Συγγραφέας βραβευμένος για την ιδιοτυπία του, ο Δημήτρης Καλοκύρης («Η ανακάλυψη της Ομηρικής», «Το μουσείο των αριθμών», «Παρασάγγες Α» κ.ά.), εμπνευσμένος και παιγνιώδης πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων, αυτοβιογραφείται μέσα από μαγικά σουρεαλιστικές αφηγήσεις για τους δημιουργούς που τον σημάδεψαν. Το νέο του βιβλίο «Παρασάγγες Β» συμπίπτει με τον εορτασμό των 35 χρόνων της Ε.Σ. και ανοίγει τη συζήτηση για το μεγαλείο και το δράμα της συγγραφικής κοινότητας στην Ελλάδα.
Πριν από μερικά χρόνια, ο Δημήτρης Καλοκύρης είχε απαντήσει απερίφραστα σε ένα ερωτηματολόγιο ότι περισσότερο απ’ όλα απεχθάνεται τους «πνευματικούς ανθρώπους».Σήμερα, που είναι πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων και έχει αναζωογονήσει αυτό το κορυφαίο πνευματικό σωματείο στην Ελλάδα, επαναλαμβάνει το ίδιο. Κι αυτή η άποψη γίνεται ακόμα περισσότερο ερεθιστική, τώρα που κυκλοφόρησε τον Β' τόμο της ιδιότυπης αυτοβιογραφίας του Παρασάγγες.
Ευρετήριο προσωπικών χρόνων (εκδ. Αγρα). Διότι εδώ, με κρυπτικά κλειδιά που κεντρίζουν τον αναγνώστη, με ένα γλωσσικό ιδίωμα λόγιο και σκωπτικό, με ένα ύφος που προετοιμάζει την εκπυρσοκρότηση, «μαγειρεύει» μια ευρηματική ιδιωτική εγκυκλοπαίδεια που σχολιάζει την πολιτισμική ζωή του τόπου, μέσα από μια λοξή οπτική και με εξορμήσεις στην αρχαιότητα, στο Βυζάντιο, στον 19ο και τον 20ό αιώνα -ιδιαίτερα στη δεκαετία του ’70 και του ’90– όσο και στο σήμερα.
Στο λήμμα (ΧΡΙΣΤΟ)ΔΟΥΛΟΙ λ.χ., διαβάζουμε: «Πάντα υποστήριζα πως πίσω από κάθε λογής τρομοκρατία κρύβεται κάποιας μορφής Εκκλησία». Ενώ στο λήμμα ΑΜΕΡΙΚΑΝ ΣΥΝΤΡΙΜ παρακολουθούμε τη σημαδιακή ιστορία του Λούις Τίκας, ηγετικής φυσιογνωμίας του αμερικανικού συνδικαλιστικού κινήματος και εξ αγχιστείας συγγενούς του συγγραφέα.
Μετανάστης το 1906 που πήρε την αμερικανική υπηκοότητα, ο Ηλίας Σπαντιδάκης ή Τίκας, εργάτης ορυχείου στους Ροκφέλερ, πρωταγωνίστησε το 1914 στην αιματηρότερη απεργία των ΗΠΑ, μαζί με τους ανθρακωρύχους που ζητούσαν αλλαγή των τραγικών συνθηκών εργασίας, και εκτελέστηκε στα 28 του από τους μισθοφόρους των αφεντικών -ενώ κρατούσε λευκή σημαία- μαζί με άλλα 18 άτομα. Τελικά, η κυβέρνηση έστειλε τον στρατό να καταπνίξει την εργατική εξέγερση και η Δικαιοσύνη δεν είδε τίποτα…
Ισως όμως το πιο απολαυστικό κομμάτι στο Παρασάγγες Β', μαζί με τα παράδοξα σχόλια του συγγραφέα, να είναι οι αφηγήσεις «μαγικού σουρεαλισμού» με πρωταγωνιστές είτε άλλους συγγραφείς (και χαρακτήρες των έργων τους), είτε γνωστούς δημιουργούς. Από τον Τάκιτο και τον Μακρυγιάννη μέχρι τον Μπόρχες, τον Κάφκα ή τον Πίντσον. Από τον Καβάφη, τον Εγγονόπουλο, τον Χατζιδάκι μέχρι τον Σκαμπαρδώνη ή τον Ταρζάν!
Τα σημεία του καλοκύρειου ορίζοντα δεν ήταν ποτέ ο Ντοστογιέφσκι ούτε ο Προυστ. Είναι η Λογοτεχνία του Φανταστικού, όπου συμπεριλαμβάνεται και ο αγαπημένος του λατινοαμερικανικός μαγικός ρεαλισμός, καθώς και τα έργα που σχολιάζουν με καχυποψία το κλασικό παρελθόν (Μπόρχες, Κασάρες, Πάβιτς, Καλβίνο, Λουκιανός κ.ά.).
Είναι παράλληλα η ανακατασκευή των εικόνων μέσω του λόγου: τα περίφημα κολάζ του. Το ότι ενώνει «έννοιες που έχουν μορφή εικόνων» και τις συμπλέκει για να φτάσει σε «συμβολισμούς αφηγηματικής, και όχι μονάχα αισθητικής, τάξης». Είναι ακόμα η επιμονή του να ερευνά κάτω από την επιφάνεια κάθε πιθανή αγνοημένη εκδοχή της τρέχουσας πραγματικότητας. Και είναι το χιούμορ, η σάτιρα, η παρωδία (βλ. Ποικίλη Ιστορία, 1991), αλλά και ο αντικληρικαλισμός του.
«Δεν με ενδιαφέρουν» μου εξήγησε, «οι “πνευματικοί άνθρωποι” που εμφανίζονται ότι ζουν σαν σε ένα παράλληλο σύμπαν, σε έναν συρμάτινο πύργο απ’ όπου τάχα κινούν ιδεολογικά ρεύματα, και δεν έχουν σχέση με την καθημερινότητα και την πρακτική ζωή.
Ο προβληματισμός και η στοχαστικότητα των βιβλίων τους ανοίγουν συνήθως διαδρόμους “βαρύτητας” που οδηγούν με ασφάλεια στη ρητορεία ή στον διδακτισμό.
Σ’ αυτούς ωστόσο προσβλέπουν τα ΜΜΕ και η κοινή γνώμη όταν αναφωνούν “Μα, πού είναι οι πνευματικοί άνθρωποι!” καλώντας τους να συμμετάσχουν στα κοινά. Εμένα με συγκινούν οι δημιουργοί καλλιτεχνικού έργου. Αυτοί που μπορούν να παράξουν πρωτογενές ενδιαφέρον με οποιοδήποτε υλικό, κι όχι απαραίτητα με τα υλικά της αριστοτελικής διανόησης ή της εμπειρίας-μέσα-από-τη-ζωή».
Τεχνίτης στη σύνθεση του πεζού, ποιητικού και δοκιμιακού λόγου, εμπνευσμένος μεταφραστής (βλ. Μπεθ) και εικονογράφος, εμψυχωτής παρεμβατικών λογοτεχνικών περιοδικών («Τραμ», «Χάρτης», «Τέταρτο», «Τάμαριξ» κ.ά.) και επαγγελματίας γραφίστας, ο Καλοκύρης υιοθετούσε ανέκαθεν θέση έκκεντρη. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το ότι στέκεται κριτικά απέναντι στο λογοτεχνικό κατεστημένο.
«Είναι χαρακτηριστικό», σχολίασε, «το πόσο συντηρητικά αντιμετωπίζει η πλειονότητα των λογοτεχνών την έννοια του “Ελληνισμού”. Οι περισσότεροι επιμένουν ότι είμαστε απόγονοι σε ευθεία γραμμή των αρχαίων κατοίκων του ελλαδικού χώρου.
Κάτι που αδικεί τόσο τους αρχαίους όσο και εμάς. Διότι εμείς είμαστε προϊόντα ζυμώσεων που έγιναν όλους αυτούς τους αιώνες και δημιούργησαν δυναμικές άλλου τύπου, για τις οποίες θα έπρεπε να είμαστε περήφανοι. Χάρη σ’ αυτές επιβίωσε η ελληνική γλώσσα. Δεν χρειάζεται λοιπόν να καταφεύγουμε σε μια συμβατική “Ιστορία” για να δικαιολογούμε τη σημερινή μας αξία».
Επάγγελμα συγγραφέας: αξία και απαξία
Την ερχόμενη Τετάρτη, 16/11, η Εταιρεία Συγγραφέων (Ε.Σ.) θα γιορτάσει πανηγυρικά τα 35 χρόνια από την ίδρυσή της στη Μεταπολίτευση. Θα απονείμει τα βραβεία της στον μεταφραστή Ζήση Σαρίκα και στον ιστορικό του βιβλίου Κωνσταντίνο Στάικο, προσθέτοντας δύο καινούργια βραβεία σε πρωτοεμφανιζόμενους ποιητή και πεζογράφο, θα προβάλει τον ανανεωμένο ιστότοπό της www.authors.gr και θα παρουσιάσει τις νέες εκδόσεις της.
Το Ημερολόγιο του 2017 (εκδ. Πατάκης), που συζητά το τολμηρό θέμα Πολλαπλές Αρχαιότητες μέσα από κείμενα 106 μελών της Ε.Σ. και φωτογραφίες του Σωκράτη Μαυρομάτη, και τη συλλογική έκδοση Τα πάθη στη λογοτεχνία (εκδ. Καστανιώτη, επιμ. Ηρώ Νικοπούλου) με 100 εξομολογητικά κείμενα.
Διαφέρει η Εταιρεία Συγγραφέων από τις ιστορικές, όμως παρηκμασμένες πλέον, Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, Εθνική Εταιρεία Λογοτεχνών και από άλλα παρεΐστικα ή λαθρόβια σωματεία. Πρόεδρός της για το 2013-2017 (και το ’90 αντιπρόεδρος και γενικός γραμματέας της), ο Καλοκύρης εξηγεί πως η Ε.Σ. δεν είναι ένα απλό συνδικαλιστικό σωματείο λογοτεχνών.
Είναι ένας ευρύτερος πόλος πνευματικής ζωής που συσπειρώνει το δόκιμο, το ενεργό, το καταξιωμένο δυναμικό της Ελλάδας και της Κύπρου: 350 ποιητές, πεζογράφους, δοκιμιογράφους αλλά και μεταφραστές, πανεπιστημιακούς δασκάλους και κριτικούς, που έχουν εκλεγεί από το 55%+1 των μελών, καθώς και ξένους νεοελληνιστές ή φιλέλληνες διανοούμενους. Το μεγάλο της στοίχημα τώρα είναι να κάνει μια ένεση νεότητας.
Διότι μονάχα ελάχιστα μέλη της είναι κάτω από 45 ετών ενώ η νέα γενιά βραβευμένων συγγραφέων είναι ολόκληρη εκτός!
Το πρόβλημα είναι όμως γενικότερο. Σε ένα τοπίο «επικής κρίσης», όπου η αλυσίδα του Βιβλίου έχει πληγεί καίρια, οι συγγραφείς δυσκολεύονται να αρθρώσουν αποτελεσματικό παρεμβατικό λόγο. Και ενώ καταξιώνονται για το έργο τους που συνδιαμορφώνει το προφίλ της χώρας, απαξιώνονται από το κράτος ως επαγγελματική κατηγορία.
Ενώ αναγκάζονται όλο και συχνότερα να χρηματοδοτούν εξ ολοκλήρου την έκδοση των έργων τους, αντιμετωπίζονται φορολογικά σαν ελεύθεροι επαγγελματίες, ασφαλιστικό φορέα δεν έχουν και οι τιμητικές τους συντάξεις αντί να δίνονται κατ’ αξίαν συμψηφίζονται «σαν να είναι βοηθήματα επαιτείας». Να ένα στοίχημα για την Πολιτεία!
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας