Αθήνα, 19°C
Αθήνα
Αυξημένες νεφώσεις
19°C
20.4° 18.4°
1 BF
73%
Θεσσαλονίκη
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
21.3° 18.6°
3 BF
67%
Πάτρα
Αραιές νεφώσεις
18°C
21.0° 17.7°
2 BF
76%
Ιωάννινα
Αραιές νεφώσεις
16°C
15.9° 15.9°
2 BF
67%
Αλεξανδρούπολη
Ελαφρές νεφώσεις
18°C
17.9° 17.9°
3 BF
72%
Βέροια
Αυξημένες νεφώσεις
20°C
19.8° 19.8°
1 BF
71%
Κοζάνη
Αυξημένες νεφώσεις
13°C
13.4° 13.4°
2 BF
62%
Αγρίνιο
Αυξημένες νεφώσεις
20°C
20.3° 20.3°
1 BF
68%
Ηράκλειο
Ασθενείς βροχοπτώσεις
20°C
20.2° 19.4°
4 BF
73%
Μυτιλήνη
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
18.9° 18.8°
1 BF
58%
Ερμούπολη
Αραιές νεφώσεις
19°C
18.9° 18.9°
3 BF
60%
Σκόπελος
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
18.7° 18.7°
1 BF
72%
Κεφαλονιά
Ελαφρές νεφώσεις
20°C
19.9° 19.9°
3 BF
73%
Λάρισα
Αραιές νεφώσεις
21°C
20.6° 20.6°
2 BF
61%
Λαμία
Αραιές νεφώσεις
20°C
20.5° 18.4°
3 BF
58%
Ρόδος
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
19.3° 18.8°
4 BF
79%
Χαλκίδα
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
20.0° 20.0°
2 BF
53%
Καβάλα
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
19.9° 18.3°
3 BF
66%
Κατερίνη
Αραιές νεφώσεις
21°C
20.7° 20.7°
3 BF
68%
Καστοριά
Αυξημένες νεφώσεις
16°C
16.4° 16.4°
2 BF
61%
ΜΕΝΟΥ
Πέμπτη, 24 Απριλίου, 2025
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
«Rainstorm over the Sea», 1824-1828 | © John Hammond

Το δραματικό κιαροσκούρο στη ζωή και τη φύση

«Η ζωγραφική δεν είναι παρά μια άλλη λέξη για το συναίσθημα». Αυτό έγραψε στον φίλο του αρχιδιάκονο John Fisher το 1821 ο ρομαντικός Αγγλος τοπιογράφος, ο υπέροχος John Constable (1776-1837).

Γεννήθηκε στο East Bergholt του Σάφολκ. Ο πατέρας του ήταν πλούσιος γαιοκτήμονας, έμπορος καλαμποκιού και άνθρακα. Είχε ένα μικρό πλοίο, το «The Telegraph», το οποίο έδενε στο Mistley στις εκβολές του ποταμού Stour, και το χρησιμοποιούσε για τη μεταφορά καλαμποκιού στο Λονδίνο, από τους δυο μύλους του.

Αν και ο Constable ήταν ο δεύτερος γιος των γονιών του, ο μεγαλύτερος αδερφός του ήταν με διανοητική υστέρηση και ο John αναμενόταν να διαδεχτεί τον πατέρα του στην επιχείρηση. Πήγε να δουλέψει για τον πατέρα του στην οικογενειακή επιχείρηση περίπου το 1792 αφού αποφοίτησε από το σχολείο, αλλά ο μικρότερος αδερφός του Abram ανέλαβε τελικά τη διαχείριση των μύλων.

Ξεκίνησε ερασιτεχνικά «ταξίδια σκιτσογραφίας» στη γύρω ύπαιθρο του Σάφολκ και του Εσεξ, που έμελλε να γίνουν αντικείμενο μεγάλου μέρους της τέχνης του. Αυτές οι σκηνές που αποτύπωνε, «με έκαναν ζωγράφο και είμαι ευγνώμων». «Ο ήχος του νερού που ξεφεύγει από φράγματα μύλου κ.λπ., οι ιτιές, οι παλιές σάπιες σανίδες, οι γλοιώδεις σαπισμένοι στύλοι και η πλινθοδομή, πραγματικά μου αρέσουν», είναι τα δικά του λόγια.

Το 1794 έκανε μια «περιοδεία σκίτσου» στο Νόρφολκ και δημιούργησε τα πρώτα του χαρακτικά το 1797. Το 1799, ο John έπεισε τον πατέρα του να τον αφήσει να ακολουθήσει καριέρα στην τέχνη που τόσο αγαπούσε και εκείνος του χορήγησε ένα μικρό επίδομα. Αμέσως παρουσιάστηκε στον Joseph Farington (ζωγράφος και ακαδημαϊκός, 1747-1821) και εισήλθε στις Σχολές της Βασιλικής Ακαδημίας (Royal Academy) ως δόκιμος.

Μεταξύ των έργων που τον ενέπνευσαν ιδιαίτερα αυτή την περίοδο ήταν πίνακες του Thomas Gainsborough (1727-1788), ιδιαίτερα του Γάλλου Claude Lorrain (1600-1682), του Φλαμανδού Peter Paul Rubens (1577-1640), του Ιταλού Annibale Carracci (1560-1609) και του Ολλανδού Jacob van Ruisdael (1628-1682).

Επισκέφτηκε το Staffordshire και το Derbyshire το 1801 και εργάστηκε σκληρά για την τεχνοτροπία του. Το 1802 αρνήθηκε τη θέση του δασκάλου σχεδίου στο Στρατιωτικό Κολέγιο Great Marlow (τώρα Sandhurst), μια κίνηση που δεν άρεσε στον Benjamin West (τότε διευθυντής της Βασιλικής Ακαδημίας, RA, 1738-1820) που τον συμβούλεψε ότι αυτό θα σήμαινε το τέλος της καριέρας του. Με μια επιστολή του στον ζωγράφο και φίλο του John Dunthorne (1798-1832) εξήγησε την αποφασιστικότητά του να γίνει επαγγελματίας τοπιογράφος.

Το 1805 τού παράγγειλαν να ζωγραφίσει έναν βωμό για την εκκλησία στο Brantham. Περιόδευσε την περιοχή Lake District τον επόμενο χρόνο και το 1810 άρχισε να εργάζεται για τον βωμό της εκκλησίας Nayland.

Ο Constable άρχισε να βλέπει τη μελλοντική του σύζυγο, Maria Bicknell, τακτικά από το 1809, αν και είχαν συναντηθεί μερικά χρόνια νωρίτερα. Παντρεύτηκαν το 1816, παρά την αντίθεση της οικογένειάς της, και τελικά απέκτησαν επτά παιδιά.

Μετακόμισαν στην Keppel Street, στο Bloomsbury, στο Λονδίνο, το 1817. Από το 1819, λόγω της κακής υγείας της συζύγου του, ο John νοίκιασε ένα σπίτι για την οικογένειά του στο Χάμπστεντ, δουλεύοντας εντυπωσιακά, κάνοντας περίπου εκατό μελέτες για σχηματισμούς νεφών, πολλά σκίτσα ελαιογραφίας από απόψεις της περιοχής και πολλά «τελειωμένα» άρτια έργα ζωγραφισμένα επί τόπου.

Το 1822 ζούσαν στο πρώην σπίτι τού Joseph Farington στην Charlotte Street, στο Bloomsbury. Το 1824 όμως άρχισαν να πηγαίνουν στο Μπράιτον για λόγους υγείας της συζύγου του, η οποία πέθανε από φυματίωση το 1828.

Σε μια επιστολή προς τον αδερφό του στις 19 Δεκεμβρίου, ο John έγραψε σπαρακτικά: «Δεν θα νιώσω ποτέ ξανά όπως ένιωθα, το πρόσωπο του Κόσμου έχει αλλάξει τελείως για μένα».

Εξέθετε τακτικά στο Βρετανικό Ιδρυμα από το 1808, στην Ακαδημία του Λίβερπουλ από το 1813-14, στην Εταιρεία Τεχνών του Μπέρμιγχαμ από το 1829 και στο Ινστιτούτο του Γούστερ το 1834-6. Εγινε συνεργάτης της Βασιλικής Ακαδημίας το 1819 και ακαδημαϊκός το 1829, σε ηλικία 53 ετών.

Αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής του στη ζωγραφική του τοπίου, στις σκηνές της «απρόσεκτης παιδικής του ηλικίας» που, όπως είπε, «με έκανε ζωγράφο».

Αυτήν την εποχή η Βασιλική Ακαδημία Tεχνών (Royal Academy of Arts) του Λονδίνου και μέχρι τις 13 Φεβρουαρίου με μια μεγάλη έκθεση με τίτλο «Late Constable» ερευνά το ύστερο στιλ του John Constable, που ήταν και παραμένει ένας από τους πιο γνωστούς και αγαπημένους καλλιτέχνες της Βρετανίας.

Βλέπουμε και απολαμβάνουμε την ιδιαίτερη οπτική και καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του εξαίρετου δημιουργού που απλώθηκε πληθωρικά στις μεγάλες γκαλερί του Burlington House στο πολύβουο, πολύχρωμο και εορταστικό Πικαντίλι της βρετανικής πρωτεύουσας, παρά τα εντεινόμενα μέτρα προστασίας λόγω της πανδημίας Covid-19.

Ανακαλύπτουμε τα 12 τελευταία χρόνια της καριέρας του –από το 1825 μέχρι τον απροσδόκητο θάνατό του το 1837–, που χαρακτηρίζονται από ελεύθερες και εκφραστικές πινελιές. Εχουν συγκεντρωθεί πάνω από 50 έργα, όπως πίνακες ζωγραφικής και ελαιογραφίες, καθώς και ακουαρέλες, σχέδια, χαρακτικά και εκτυπώσεις, που μας επιτρέπουν μια σε βάθος ματιά στην εξέλιξη του όψιμου στιλ του καλλιτέχνη.

Η έκθεση είναι διατεταγμένη σε τρεις ενότητες. Η πρώτη ενότητα (1825-1829) ξεκινά με το τελευταίο έργο από τις περίφημες σκηνές του «καναλιού» του Σάφολκ, ύψους περίπου 2 μέτρων. Το «The Leaping Horse», 1825, είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα όλης της συλλογής της Βασιλικής Ακαδημίας. Σε αυτόν τον πίνακα διακρίνουμε δεξιά τη λεπτομέρεια του πύργου της Εκκλησίας του Dedham, που μας δείχνει πώς ο Constable απομακρύνθηκε αρχικά από την έννοια της τοπογραφικής ακρίβειας, η οποία ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα του έργου του μέχρι εκείνη την εποχή.

Αυτή η ενότητα περιλαμβάνει όλα τα σημαντικά έργα του Constable που παρουσιάστηκαν σε εκθέσεις από την περίοδο, συμπεριλαμβανομένων των «The Cornfield», 1825, και «Dedham Vale», 1828, καθώς και την εργασία του καλλιτέχνη «A Boat Passing a Lock», 1826, που παρουσιάστηκε στη Βασιλική Ακαδημία το 1829 μετά την εκλογή του ως Βασιλικού Ακαδημαϊκού. Παρουσιάζονται μαζί με διάφορα σκίτσα ελαιογραφίας, συμπεριλαμβανομένων των προπαρασκευαστικών σκίτσων σε πλήρες μέγεθος όπως τα έργα του, τα οποία είναι αξιοσημείωτα στην εκφραστική τους πινελιά, όπως το «The Leaping Horse» (σκίτσο πλήρους μεγέθους), 1825, που ανήκει στο Victoria and Albert Museum του Λονδίνου.

Η δεύτερη ενότητα (1830-37) εξερευνά το έργο του Constable στη δεκαετία του 1830 που οδηγεί στα δυο τελευταία έργα του: «Cenotaph to the Memory of Sir Joshua Reynolds», 1833-36, και «Arundel Mill and Castle», 1837, που ήρθε στην έκθεση από το Μουσείο του Τολέδο. Σημαντικότατο έργο που παρουσιάστηκε μετά τον θάνατό του στα νέα κτίρια της Βασιλικής Ακαδημίας στην πλατεία Τραφάλγκαρ, παρακινώντας τους κριτικούς «να θρηνήσουν για τη μεγάλη απώλεια αυτού του ικανού και πολύ ισχυρού καλλιτέχνη».

Μια τρίτη ενότητα ονομάζεται «Works on Paper», περιλαμβάνει ακουαρέλες, σχέδια και εκτυπώσεις. Στα τέλη της καριέρας του, ο Constable έστρεψε την προσοχή του στην ακουαρέλα με έναν ενθουσιασμό που δεν είχε δείξει για το μέσο από τις αρχές του 1800. Τα κυριότερα σημεία της έκθεσης περιλαμβάνουν τις ακουαρέλες «Old Sarum», 1834, και το περισσότερο διάσημο «Stonehenge», 1835. Εκτός από τα προπαρασκευαστικά σχέδια και τα σκίτσα του, η ενότητα επισημαίνει μερικά από τα πιο υποβλητικά έργα του σε χαρτί, όπως το σχέδιό του «View on the Stour», περίπου το 1836.

Εδω παρακολουθούμε τις εξερευνήσεις του έστω και αργά στη ζωή του για τις δυνατότητες της χαρακτικής σε μια σειρά εκτυπώσεων σχεδιασμένες για να προωθήσουν τη χρήση του φωτός και της σκιάς, που είχε γίνει ένα ισχυρό όχημα έκφρασης στην ύστερη δουλειά του. Η στενή συνεργασία μεταξύ του John και του χαράκτη του, David Lucas, είναι εμφανής στα διορθωμένα σχέδια για την τελική εκτύπωση της σειράς «Vignette: Hampstead Heath», 1829.

Η αλήθεια βρίσκεται στη φύση, και η μαγευτική βρετανική ύπαιθρος από το Χάμπστεντ Χιθ και το Στόουνχεντζ μέχρι την παραλία του Μπράιτον, καθώς και μελέτες καιρικών φαινομένων, αποτυπώνεται παραστατικά στο έργο του μέσα από αιθέριους σχηματισμούς νεφών, δραματικές καταιγίδες, ηλιαχτίδες και παράξενο ηλιακό φως και μεγαλοπρεπή ουράνια τόξα. μας ταξιδεύει στην αιώνια συνομιλία μεταξύ του σκότους και του φωτός, «το κιαροσκούρο της φύσης» όπως το αποκαλούσε, που για εκείνον ήταν αχώριστο από το κιαροσκούρο της ανθρώπινης εμπειρίας.

Πολλά από τα έργα της περιόδου προέκυψαν ύστερα από μια εκτεταμένη «εποχή θλίψης» μετά την απώλεια της αγαπημένης του Μαρίας, όμως ήταν έργα εμπνευσμένα, μιας αυτοψυχαναλυτικής περιόδου ανακάλυψης.

Παρά τη θλίψη και την εύθραυστη υγεία του και όλες τις ευθύνες του ως μόνος γονέας καταφέρνει με το ύστερο έργο του να μας παρασύρει στους ανάμεικτους καιρούς και τα περίπλοκα συναισθήματά του. Μέχρι που ξαφνικά αρρώστησε μια ανοιξιάτικη νύχτα του 1837 σε ηλικία 60 ετών. Ηταν στη μέση πολλών πραγμάτων: έδινε διαλέξεις, δίδασκε στα σχολεία της Βασιλικής Ακαδημίας και αποτελείωνε ένα μεγάλης κλίμακας έργο.

Το σκοτάδι στο συγκλονιστικό έργο του καθοριζόταν πάντα από το φως. Το φως του ήλιου πίσω από τα σύννεφα της καταιγίδας, το φως που έβαζε σε κίνηση ολόκληρη την επιφάνεια των εικόνων του. Φως και σκοτάδι, οι πίνακές του είναι μια προτροπή. Είναι τα στοιχεία της ζωής και της φύσης που μας δίνουν δύναμη, μας καθορίζουν για να οδηγηθούμε μόνο μπροστά. Να ανακτήσουμε τις δυνάμεις μας και να προσπαθήσουμε ξανά. Και αλήθεια, θα τα καταφέρουμε...

? «Late Constable», Βασιλική Ακαδημία Tεχνών (Royal Academy of Arts), Λονδίνο. Μέχρι 13 Φεβρουαρίου 2022

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Το δραματικό κιαροσκούρο στη ζωή και τη φύση

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας