Τι να πρωτοπεί κανείς για τον Αλέν Ντελόν; Θρύλος του γαλλικού κινηματογράφου, σχεδόν εκμαυλιστική επιρροή της ομορφιάς του εκτός και εντός και διά μέσου της οθόνης, μυστηριώδης ως αριστοκράτης και αριστοκρατικός ως περιθωριακός ή εργάτης, αινιγματικός, κακοποιημένος και κακοποιητής, βασανιστής και βασανιζόμενος... Το πιο απίστευτο ωστόσο από ό,τι κι αν πούμε ή ειπωθεί για τον Ντελόν είναι πως δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει ούτε τα όσα υπέροχα έδωσε στον κινηματογράφο ούτε τα όσα αδιανόητα είπε κι έκανε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, στρεφόμενος σε σκοτεινές ατραπούς τόσο διαπροσωπικά όσο και κοινωνικά. Ο υπνωτιστικά όμορφος Αλέν Ντελόν έφυγε από τη ζωή χθες Κυριακή 18/8, σε ηλικία 88 ετών, όπως επιβεβαίωσαν τα τρία του παιδιά (Ανουκά, Αλέν-Φαμπιάν, Αντονι) με δήλωσή τους στο διεθνές πρακτορείο ειδήσεων AFP: Ο θάνατός του επήλθε «πολύ νωρίς στη μέση της νύχτας» είπαν και ζήτησαν ιδιωτικότητα κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου.

Ο ηθοποιός, γνωστός για τους ρόλους του σε κλασικές ταινίες όπως το «Γυμνοί στον ήλιο» (1960) και «Ο σαμουράι» (1967), πέθανε ειρηνικά στο σπίτι του στο Ντουσί, περιτριγυρισμένος από τα παιδιά και την οικογένειά του. Ο ίδιος αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας τα τελευταία χρόνια, ενώ το 2019 είχε πάθε εγκεφαλικό.
Την ίδια χρονιά, ενώ είχε αποσυρθεί από το σινεμά ήδη από τα 63 του χρόνια, πήγε στις Κάνες όπου τιμήθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα για την ένδοξη καριέρα του. Τότε, παραλαμβάνοντας το βραβείο από τα χέρια της αγαπημένης του κόρης Ανουκά (Anouchka), ο Ντελόν είχε σχολιάσει ότι το βραβείο αυτό ήταν για εκείνον «ένα μεταθανάτιο αφιέρωμα που του αποδόθηκε εν ζωή» - δεν είχε και άδικο.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν ήταν ήρεμα και δεν ευθύνονταν μόνο οι επιπλοκές στην υγεία του. Η εμμονή του με τα όπλα και η κακοποιητική συμπεριφορά του είχαν ωθήσει τα παιδιά του το 2023 να κάνουν τον πατέρα τους πρωτοσέλιδο για άσχημους λόγους (ζητήματα κληρονομικά, μια αντιδικία με τη γυναίκα που τον πρόσεχε και ίσως ήταν σύντροφός του, τη Χιρομί Ρολίν κ.ά.). Βέβαια, αφορμές για «πρωτοσέλιδα» έδινε σε όλη του τη ζωή ο Γάλλος γόης: είτε για τα όσα συνέβαιναν στις σχέσεις του με άλλες σταρ είτε για τις σαγηνευτικές (σωματικά και καλλιτεχνικά) κινηματογραφικές του ερμηνείες είτε για τις φημολογούμενες επαφές του με τον υπόκοσμο (η διαβόητη υπόθεση δολοφονίας του σωματοφύλακά του Στέφαν Μάρκοβιτς τον συνόδευε για όλη του τη ζωή ήδη από τη δεκαετία του ’60) είτε για το πάθος του για την «παλιά Γαλλία», καθώς ήταν υπέρμαχος και νοσταλγός του στρατηγού Ντε Γκολ και κάθε τι συντηρητικού - εκτός, ίσως, από την αγάπη του για τα ζώα.
«Ναι, ανατρέχω στο παρελθόν περισσότερο απ’ ό,τι σκέφτομαι το μέλλον, γιατί το παρελθόν μου ήταν καταπληκτικό. Μια ζωή σαν τη δική μου απλώς δεν συμβαίνει δεύτερη φορά. Δεν μετανιώνω για τίποτε», είχε πει χαρακτηριστικά. Οσο για το σύγχρονο σινεμά, του γυρνούσε επιδεικτικά την πλάτη: «Εκανα ό,τι ήθελα, όποτε το ήθελα, με τους καλύτερους. Πλέον κανείς δεν δίνει δεκάρα. Ο σύγχρονος κινηματογράφος είναι ένα ανάξιο, κενό σύστημα ραντισμένο με χρήματα. Αντί για κάμερα, χρησιμοποιούν ένα ψηφιακό μαραφέτι κολλημένο στην παλάμη. Αν ζούσαν σήμερα ο Βεντούρα ή ο Γκαμπέν, θα τους προσπερνούσαν». Η αλήθεια είναι πως ο ίδιος συνεργάστηκε με τεράστια ονόματα της παγκόσμιας κινηματογραφίας: Κλεμάν, Βισκόντι, Αντονιόνι, Γκοντάρ, Λουί Μαλ κ.ά.
Ναι, ήταν ένας πολύ ιδιαίτερος ηθοποιός. Ναι, μαζί του πεθαίνει και ένα κομμάτι του ευρωπαϊκού κινηματογράφου του 20ού αιώνα. Ναι, μπορούσε να ενσαρκώσει πολλούς και τελείως διαφορετικούς ρόλους. Ξεχώρισε για την αινιγματικότητα της γοητείας του και το απροσδιόριστο βλέμμα του που κάλυπτε όλους τους χώρους, ήδη από την πρώτη του ταινία: το 1958 έπαιξε στην αστυνομική περιπέτεια, δίπλα στον επίσης πρωτοεμφανιζόμενο Ζαν-Πολ Μπελμοντό, με τίτλο «Sois belle et tais-toi» (Να είσαι όμορφη και να σωπαίνεις). Η ταινία που τον ανέδειξε είναι «Ο Ρόκο και τ’ αδέρφια του» (1960) του Βισκόντι.


Τρία χρόνια αργότερα, θα πρωταγωνιστήσει πάλι σε φιλμ του Ιταλού δημιουργού, με μεγαθήρια του σινεμά όπως ο Μπαρτ Λάνκαστερ και η Κλαούντια Καρντινάλε, στον «Γατόπαρδο». Είχε ήδη συνεργαστεί με τον Αντονιόνι στην «Εκλειψη», ως ο νευρικός και ματαιόδοξος νεαρός χρηματιστής που ξεκινά μια σχέση με τη Μόνικα Βίτι (από τις λίγες συμπρωταγωνίστριές του που μπορούσαν να ανταγωνιστούν την ομορφιά και την εμμονική άρνηση του Ντελόν ν’ αποκαλύψει μια εσωτερική συναισθηματική ζωή). Και φυσικά δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε τις αστυνομικές ταινίες του Μελβίλ, στις οποίες ο Ντελόν απεκδύθηκε της γοητείας του, αποκτώντας έτσι ακόμη περισσότερη: Πρωταγωνίστησε στα «Le Samouraï» (1967), «Ο κόκκινος κύκλος» (1970) και το υποτιμημένο «Ενας μπάτσος» (1972). Στα δύο πρώτα είναι ο κακός, στο τρίτο ο αστυνομικός, αλλά πάντα με αυτή την αδιάφορη, αινιγματικά κλειστή αυτοκυριαρχία.

Συγκλονιστικός ήταν στο «Μίστερ Κλάιν» του Τζόζεφ Λόουζι, όπου συμπρωταγωνίστησε με τη Ζαν Μορό (το φιλμ συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα των Κανών, αλλά έχασε από τον «Ταξιτζή» του Σκορσέζε). Η ταινία αυτή διέσωσε κάπως τη φήμη του και πολύ αργότερα: Οπως πολύ σωστά αναφέρουν ξένοι κινηματογραφικοί αναλυτές, στα τελευταία χρόνια, ο Ντελόν έγινε διαβόητος για τον φρικτό θαυμασμό του για την ακροδεξιά πολιτική του Εθνικού Μετώπου (όπως και ο Σον Κόνερι) και για κάποια άσχημα σχόλια σχετικά με το χαστούκισμα γυναικών. Αλλά εξιλεώθηκε, πολιτικά, για την υποστήριξή του στον Λόουζι και τη μελέτη του αντισημιτισμού που ήταν το «Μίστερ Κλάιν». «Ηταν ένα είδωλο και ένα σύμβολο της χαμένης ομορφιάς της δεκαετίας του 1960», έγραψαν. Και έτσι είναι.
Ανθρωπος-αίνιγμα
Αν προσπαθήσει να δει κάποιος πίσω από τα φώτα, θα δει ένα παιδί πανέμορφο μεν, πάμφτωχο δε. Ο Ντελόν μεγάλωσε σε μία από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές του Παρισιού και αναγκαζόταν να αλλάζει ανάδοχες οικογένειες, ενώ τελικά επέστρεψε στη δική του, μα οι γονείς του ήταν χωρισμένοι. Ο πατέρας του ήταν κρεοπώλης και ο μικρός Αλέν αποφάσισε πως και ο ίδιος αυτό το επάγγελμα θα ακολουθούσε. Μια άνοιξη πήγε με φίλους στις Κάνες, όπου τον είδε έναν κυνηγός ταλέντων... τα υπόλοιπα είναι κινηματογραφική ιστορία.
Αν κάτι τον χαρακτήριζε αποστομωτικά ήταν η αφοπλιστική του παρουσία. Τέτοια ομορφιά, τόσο απροσδόκητα επικίνδυνο και αθώο βλέμμα ταυτόχρονα και μια αινιγματική αύρα, κινήσεις σχεδόν ακίνητες και η εκλεπτυσμένη μα και σκληρή παρουσία του τον έκαναν απίστευτα θελκτικό προς τις γυναίκες και φυσικά την κάμερα. Χαρακτηριστική είναι μια φωτογραφία του 1967: Ο Αλέν Ντελόν κάθεται δίπλα στη Μαριάν Φέιθφουλ και γελάνε, ενώ στον καναπέ δίπλα της, από την άλλη μεριά, κάθεται ένας μελαγχολικός (και φανερά «ηττημένος») Μικ Τζάγκερ. Η Φέιθφουλ γέρνει οικεία προς τον Ντελόν, που φαίνεται πως την έχει συνεπάρει ολόκληρη, ο ίδιος είναι άνετος και ευγενής, καθώς της ψιθυρίζει κάτι γελώντας, ενώ ο έτερος σούπερ σταρ της εποχής, Τζάγκερ, το μόνο που κάνει, το μόνο που μπορεί εν τέλει να κάνει με τον Ντελόν παρόντα, είναι να κοιτάζει μελαγχολικός το τσιγάρο του. Αργότερα η Φέιθφουλ θα έλεγε πως δεν ένιωθε ερωτική έλξη για τον Ντελόν και πως ο Τζάγκερ ήταν πολύ ζηλιάρης... η φωτογραφία πάλι λέει τη δική της ιστορία. Οπως και να ‘χει, είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς κάποιον που, έστω και για μια στιγμή, θα μπορούσε να ξεπεράσει τον Τζάγκερ εκείνη τη στιγμή. Ελα όμως που ήταν ο Ντελόν παρών!
Και δεν ήταν μόνο το βλέμμα της Φέιθφουλ που «έκλεψε» επί τη εμφανίσει ο Γάλλος σταρ. Ολη η προσωπική του ζωή ήταν ανέκαθεν ταραχώδης, συχνά βασανισμένη και βασανιστική. Δεν είναι τυχαίο πως ο άνθρωπος που πέρασε τα παιδικά του χρόνια δίχως καμία οικογενειακή ασφάλεια και θαλπωρή, και ενώ συνδέθηκε ερωτικά με κάποιες από τις ομορφότερες γυναίκες του σινεμά και όχι μόνο, εν τέλει κατέληξε σχεδόν ερημίτης, πικραμένος και πικρός. Από τους μεγαλύτερους έρωτες εκτός οθόνης ήταν ο δικός του με τη Ρόμι Σνάιντερ: Τον θεωρούσε «αλαζόνα» όταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά το 1958, αν και τότε εκείνη ήταν μακράν μεγαλύτερη σταρ μετά την επιτυχία της τριλογίας των ταινιών «Σίσι», όπου υποδυόταν την αυτοκράτειρα της Αυστροουγγαρίας. Ωστόσο, αρραβωνιάστηκαν μέσα σε λίγους μόλις μήνες, αν και δεν παντρεύτηκαν ποτέ.

Τέσσερα ταραχώδη χρόνια αργότερα, ο Ντελόν την άφησε με ένα γράμμα. Ωστόσο, όταν συναντήθηκαν ξανά για να γυρίσουν την ταινία «Η πισίνα» το 1968, οι σπίθες άναψαν πάλι. Ο Ντελόν την αποκάλεσε «έρωτα της ζωής μου» μετά τον τραγικό της θάνατο το 1982, ενώ ο ίδιος δεν πήγε στην κηδεία της. «Ημουν το προηγούμενο βράδυ μαζί της και οι φωτογραφίες που της τράβηξα είναι πάντα μαζί μου», θα εξομολογηθεί χρόνια αργότερα.
Με τη γερμανικής καταγωγής τραγουδίστρια των Velvet Underground, Νίκο («δημιούργημα» και σύντροφο του δικού μας γόη, Νίκου Παπατάκη) συνδέθηκαν και σύμφωνα με την ίδια έκαναν έναν γιο, τον Κριστιάν Ααρών Μπουλόν, που γεννήθηκε το 1962. Ο Ντελόν πάντα αρνούνταν ότι ήταν ο πατέρας και καθώς η Νίκο αντιμετώπιζε προβλήματα με τον εθισμό στα ναρκωτικά, το παιδί μεγάλωσε με τη μητέρα του Ντελόν. Η μόνη γυναίκα που παντρεύτηκε ήταν η Ναταλί Ντελόν, με την οποία γνωρίστηκαν σε ένα μπαρ, ενώ ήταν με τη Σνάιντερ. Η σχέση τους ήταν επεισοδιακή, απέκτησαν και έναν γιο μαζί, και συνέπεσε και με την προσπάθεια του Ντελόν να γίνει πρωταγωνιστής στο Χόλιγουντ, κάτι που δεν είχε τα αποτελέσματα που μπορούσε, καθώς αρνείτο να μιλήσει στα αγγλικά.
Και με την Νταλιντά ήταν ζευγάρι, καθώς έμεναν στην ίδια γειτονιά στο Παρίσι. Επανασυνδέθηκαν κρυφά αργότερα στη Ρώμη, ενώ ο Ντελόν ήταν παντρεμένος, και ηχογράφησαν μαζί το σινγκλ «Paroles, paroles» («Λόγια, λόγια») το 1972, όπου ο Ντελόν τη φλερτάρει στον δίσκο. Ο Ντελόν δήλωσε ότι ήταν «γεμάτος μεταμέλεια» όταν η Νταλιντά αυτοκτόνησε το 1987. Τα άλλα δύο παιδιά του τα απέκτησε με τη Ροζαλί βαν Μπρεμέν, ένα μοντέλο από την Ολλανδία, με την οποία επίσης χώρισαν άσχημα.
Είναι πράγματι περίεργο πώς και πόσες φορές μπορεί να χρησιμοποιηθεί η λέξη «άσχημα» σαν μιλάμε για έναν άνθρωπο που το όνομά του είναι σχεδόν συνώνυμο της ομορφιάς. Ωστόσο, όπως και οι χαρακτήρες που ερμήνευσε στη μεγάλη οθόνη, έτσι και στη ζωή του, η τραγικότητα και η αμφισημία περίσσευαν. Το σίγουρο είναι πως μαζί του πράγματι χάνεται και ένα σημαντικό κομμάτι της ευρωπαϊκής, αν όχι της παγκόσμιας, κινηματογραφικής ιστορίας. Με τον ίδιο να παραμένει ζωντανός στο πανί, πάντα με αυτό το αινιγματικό όσο και ποθητό βλέμμα.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας