Πολύπλοκες και μακροχρόνιες γεωλογικές διεργασίες επέδρασαν στη σημερινή μορφή του ελληνικού αιγιακού χώρου. Φτάνει να αναλογιστεί κανείς ότι τα νησιά, τα οποία με βεβαιότητα κατοικήθηκαν από τη νεολιθική εποχή, δεν είναι παρά οι κορφές των βουνών της καταποντισμένης Αιγηίδας. Στο σύνολό της η Νίσυρος διαθέτει έναν ιδιαίτερο πολιτισμό, ακριβώς λόγω αυτών των γεωλογικών διεργασιών που τις αντικρίζουμε σε όλο το νησί.
Επί το πλείστον ορεινή, σχεδόν στρογγυλή, βρίσκεται ανάμεσα από την Κω (10 ν.μ.), την Τήλο (8 ν.μ.) και μόλις 9 ν.μ. από τις μικρασιατικές ακτές. Ζει, κινείται και αναπνέει γύρω από το ηφαίστειο, στις εκρήξεις του οποίου οφείλει τη δημιουργία της. Πέρα από γενικό ή ακόμα το ειδικό επιστημονικό ενδιαφέρον, διατηρεί αλώβητα τα ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά της, τον πλούσιο λαογραφικό πολιτισμό και τα μνημεία της, δημιουργώντας μια μοναδική ταυτότητα που την καθιστά ξεχωριστή στο πολύνησο της Νότιας Δωδεκανήσου.
Η Νίσυρος είναι ένα καταπράσινο νησί, με πεζούλες και αναβαθμίδες (οι τάβλες των ντόπιων) για τις καλλιέργειες, κατάφυτο από βελανιδιές, πρίνους, συκιές, αγραμυτ(θ)ιές αλλά και καλλιέργειες ελιάς και αμυγδαλιάς. Οι επισκέπτες που έρχονται πρώτη φορά είναι βέβαιο ότι κάτι έχουν ακούσει για το πολυθρύλητο ηφαίστειό της. Αντικρίζοντάς το, αντιλαμβάνονται ότι δικαιολογημένα τη χαρακτηρίζει τόσο έντονα. Αλλωστε πρόκειται για μοναδικό γεώτοπο και το νεότερο από τα μεγάλα ηφαίστεια της Ελλάδας.
Εξίσου δύσκολα παραβλέπει κανείς τις απόκρημνες, ηφαιστειακής προέλευσης ακτές, τις παραλίες με μαύρο βότσαλο ή τις λίγες αλλά εξαιρετικής ομορφιάς αμμουδιές που απλώνονται στην ακτογραμμή της. Επίσης τα τρία κάστρα, τα τέσσερα κατοικημένα χωριά, όπως και τα θρησκευτικά μνημεία της. Η Παναγία Σπηλιανή, προστάτιδα του νησιού, ο Σταυρός στο Αργος, ο Αϊ-Γιάννης Θεολόγος στα Νικιά, ο Ταξιάρχης στον Εμπορειό, η Παναγία Κυρά στέκουν αδιάψευστοι μάρτυρες της ευλάβειας και των χριστιανικών καταβολών των Νισυρίων.
Η πόλη – τα μνημεία
Φτάνοντας στο λιμάνι του Μανδρακίου τα πρώτα κτίρια που αντικρίζετε είναι το ιταλικό διοικητήριο (η Καζάρμα των ντόπιων), χτισμένο το 1935. Παρά την ξεχωριστή μορφή τους, όλα τα οικοδομήματα της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα χτίστηκαν με επιμέλεια, ντόπια υλικά και παραδοσιακές τεχνικές. Στην ίδια γειτονιά βρίσκεται ο ναός του νεομάρτυρα Αγίου Νικήτα του Νισυρίου (Νίσυρος 1716-Χίος 1732). Ο ναός θεμελιώθηκε στις 27 Ιουλίου 1953 κοντά στην ερειπωμένη παλαιοχριστιανική βασιλική του Αϊ-Θεολού (Αγ. Ιωάννη Θεολόγου) στην ομώνυμη θέση, σε σχέδια του αείμνηστου καθηγητή αρχιτεκτονικής και ακαδημαϊκού Αναστάσιου Ορλάνδου. Οι εικόνες του ιστορήθηκαν από τον Νισύριο ζωγράφο Γεώργιο Κ. Σακλαρίδη (1956-1958), ενώ το δρύινο ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι έργο του αρχιτέκτονα Ευστάθιου Τσίκα.
Ο παραλιακός δρόμος οδηγεί στο Μανδράκι την πρωτεύουσα της Νισύρου και παραδοσιακό οικισμό, περνώντας από το λιμανάκι του Αγίου Σάββα. Ο αρχαίος λιμένας που αναφέρει ο Στράβων έχει προσχωθεί πριν από πολλούς αιώνες, πιθανόν όμως ήταν εδώ, στη θέση «Λίμνες», στην εύφορη περιοχή του Μανδρακίου κοντά στη γειτονιά του Αγίου Σάββα. Ο οικισμός και τότε απλωνόταν ανατολικά στο πλάτωμα του λόφου έως την απότομη πλευρά του προς τη θάλασσα. Στην αρχαϊκή και κλασική περίοδο βεβαιώνεται η ακμή του από τα ευρήματα των νεκροταφείων της περιοχής που ήταν σε χρήση από τον 7ο αι. π.Χ. έως τους πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους. Μεταξύ των ευρημάτων είναι δύο ανάγλυφες επιτύμβιες στήλες, χρονολογημένες στα μέσα του 5ου αι. π.Χ., σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο της Κωνσταντινούπολης (1). Στην ίδια γειτονιά βρίσκεται η Γιαννίδειος Εστία, δωρεά του Νισύριου ευεργέτη Νικολάου Γιαννίδη, που πλέον λειτουργεί ως αρχαιολογικό μουσείο.
Σύντομα θα φτάσετε στην πλατεία Ηρώων με το γοητευτικό βοτσαλωτό. Αμέσως μετά είναι ο παλιός ανεμόμυλος-κατοικία, ενώ παρακάτω το «Λευκαντιό» και η συνοικία «Πηαούλι» με το πηγάδι. Σε αυτό το σημείο η παραλιακή οδός σταματά. Η περιήγηση συνεχίζει με τα πόδια προς την «τάβλα του γιαλού», στα ριζά του θεόρατου βράχου, όπου προβάλλουν το Ιπποτικό κάστρο και το μικρό λιμανάκι, στο άλλοτε κέντρο του χωριού. Εδώ ήταν η εμπορική σκάλα, το τελωνείο, τα εμπορικά, τα καφενεία, εδώ έριχναν τον σταυρό τα Θεοφάνια. Σήμερα, στο γειτονικό ολόλευκο κτίριο μπορείτε να δείτε το πλουσιότατο σε εκθέματα Εκκλησιαστικό Μουσείο, ενώ μετά την τσιμεντοστρωμένη πλατειούλα είναι το μονοπάτι που κυκλώνει το ακρωτήρι οδηγώντας στους «Χοχλάκους», τη μοναδική μεγάλη παραλία στο Μανδράκι, με μαύρα γυαλιστερά βότσαλα.

Τα στενά δρομάκια (τα ρυμίδια των ντόπιων) οδηγούν στις παλιές συνοικίες του «Λαγκαδιού», τον ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, της Αγίας Ευτυχίας (1765) της Καθολικής και του «Τρούλου», με πολλές παραδοσιακές κατοικίες. Πραγματικά καθαρές και απλές αρχιτεκτονικές φόρμες οι οποίες τονίζουν ιδιαίτερα την προπολεμική αντίληψη περί κατοικίας. Στο ύψος της πολύ στενής εισόδου για το Ιπποτικό κάστρο προβάλλει ο ναός της Παναγίας Ποταμίτισσας, μια σταυροθολιακή βασιλική δωδεκανησιακού τύπου, η οποία τιμάται στο Γενέσιον της Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου. Το προσωνύμιο του ναού, της ενορίας και της γειτονικής πλατείας οφείλεται στον ποταμό-χείμαρρο που παλιότερα σχημάτιζαν τα νερά της βροχής, καθώς κυλούσαν από τις ψηλότερες συνοικίες.
Εδώ ήταν ο πυκνός καλαμιώνας όπου, σύμφωνα με την παράδοση, στα μέσα του 16ου αι. υπήρχε ασκηταριό με το μικρό εικόνισμα της Γέννησης της Θεοτόκου. Σε αυτή τη θέση του παλιότερου ναού της Παναγίας, υψώθηκε η σημερινή μητρόπολη της Νισύρου. Ονομάζεται και «Γραία» γιατί προϋπήρχε της Παναγίας Σπηλιανής (2). Τα εγκαίνιά της σύμφωνα με νέα στοιχεία (3) έγιναν το 1730 από τον μητροπολίτη Ρόδου Κωνσταντίνο. Η ιερά εικόνα δεν επιγράφεται ως Ποταμίτισσα, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά ως Οδηγήτρια. Η επαργύρωσή της έγινε το 1781 «υπό χειρός Ιωάννη Αναγνώστου». Ο τεχνίτης είναι γνωστός Νισύριος ασημιτζής, έργα του οποίου υπάρχουν στην Κάρπαθο, τη Ρόδο και την Τήλο (4). Στον κυρίως ναό εντυπωσιάζουν τα επιβλητικά γοτθικά νευρωτά σταυροθόλια και η τοιχογράφηση, η οποία έγινε σε τρεις περιόδους από ισάριθμους αγιογράφους: 1920 Σ. Ζεγιάννης, 1930-1931 Κ. Σαλουκάκης, ιερέας της Νισύρου, 1984-1990 Ιωάννης και Ειρήνη Βλάχου Τζωρτζάκη (5).
Ενα στενό δρομάκι οδηγεί από δεκάδες σκαλοπάτια (129) στο Ιπποτικό κάστρο, το λεγόμενο και «Ενετικό». Η Ιστορία μάς κοινωνεί ότι στις αρχές του 14ου αι. το νησί διαθέτει τουλάχιστον ένα κάστρο. Εγγραφη απόφαση του Μείζονος Συμβουλίου της Βενετίας επιβεβαιώνει ότι το 1306 ο ευγενής Βενετός Ιάκωβος Barozzi προσβάλλει το κάστρο της Νισύρου με τέσσερα καράβια, χωρίς αποτέλεσμα. Αυτό το κάστρο ήταν πιθανόν στο Μανδράκι ή στο γειτονικό Παλαιόκαστρο (6). Τμήμα της ιστορίας του είναι τα εντοιχισμένα στους πύργους, τις εισόδους και τους πυργίσκους του οικόσημα των μεγάλων μαγίστρων Jacques de Milly (1454-1461), Giovanni Battista degli Orsini (1467-1476), Pierre d’ Aubusson (1476-1503) και του λόρδου Nicolo Dacorogna (μετά το 1468) (7).
Παναγία Σπηλιανή
Εντός του κάστρου είναι η Μονή Παναγίας Σπηλιανής (εορτάζει στην Κοίμηση της Θεοτόκου). Πρόκειται για το δεύτερο καστρομονάστηρο της Δωδεκανήσου, μετά την Μονή Αγίου Ιωάννη Θεολόγου Πάτμου, λατρευτικό κέντρο της Νισύρου και ένα από τα γνωστότερα προσκυνήματα της Ορθοδοξίας στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Η ίδρυσή της ανάγεται στα 1600, όπως αναφερόταν σε σφραγίδα «Παναγία Σπηλιανή η Νισυριά 1600» και τον διορισμό ηγουμένου που εμφανίζεται σε χαμένο σήμερα έγγραφο (8). Ως επιπλέον πειστήριο ότι η μονή προϋπήρχε είναι η χρονολογία 1523 όταν η Νίσυρος φαίνεται στα οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα ως νησί των σύκων (Inzirli), πιθανόν από μονοκαλλιέργειά τους την οποία προωθούσε η Μονή Παναγίας Σπηλιανής (9). Σύμφωνα με την παράδοση, το 1400 στη θέση Βρετού, κοντά στα δημοτικά λουτρά Μανδρακίου, όπου σήμερα εικονοστάσι, βρέθηκε από έναν αγρότη η μικρή εικόνα της Παναγίας, την οποία εναπόθεσαν στον ναό της Ποταμίτισσας. Την επόμενη ημέρα όμως η εικόνα έλειπε. Τη λύπη σύντομα διαδέχθηκε η χαρά όταν το εικόνισμα βρέθηκε στο σπήλαιο, στον τότε παλιό αχυρώνα. Χάρη του περιστατικού που ελήφθη ως θέλημα της Παναγίας, οι κάτοικοι έχτισαν ναό και άφησαν την εικόνα εκεί, στον απότομο βράχο, μέσα στο σπήλαιο (10).
Το κτιριακό συγκρότημα οικοδομήθηκε σε διαδοχικές φάσεις, σύμφωνα με τις ανάγκες της ανδρικής αδελφότητας, η οποία σήμερα δεν υπάρχει. Αλλοτε όμως δεκάδες μοναχοί διακονούσαν στα μετόχια της (Σιώνες, Παναγία Διαβατινή, Αρμάς, Νύμφιος, Σταυρός κ.ά.). Στους αιώνες που πέρασαν απέκτησε μεγάλη περιουσία, επί Τουρκοκρατίας μάλιστα εξέδωσε χαρτονόμισμα δέκα παράδων ώστε να διευκολύνει τις συναλλαγές των κατοίκων. Παρόμοια είχαν τυπωθεί και αλλού, όμως της Νισύρου ήταν δεκτά και σε άλλα νησιά (11). Εως τη δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα οι μοναχοί της αναζητούν δωρεές κυρίως στις ρωσικές πόλεις του Εύξεινου Πόντου καθώς είχε αρχίσει η εγκατάσταση ελληνικού στοιχείου χάρη στην πολιτική της αυτοκράτειρας Αικατερίνης. Στην ουσία μιμήθηκαν παραδείγματα γειτονικών μονών, όπως του Πανορμίτη της Σύμης, του Αγίου Παντελεήμονα Τήλου, του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου Πάτμου (12). Ετσι εξηγείται ότι πολλά αφιερώματα στη μονή και στο μουσείο προέρχονται από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και τη Ρωσία.
Το μοναστήρι διαθέτει βοηθητικούς χώρους και κελιά με δυνατότητα φιλοξενίας προσκυνητών, κυρίως (ε)νιαμερίτισσες (13), που έρχονται στις γιορτές του
Δεκαπενταύγουστου. Η είσοδος-κωδωνοστάσιο που χτίστηκε το 1953 οδηγεί σε διάδρομο και στο αρχονταρίκι, στην τράπεζα και τη βιβλιοθήκη με πλούσιο αρχειακό υλικό από το 1718. Το ενδιαφέρον του επισκέπτη προσελκύει το σπήλαιο, όπου ο κυρίως ναός, με πρόναο, νάρθηκα και το παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους (εορτάζει 10 Φεβρουαρίου). Η σκάλα με τα 35 σκαλιά που οδηγεί στο καθολικό κοσμείται από μαρμάρινα θωράκια παλαιοχριστιανικών εκκλησιών του νησιού. Τη ματιά κερδίζουν οι πολυάριθμες καντήλες και το σπουδαίας τέχνης ξυλόγλυπτο τέμπλο με την επιγραφή του έτους κατασκευής, ΑΨΚΕ (=1725). Επίσης η θαυματουργή αμφιπρόσωπη επαργυρωμένη εικόνα της Παναγίας Σπηλιανής φορτωμένη με τάματα, τοποθετημένη δεξιά της Ωραίας Πύλης, αντικανονικά από τις επιταγές της εκκλησιαστικής τάξης, στη θέση όπου συνηθέστερα υπάρχει η εικόνα του Χριστού. Στην πίσω όψη της εικονίζεται ημίσωμη η μορφή του Αγίου Νικολάου, έργο εξαίρετου ζωγράφου φιλοτεχνημένο στα τέλη του 14ου ή τις αρχές του 15ου αι., που ενισχύει την άποψη ότι το σπηλαιώδες εκκλησάκι υπήρχε από την ιπποτοκρατία (14). Η επαργύρωση έγινε το 1798 από τον Νισύριο καλλιτέχνη Παύλο Διακογεωργίου (αναγράφεται ως Γεώργιος Αναγνώστου) επί ηγουμενίας Αθανασίου Προσκυνητή. Σε αυτήν είναι ορατό το ογκωδέστερο αριστερό χέρι της Μεγαλόχαρης. Η παράδοση μας παραδίδει ότι έγινε για να κρατήσει το αρχικό εικονισματάκι της Παναγίας που ακόμα βρίσκεται κρυμμένο κάτω από το χέρι Της (15).
Εμπρός από τη εικόνα βρίσκεται η περίαπτη χρυσάργυρη καντήλα-περιστέρα. Τη φιλοτέχνησε ο Αντώνιος Πελοποννήσιος (1763), ο οποίος νωρίτερα (1758) είχε ασημώσει την εικόνα του Αγίου Νικολάου στον ομώνυμο ναό του Εμπορειού στη Χάλκη (16). Ξεχωρίζει για την απαράμιλλη τέχνη της, αλλά και για την παράδοση που τη συνοδεύει. Αφιερώθηκε από δύο ιερόσυλους κλέφτες που μπήκαν στον ναό για να λεηλατήσουν τα κειμήλιά του. Ενώ επιδίδονταν στο ανίερο έργο τους η πόρτα σφράγισε, παγιδεύοντάς τους. Πανικόβλητοι αυτοί, τοποθέτησαν στη θέση τους τα κλοπιμαία και ικέτεψαν την Παναγία να τους ελευθερώσει. Τότε, από ένα παράθυρο μπήκε ένα λευκό περιστέρι και άνοιξε την πόρτα με το ράμφος του. Ετσι ελευθερώθηκαν. Επειτα από καιρό επέστρεψαν ως προσκυνητές με την καντήλα-περιστέρα ως αφιέρωμα στη Θεομήτορα (17).
Από το κάστρο η θέα στο Μανδράκι, στην «τάβλα του γιαλού» και στη θάλασσα που χαϊδολογά τον οικισμό είναι πανέμορφη. Μεγάλη επισκεψιμότητα έχει το γειτονικό Λαογραφικό Μουσείο καθώς προβάλλει τις παραδόσεις, αναπαριστώντας το εσωτερικό του νισυριακού σπιτιού, με τα παραδοσιακά έπιπλα και άλλα αντικείμενα, όπως υφαντά, κεντήματα, φορεσιές, χρηστικά κεραμικά, χειρόμυλους κ.ά. Αξιοθέατο επίσης είναι το δημαρχείο (1931), έργο Συμιακών μαστόρων με καταπληκτική βοτσαλωτή αυλή. Ο δρόμος οδηγεί στην κοσμοπολίτικη πλατεία Ηλικιωμένης ή των γερόντων. Μικρούλα, μακρόστενη με πολλά καταστήματα, επί το πλείστον καφενεία, και την αξιόλογη Δημοτική Βιβλιοθήκη «δαπάνη Αρμόδιου Γιαννίδη» με σπάνιους τίτλους δωδεκανησιακής βιβλιογραφίας.
Κοντά στην πλατεία είναι ο ναός Αγίου Ιωάννου Προδρόμου, η παλιά μητρόπολη της εποχής της Επανάστασης του 1821, και το Ζωσιμοπούλειο, το πολιτιστικό κέντρο των νέων της Νισύρου, δωρεά της Νόρας Ζωσιμοπούλου. Εδώ πραγματοποιούνται πολιτιστικές εκδηλώσεις, θεατρικές παραστάσεις, κινηματογραφικές προβολές, μαθήματα χορού, ακόμα και γάμοι. Επίσης, στη γειτονική «Τράπεζα της Παναγίας» γίνονται οι γιορτές του Δεκαπενταύγουστου. Την παραμονή μάλιστα, που όλο το νησί νηστεύει, μαζεύονται οι προσκυνητές και δοκιμάζουν τη φημισμένη «ρεβιθάδα». Την επομένη, μετά τη θεία λειτουργία και την περιφορά της εικόνας στο Μανδράκι, η λιτανεία καταλήγει εδώ για το παραδοσιακό γεύμα (πατάτες, ρύζι, κρέας). Το βράδυ ακολουθούν γλέντι και το έθιμο του χορού της «Κούπας». Σε αυτό οι κοπέλες χορεύουν τον νισύρικο ή νυσιριώτικο χορό «Εμπρός».
Σημειώσεις
1) Μελίνα Φιλήμονος-Τσοποτού, «Δωδεκάνησα-Νίσυρος», στο: Αν. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου, Αθήνα (2005) 355.
(2) Στέφανου Καλλιστή, Ενορία Παναγίας Ποταμήτισσης Μανδρακίου Νισύρου, Ρόδος (2003) 7.
(3) Τα θυρανοίξια γνωρίζαμε ότι έγιναν πριν από το 1837. Ο αρχιμανδρίτης Στέφανος Καλλιστής εντόπισε έγγραφο-τεκμήριο ότι έγιναν το 1730.
(4) Χάρη Μ. Κουτελάκη, Τήλος Αρωμα Αμαράκινο, τ.Α’, Αθήνα (2008) 755, 758-759.
(5) Νικήτα Ι. Κουμέντου, Τοπική Ιστορία της Νισύρου, τ.3, Νίσυρος (2002) 87.
(6) Ηλία Ε. Κόλλια, «Ιπποτοκρατία-Τουρκοκρατία» στο: «Νίσυρος», Ελευθερία Τράιου (επιμ.) Επτά ημέρες, Κυριακή 22 Ιουλίου (2001) 7.
(7) Αλεξάνδρα Στεφανίδου, «Κάστρο Μανδρακίου», στο: Ν. Ζαφειροπούλου, Μ. Καζάκου (επιμ.), Ενετοί και Ιωαννίτες Ιππότες, ΥΠ.ΠΟ., Αθήνα (2001) 231-232.
(8) Ριχάρδου Οικονομάκη, Νίσυρος, Αθήνα (2001) 32.
(9) Κουτελάκη ό.π. 294.
(10) Νικήτα Οδ. Σακελλαρίδη, «Παναγία Σπηλιανή» Νισυριακά 6, Αθήνα (1978) 132-133. Στέφανου Καλλιστή, Η ιερά μονή Παναγίας Σπηλιανής Νισύρου, Ρόδος 2 (2002) 7-8. Οικονομάκη ό.π. 26.
(11) Κουτελάκη ό.π. 570.
(12) Χάρη Μ. Κουτελάκη, Αγιος Παντελεήμονας Τήλου, 2(1995) 44. Για τις σχέσεις των μονών βλ. Ζαχαρία Τσιρπανλή «Νίσυρος και Πάτμος» Νισυριακά 8 (1982) 10-11.
(13) Στη γιορτή της Κοίμησης Θεοτόκου γυναίκες από τη Νίσυρο και γειτονικά νησιά, αλλά και Νισύριες της διασποράς εκπληρώνουν το «τάξιμο», ένα παμπάλαιο έθιμο. Αυτό περιλαμβάνει προσευχές, ωδές, το «μοιρολόι της Παναγίας» και τριακόσιες μετάνοιες επί εννιά μέρες (6-15 Αυγούστου). Οι γυναίκες αυτές λέγονται «Νιαμερίτισσες». βλ. Καλλιστή ό.π. 26-40 και Σακελλαρίδη ό.π. 150-151.
(14) Κόλλια ό.π. 9.
(15) Καλλιστή ό.π. 11. Οικονομάκη ό.π. 32.
(16) Χάρη Κουτελάκη, Ελληνες αργυροχρυσοχόοι και ξυλογλύπτες, Αθήνα (1996) 113, αρ. καταλόγου 49, εικ. 56.
(17) Οικονομάκη ό.π. 32-34. Καλλιστή ό.π. 20.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας