Αθήνα, 19°C
Αθήνα
Αυξημένες νεφώσεις
19°C
20.4° 18.4°
1 BF
73%
Θεσσαλονίκη
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
21.3° 18.6°
3 BF
67%
Πάτρα
Αραιές νεφώσεις
18°C
21.0° 17.7°
2 BF
76%
Ιωάννινα
Αραιές νεφώσεις
16°C
15.9° 15.9°
2 BF
67%
Αλεξανδρούπολη
Ελαφρές νεφώσεις
18°C
17.9° 17.9°
3 BF
72%
Βέροια
Αυξημένες νεφώσεις
20°C
19.8° 19.8°
1 BF
71%
Κοζάνη
Αυξημένες νεφώσεις
13°C
13.4° 13.4°
2 BF
62%
Αγρίνιο
Αυξημένες νεφώσεις
20°C
20.3° 20.3°
1 BF
68%
Ηράκλειο
Ασθενείς βροχοπτώσεις
20°C
20.2° 19.4°
4 BF
73%
Μυτιλήνη
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
18.9° 18.8°
1 BF
58%
Ερμούπολη
Αραιές νεφώσεις
19°C
18.9° 18.9°
3 BF
60%
Σκόπελος
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
18.7° 18.7°
1 BF
72%
Κεφαλονιά
Ελαφρές νεφώσεις
20°C
19.9° 19.9°
3 BF
73%
Λάρισα
Αραιές νεφώσεις
21°C
20.6° 20.6°
2 BF
61%
Λαμία
Αραιές νεφώσεις
20°C
20.5° 18.4°
3 BF
58%
Ρόδος
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
19.3° 18.8°
4 BF
79%
Χαλκίδα
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
20.0° 20.0°
2 BF
53%
Καβάλα
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
19.9° 18.3°
3 BF
66%
Κατερίνη
Αραιές νεφώσεις
21°C
20.7° 20.7°
3 BF
68%
Καστοριά
Αυξημένες νεφώσεις
16°C
16.4° 16.4°
2 BF
61%
ΜΕΝΟΥ
Πέμπτη, 24 Απριλίου, 2025
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Στρατόπεδο του οθωμανικού στρατού στα τέλη της επανάστασης. Σκίτσο του Βαυαρού καλλιτέχνη Λούντιβιχ Κελνμπέργκερ.

«Αποπλανηθέντες από την Ιερά Συμμαχία»

Tις παραμονές του 1821 η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας της. Στην ευρωπαϊκή διπλωματική αρένα το οθωμανικό κράτος βρισκόταν απομονωμένο από το σύμφωνο της «Ιεράς Συμμαχίας», το οποίο αποσκοπούσε στη διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ των Μεγάλων, ενώ την ίδια περίοδο προσπαθούσε να ανακάμψει από τους κλυδωνισμούς της τραυματικής εμπειρίας του πολέμου με τη Ρωσία (1806-1812).

Από την άλλη πλευρά, η λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου έδωσε στον σουλτάνο Μαχμούτ Β' τη δυνατότητα να θέσει σε εφαρμογή το πρόγραμμα αποδυνάμωσης των ημιανεξάρτητων επαρχιακών διοικητών στοχεύοντας στην ενίσχυση της κεντρικής εξουσίας του κράτους1.

«Με ρωσική υποκίνηση και σκευωρία, το μιλέτι των Ρωμιών προκάλεσε εξέγερση σε διάφορες περιοχές της Επικράτειάς μας»

Σανί Ζαντέ, Οθωμανός χρονογράφος (1771-1826)

Ωστόσο, παρά την κατάπνιξη της εξέγερσης ορισμένων προκρίτων στην Ανατολία, η ανάληψη του σχετικού εγχειρήματος δεν στέφτηκε από απόλυτη επιτυχία, καθώς η Πύλη είχε να αντιμετωπίσει την ανταρσία του Αλή Πασά της Ηπείρου και την αύξηση της επιρροής των Ουαχαμπιτών στην Αραβική Χερσόνησο, ενώ στα ανατολικά της σύνορα είχε εμπλακεί σε πόλεμο με το Ιράν (1821-1823)2.

Μέσα σε αυτό το κλίμα η Πύλη πληροφορήθηκε την κήρυξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος στις 22 Φεβρουαρίου 1821 διέσχισε τον Προύθο και δύο ημέρες αργότερα εξέδωσε τη γνωστή του προκήρυξη με τον τίτλο «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».

Με την Ελληνική Επανάσταση η Οθωμανική Αυτοκρατορία καλούνταν να διαχειριστεί το πλήγμα της ίδρυσης ενός ανεξάρτητου έθνους-κράτους στη μέχρι τότε «Καλά Προστατευόμενη Επικράτειά της» και να αντιμετωπίσει τη διαβρωτική επίδραση των νεωτερικών ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης και του Διαφωτισμού εντός των συνόρων της.

«Εισβολή» ή απλώς «ανταρσία»;

Αρχικά η οθωμανική διοίκηση χαρακτήρισε το κίνημα του Υψηλάντη ως «εισβολή» ενός εχθρικού στρατού στα αυτοκρατορικά εδάφη υπό τη διοίκηση ενός ανώτατου αξιωματικού του τσάρου Νικόλαου Α΄, γεγονός «ανήκουστο, αναπάντεχο και περίεργο»3. Η οθωμανική διοίκηση θεωρούσε ότι η ενέργεια αυτή του Υψηλάντη αποτελούσε προϊόν μιας ρωσικής συνωμοσίας.

Η ανάμειξη της Ρωσίας στην επανάσταση του 1770 στην Πελοπόννησο, η επέμβαση των Ρώσων υπέρ της διευθέτησης του σερβικού ζητήματος, οι επαναλαμβανόμενοι ανά τακτά χρονικά διαστήματα πόλεμοι με τα τσαρικά στρατεύματα και η καλλιέργεια του αφηγήματος της «ρωσικής προσδοκίας» μεταξύ των χριστιανών υπηκόων του σουλτάνου, είχαν καλλιεργήσει στη διοικητική ελίτ της Πύλης ένα κλίμα «ρωσοφοβίας»4.

Ο Οθωμανός χρονικογράφος Σανί Ζαντέ θεωρούσε ότι την Επανάσταση οργάνωσε ο Καποδίστριας κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Κέρκυρα5, ενώ ο ίδιος ο σουλτάνος Μαχμούτ Β' θεωρούσε πως «είναι φανερό σε όσους διαθέτουν μυαλό και λογική ότι η Ρωσία είναι ο βασικότερος εχθρός του Υψηλού μας Κράτους και των μουσουλμάνων [...] εδώ και πολλά χρόνια χρησιμοποιεί κάθε ευκαιρία και δικαιολογία για να αφανίσει το Κράτος μας [...] Με τη ρωσική υποκίνηση και σκευωρία, το μιλέτι των Ρωμιών ενώθηκε μυστικά στο σύνολό του και προκάλεσε εξέγερση σε διάφορες περιοχές της Επικράτειάς μας [...]»6.

Ο σουλτάνος, η διοικητική ελίτ, οι ιστοριογράφοι της Πύλης οι οποίοι κατέγραψαν τα γεγονότα της περιόδου του Εικοσιένα7, αλλά όσοι μουσουλμάνοι έλαβαν ενεργό μέρος στα γεγονότα και έγραψαν απομνημονεύματα8, χαρακτήρισαν την Ελληνική Επανάσταση ως «εξέγερση» (isyan), «συνωμοσία» (fesad), «διχόνοια» (şikak και fitne), «προδοσία» (hıyanet και ihanet), «κίνημα» (hareket) και «δοκιμασία/συμφορά» (fetret). Με παρόμοιους όρους είχαν χαρακτηριστεί και προγενέστερες εξεγέρσεις9.

Επίσης οι Οθωμανοί περιέγραφαν τους επαναστατημένους Ελληνες ως μιλέτι των Ρωμιών (Rum milleti)10, ταϊφέ των Ρωμιών (Rum tâ'ifesi) ζιμήδες (zimmi) και χριστιανούς (nasara), στασιαστές και αντάρτες (asiler), ληστές Ρωμιούς (eşkiya-yı Rum), ραγιάδες (reaya)11, άπιστους (kefere, gavur)12 και πειρατές (izbandid)13, οι οποίοι «παραπλανήθηκαν από το διάβολο» και επιδόθηκαν σε σατανικές πράξεις υπονομεύοντας τα θεμέλια του κράτους.

Η ρητορική αυτή φανερώνει ότι οι Οθωμανοί αντιμετώπισαν τα γεγονότα ως μια καθολική εξέγερση των υπηκόων τους, οι οποίοι είχαν συνασπιστεί προκειμένου να πολεμήσουν τους μουσουλμάνους αμφισβητώντας βίαια το υφιστάμενο οθωμανικό πλαίσιο εξουσίας14. Ερμήνευσαν την Επανάσταση ως ένα εσωτερικό πολιτικό ζήτημα και ανησυχούσαν ότι η συμμαχία των ορθόδοξων υπηκόων, οι οποίοι είχαν εκπέσει στο καθεστώς των χαρμπήδων (όσων δηλαδή βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την ισλαμική κοινότητα) ήταν ιδιαίτερα απειλητική για τη διατήρηση της καθεστηκυίας τάξης (nizam-i alem), την ακεραιότητα του κράτους και τη διαιώνιση της δυναστείας.

Το γεγονός ότι το μιλέτι των Ρωμιών ήταν διασπαρμένο σε όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας αποτελώντας μια «υπερτοπική» ομάδα, οι φόβοι για συμμετοχή των Αλβανών στην εξέγερση15 και επέκταση των ταραχών στη Βουλγαρία και σε άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας16 είχε οδηγήσει τους Οθωμανούς να σχηματίσουν την πεποίθηση ότι πρόκειται για μια αναμέτρηση με θρησκευτικό και διακοινοτικό υπόβαθρο17.

Ακόμα και οι Οθωμανοί της Πελοποννήσου, οι οποίοι βρίσκονταν μέσα στη δίνη των επαναστατικών γεγονότων, αναρωτιόντουσαν αν στην «εξέγερση» συμμετείχαν όλοι οι Μοραΐτες ή το σύνολο του ρωμέικου μιλετίου και αν καθοδηγούνταν από έναν ξένο «κιράλη» (βασιλιά)18.

Ο ακατανόητος ριζοσπαστισμός

Οσον αφορά τις κοινωνικές αιτίες του κινήματος, ο Σανί Ζαντέ προσπάθησε να το ερμηνεύσει αντλώντας τα επιχειρήματά του από την κλασική ισλαμική πολιτική φιλοσοφία: υποστήριξε ότι οι αλλεπάλληλες εξεγέρσεις των τελευταίων ετών οφείλονταν στη διαφθορά, στην κακοδιοίκηση και στη μεταβολή των ηθών, η οποία με τη σειρά της ήταν συνέπεια της απομάκρυνσης των χρηστών ανθρώπων από τη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων19.

Ο ίδιος χρονικογράφος σε άλλο σημείο του έργου του ανέφερε ότι «το ρωμέικο μιλέτι ξεσηκώθηκε με τη συμμετοχή των παπάδων, οι οποίοι διαδίδοντας φανταστικά πράγματα όπως “Εμφανίστηκε άγγελος Κυρίου”, “Έφτασε στον Πατριάρχη μήνυμα από το μελλοντικό κόσμο”, “Οι νικηφόροι Χριστιανοί”, “Η ίδρυση του ελληνικού κράτους” (Zuhur-i Devlet-i Yunan), υποκίνησαν την εξέγερση. Και με υποσχέσεις ότι σε συγγράμματα ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες αναφέρονται ως Ιερή Συμμαχία, πάρθηκε η απόφαση να υποστηρίξουν την ελευθερία (serbestiyet) των χριστιανικών μιλετίων αποπλάνησαν τους υπηκόους»20.

Σε άλλο σημείο του ίδιου έργου σημειώνεται ότι «επιδέξιοι δάσκαλοι που είχαν σπουδάσει στην Ευρώπη συγκεντρώθηκαν σε σχολεία στον Μοριά, στο Αϊβαλί, στη Σμύρνη, στη Σάμο, στη Βλαχία, στη Μολδαβία και στην Κωνσταντινούπολη και έκαναν λόγο για ελευθερία και για ελληνικό κράτος (Devlet-i Yunan)» 21.

Ο Εσαντ, επίσης, στο έργο του σημειώνει ότι οι Ρώσοι και τα άλλα κράτη εξαπάτησαν τους Ρωμιούς κάνοντας λόγο για ίδρυση Ελληνικής Δημοκρατίας (Yunan Cumhuru)22. Τα αποσπάσματα αυτά καταδεικνύουν τις υποψίες της Πύλης για ανάμειξη των Μεγάλων Δυνάμεων στις υποθέσεις της. Η αναφορά δε στον όρο Ιερή Συμμαχία αποκαλύπτει τον ενδόμυχο φόβο των Οθωμανών για μια νέα «σταυροφορία» της Δύσης ενάντια στο κράτος τους 23.

Ενα άλλο σημείο που χρήζει προσεκτικής ανάγνωσης είναι οι αναφορές στον ρόλο της παιδείας και της εκπαίδευσης Ρωμιών σε σχολεία της Ευρώπης. Οι λόγιοι του «Οθωμανικού Διαφωτισμού» (πνευματικής κίνησης διακριτής από την αντίστοιχη φάση του Νεοελληνικού Διαφωτισμού) είχαν συνειδητοποιήσει τη δυναμική της εκπαίδευσης και αναγνώριζαν ότι οι χριστιανοί υπήκοοι ενστερνίζονταν τις αξίες της Δύσης στρέφοντας την πλάτη στο δικό τους κόσμο, γεγονός που άρχιζε να τους διαφοροποιεί στα μάτια του κράτους ως ο «άλλος»24.

Τέλος, τα σχόλια των χρονικογράφων σχετικά με την ίδρυση ελληνικού κράτους (Devlet-i Yunan) και Ελληνικής Δημοκρατίας (Yunan Cumhuru) αποτελούν μια πρώιμη χρήση των όρων από το πολιτικό λεξιλόγιο των Ελλήνων.

Πέρα όμως από αυτές τις ελάχιστες νύξεις, οι Οθωμανοί δεν θεωρούσαν ότι η εξέγερση των υπηκόων τους αποτελούσε ένα ριζοσπαστικό κίνημα εμπνεόμενο από τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, το οποίο είχε στόχο να σπάσει τους δεσμούς με το παγιωμένο πλαίσιο εξουσίας.

Το γεγονός ότι δεν κατανόησαν το ιδεολογικό υπόβαθρο της Επανάστασης φαίνεται ακόμα πιο παράδοξο από τη στιγμή που οι Οθωμανοί ήταν ενήμεροι για τους στόχους των Ελλήνων, καθώς είχαν κατασχέσει σημαντικό μέρος της αλληλογραφίας μεταξύ των ηγετών της Επανάστασης, ενώ από τις αρχές του 1822 είχαν μεταφράσει το Σύνταγμα της Επιδαύρου25.

Η εξήγηση του γεγονότος αυτού οφείλεται στο γεγονός ότι η νοηματοδότηση των νεωτερικών όρων της Γαλλικής Επανάστασης δεν ήταν εύκολη υπόθεση για την οθωμανική ιντελιγκέντσια.

Συγκεκριμένα ο όρος δημοκρατία (cumhur και cumhuriyet) είχε ταυτιστεί με την οχλοκρατία ή ένα ολιγαρχικό σύστημα διακυβέρνησης26, η ελευθερία (serbestiyet) σήμαινε την έλλειψη περιορισμών και την παροχή οικονομικών προνομίων27, ο όρος πατρίδα (vatan) χρησιμοποιούνταν για να δηλώσει τον γενέθλιο τόπο καταγωγής και η αντίληψη ότι αυτή πρέπει να κατοικείται από ένα συγκεκριμένο έθνος (millet) ήταν εντελώς ξένη με την οθωμανική πολιτειακή αντίληψη28, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο όρος millet είχε άλλα σημαινόμενα.

Παρομοίως, η έννοια της ισότητας που ευαγγελίζονταν οι Ελληνες ήταν ασύμβατη με τις πολιτικές δομές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αφού ως ισότητα νοούνταν η διατήρηση της διάκρισης ανάμεσα στην τάξη που διοικούσε και στους φορολογούμενους υπηκόους τους σουλτάνου29.

Τέλος, η προοπτική της ίδρυσης ενός κράτους (devlet) στην αυτοκρατορική επικράτεια από μια θρησκευτική κοινότητα που η οθωμανική διανόηση χαρακτήρισε ως «Yunan» προκαλούσε σύγχυση, την οποία επέτεινε το γεγονός ότι οι Οθωμανοί στις αρχές του 19ου αιώνα εννοούσαν με τη λέξη Yunan τους αρχαίους Ελληνες30.

Κατασταλτικά μέτρα

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι Οθωμανοί επιστράτευσαν τα παραδοσιακά μέτρα για την καταστολή της εξέγερσης. Καταρχάς επιχείρησαν να αξιοποιήσουν την ιδεολογική και πολιτική ισχύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου μεταξύ των ορθόδοξων υπηκόων του σουλτάνου. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ αφόρισε το κίνημα του Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, αλλά αργότερα εκτελέστηκε με την -αβάσιμη- αιτιολογία ότι, παρ’ όλο που γνώριζε τις προετοιμασίες για την έκρηξη της Επανάστασης, δεν προέβη στις απαραίτητες ενέργειες για να την αποτρέψει31.

Το 1823 ο σουλτάνος απευθύνθηκε στους μητροπολίτες που παρέμεναν αφοσιωμένοι στο οθωμανικό κράτος και τους ζήτησε να συνεργαστούν με τους πιστούς πρόκριτους προκειμένου αυτοί να επιβλέπουν και να νουθετούν το ποίμνιό τους, καταγγέλλοντας όσους παραβαίνουν τα όρια της νομιμοφροσύνης32.

Η Πύλη, επίσης, τιμώρησε ηγετικές προσωπικότητες του μιλετίου των Ρωμιών. Πολλοί Φαναριώτες εκτελέστηκαν ή εξορίστηκαν, ενώ αρκετοί Ρωμιοί επαρχιακοί πρόκριτοι φυλακίστηκαν33. Στη συνέχεια η οθωμανική κυβέρνηση αποφάσισε τον αποκλεισμό των Φαναριωτών από τις κρατικές υπηρεσίες και την απομάκρυνσή τους από τα διπλωματικά σώματα των πρεσβειών στο εξωτερικό, θεωρώντας τους αναξιόπιστους34.

Ταυτόχρονα ο Μαχμούτ Β' κινητοποίησε τις αυτοκρατορικές στρατιωτικές δυνάμεις εκδίδοντας φιρμάνια με τα οποία ζητούσε την αποστολή βοήθειας από την ενδοχώρα της Ανατολίας σε περιοχές που μαίνονταν οι συγκρούσεις. Tα μικρασιατικά παράλια θεωρήθηκαν ζώνη υψηλού κινδύνου λόγω της γειτνίασής τους με τα νησιά του Αιγαίου και για αυτόν τον λόγο η φύλαξή τους ανατέθηκε σε μονάδες του ναυτικού.

Ενα ακόμα μέτρο που υιοθετήθηκε ήταν η διενέργεια ελέγχων σε πλοία τα οποία διέσχιζαν τα Στενά του Βοσπόρου με ρωσική σημαία, καθώς οι οθωμανικές αρχές είχαν πληροφορίες ότι αρκετά εμπορικά πλοία περνούσαν από τον Βόσπορο μεταφέροντας πολεμοφόδια και σιτηρά για τους επαναστατημένους Ελληνες. Αργότερα το μέτρο αυτό επεκτάθηκε σε όλα τα πλοία που προσέγγιζαν τα λιμάνια των νησιών του Αιγαίου35.

Στη συνέχεια οι Οθωμανοί απαγόρευσαν τις μετακινήσεις από και προς την Ανατολία, την Κωνσταντινούπολη και τη Ρούμελη και τις επέτρεψαν μόνο κατόπιν έκδοσης ειδικής άδειας36. Μια ακόμα απόφαση που ελήφθη ήταν η άρση του δικαιώματος της οπλοκατοχής σε μη μουσουλμάνους υπηκόους και η κατάσχεση των όπλων τους37. Ταυτόχρονα αποφασίστηκε να κατασχεθεί η περιουσία όσων συμμετείχαν στην Επανάσταση. Το συγκεκριμένο μέτρο εφαρμόστηκε εκτεταμένα σε πόλεις της Μ. Ασίας38 και στην Κρήτη39.

Κατά το δεύτερο έτος της Επανάστασης ο σουλτάνος επεξεργάστηκε το ενδεχόμενο μετεγκατάστασης μουσουλμανικών πληθυσμών στην Πελοπόννησο και ειδικότερα σε περιοχές που είχαν ερημώσει ή εγκαταλειφθεί λόγω του πολέμου.

Στους πληθυσμούς αυτούς είχε την πρόθεση να παραχωρήσει προς καλλιέργεια κτήματα και μέρος από τις περιουσίες των χριστιανών υπηκόων που είχαν δημευτεί από το Κρατικό Θησαυροφυλάκιο40. Το σχέδιο ωστόσο παρουσίαζε αντικειμενικές δυσκολίες ως προς την εφαρμογή του και δεν υλοποιήθηκε.

Ιδεολογικές επιδράσεις

Σε ιδεολογικό επίπεδο η οθωμανική πολιτική ελίτ είχε επηρεαστεί από το έργο του Αραβα φιλοσόφου Ιμπν Χαλντούν (1332-1406). Σύμφωνα με τη θεωρία του, τα κυρίαρχα κράτη και οι ηγεμονεύουσες δυναστείες έχουν συγκεκριμένη διάρκεια ζωής και παρακμάζουν όταν στην κοινωνία αρχίζει να κυριαρχεί ο αστικός τρόπος διαβίωσης και οι υπήκοοι ρέπουν προς την πολυτέλεια και την αδράνεια41.

Την ίδια περίοδο στην Κωνσταντινούπολη αρκετά μέλη της διοικητικής ελίτ βρίσκονταν υπό την επιρροή της διδασκαλίας του τάγματος των Νακσιμπεντήδων Αυτοί κήρυτταν την απόλυτη ανάγκη για τους μουσουλμάνους να ακολουθούν τη σαρία και να αποφεύγουν τις παρεκκλίσεις από τον τρόπο ζωής που αυτή επιβάλλει42. Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης αποτέλεσε την αιτία για την εμφάνιση των ιδεών αυτών στο προσκήνιο, ως ιδεολογικού εργαλείου πολιτικοποίησης της θρησκείας και κινητοποίησης των μουσουλμάνων για την αντιμετώπιση της «ανταρσίας των Ρωμιών υπηκόων».

Λίγους μήνες μετά την έκρηξη της Επανάστασης εκδόθηκαν αρκετά αυτοκρατορικά διατάγματα με τα οποία ζητούνταν από τους μουσουλμάνους να εγκαταλείψουν τον έκλυτο τρόπο ζωής και την πολυτέλεια, να αναπτύξουν δεσμούς αλληλεγγύης, όπως είχαν κάνει και οι χριστιανοί εξεγερθέντες, και να εξοπλιστούν. Ταυτόχρονα ζητούνταν από τους αξιωματούχους του κράτους είναι σε επιφυλακή και να εκτελούν τα καθήκοντά τους με ευσυνειδησία43.

Υπό αυτές τις συνθήκες ο σουλτάνος απηύθυνε ουσιαστικά κάλεσμα σε τζιχάντ, σημειώνοντας ότι «το σύνολο του μιλετίου των Ρωμιών βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση […] Οι Ρωμιοί συνωμότησαν και επιτίθενται σε μουσουλμάνους και τους σκοτώνουν […] Στο ερώτημα, λοιπόν, αν είναι συμβατό με τη θρησκεία να λαφυραγωγούνται οι περιουσίες τους και να αιχμαλωτίζονται οι γυναίκες και τα παιδιά τους, η απάντηση είναι καταφατική και εκδόθηκε επί του ζητήματος φετβάς, βασιζόμενος στο Κοράνι»44.

Ολα αυτά είχαν αποτέλεσμα την κινητοποίηση των μουσουλμάνων, η οποία οδήγησε σε σφαγές εναντίον άμαχων χριστιανικών πληθυσμών στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στη Θεσσαλονίκη και στην Κω45.

Πέρα από τη χρήση βίας ο Μαχμούτ Β' χρησιμοποίησε και την πολιτική του «istimalet», της ανεκτικότητας δηλαδή και της παραχώρησης προνομίων στους μη μουσουλμάνους υπηκόους46. Eξέδωσε φιρμάνι με το οποίο χορηγούσε αμνηστία σε όσους είχαν συμμετάσχει σε ενέργειες κατά του κράτους. Η υιοθέτησή της πολιτικής αυτής οφείλεται εν μέρει στις συνέπειες και στον διεθνή αντίκτυπο που είχε προκαλέσει η Σφαγή της Χίου τον Απρίλιο του 182247.

Την ίδια περίοδο οι Οθωμανοί ήταν ενήμεροι για τις δράσεις των Ευρωπαίων φιλελλήνων (muhibb-i Yunan) και για τα δίκτυα υποστήριξης που συγκροτήθηκαν, προκειμένου να συνδράμουν την ελληνική υπόθεση48.

Η διόγκωση του φιλελληνικού ζητήματος και οι συχνές επεμβάσεις των δυτικών κρατών για τη διευθέτηση του ζητήματος προκάλεσαν την αγανάκτηση των Οθωμανών, οι οποίοι απέρριπταν κάθε ανάμειξη των πρεσβευτών στις εσωτερικές υποθέσεις της Αυτοκρατορίας και τους καλούσαν να σταματήσουν να τρέφουν ψευδαισθήσεις σχετικά με την ικανοποίηση των ελληνικών αιτημάτων49. Οι Οθωμανοί αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την αγγλική και ρωσική διαμεσολάβηση στην ελληνική υπόθεση ως μια πράξη που έχει ένα στόχο: τον διαμελισμό των εδαφών τους50.

Οι Οθωμανοί διατήρησαν παρόμοια στάση ενάντια στους Ελληνες επαναστάτες και τις Μεγάλες Δυνάμεις μέχρι το τέλος σχεδόν της Επανάστασης και καθιέρωσαν τους όρους «Yunanistan» για το νεοσύστατο ελληνικό κράτος και «Yunan» ή «Yunani», για τους υπηκόους του μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδας, αν και η συγκεκριμένη φρασεολογία είχε αρχίσει να χρησιμοποιείται από τα τελευταία χρόνια της Επανάστασης51.

Η βίαιη διαδικασία συγκρότησης του ελληνικού κράτους αποτέλεσε το έναυσμα για σημαντικές αλλαγές στην πολιτική φιλοσοφία της αυτοκρατορίας και επηρέασε σημαντικά τις μετέπειτα εξελίξεις.

*Υποψήφιος διδάκτορας Οθωμανικής Ιστορίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης


1. İlber Ortaylı, İmparatorluğun en Uzun Yüzyılı, İstanbul 2003, σ. 37.
2. Hüseyin Şükrü Ilıcak, «Η οθωμανική πολιτική φιλοσοφία και η αντίδραση στην ελληνική αταξία», σε 1821, Η γέννηση ενός έθνους - κράτους τ. Ε', Αθήνα 2010, σσ. 79-80.
3. Hüseyin Şükrü Ilıcak, A Radical Rethinking of Empire: Ottoman State and Society during the Greek War of Independence (1821 - 1826), αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Harvard University, 2011, σ. 173.
4. Hüseyin Şükrü Ilıcak, ό.π., σ. 75.
5. Şânî-Zâde Mehmet Atâullah Efendi, Şânî-Zâde Târîhi 1223-1237 (1808-1821), σ. 1.037.
6. ΒΟΑ, ΗΑΤ. 51356, χχ.
7. Από τους Οθωμανούς ιστοριογράφους που ασχολούνται με την περίοδο της Επανάστασης, εξετάζεται κυρίως η προσέγγιση των Şânizade Mehmet Ataullah Efendi (1771-1826) και Mehmet Esad Efendi (1789-1848), οι οποίοι υπήρξαν σύγχρονοι των γεγονότων που περιγράφουν, ήταν κοντά στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και αντανακλούν περισσότερο την κρατική προσέγγιση στα γεγονότα που μας αφορούν.
8. Σοφία Λαΐου, «Η Ελληνική Επανάσταση στην Πελοπόννησο Σύμφωνα με την Περιγραφή Ενός Ντόπιου Οθωμανού Λογίου», σε Π. Πιζάνιας (επιμ.), Η Ελληνική Επανάσταση του 1821, Ενα Ευρωπαϊκό Γεγονός, Αθήνα 2009, σ. 307-319· Tolga U. Esmer, “The Confessions of an Ottoman 'Irregular': Self Presentation and Ottoman Interpretive Communities in the Nineteenth Century”, Osmanlı Araştırmaları Dergisi, 44 (2014), σ. 313-340· Seyyid Mehmet Emin Paşa, Tarih-i Vaka-ı Sakız, İstanbul 1873.
9. Palmira Brummett, “Classifying Ottoman Mutiny: The Act and Vision of Rebellion”, The Turkish Studies Association Bulletin, 22/1 (1998), σ. 91-107.
10. ΒΟΑ, ΗΑΤ 38453, χχ
11. ΒΟΑ, C.DH. 134/6671, 1 Ramazan 1236 (2/6/1821).
12. ΒΟΑ, ΗΑΤ 38453. Οι Οθωμανοί χαρακτήριζαν ως «άπιστους» πρόσωπα που είχαν συνωμοτήσει ενάντια στο κράτος και αμφισβητούσαν την εξουσία του πατισάχ. Ο ίδιος όρος αποδόθηκε στους γενίτσαρους το 1826 (Mehmed Es'ad Efendi, Vakanüvis Es'ad Efendi Tarihi, Ιstanbul 2002, σ. 58.
13. ΒΟΑ, C.DH. 134/6671, 1 Ramazan 1236 (2/6/1821).
14. Yusuf Karabıçak, “Who were the rebellious Rum? Ottoman attempts to define the rebels and take measures against them during the early days of the Greek War of Independence”, ανακοίνωση στο συνέδριο του ΕΙΕ “1821: What made it Greek and Revolutionary?”, Αθήνα 4–5/7/2018.
15. BOA, HAT 10518, χχ.
16. Şânî-Zâde Mehmet Atâ'ullah Efendi, ό. π. , σ. 1098.
17. Meral Bayrak, 1821 Mora İsyanı ve Yunanistan'ın Bağımsızlığı, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Anadolu Üniversitesi, Eskişehir 1999, σ. 107.
18. Elias Kolovos, “What is this and Why? Ottoman Responses to the Greek Revolution”, ανακοίνωση στο συνέδριο “1821: What made it Greek and Revolutionary?”, όπ.π.
19. Şânî-Zâde Mehmet Atâ'ullah Efendi, ό. π. , σ. 1027.
20. Στο ίδιο, σ. 1082.
21. Στο ίδιο, σ. 1188.
22. Es'ad Efendi, Vakanüvis Es'ad Efendi Tarihi, İstanbul 2000, σ. 572.
23. Erik Zürcher, Σύγχρονη Ιστορία της Τουρκίας, Αθήνα 2004, σ. 64.
24. Edhem Eldem, “18. Yüzyıl ve Değişim”, Cogito, 19 (1999), σ. 191.
25. ΒΟΑ, HAT 47772, 21-04-1237 (15/1/1822).
26. Yeşil Fatih, “Looking at the French Revolution through Ottoman Eyes: Ebubekir Ratib Efendi's observations”, Bulletin of SOAS, 70/2 (2007), σ. 290.
27. Bernard Lewis, “Serbestiyet”, İktisat Fakültesi Mecmuası, 41 (2011), σσ. 47–52.
28. Hakan Erdem, «Μη λογίζετε τους Ελληνες Σκαφτιάδες της Γης, Οι αντιδράσεις της οθωμανικής εξουσίας στην Ελληνική Επανάσταση», σε Θ. Δραγώνα - F. Birtek (επιμ.), Ελλάδα και Τουρκία, Πολίτης και Εθνος - Κράτος, Αθήνα 2006, σ. 158.
29. Gottfried Hagen, “Legitimacy and World Order”, σε H. T. Karateke - M. Reinkowski (eds), Legitimizing the Order, The Ottoman Rhetoric of State Power, Leiden - Boston 2005, σσ. 55-83.
30. Περισσότερα για τον όρο: Ηλίας Κολοβός, «Ονομάτων επίσκεψις του Εβλιά Τσελεμπή», σε Γραικοί, Έλλην, Ρωμηός Γραικός, Συλλογικοί Προσδιορισμοί και Συλλογικότητες, Αθήνα 2019, σσ. 283–297.
31. Şânî-Zâde Mehmet Atâ'ullah Efendi, ό.π., σ. 1.121.
32. ΒΟΑ, ΗAT, 38100, χχ.
33. Hüseyin Şükrü Ilıcak, ό.π., σσ. 179-184.
34. Hakan Erdem, ό.π., σ. 147.
35. Filiz Yaşar, “Yunan İsyanında Osmanlı'nın Rumeli'de va Anadolu'da Aldığı Güvenlik Önlemleri: Tedabir-i Osmaniyye”, Edebiyat Fakültesi Dergisi, 32 (2015), σσ. 288-9.
36. Filiz Yaşar, ό.π, σ. 291.
37. Şânî-Zâde Mehmet Atâ'ullah Efendi, ό.π., σ. 1.079.
38. Mübahat Kütükoğlu, “Yunan İsyanı Sırasında Anadolu ve Adalar Rumları'nın Tutumları ve Sonuçları” , Üçüncü Askeri Tarih Semineri Türk-Yunan İlişkileri, Ankara 1986, σσ. 143 - 145.
39. A. Nükhet Adıyeke - Nuri Adıyeke, “Yunan Ayaklanması Sırasında Girit Resmo'da Müsadere ve Müzayedelere Dair Bir İnceleme”, Kebikeç, 32 (2011), σσ. 138-9.
40. ΒΟΑ, ΗΑΤ 25641, 39137.
41. Για την ανάπτυξη αυτής της επιχειρηματολογίας βλ. Hüseyin Şükrü Ilıcak, ό.π. (2011), σσ. 100-167.
42. B. Abbu Manneh, “The Naqshbandiyya - Mujaddidiyya in the Ottoman Lands in the Early 19th Century”, Die Welt des Islams, 22 (1982), σ. 15.
43. ΒΟΑ, ΗAT 25702.
44. ΒΟΑ. ΒΟΑ, C.DH. 134/6671, 1 Ramazan 1236 (2/6/1821).
45. Σπυρίδων Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, τ. 1, Αθήνα 1993, σ. 242.
46. BOA, HAT 10518, χχ.
47. Eldem Ethem, “From Chios Massacre to the "Unspeakable Turk”: Memory, Acceptance and Denial in the Late-Nineteenth Century”, εισήγηση στο συνέδριο «Επαναστάσεις στα Βαλκάνια, 1804-1908”, Πάντειο Πανεπιστήμιο, 1-3/11/2013.
48. İdris Bayram, Osmanlı Arşiv Belgelerine Göre Yunanistan Devleti'nin Kurulmasında İngiltere'nin Rolü), αδημοσίευτη μεταπτυχιακή εργασία, Gazi Üniversitesi, Ankara 2008, σ. 105.
49. ΒΟΑ ΗΑΤ, 37961, ΧΧ.
50. ΒΟΑ, HAT, 17365, 29-12-1239 (25 Αυγούστου 1824).
51. Dilek Ozkan, Ottoman Perceptions and Considerations on the First Ottoman and Greek Borderlands in Thessaly (1832- 1865), αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, ΕΚΠΑ, Αθήνα 2016, σσ. 66-68.
Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
«Αποπλανηθέντες από την Ιερά Συμμαχία»

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας