Με βάση τα πρώτα πολεοδομικά σχέδια του 1833 των Κλεάνθη - Σάουμπερτ, η περιοχή κάτω από την Ομόνοια θα ήταν η οικιστική καρδιά της νέας πρωτεύουσας, αφού θα απείχε μερικές δεκάδες μέτρα από τα ανάκτορα.
Οι προγραμματισμοί όμως ανατράπηκαν τον επόμενο χρόνο και οι πλούσιοι ομογενείς, που είχαν σπεύσει να αγοράσουν ακίνητα σε τιμές ευκαιρίας, φρόντιζαν πλέον να τα ξεφορτωθούν και τα πουλούσαν κατά κανόνα σε δημόσιους φορείς αφού είχαν άριστες σχέσεις με το «γκουβέρνο».
Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Νικολάου Θων, που κατάφερε να μεταπωλήσει το μεγάλο οικόπεδό του στη δεξιά πλευρά της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, όπου στη συνέχεια χτίστηκε το τότε Βασιλικό και σημερινό Εθνικό Θέατρο.
Στην απέναντι πλευρά, στο οικόπεδο που έχει επίσης πρόσοψη στις οδούς Μενάνδρου και Ζήνωνος, τα σχέδια προέβλεπαν να δημιουργηθεί πλατεία για την πρωτεύουσα, που μετρούσε ήδη 40.000 κατοίκους και τα όριά της έφταναν πλέον ώς τους Αμπελόκηπους, τον Ιλισό, τη σημερινή οδό Αγίου Κωνσταντίνου και το ρέμα Πατησίων.
Ο ακαδημαϊκός Σόλων Κυδωνιάτης στο βιβλίο του «Αθήναι, παρελθόν και μέλλον» την αναφέρει ως πλατεία Γερανίου. Ηταν ο μόνος δημόσιος χώρος στην περιοχή, αλλά το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε τον φιλοβασιλικών πεποιθήσεων δήμαρχο Γ. Σκούφο να... στριμώξει στη μια πλευρά του έναν ναό που θα έφερε το όνομα του διαδόχου Κωνσταντίνου.
Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε την 21η Ιουλίου 1869, ημέρα των πρώτων γενεθλίων του διαδόχου, ο οποίος ήταν πλέον μεσήλικας κατά τα θυρανοίξια που έγιναν το 1905, αφού για οικονομικούς λόγους τα έργα ξεκίνησαν με καθυστέρηση δύο χρόνων και συνεχίστηκαν με τις... συνήθεις καθυστερήσεις.
Το αρχικό κεφάλαιο των 250.000 δραχμών συγκεντρώθηκε με πανελλήνιους εράνους, αλλά τα πρόσθετα χρήματα εξασφαλίστηκαν από τη μητέρα του, βασίλισσα Ολγα.
Μια άτυχη στιγμή
Τα σχέδια είχαν ανατεθεί στον Λύσανδρο Καυταντζόγλου (1811-1885), ο οποίος δεν πρόλαβε να δει τον ναό τελειωμένο και, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, μετά τον θάνατό του έγιναν αρκετές τροποποιήσεις, πιθανότατα από τον Ερνέστο Τσίλερ, τον αρχιτέκτονα του Εθνικού Θεάτρου.
Γεννημένος στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη, ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου έμεινε πολύ νωρίς ορφανός και η μητέρα του, για να προστατεύσει τα παιδιά της όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, επέλεξε να μετακομίσουν στη Μασσαλία.
Σπούδασε στη Ρώμη και στα 22 χρόνια του κέρδισε το πρώτο του βραβείο σε διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό.
Με πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης, εγκαταστάθηκε το 1884 στην Αθήνα και έγινε ο πρώτος διευθυντής του «Σχολείου των Τεχνών», που ήταν ο πρόδρομος του σημερινού Πολυτεχνείου.
Η συμβολή του στη δημιουργία του μεγαλύτερου τεχνολογικού ιδρύματος της χώρας ήταν καθοριστική, αλλά και οι συγκρούσεις πολλές, που τον οδήγησαν να υποβάλει παραίτηση το 1862.
Σπουδαία έργα του είναι το κτίριο Αβέρωφ, που στεγάζει ώς σήμερα την αρχιτεκτονική σχολή στο ιστορικό συγκρότημα της Πατησίων, το Αρσάκειο, καθώς και σημαντικοί ναοί, όπως η Αγία Ειρήνη στην Αιόλου, ο Αγιος Διονύσιος των καθολικών και ο παλαιός Αγιος Ανδρέας Πατρών.
Στην περίπτωση του Αγίου Κωνσταντίνου μάλλον ατύχησε, αφού θέλησε να προσδώσει στον ναό αναγεννησιακά πρότυπα παρακάμπτοντας τον έως τότε κυρίαρχο βυζαντινό ρυθμό.
Στη μονογραφία του για τον Καυταντζόγλου, ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Δημήτρης Φιλιππίδης επισημαίνει ότι τα τελευταία έργα του αρχιτέκτονα «δεν είχαν την αίγλη των παλαιοτέρων του» και το αποδίδει στο γεγονός ότι όσο περνούσε ο καιρός τόσο επέμενε στους κανόνες της «ελληνικής τέχνης» αρνούμενος τις ελευθερίες που επέτρεπε άλλοτε στον εαυτό του.
Αυτή η επιλογή του υλοποιήθηκε με τον πιο εύγλωττο τρόπο στον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου, που τότε είχε θεωρηθεί σύμβολο των μεγαλοϊδεατικών οραμάτων του Ελληνισμού.
Η θεμελίωση
Στην ομιλία του κατά την τελετή θεμελίωσης, ο Λ. Καυταντζόγλου είχε επιτεθεί με δριμύτητα σε όσους ακολουθούσαν τον βυζαντινό ρυθμό και είχε τονίσει πως επέλεξε «τον ελληνικόν ρυθμόν», προσθέτοντας ότι «πρέπει να αφομοιωθώμεν εις μόνην την των προπατόρων ημών αρχιτεκτονικήν».
Η απόπειρά του οδήγησε σε ένα οικοδόμημα με νεοκλασικά στοιχεία, που δεν βρήκε μιμητές στη ναοδομία.
Με αυτά τα δεδομένα, βασικό οικοδομικό υλικό του ναού είναι το μάρμαρο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην πρόσοψη που έχει μορφή αρχαιοελληνικού πρόπυλου, με πεσσούς, αετωματική στέψη και ημικίονες κορινθιακού ρυθμού.
Η εκκλησία έχει επιφάνεια 1.000 τετραγωνικών και το ύψος της φτάνει στα 32 μέτρα, μαζί με τον εντυπωσιακό τρούλο που είναι καλυμμένος από φύλλα χαλκού.
Είναι στοιχεία που της προσθέτουν δυσανάλογο όγκο σε σχέση με τη γύρω περιοχή, ο οποίος γίνεται ακόμα πιο έντονος αφού η εκκλησία είναι κατασκευασμένη πάνω σε βάθρο.
Ο μεγάλος όγκος και κάποιες κατασκευαστικές αστοχίες, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή συντήρηση, άφησαν εκτεθειμένο τον ναό απέναντι στα χτυπήματα του Εγκέλαδου.
Τα πρώτα «τραύματα» εντοπίστηκαν μετά τους σεισμούς του Φεβρουαρίου του 1981 και επιδεινώθηκαν με το νέο χτύπημα του 1999, ενώ δεν λείπουν αναφορές που τα συνδέουν με τα έργα του μετρό.
Για δεκαπέντε χρόνια «ντύθηκε» με λινάτσες ώστε να προστατεύονται οι διερχόμενοι από ενδεχόμενες πτώσεις δομικών υλικών.
Λόγω καθυστερήσεων στις μελέτες δεν πρόλαβε το Γ' ΚΠΣ και μόλις το 2013, τα έργα με προϋπολογισμό 4,5 εκατ. ευρώ, εντάχθηκαν στο ΕΣΠΑ με προοπτική να ολοκληρωθούν σε έναν χρόνο, αλλά με πολλές καθυστερήσεις παραδόθηκαν στα τέλη Απριλίου, πολύ κοντά στη γιορτή του Αγίου Κωνσταντίνου.
1. Οι τοιχογραφίες
Ο ναός διαθέτει θαυμάσιες τοιχογραφίες, που φιλοτέχνησε ο σπουδαίος αγιογράφος Τάσος Λουκίδης, από το 1927 έως το 1932. Μέλος του συνεργείου του για ένα διάστημα υπήρξε και ο τότε νεαρός Φώτης Κόντογλου, που έχει επίσης φιλοτεχνήσει το διπλανό παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου.
2. Ο δρόμος
Οι αρχικοί σχεδιασμοί για την οδό Αγίου Κωνσταντίνου προέβλεπαν ότι το πλάτος της θα έφτανε τα 10 μέτρα, όπως και στην περίπτωση της Πανεπιστημίου, με την οποία διαμορφώνουν έναν νοητό οδικό άξονα που ενώνει τις ανατολικές με τις δυτικές συνοικίες του λεκανοπεδίου. Η γρήγορη όμως υποβάθμιση της ευρύτερης περιοχής κάτω από την Ομόνοια έφερε το στένεμα του δρόμου.
3. Οι πληγές του εμφυλίου
Εκτός από τις φυσικές φθορές, οι εξωτερικοί τοίχοι του ναού αποτύπωσαν με τον πιο έντονο τρόπο τις περιπέτειες της νεότερης Ελλάδας. Τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία είναι τα σημάδια από τις σφαίρες, καθώς στην περιοχή είχαν γίνει σφοδρές μάχες τον Δεκέμβρη του 1944.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας