Δύο ντοκιμαντέρ που καταδεικνύουν τα ελλείμματα της Δικαιοσύνης στις ΗΠΑ: δύο αθώοι για δεκαετίες στη φυλακή. Ο ιθαγενής της Αμερικής Λεονάρντ Πελτιέ έμεινε 50 χρόνια στη φυλακή και ο Μεξικανός Σίζαρ Φιερό για 40 χρόνια. Τα περισσότερα σε πλήρη απομόνωση και για τους δύο. Είναι αθώοι.
Η ιστορία του ιθαγενούς της Αμερικής (αυτούς που ονομάζαμε «Ινδιάνους», μια λέξη που δεν χρησιμοποιείται πλέον καθώς συνδέεται με τον Κολόμβο και την αποικιοκρατία) Λεονάρντ Πελτιέ είναι παγκοσμίως γνωστή: στις 26 Ιουνίου του 1975 και ενώ οι ΗΠΑ έκαναν ό,τι μπορούσαν ώστε να αρπάξουν τη γη των ιθαγενών (όση τους είχε απομείνει) για να κάνουν εξορύξεις για ουράνιο, πετρέλαιο και άλλα μέταλλα, ένας ακτιβιστής του AIM (Αμερικανικό Ινδιάνικο Κίνημα) θεωρήθηκε υπαίτιος για τη δολοφονία δύο πρακτόρων του FBI.
Βρισκόμαστε σε έναν μικρό καταυλισμό Αμερικανών ιθαγενών στη Νότια Ντακότα, στην κομητεία Ογκλάλα, όπου οι ντόπιοι δεν έχουν μόνο το FBI να αντιμετωπίσουν, αλλά και τους δικούς τους, μέλη της φυλής τους, που μαζί με τον πρόεδρό τους δρούσαν σύμφωνα με τις εντολές των ΗΠΑ, καθώς πληρώνονταν από αυτές. Είχαν σχηματίσει ένοπλες, παρακρατικές ομάδες και σκότωναν όποιον ήθελαν – ήταν γνωστοί ως οι GOONS, συμμορίες ντόπιων ιθαγενών.
«Ημουν εκεί. Εκεί ζούσα, μαζί τους. Η κατάσταση είχε πλέον ξεφύγει. Εμπαιναν στα σπίτια και σκότωναν, σε σταματούσαν στο δρόμο και σε πυροβολούσαν. Ο Λεονάρντ ήταν από τους ανθρώπους που ήθελαν να μας προστατεύσουν. Επρεπε να προστατευτούμε και από τους λευκούς και από τους δικούς μας», ακούγεται να λέει ο Τζέσι Σορτ Μπουλ, επίσης ιθαγενής και συν-σκηνοθέτης, μαζί με τον Ντέιβιντ Φρανς, του εξαιρετικού ντοκιμαντέρ «Λευτεριά στον Λεονάρντ Πελτιέ».
Εκείνη τη μέρα έγινε συμπλοκή του FBI, των GOONS και του ντόπιου πληθυσμού ιθαγενών. Επεσαν πυροβολισμοί. Ο Λεονάρντ ήταν εκεί, αλλά δεν σκότωσε κανέναν. Αυτό αποδείχθηκε, ωστόσο το FBI ήθελε οπωσδήποτε έναν αποδιοπομπαίο τράγο. Ο Πελτιέ πιάστηκε, καταδικάστηκε με ψεύτικα στοιχεία από έναν δηλωμένο ρατσιστή δικαστή, με ενόρκους επίσης δηλωμένους ενάντια στην ύπαρξη των ιθαγενών. Πενήντα χρόνια έμεινε στη φυλακή, με αρκετές δεκαετίες να είναι σε πλήρη απομόνωση. Παρότι τα ψευδή στοιχεία κατέπεσαν σε νέα δίκη, η επιρροή του FBI και το μένος του έως και σήμερα εναντίον του Πελτιέ για την ακτιβιστική του δράση υπέρ των συμπατριωτών του ήταν τέτοια, που δεν άφησαν ούτε τον Κένεντι ούτε τον Κλίντον να του δώσει χάρη.
Σπουδαίοι ηθοποιοί του Χόλιγουντ επί χρόνια είχαν πάρει το μέρος του Πελτιέ, όπως και ο Πάπας, ο Τσόμσκι, διανοούμενοι από όλο τον κόσμο, ο Bono των U2 και οι Rage Against the Machine έγραψαν τραγούδια για τον Λεονάρντ, διαδηλώσεις σε όλο τον κόσμο γίνονταν ζητώντας την αποφυλάκισή του. Ωστόσο, από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, οι Αρχές δεν του επέτρεπαν να κάνει καμία δημόσια δήλωση από τη φυλακή και έτσι το θέμα κάπως ξεχάστηκε... έως τώρα.
Ο Πελτιέ είναι σήμερα 81 ετών. Τότε ήταν 31. Για πενήντα χρόνια ήταν στη φυλακή, ενώ είναι αθώος. Μετά από πενήντα χρόνια αγώνα, σημερινοί ακτιβιστές και δικηγόροι, ιθανεγείς, κατόρθωσαν να πείσουν τον Τζο Μπάιντεν να του δώσει χάρη, λίγο πριν παραδώσει στον Τραμπ. Πριν από έναν μήνα σχεδόν, τον Φλεβάρη του 2025, ο Πελτιέ, μεγάλος πια και με σοβαρά προβλήματα υγείας, βγήκε από τη φυλακή και μεταφέρθηκε στα μέρη της φυλής του στη Νότια Ντακότα. Είναι σε κατ’ οίκον περιορισμό, καθώς δεν έχει γίνει δεκτή η αθωότητά του...
«Ζούσα στην κόλαση για 50 χρόνια» τον ακούμε να λέει απευθυνόμενος στο κοινό της Θεσσαλονίκης, μέσω μαγνητοσκοπημένου μηνύματος, στο τέλος της προβολής του ντοκιμαντέρ «Λευτεριά στον Λεονάρντ Πελτιέ» που προβλήθηκε στο πρόσφατο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ. «Σας ευχαριστώ όλους για τη στήριξη όλα αυτά τα χρόνια. Είμαι ευγνώμων. Νιώθω σαν να πέθανα και να πήγα στον Παράδεισο τώρα που είμαι πίσω στα χώματα των προγόνων μου. Ωστόσο η περιπέτειά μου δεν έχει τελειώσει ακόμη. Θέλω να μεταφέρετε το μήνυμα αυτής της ταινίας παντού», καταλήγει, φανερά συγκινημένος.
Η ταινία έλαβε το δεύτερο μεγάλο βραβείο του Φεστιβάλ, τον Αργυρό Αλέξανδρο στο Διεθνές Διαγωνιστικό και ακόμα δύο βραβεία: το βραβείο της Διεθνούς Αμνηστίας και το μεγάλο βραβείο FIPRESCI για το Διεθνές Διαγωνιστικό. Παρόντες ήταν ένας από τους δύο σκηνοθέτες, ο Ντέιβιντ Φρανς, καθώς και ο παραγωγός της ταινίας, ιθαγενής Αμερικανός, μισός Σεγιέν, μισός Απάτσι, Bird Running Water.
Η αλήθεια είναι πως πρώτη φορά στα τόσα χρόνια που καλύπτουμε το ΦΝΘ είδαμε το κοινό να θέλει να φωτογραφηθεί με παραγωγό ταινίας και σίγουρα δεν ήταν μόνο το πόσο καλή ήταν η ταινία ο λόγος. Του το λέμε. Του λέμε πως φαίνεται ότι δεν έχουμε ξεφύγει ακόμη από το στερεότυπο «Ω, ένας πραγματικός Ινδιάνος». «Ζω σε μια αποικιοκρατική χώρα», μας απαντά. «Μια χώρα όπου το 79% των κατοίκων της νομίζουν πως οι αυτόχθονες έχουν εξαφανιστεί! Σας το ξαναλέω: το 79% των πολιτών των ΗΠΑ πιστεύουν ότι δεν υπάρχουμε», μας απαντά. «Και το πιστεύουν για τρεις λόγους: Πρώτον γιατί θέλουν να πιστεύουν πως είναι οι μόνοι, πρώτοι και γνήσιοι Αμερικανοί. Δεύτερον, γιατί επιθυμούν να φέρουν μέσα τους ένα αίσθημα ανωτερότητας έναντι των σκουρόχρωμων ιθαγενών, που στα μάτια τους είναι ακόμη οι “άγριοι” των ταινιών της Αγριας Δύσης. Και, τρίτον, γιατί δεν υπάρχει πια η φωνή μας. Δεν ακούγονται οι αφηγήσεις μας. Υπάρχουν 550 επίσημα καταγεγραμμένες φυλές αυτοχθόνων στις ΗΠΑ, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερες. Εγώ είμαι Σεγιέν και Απάτσι. Ολοι είναι απομονωμένοι, δίχως πρόσβαση στη δημόσια υγεία και οι περισσότεροι άνεργοι. Γι’ αυτό και ο Πελτιέ στο μήνυμά του στο τέλος σάς ζητάει να μιλήσετε γι’ αυτή την ταινία. Γιατί θέλει να ακουστεί και πάλι η φωνή των αυτοχθόνων», μας λέει ο Bird Running Water (ο οποίος είναι σπουδαίος παραγωγός, με σημαντικές ταινίες στο ενεργητικό του και συνεργασίες με αστέρες του Χόλιγουντ όπως ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, που δημιούργησε το Sundance Film Festival το 1978, το πλέον σημαντικό φεστιβάλ παγκοσμίως για ανεξάρτητες ταινίες, όπως οι δικές του).
«Διακρίσεις υφίστανται οι περισσότεροι στις ΗΠΑ. Ακόμα και οι λευκοί, ωστόσο εκεί υπάρχουν τρόποι να κρυφτούν από αυτές, να μην τις αναγνωρίσουν» μας λέει ο συν-σκηνοθέτης του φιλμ, Ντέιβιντ Φρανς. «Βλέπεις ο Τραμπ εξελέγη την πρώτη φορά γιατί δεν τους είπε “Είστε άνεργοι άνδρες” αλλά “Είστε λευκοί Αμερικανοί”. Εκρυψε τις διακρίσεις και τη μιζέρια τους και τους εξύψωσε με μια ρατσιστική περηφάνια. Η λέξη “διάκριση” θα έπρεπε να είναι συνώνυμη των ΗΠΑ. Το ίδιο ισχύει και για τους γκέι και για τους μαύρους. Τώρα οι γκέι έχουν “εξαφανιστεί” – υπάρχουν μόνο δύο φύλα, έτσι είπε ο πρόεδρός μας. Οσο για τους μαύρους, η διαφορά είναι ότι οι μαύροι στην Αμερική κατάγονται από ανθρώπους που αποσπάστηκαν βίαια από την πατρίδα τους και πουλήθηκαν σαν σκλάβοι για να χτιστεί αυτή η χώρα. Οι μαύροι σκλάβοι “έχτισαν” το λεγόμενο αμερικανικό θαύμα. Στους αυτόχθονες, όμως, έκλεψαν τη γη για να χτιστεί αυτή η χώρα. Αυτή ειναι η διαφορά με τη μαύρη κοινότητα. Και μία ακόμη: οι αυτόχθονες έχουν ξεχωριστή πολιτική υπόσταση και νομική ταυτότητα μέσα στο σύστημα της χώρας. Μόνο που η ίδια η χώρα κάνει πως δεν υπάρχουν καν».
«Οι Αμερικανοί νιώθουν καλύτερα αν πιστεύουν πως έχτισαν μια χώρα μόνοι τους, πάνω σε άδειο έδαφος, όπου δεν προϋπήρχε τίποτα» συνεχίζει ο Bird Running Water. «Εχει αναχθεί σε υπαρξιακό θέμα για τους ίδιους. Οπότε είναι πραγματικά δύσκολο να ανεχθούν το άλλο, το διαφορετικό, το προϋπάρχον. Ηρθαν με τον Κολόμβο και έφεραν ασθένειες που σχεδόν μας αποτελείωσαν. Οχι τα όπλα, αλλά οι ασθένειες που έφεραν ήταν το μεγαλύτερο όπλο εναντίον κάθε αυτόχθονα λαού. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουμε ακόμα. Μας πήραν τις ζωές, τη γη, απαγόρεψαν τη γλώσσα, την κουλτούρα, τη θρησκεία μας, τους χορούς και τα τραγούδια μας. Τώρα, θέλουν να μας πάρουν και τη φωνή. Ο Λεονάρντ Πελτιέ είναι το ιδανικό ίσως παράδειγμα ενός αγώνα για να διατηρηθεί αυτή η φωνή. Κι εμείς, με το φιλμ, κάνουμε μια προσπάθεια τώρα να πάρουμε πίσω τον έλεγχο της αφήγησης και να πούμε τις δικές μας ιστορίες – αυτό έχει ξεκινήσει και όχι μόνο από εμάς. Φέτος, ένα από τα υποψήφια ντοκιμαντέρ στα Οσκαρ ήταν για ιθαγενείς, το “Sugar Cane”, πολύ όμορφα γυρισμένο, που αποκάλυψε τις εκστρατείες των οικοτροφείων στις ΗΠΑ και τον Καναδά και τις τραγωδίες που συνεχίζουν να επηρεάζουν γενιές ολόκληρες... Για τους περισσότερους, δεν υπάρχουμε. Για άλλους, είμαστε κάτι το εξωτικό, σαν ένα σπάνιο πουλί. Αλλά όλα αυτά δεν είναι τίποτα μπροστά στα όσα έρχονται με τη νέα εποχή Τραμπ».
«Μπαίνουμε πραγματικά σε μια περίοδο πλήρους και αδιαπραγμάτευτης λευκής υπεροχής στις ΗΠΑ», συμπληρώνει ο Ντέιβιντ Φρανς. «Και όλα όσα ίσως σκεφτόμασταν ότι θα ήταν σταδιακές βελτιώσεις, τώρα είναι εκτός εμβέλειας για όλους σε αυτήν την περίοδο της άνθησης του φασισμού και του αυταρχισμού. Η εξάλειψη των ανθρώπων που δεν είναι λευκοί και ετεροφυλόφιλοι από σημαντικές θέσεις στην κυβέρνηση τις τελευταίες πέντε εβδομάδες είναι η απόδειξη. Αν είσαι Αφροαμερικανός ή Λατίνος και σε ηγεσία του στρατού, σε έχουν απολύσει. Αυτό που πραγματικά συμβαίνει τώρα είναι η ανακατάληψη της Αμερικής από τους λευκούς. Και αυτό γίνεται όχι μυστικά, αλλά με πολύ συνειδητό και δημόσιο τρόπο... ωστόσο δεν θα σταματήσουμε. Πιστεύω ότι πολύ σύντομα θα υπάρξουν αντιδράσεις, και από το Κογκρέσο και από τον κόσμο. Ναι, θα υπάρξουν», καταλήγει.
ΣΑΝΤΙΑΓΟ ΕΣΤΕΪΝΟΥ ● ΣΙΖΑΡ ΦΙΕΡΟ
«Η έννοια της ανθρώπινης ύπαρξης αλλάζει, αν είσαι μετανάστης»
Ο Μεξικανός σκηνοθέτης Σαντιάγο Εστεϊνού καταγράφει τη ζωή του συντοπίτη του Σίζαρ Φιέρο, που έμεινε στη φυλακή για 40 χρόνια, ενώ είναι αθώος. Τα δύο ντοκιμαντέρ «The years of Fierro» και «The Freedom of Fierrο» καταγράφουν το πόσο άδικο, ρατσιστικό και απάνθρωπο είναι το δικαστικό σύστημα στις ΗΠΑ, αλλά και η ίδια η κοινωνία εκεί.
Ο Σίζαρ Φιέρο είναι από το Μεξικό. Σήμερα είναι 65 ετών και ελεύθερος. Από 23 ετών είναι στη φυλακή για κάτι που ποτέ δεν έκανε. Εγινε ένας φόνος, οι Αρχές δεν μπόρεσαν να βρουν το δολοφόνο και ακολούθησαν τη «συνηθισμένη μέθοδο», όπως μας λέει ο σκηνοθέτης, επίσης Μεξικανός, Σαντιάγο Εστεϊνού: «Βρίσκουν ένα εξιλαστήριο θύμα, βασανίζουν κάποιους γείτονες ή φίλους ώστε να ψευδομαρτυρήσουν εναντίον του, τον συλλαμβάνουν και μετά επίσης με βασανιστικές μεθόδους αποσπούν πολλές φορές και από τον ίδιο μια ψευδή κατάθεση. Κάπως έτσι έγινε και με τον Σίζαρ. Και όλο αυτό επειδή δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κάνουν τη δουλειά τους, που είναι η έρευνα της όποιας υπόθεσης».
Ο Σίζαρ καταδικάστηκε για έναν φόνο που δεν έκανε ποτέ. Η απόφαση πάρθηκε βασισμένη σε ψευδομάρτυρες, όπως ακριβώς έγινε και με τον Λεονάρντ Πελτιέ. Εμεινε στη φυλακή του Τέξας, στην πτέρυγα μελλοθανάτων, για 40 χρόνια! Πάνω από τα μισά, σε πλήρη απομόνωση – ακριβώς όπως και ο Πελτιέ. Ο ένας Μεξικανός, ο άλλος ιθαγενής Αμερικανός. Ο Σίζαρ υπέστη και βασανιστήρια: εικονικούς πνιγμούς, γυμνός μόνο με νερό και ελάχιστο φαγητό σε ένα δωμάτιο που δεν είχε ούτε φεγγίτη για δεκαετίες. Για 20 χρόνια δεν μπορούσε καν να μιλήσει σε άνθρωπο. Επίσης, δεκαεφτά φορές προετοιμάστηκε για τη θανατική ποινή: κάπνισε το τελευταίο του τσιγάρο και περίμενε να τον καλέσουν για τη θανατηφόρο ένεση. Φυσικά, ποτέ δεν συνέβη γιατί ήξεραν πως είναι αθώος.

Η ιστορία του έγινε ντοκιμαντέρ: ο Σαντιάγο δημιούργησε το πρώτο φιλμ “The years of Fierro” για τη σύλληψη και τον εγκλεισμό του και ακριβώς χάρη σε αυτό το φιλμ κατόρθωσε ο Σίζαρ να βγει από τη φυλακή και να προσπαθεί πλέον, με μία ομάδα ικανών δικηγόρων από τη Ν.Υ. που εργάζονται εθελοντικά για τον ίδιο, να αποδείξει την αθωότητά του και νομικά πλέον. Το δεύτερο ντοκιμαντέρ, “The Freedom of Fierrο”, περιγράφει τις δυσκολίες κοινωνικοποίησης του ίδιου, σαν βγήκε μετά από τόσα χρόνια φυλακής και απομόνωσης στον έξω κόσμο: δεν ήξερε τι είναι τηλεόραση, κινητό, φοβόταν τα πάντα. «Εως σήμερα δεν μπορώ να κοιμηθώ τα βράδια. Επειδή με ξυπνάγανε κάθε βράδυ ανά μία ώρα για χρόνια, ακόμα και χάπια να πάρω, δεν μπορώ να κοιμηθώ», μας λέει.
Και τα δύο ντοκιμαντέρ προβλήθηκαν στο πρόσφατο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Εμείς συναντήσαμε τον Σίζαρ και τον Σαντιάγο στη Αθήνα, λίγο πριν ανέβουν στη συμπρωτεύουσα. Ο πρώτος ήρεμος, γλυκύτατος και ειλικρινής. Ο δεύτερος δυναμικός και εν τέλει ικανός να αλλάξει με μία του ταινία τη ζωή ενός ανθρώπου. «Είμαι τυχερός που γνώρισα τον Σαντιάγο. Αλλά θα ήθελα όλοι οι αθώοι που είναι στη φυλακή να έχουν τη δική του τύχη. Δεν γίνεται αθώοι να πεθαίνουν, λόγω της θανατικής ποινής. Θα έπρεπε να μην ισχύει για κανέναν», μας λέει ο Σίζαρ. «Οι μετανάστες είναι η μεγάλη πληγή στο σύστημα της Δικαιοσύνης στις ΗΠΑ. Είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Η ίδια η έννοια της ανθρώπινης ύπαρξης αλλάζει, αν είσαι μετανάστης. Προσωπικά νιώθω πως τα ντοκιμαντέρ που κάνω με βοηθούν να μη χάσω κι εγώ την ανθρωπινότητά μου. Ισως αυτό είναι και το νόημα της τέχνης πλέον: Να μας βοηθάει ώστε να μη χάσουμε την ανθρωπινότητά μας», μας λέει ο Σαντιάγο.
Πώς όμως άντεξε ο Σίζαρ σε τόσο απάνθρωπες συνθήκες, 40 χρόνια; Είναι μια ολόκληρη ζωή, που πλέον καλείται να επανεφεύρει. «Τραγουδούσα. Ετσι άντεξα. Και το ότι ήξερα πως είμαι αθώος – αυτό με κράτησε από το να μη χάσω το μυαλό μου. Δεν πιστεύω στον Θεό. Στην αθωότητά μου πίστευα και ήξερα πως αυτό δεν μπορούν να μου το πάρουν», μας λέει. Το ντοκιμαντέρ καλύπτει τις προσωπικές ιστορίες που κρύβουν βαθιά νοήματα και κοινωνικές προκλήσεις... Ποιες είναι αυτές για τον ίδιο, τον ρωτάμε: «Φοβάμαι. Ακόμα. Σαν βγήκα από τη φυλακή είχα έναν διαρκή φόβο, ακόμα και για τους ανθρώπους που έβλεπα γύρω μου. Επίσης δεν αντέχω την αποτυχία. Νιώθω πως με το παραμικρό αποτυγχάνω και δεν το αντέχω». Ο Σαντιάγο βοήθησε τον Σίζαρ σαν βγήκε από τη φυλακή: του έδωσε ένα μικρό σπίτι που είχε η οικογένειά του στο Μεξικό και πλέον ο Σιζαρ εργάζεται (ας είναι και μία μέρα μόνο) στο ξενοδοχείο όπου δουλεύει και η αδερφή του σκηνοθέτη. Ωστόσο, η πορεία είναι ακόμη μεγάλη. Αν ωστόσο κάτι βγήκε από δύο ντοκιμαντέρ και μία ζωή που θα μπορούσε να θεωρηθεί χαμένη, είναι πως οι πολιτικές μέθοδοι και η ανθρώπινη ευαισθησία είναι αλληλένδετες στη διαδικασία επικοινωνίας, ότι οι εμπειρίες της απομόνωσης και της ανθεκτικότητας αναδεικνύουν τις ανθρώπινες αξίες καθώς και την ελπίδα και πως η σύνδεση του παρελθόντος με τις τρέχουσες προκλήσεις ενισχύει την αξία της κατανόησης ανάμεσα στους ανθρώπους: «Ποτέ δεν ξέχασα ποιος είμαι», μας λέει ο Σίζαρ.
«Κάνω ταινίες για να μην ξεχάσω ποιος είμαι κι εγώ», συνεχίζει ο Σαντιάγο. «Εχω μελετήσει πολύ καλά το δικαστικό σύστημα των ΗΠΑ και υπάρχουν χιλιάδες περιπτώσεις όπως αυτή του Σίζαρ. Μπορώ να σας μιλάω για ώρες για το πόσο δύσκολο ήταν να κάνω έστω και το πρώτο ντοκιμαντέρ: μου έδιναν μόνο 45 λεπτά συζήτησης με τον Σίζαρ, με τον ίδιο μέσα στη φυλακή φυσικά και μετά μπορούσα να έχω ένα ακόμα 45λεπτο μετά από τρεις μήνες. Το διανοείστε; Πώς να γίνει ταινία έτσι; Κι όμως, έγινε. Δεν τα παράτησε κανείς μας... Να σας πω μια ακόμα λεπτομέρεια; Σε καθέναν που είναι στη φυλακή, του δίνουν 40 δολάρια τον μήνα. Με αυτά πρέπει να αγοράσει τα πάντα, γιατί δεν τους παρέχουν τίποτα: από σαπούνι έως οδοντόκρεμα. Ο Σίζαρ έκανε φριχτές οικονομίες, γιατί ήξερε την αθωότητά του και πίστευε πως κάποια στιγμή θα βγει από τη φυλακή. Μετά από 40 χρόνια κατόρθωσε να μαζέψει 3.500 δολάρια. Κι όμως! Ούτε αυτό το ευτελές ποσό δεν του έδωσαν σαν βγήκε, ενώ του ανήκε. Βρήκαν δεκάδες γελοίες δικαιολογίες για να του τα καθυστερήσουν – όλα αυτά είναι ακατανόητα απολύτως!»
«Ο Σίζαρ πρέπει ν’ αλλάξει την οπτική του για να περάσει σε μια υγιή κοινωνικοποίηση. Το ίδιο κι εμείς, αν και δεν περάσαμε τα όσα εκείνος. Οταν φτιάχνεις ένα ντοκιμαντέρ, πρέπει να βγεις από τα ασφαλή σου πλαίσια, να δεις τον άλλο όπως ακριβώς είναι. Το ίδιο δεν χρειάζεται να κάνουμε και σε κάθε διαπροσωπική μας σχέση; Το ίδιο δεν χρειάζεται να συμβεί για να λεγόμαστε σωστοί πολίτες; Ταυτόχρονα δεν είναι δυνατόν να ανεχόμαστε τη διαφθορά. Το σύστημα στις ΗΠΑ αλλά και στο Μεξικό είναι διεφθαρμένο. Η αλληλεγγύη και η γνώση τού τι ακριβώς συμβαίνει, όμως, μπορεί ν’ αλλάξει ζωές. Ο Σίζαρ είναι η ζωντανή απόδειξη γι’ αυτό» καταλήγει. Ο Σίζαρ μάς χαμογελά. Αποφασίζουν ότι θέλουν να δουν την Ακρόπολη πριν ταξιδέψουν για Θεσσαλονίκη. «Μαθαίναμε αρχαία ελληνικά στο σχολείο», μας λέει ο Σαντιάγο. «Δυστυχώς δεν μπόρεσα να σπουδάσω γιατί με έπιασαν», λέει ο Σίζαρ. «Αλλά ξέρω πως αυτός είναι ο ναός της δημοκρατίας. Κάτι που λείπει από τη δική μου χώρα, μαζί με τη δικαιοσύνη».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας