Είναι η πρώτη φορά που γίνεται στην Ελλάδα, τη στιγμή που οι υπόλοιπες χώρες έχουν ήδη εκπονήσει τέσσερις ή πέντε. Πρόκειται για τη μελέτη του ΙΟΒΕ «Παραγωγή Κινηματογραφικών Ταινιών στην Ελλάδα: Επιδράσεις στην Οικονομία», 66 σελίδων, που παρουσιάστηκε χθες στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών με σχεδόν σύσσωμο τον κόσμο του κινηματογράφου, δυστυχώς όχι και της πολιτικής.
Η Eλληνική Ακαδημία Κινηματογράφου ανέλαβε την πρωτοβουλία, έκανε την πρόταση, το ΙΟΒΕ (Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών) ολοκλήρωσε την έρευνα και το Ιδρυμα Ωνάση τη χρηματοδότησε. Στόχος ήταν η επιστημονική μελέτη και η αποτύπωση με στοιχεία (ποσοτικά και ποιοτικά) των επιδράσεων της κινηματογραφικής παραγωγής (εγχώριας ή ξένης) στην ελληνική οικονομία.
«Θέλουμε να συγκροτήσουμε και να προτείνουμε ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για τον κινηματογράφο και παράλληλα να βρούμε τρόπους να προσελκύσουμε νέες παραγωγές του εξωτερικού», εξήγησε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, Βασίλης Κατσούφης. «Για να γίνουν όλα αυτά για τα οποία η μελέτη του ΙΟΒΕ μιλάει δεν χρειάζονται χρήματα, αλλά πολιτική βούληση και εφαρμογή των νόμων που ήδη υπάρχουν».
Πράγματι, η έρευνα, αν και ολοκληρώθηκε σχετικά σύντομα (σε διάστημα μόλις δύο μηνών) και με ελλιπή στοιχεία (κυρίως ως προς την παρουσίαση της πειρατίας και του παράνομου διαδικτυακού «κατεβάσματος» ταινιών, αλλά και του τρόπου χρηματοδότησης ελληνικών παραγωγών), μελετά συστηματικά και αναλύει τις τάσεις, τις προοπτικές, αλλά και τους όρους υπό τους οποίους καλλιτεχνικές δραστηριότητες, όπως ο κινηματογράφος, μπορούν να θεωρηθούν «τομείς δημιουργικής βιομηχανίας», καθώς συνεισφέρουν στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Βάσει της έρευνας (που διεξήχθη υπό τον συντονισμό του επίκουρου καθηγητή του ΕΜΠ και επιστημονικού συμβούλου του ΙΟΒΕ, Αγγελου Τσακανίκα) αποδεικνύεται ότι:
● Ο κινηματογράφος υποστηρίζει πολλές θέσεις εργασίας και λειτουργεί ενισχυτικά για το ΑΕΠ. Συγκεκριμένα: η παραγωγή 20 ελληνικών ταινιών ετησίως με μέσο προϋπολογισμό 450 χιλ. ευρώ οδηγεί σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 14,2 εκατ. ευρώ, στηρίζοντας 272 θέσεις εργασίας. Αν συνυπολογιστεί η συνεισφορά του ευρύτερου κλάδου συναφών δραστηριοτήτων (τηλεοπτικά προγράμματα και διαφήμιση) τότε αυτή ανέρχεται σε 686 εκατ. ευρώ. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική επίδραση εκτιμάται ότι ξεπερνά τις 12 χιλιάδες θέσεις εργασίας. Δυστυχώς τα τελευταία τρία χρόνια η απασχόληση στον κλάδο έχει μειωθεί κατά 50% σε σχέση με το 2011.
● Δημιουργεί τις προϋποθέσεις ανάδειξης και προβολής της εικόνας της χώρας, με προφανή οφέλη για την οικονομία. Για παράδειγμα, η τουριστική κίνηση στην Κεφαλονιά αυξήθηκε κατά 14% μετά την προβολή της ταινίας «Το μαντολίνο του λογαχού Κορέλι». Φυσικά, σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο εξωτερικό τα οφέλη αυξάνονται θεαματικά. Η Νέα Ζηλανδία, αν και στην άκρη του κόσμου, έχει δημιουργήσει ολόκληρο τουριστικό πάρκο με θέμα τον «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών» που γυρίστηκε εκεί. Η Βαρκελώνη ήδη έχει τουριστικούς περιπάτους, όπως στην ταινία του Γ. Αλεν «Βίκυ, Κριστίνα, Μπαρτσελόνα».
Οσες περισσότερες ταινίες γυρίζονται σε έναν τόπο τόσο:
● Ενισχύεται η μεταφορά τεχνογνωσίας (από τη μία χώρα στην άλλη)
● Ενισχύεται η απασχόληση εγχώριων πόρων (ηθοποιών, τεχνικών κ.ά.)
● Υπάρχει ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και υποδομών, που με τη σειρά τους κάνουν τη χώρα πιο ελκυστική και σε ξένους παραγωγούς.
● Υπάρχουν και οφέλη που δεν ποσοτικοποιούνται, όπως οι θετικές αλληλεπιδράσεις σε κοινωνικό επίπεδο αλλά και στην ενίσχυση του «διεθνούς προφίλ» της χώρας, κ.ά.
Από τη μελέτη, επίσης, αποδεικνύεται πως η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση του διαγράμματος των κινηματογραφικών παραγωγών στην Ε.Ε. και είναι τελευταία στον οπτικοακουστικό κλάδο. Κύριες αιτίες είναι η δημοσιονομική πειθαρχία και η γραφειοκρατική υπερβολή που περιορίζουν τις δυνατότητες ακόμη και της ίδιας της πολιτείας (πόσω μάλλον των ιδιωτών) να στηρίξουν την εγχώρια κινηματογραφική παραγωγή.
Οι ασάφειες στη νομοθεσία, η αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων διαφόρων φορέων, η έλλειψη ενός προτύπου, που να εξηγεί στον ξένο παραγωγό τα στάδια που πρέπει να ακολουθήσει, η έλλειψη ουσιαστικών φορολογικών κινήτρων, ακόμη και η φαινομενική λειτουργία (υπάρχει, αλλά δεν λειτουργεί) γραφείου προσέλκυσης ξένων παραγωγών (στην Αυστρία υπάρχουν πέντε!) δρουν ως αντικίνητρα στο να θέλει κάποιος, ντόπιος ή ξένος, να γυρίσει μια ταινία στη χώρα μας.
«Αυτά που εμείς ξέρουμε, πρέπει επιτέλους να τα μάθει και το κράτος. Να τα πάρει επιτέλους στα χέρια του με στοιχεία», διευκρίνισε ο γενικός γραμματέας της ΕΑΚ, Γιώργος Πυρπασόπουλος.
Ο Ανδρέας Τσιλιφώνης, πρόεδρος της Ενωσης Παραγωγών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης, συμπλήρωσε: «Πρέπει να γίνει σαφές πως για κάθε ένα εκατομμύριο που ξοδεύεται στην Ελλάδα για τον κινηματογράφο, το κράτος εισπράττει άμεσα το 41%. Και παρ’ όλα αυτά, το κράτος θέλει να χρεώσει κι από πάνω τον παραγωγό. Η Ελλάδα είναι απολύτως εχθρική χώρα προς το σινεμά. Δεν είναι ουδέτερη - είναι εχθρική. Αυτή η μελέτη είναι ένα ακόμη όπλο στον αγώνα μας να αποδείξουμε στο κράτος ότι χρειάζεται να γίνονται ταινίες στη χώρα».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας