Η απαξίωση της συμμετοχής στις κομματικές εκλογές φαίνεται πλέον να εκφράζει βαθύτερα και συνειδητά ή και υποσυνείδητα την αποδοκιμασία και χρεοκοπία του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος, εκλογοκεντρικού/κομματοκεντρικού και, στη λειτουργία του, εκτελεστικοκεντρικού/αρχηγοκεντρικού. Μια χρεοκοπία που εξελίσσεται συμπαρασύροντας όχι μόνο τα ισχύοντα θεσμικά αλλά και τα (δυτικά) αξιακά, σημασιολογικά και νοητικά στηρίγματά του. Παράλληλα η αποχή δεν φαίνεται ασύνδετη με τις (περιοριστικές) οικονομικές και κοινωνικές (αποκλεισμοί, επισφάλεια, φόβος, ανισότητες και νεοφτώχεια) εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών. Τέλος, το φαινόμενο δεν φαίνεται άσχετο με το ότι «η πολιτική τάξη έχει αποκοπεί από την κοινωνία έχοντας πάρει τη μορφή μιας κομματοκρατίας ή μιας κυβερνώσας ολιγαρχίας και με τους πολίτες να νιώθουν ότι δεν εισακούονται πλέον και δεν εκπροσωπούνται…» (P. Rosanvallon, «Εφ.Συν.»). Ετσι από αυτή την άποψη η αποχή έχει πολιτική διάσταση ως μια βιοπολιτική συμβολική πράξη-αντίδραση.
Βέβαια φαίνεται πως και η ίδια η πολιτική έχει και ως «πρόσληψη»-αναπαράσταση μεταλλαχθεί, με την έννοια ότι η απαξίωση και τελικά η αποχή από τον συγκεκριμένο τύπο πολιτικής δεν είναι αντίδραση της στιγμής. Η πολιτική δηλαδή τελικά δεν προσλαμβάνεται (και δεν υλοποιείται) πλέον μέσω κομμάτων, παρατάξεων, θεσμών, συνδικάτων κ.λπ. Για την Ch. Mouffe (1993), το πολιτικό διαχέεται σε όλο το φάσμα της κοινωνίας και της ζωής και τα πολιτικά υποκείμενα βρίσκονται «σε μια «πολλαπλότητα κοινωνικών θέσεων» και επιθυμιών, αλλά και ποικίλων και πολλαπλασιαζόμενων διαιρέσεων και ανισοτήτων (Fr. Dubert, 2023). Ταυτόχρονα, αυτά τα πολιτικά υποκείμενα που εκφράζουν τη μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων το «κοινωνικό πλήθος» αφορούν, χωρίς όμως να έχουν λόγο τα πολλαπλά σήμερα και ενιαία διακυβεύματα-συνέπειες των πολλαπλών και ζωτικών κρίσεων. Ο «κοινωνικός πολίτης» μετέχει του συλλογικού πολιτικού υποκειμένου-λαός και δραστηριοποιείται έξω από τις εκλογικές-«επίσημες» διαδικασίες ως μέλος πολλών κοινοτήτων και συλλογικών μορφών ταύτισης (Ch. Mouffe, οπ. παρ.). Οι πολίτες πράγματι δεν εντάσσονται και ακόμα λιγότερο συμμετέχουν στα κόμματα (ίσως μόνο για να αλλάξουν-εκλέξουν κάθε τόσο αρχηγό), τα οποία ούτως ή άλλως έχουν αποξενωθεί από αυτούς, από τη λεγόμενη «εκλογική τους βάση». Παράλληλα, όπως επισημαίνει ο Κ. Κράουτς («Εφ.Συν.», 23-25/12/2023), έχουν εξασθενήσει οι παραδοσιακές ταυτότητες των τάξεων, και γενικότερα, ιδίως από τη δεκαετία του ’80, οι κοινωνικές (ίσως και ιδεολογικές) πηγές της πολιτικής ταυτότητας. Με άλλα λόγια, αντίθετα από αυτό που πρέσβευε ο S. Lipset, oι εκλογικές μάχες δεν αποτυπώνουν πλέον δημοκρατικά την πάλη των τάξεων. Από την ίδια δεκαετία, τέλος, με την εγκαθίδρυση της (οικονομικής-κεφαλαιακής) παγκοσμιοποίησης αλλά και την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών και ιδίως του διαδικτύου τα τελευταία χρόνια, μαζί με τη διαρκή οικονομική κρίση, έχει μεταβληθεί η κοινωνική διαστρωμάτωση (Π. Κυπριανός, εφ. «Η Εποχή», Ιανουάριος, 2024).
Από την άλλη επίσης, η σημερινή εκλογική μετα-πολιτική (η οποία εξακολουθεί βέβαια να είναι… πολιτική, αλλά πολιτική συντηρητική και συστημική), δίνει, όλο και περισσότερο, έμφαση στο (και ταυτίζεται με το) εκλογικό πρόσωπο/προσωπείο/ του ηγέτη «γητευτή», αρχηγού (του κόμματος) ή πολιτευτή.
Ο χαρισματικός γητευτής, ως άλλος ιεροκήρυκας, γοητεύει όχι τόσο για το τι λέει αλλά για τον τρόπο και το ύφος που το λέει με έμφαση κυρίως στην… «αλλαγή» (…«για να μην αλλάξει τίποτα»/κάθε φορά ματαιωμένη αλλαγή). Στον πυρήνα τής με κάθε τρόπο και μέσο, ακόμα και αθέμιτο, ψηφοθηρικής μεταπολιτικής βρίσκονται το θέαμα και η επικοινωνία και η συνοδεύουσα αυτή προπαγάνδα έτσι ώστε η μετάφραση των παρουσιαζόμενων γεγονότων να εκλαμβάνεται από τον αποδέκτη της επικοινωνίας σαν η πιο πιθανή, για να μην πούμε η πραγματική (Ζ.Π. Φιτουσί, «Εφ.Συν.», Μάιος 2021). Και τούτο ταυτόχρονα με μια κατασκευασμένη εικόνα η οποία δημιουργεί τη δική της πραγματικότητα (με τρόπο που τελικά στη μετα-πολιτική πραγματικότητα «πραγματικός» κόσμος δεν υπάρχει). Κατά τον Γ. Μπλάνα, η «θεαματική πραγματικότητα αντικαθιστά το πραγματικό θέαμα».
Συνακόλουθα, και υπό αυτές τις συνθήκες, ο ψηφοφόρος που δεν έχει άλλον λόγο, καλείται, ανάμεσα σε πολωμένα στρατόπεδα, να επιλέξει-«καταναλώσει» μονομάχο, και ρισκάροντας να κάνει «λάθος». Καλείται επομένως χειραγωγούμενος, σ’ έναν βαθμό ή και πλήρως και ποικιλοτρόπως, μέσα από τις επικοινωνιακές αρένες των άγονων, ακόμα και ασήμαντων αντεγκλήσεων (για δευτερεύοντα και τριτεύοντα ζητήματα), να επιλέξει με κριτήριο τον εντυπωσιασμό. Επιτελείται δε τούτο με επιφανειακό και ρηχό πολιτικό λόγο/λαϊκιστικό. Επισημαίνουμε πως ο λαϊκισμός είναι «αρνητικός» και «αντιδημοκρατικός» σε αυτού του τύπου την πολιτική, όπως και ο «λαϊκισμός του… αντιλαϊκισμού», ο οποίος συνήθως στηρίζει την καθεστηκυία πολιτική και οικονομική τάξη και τις ελίτ. Εξάλλου, συχνά, ένας τέτοιος λόγος συνοδεύεται από παράσταση ύφους, ψευδούς όσο και αμήχανης άνεσης, στημένων και επιτηδευμένων χαμόγελων. Ο αρχηγός-ηγέτης ή ο απλός πολιτευτής φαίνεται έτσι «ένας από/με τον λαό» (π.χ. συνεχείς παρουσίες σε κοινωνικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις, παρουσία σε τηλεοπτικές «διασκεδαστικές», «ελαφρές» εκπομπές κ.λπ.).
Με τέτοιους τρόπους, γράφει ο A. Gorz (M. Bosquet, 1984), «ο πολίτης προσδιορίζεται ως καταναλωτής μορφών πολιτικής που τις επεξεργάζονται και τις εκτελούν οι εκ των άνω και επιλέγει κόμματα με τον ίδιο τρόπο που επιλέγει ανάμεσα σε μάρκες απορρυπαντικών. Αν δε αρνηθεί τη συμμετοχή στις εκλογές αυτού του τύπου μετα-πολιτικής, θα κατηγορηθεί ως «απολιτικός». Αντίθετα, ο πολίτης δεν φαίνεται αμέτοχος σε «εκ των κάτω» οριζόντιες και μη ιεραρχικές κινήσεις και δράσεις σε (βιο)χωροτοπικό επίπεδο.
Σε αυτό το πλαίσιο η μετα-πολιτική έχει μετατραπεί σε μια διαρκή εκλογική εκστρατεία με διαρκείς εκλογικούς μηχανισμούς και στοχεύει ακριβώς μόνο στην τελική-επόμενη εκλογική επιτυχία και όχι σε ριζικούς μετασχηματισμούς της κοινωνίας (βλ. και Π. Μπεβιλάκουα, «Εφ.Συν.», Μάιος 2023). Επιπλέον, μια πολιτική όπως αυτή στην ουσία την παράγουν επιλεγμένοι ειδικοί τεχνοκράτες, σύμβουλοι, ιδίως νομικοί, αλλά και λομπίστες κ.λπ., που δεν λογοδοτούν και δεν ελέγχονται. Πρόκειται για την τρέχουσα μετα-πολιτική ως τεχνική διακυβέρνησης και όχι συλλογικής διαχείρισης των κοινών και δημόσιων πραγμάτων. Τα θέματα αποϊδεολογικοποιούνται, «τεχνικοποιούνται» και «νομικοποιούνται» (σε κρατικό και υπερεθνικό επίπεδο), δημιουργώντας έναν τεχνο-νομικιστικό Λεβιάθαν (πρβλ. Δ. Πεπόνης, 2023). Στο πλαίσιο αυτό επίσης η ισχύουσα μορφή «δημοκρατίας» λειτουργεί απλώς (αν και όχι πάντα…) τυπικά-θεσμικά (ακόμα κι αν το κοινοβούλιο είναι απλώς διακοσμητικό άνευ ουσίας, με ατελείωτους μονο-πολυ-λόγους και άδεια έδρανα) και κυρίως με «αδιάβλητες εκλογές», ως πρόσοψη ή επικάλυμμα, αλλά χωρίς «δήμο» και δημόσιο ή συλλογικό έλεγχο και με ολιγαρχικά και ελιτίστικα χαρακτηριστικά (Ντ. Δασκαλοπούλου, «Εφ.Συν.», Δεκέμβριος, 2023). Ετσι, αυτή απομακρύνεται από τον πυρηνικό της ορισμό (κυριαρχία του «δήμου» αλλά και ισότητα) και συμβαδίζει με τον εργαλειακό (αντι)ορθολογισμό και τον «πολιτισμό» του ύστερου καπιταλισμού. Υπ’ αυτήν μάλιστα την έννοια μπορεί πράγματι να γίνεται λόγος για μετα-δημοκρατία ή ψευδεπίγραφη δημοκρατία.
Τούτων δοθέντων δεν προξενεί έκπληξη πως σε μεγάλη έρευνα σε 24 χώρες και 5 ηπείρους του διεθνούς ινστιτούτου Pew εμφανίζεται μια βαθιά κρίση εμπιστοσύνης στις ισχύουσες δημοκρατίες: το 59% των πολιτών και ειδικότερα το 74% των Ελλήνων είναι δυσαρεστημένοι από την κατ’ όνομα αντιπροσωπευτική δημοκρατία (με αυξημένη προτίμηση σε αυταρχικές ηγεσίες και κυβερνήσεις ειδικών τεχνοκρατών). Ταυτόχρονα όμως το 70% (!) προτιμούν την «άμεση δημοκρατία» ενώ θεωρούν ότι η δημοκρατία θα βελτιωνόταν αν εκλέγονταν περισσότεροι αξιωματούχοι από τα φτωχότερα στρώματα (46% και στην Ελλάδα 62%!). Μάλιστα, το 84% (!) όσων θεωρούν ότι «οι αιρετοί πολιτικοί δεν νοιάζονται γι’ αυτούς» προτιμά την άμεση δημοκρατία (Γ. Κιμπουρόπουλος, «Εφ.Συν.», Μάρτιος, 2024).
*Ομ. Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Πάτρας
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας