η οποία μάλιστα οδηγήθηκε και στο γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο, αλλά πίεζε συστηματικά για σκληρά stress tests στις τράπεζες και επίσης για έναν ισχυρό μηχανισμό εκκαθάρισής τους σε περίπτωση χρεοκοπίας.
Πρακτικά, ήταν εκ των εισηγητών του περίφημου bail in, δηλαδή της Οδηγίας για τις διασώσεις τραπεζών με χρήματα των μετόχων, των ομολογιούχων και των καταθετών –το μοντέλο που εφαρμόστηκε πιλοτικά στην Κύπρο–, στο όνομα της μη επιβάρυνσης των φορολογούμενων και του διαβόητου «ηθικού κινδύνου» που προκαλούν οι κρατικές διασώσεις.
Ωστόσο, η υποκρισία πίσω από αυτή την επιχειρηματολογία, που εκ πρώτης όψεως ακούγεται λογική, αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι η Λάουτενσλεγκερ ήταν επικεφαλής του μπλοκ κεντρικών τραπεζιτών που προειδοποιούσαν για ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων όσο η ΕΚΤ έχει την ευθύνη τόσο για τη νομισματική πολιτική όσο και για την τραπεζική εποπτεία.
Η αντίθεσή της στη συγκέντρωση των δύο ρόλων από την ΕΚΤ σχετίζεται προφανώς με την «προστασία» των γερμανικών τραπεζών από «αδιάκριτους» ελέγχους και με την παλιότερη πρόταση Σόιμπλε όργανα όπως ο ESM κι άλλοι μηχανισμοί της ευρωζώνης να γίνουν «ανεξάρτητες αρχές», στεγανές από κάθε πολιτικό έλεγχο και λογοδοσία.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας