Βρίσκομαι στο νεκροταφείο του Μονπαρνάς. Εχω έρθει στο Παρίσι καλεσμένος σε ένα ποιητικό φεστιβάλ. Βρέχει από το πρωί. Σκέφτομαι: «Ενας ποιητής στο νεκροταφείο του Μονπαρνάς υπό βροχή. Δεν θα μπορούσε να γίνει πιο στερεοτυπικό. Νιώθω σαν να έχω βγει από καρτ-ποστάλ αμφίβολου γούστου και ακόμη πιο αμφίβολης ευρηματικότητας». Νιώθω σαν να συμμετέχω σε αυτό που πρόσφατα ονομάστηκε «σκοτεινός τουρισμός», την επίσκεψη δηλαδή σε μέρη που συνδέονται με τον θάνατο ή κάποια άλλη τραγωδία. Τέλος πάντων, ας σταματήσουμε το αυτομαστίγωμα.
Το νεκροταφείο είναι 5 λεπτά από το ξενοδοχείο. Δεν είναι παράλογο να το επισκεφτείς. Είναι απλώς μια βόλτα. Το νεκροταφείο του Μονπαρνάς είναι μικρό. Ακόμα και αν οι κάτοικοί του μοιάζουνε πολλοί. Σίγουρα έρχεται δεύτερο σε σχέση με το Père-Lachaise από τουριστική άποψη γιατί εκεί βρίσκεται η Εντίθ Πιάφ, ο Τζιμ Μόρισον, ο Οσκαρ Γουάιλντ και αρκετοί ακόμη. Ας είναι. Το πρώτο σημείο που δεν μπορείς να αποφύγεις είναι ο τάφος της Σιμόν Ντε Μποβουάρ και του Ζαν-Πολ Σαρτρ. Δεξιά, με το που μπαίνεις, δεν σου αφήνει πολλά περιθώρια. Ενα πλήθος είναι διαρκώς μπροστά του μαζεμένο. Αυτό όμως που σου προκαλεί εντύπωση είναι η κατάσταση του τάφου. Οι πλάκες μοιάζουν με θρανίο Γυμνασίου, κατάστικτο από μπλάνκο και μαρκαδόρους. Πάνω στον τάφο άπειρες καρδούλες, σημάδια χειλιών, μικροσύμβολα, εισιτήρια, σημειώματα. Ενα παράδοξο μωσαϊκό που δεν καταφέρνει να σχηματίσει μια εικόνα. Ενας βανδαλισμός από αγάπη και εκτίμηση παραμένει βανδαλισμός. Και τελικά καταλήγει να γίνεται κωμικός. Συνεχίζω στο νεκροταφείο. Ο Μποντλέρ, η Μαργκερίτ Ντιράς, ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Πιο κει ο Κορτάσαρ, ο Μπέκετ, ο Ιονέσκο. Με πλάκες απλές σχεδόν σαν να δυσκολεύονται να ομολογήσουν το μεγαλείο του έργου που άφησαν πίσω. Ή -κυρίως- σαν να αδιαφορούν. Γύρω τα πομπώδη αγάλματα της απώλειας. Αγγελοι που θρηνούν και μεγάλοι σταυροί, χέρια που υψώνονται στον ουρανό και εμφατικοί ανδριάντες. Το συναίσθημα της απώλειας όπως μετουσιώνεται σε αισθητική. Χωρίς ο στόχος να είναι ξεκάθαρος. Τι αφηγούνται οι μαρμάρινες αυτές χειρονομίες; Το μέγεθος του ανθρώπου ή το μέγεθος της απώλειας; Τον νεκρό ή αυτούς που άφησε πίσω; Τη ζωή του ή την υστεροφημία του;
Και το κυνήγι συνεχίζεται. Γκι ντε Μοπασάν, Σερζ Γκενσμπούρ. Λίγο πιο κάτω ένα πλήθος μπροστά από ένα τάφο. Κάποιος διάσημος που μας ξέφυγε. Στριμώχνομαι διακριτικά πίσω από το πλήθος. Προσπαθώ να διακρίνω την πλάκα. Δεν τον γνωρίζω. Αργώ λίγο, αλλά το αντιλαμβάνομαι. Είναι απλώς οι συγγενείς ενός ανθρώπου που τον θρηνούν. Φεύγω διακριτικά προσπαθώντας να κρύψω την ντροπή μου. Ο θάνατος είναι ο μεγάλος εξισωτής. Μετατρέπει τα πάντα σε μια κοινή απώλεια, σε μια κοινή εμπειρία με όλους τους αστερίσκους σιγά σιγά να ξεθωριάζουν. Ο,τι και να έχει γίνει τελικά το άθροισμά μας είναι κοινό.
Λίγο πιο πέρα το μάτι μου παίρνει μια ομάδα Περουβιανών που μοιάζει σαν να έχουν έρθει μόλις από το αεροδρόμιο (κρατούν δυο μικρά σημαιάκια του Περού και αν το σκεφτείς μοιάζουν Περουβιανοί). Τους ακολουθώ διακριτικά από απόσταση. Στέκουν μπροστά σε έναν τάφο. Τα σώματά τους έχουν την ένταση των ανθρώπων που έκαναν ένα μεγάλο ταξίδι για να φτάσουν σε αυτό ακριβώς το σημείο. Αφήνουν τα σημαιάκια στον τάφο και κοιτάνε αμίλητοι με ένα χαμόγελο δύσκολα ερμηνεύσιμο. Μετά από αρκετή ώρα αποχωρούν. Τότε αποφασίζω να πλησιάσω το μνήμα. Είναι ο τάφος του Καίσαρα Βαγιέχο, του μεγάλου Περουβιανού ποιητή, του ποιητή που έγραψε αυτούς τους στίχους:
«Και ’γώ σου λέω: Οταν κάποιος φεύγει, κάποιος μένει. Το σημείο απ’ όπου πέρασε ένας άνθρωπος δεν είναι πια μόνο. Μονάχα μένει μόνο, από ανθρώπινη μοναξιά, το μέρος από το οποίο δεν πέρασε κανείς. Τα καινούργια σπίτια είναι πιο νεκρά από τα παλιά, γιατί οι τοίχοι τους είναι από πέτρα ή από ατσάλι, αλλά όχι από ανθρώπους. Ενα σπίτι έρχεται στον κόσμο, όχι όταν το τελειώνουν, αλλά όταν αρχίσουν να το κατοικούν. Ενα σπίτι ζει μόνο από ανθρώπους, όπως και ένας τάφος. Σ’ αυτό οφείλεται εκείνη η ακατανίκητη ομοιότητα που υπάρχει ανάμεσα σε ένα σπίτι και έναν τάφο. Μόνο που το σπίτι τρέφεται από τη ζωή του ανθρώπου, ενώ ο τάφος τρέφεται από τον θάνατό του. Γι’ αυτό το σπίτι είναι όρθιο, ενώ ο τάφος ξαπλωτός».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας