«Ο Κόκκινος Καθηγητής» είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου του συγγραφέα αλλά και μελετητή και δοκιμιογράφου Διονύση Χαριτόπουλου, το οποίο μέχρι το τέλος της εβδομάδας θα βρίσκεται στα ράφια των βιβλιοπωλείων από τις εκδόσεις «Τόπος». Ο συγγραφέας το χαρακτηρίζει «χρονικό», είναι ωστόσο γραμμένο με τη γλώσσα του μυθιστορήματος, έχει αυτοβιογραφικά στοιχεία και ήρωα έναν Μανιάτη μαθηματικό.
Κάποια στοιχεία γι’ αυτόν τον ήρωα του Χαριτόπουλου αλιεύουμε από το οπισθόφυλλο: «Μόνο όταν εμφανιζόταν πίσω απ’ τον γυμνασιάρχη το τοτέμ του σχολείου, ο Μανιάτης μαθηματικός, έπεφτε σιγή τάφου˙ τα παιδιά έκοβαν την πλάκα και πήγαιναν ήσυχα στις τάξεις τους. Τους προκαλούσε δέος αυτός ο καθηγητής, και δεν ήταν μόνο το φοβιστικό παρουσιαστικό του, μα ολόκληρη η μυθολογία που τον συνόδευε˙ πως στην Αλβανία σκότωσε μόνος του δεκάδες Ιταλούς, στην κατοχή ήταν ο τρόμος για τους Γερμανούς και τους προδότες, μα, το κυριότερο, κανένα παιδί δεν ήθελε να δοκιμάσει το χέρι του˙ αν σου αστράψει χαστούκι, χάνεις το κεφάλι σου». Και κάποια στοιχεία του χαρακτήρα του ήρωα μας χαρίζει το tip των εκδόσεων «Τόπος»: «Είναι γεννημένος για πρώτος. Το παρουσιαστικό του σε καθηλώνει, ψηλός, όμορφος, συμπαγής και δυνατός σαν πετρόχτιστος με μεγάλα λαμπερά μάτια. Καθώς μεγάλωσε ανάμεσα σε αγέλαστες αντρικές φιγούρες και μαυροντυμένες γυναίκες, που αντί για τραγούδια κλώθουν μοιρολόγια, ακολουθεί τον τρόπο τους. Εγινε κλειστός, άκαμπτος και μονολεκτικός, στο ναι και στο όχι, χωρίς αποχρώσεις, χωρίς δευτερεύουσες ή πλάγιες προτάσεις.
Οι Μανιάτες έχουν τις ελπίδες τους πάνω του».
Ακόμα περίεργοι για τον «Κόκκινο Καθηγητή» του Χαριτόπουλου, εξασφαλίσαμε ένα απόσπασμα του βιβλίου του και το προδημοσιεύουμε:
«Οταν το 1940 ξέσπασε ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος, ο καθηγητής κατατάχτηκε μαζί με άλλους Μανιάτες στο 9ο Σύνταγμα Πεζικού στην Καλαμάτα με διοικητή τον φοβερό συνταγματάρχη Βενετσάνο Κετσέα από τη Μεσσηνιακή Μάνη. Χαλύβδινος πολεμιστής, είχε τη φήμη πως δεν ρίσκαρε άσκοπα, σαν άλλους, τη ζωή των ανδρών του για να πάρει αυτός τα εύσημα· τους προστάτευε, και μαζί του ένιωθαν ασφαλείς.
Αρχές Νοέμβρη επιβιβάστηκαν σε διαδοχικούς συρμούς ως εκεί που έφτανε ο σιδηρόδρομος, και μετά από πεζοπορία αρκετών ημερών, υπό βροχήν, πέρασαν τα αλβανικά σύνορα. Τον Δεκέμβριο προωθήθηκαν στην πρώτη γραμμή του Μετώπου, για να αντικαταστήσουν τα τμήματα που είχαν εμπλακεί από το ξεκίνημα του Πολέμου και ήταν εξουθενωμένα και αποδεκατισμένα. Οι συνθήκες ήταν αφάνταστα δύσκολες· πενήντα χρόνια είχε να κάνει στην Αλβανία τόσο βαρύ χειμώνα με τόσο πυκνές χιονοπτώσεις. Οι περισσότερες απώλειες στις ελληνικές μονάδες δεν ήταν από τον εχθρό, αλλά από τα κρυοπαγήματα των στρατιωτών.
Επειδή ο καθηγητής ήταν δεινός σκοπευτής, αφού από μικρός στη Μάνη πήγαινε συνεχώς για κυνήγι μ’ ένα δίκαννο, του ανέθεσαν το βαρύ όπλο της μονάδας, το πολυβόλο.
Το κύρος που είχε μεταξύ των στρατιωτών του Συντάγματος, ως “κύριος καθηγητής”, αυξήθηκε κατακόρυφα από τις φονικές του επιδόσεις. Μπαίνει στη μάχη με το πολυβόλο στις χερούκλες του σαν παιχνίδι και δεν αφήνει ψυχή ζώσα. Ενας Χάροντας δρεπανηφόρος, που θέριζε μαζικά δεκάδες ζωές. Ο μέντοράς του Κωνσταντίνος Δαβάκης είχε μεγαλουργήσει στην Πίνδο, κι αυτός, που “μεγάλωσε στα χέρια του”, έπρεπε να φανεί αντάξιός του. Είχε προκαλέσει τόση εντύπωση ως πολυβολητής που μετά από μια πολυαίμακτη μάχη σε ύψωμα της Τρεμπεσίνας τον αναζήτησε ο συνταγματάρχης Κετσέας και, καθώς αυτός ο μονοκόκαλος άντρας έκανε και τον έπαινο ν’ ακούγεται διαταγή, του λέει δείχνοντας το πολυβόλο:
“Αυτό εσύ δεν θα τ’ αφήσεις απ’ τα χέρια σου”. Και μάλλον αυτό τον κατέστρεψε.
Τις κρίσιμες ώρες της μάχης, οι άλλοι στρατιώτες ήταν σε διαρκή κίνηση· ο καθηγητής ήταν υποχρεωμένος να μένει ξαπλωμένος για ώρες πίσω από το σκόπευτρο χωρίς ν’ αλλάζει θέση. Η συνεχής καθήλωση πάνω στο παγωμένο χιόνι αποδείχτηκε ολέθρια· ήταν σαν να έβαζε τα κάτω άκρα του στην κατάψυξη.
Κάποια μέρα πάει να σηκωθεί, μα δεν πατάνε τα πόδια του.
Πέλμα και δάχτυλα είναι κόκαλο. Επειδή η μονάδα έπρεπε να συνεχίσει την προέλαση, δυο τρεις Μανιάτες συμπολεμιστές του τον έσυραν σε μια χιονισμένη καλύβα με την υπόσχεση ότι θα επιστρέψουν να τον πάρουν. Του άφησαν ένα τουφέκι, μια κουραμάνα, ένα παγούρι νερό και τον σκέπασαν με τη χλαίνη του.
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι του συνέβη στη χιονισμένη καλύβα.
Επί δύο μερόνυχτα θα περιμένει ανήμπορος και παγωμένος πάνω στο χώμα. Μάτι δεν θα κλείσει. Αγνωστοι τρόμοι αναδεύονται μέσα του να τον πνίξουν. Κάθε αίσθηση υπεροχής χάνεται. Δεν είναι πια ο παντοδύναμος άντρας που προκαλεί δέος. Δεν μπορεί ούτε όρθιος να σταθεί. Είναι ένας σακατεμένος άνθρωπος στο έλεος των άλλων. Το μόνο που μπορεί να ελπίζει ήταν πως οι Μανιάτες συμπολεμιστές του δεν θα τον ξεχάσουν, δεν θα σκοτωθούν στη μάχη και θα επιστρέψουν να τον σώσουν. Και, για να ξορκίσει τους φόβους και τη μοναξιά του, τραγουδάει μόνος στην καλύβα τα εμψυχωτικά θούρια που έλεγαν οι φαντάροι στην ανάπαυλα της μάχης.
Αυτή η καλύβα τον σημάδεψε.
Την τρίτη μέρα, οι Μανιάτες γύρισαν και τον έστειλαν στα μετόπισθεν, στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων.
Σ’ εκείνα τα κακοτράχαλα βουνά, τα πακτωμένα στο χιόνι, ο μόνος τρόπος διακομιδής τραυματιών στα μετόπισθεν ήταν τα μουλάρια. Ομως δεν περίσσευαν και πολλά· έτσι, σ’ ένα θηριώδες ιταλικό μουλάρι, που είχε πέσει στα χέρια τους απ’ τα λάφυρα, φορτώθηκαν ο καθηγητής και άλλοι δύο στρατιώτες τραυματίες. Τους έριξαν στη ράχη του μπρούμυτα και τους έδεσαν σφιχτά χέρια πόδια με τριχιές μην τυχόν γλιστρήσουν και σκοτωθούν. Με την κοιλιά στη ράχη του ζώου, τα πόδια τους κρεμασμένα απ’ τη μία πλευρά, και απ’ την άλλη ριγμένα τα κεφάλια τους πλάι πλάι σαν σφάγια κρεοπωλείου.
Η διαδρομή ήταν οδυνηρή.
Επί αρκετές ώρες, το μουλάρι πορευόταν σε στενά χιονισμένα μονοπάτια, με τον παγωμένο αέρα να τους ραπίζει το πρόσωπο σαν χιλιάδες βελόνες μαζί· άλλοτε πήγαινε σύρριζα στον βράχο, και τα κεφάλια των τραυματιών γδέρνονταν άσχημα, κι άλλοτε πήγαινε άκρη άκρη στον γκρεμό, και τα κεφάλια των τραυματιών αρμένιζαν απάνω από το βάραθρο.
Ο καθηγητής βρισκόταν στη μέση, μεταξύ ενός αριστερού κι ενός δεξιού, οι οποίοι παρά τη δεινή τους θέση βρήκαν την όρεξη να αντιδικούν σε όλη τη διαδρομή. Ο αριστερός έλεγε πως ο πόλεμος είναι μεταξύ ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, και η Ελλάδα έπρεπε ν’ αποφύγει να εμπλακεί. Ο δεξιός υμνούσε τον Μεταξά και τον βασιλιά, που είχαν προνοήσει και είχαν έτοιμο τον στρατό για να χαρίσει μέρες δόξας στην πατρίδα μας. Κόντευαν να φτάσουν στα σύνορα όταν συνάντησαν επιτέλους έναν υποτυπώδη αμαξιτό δρόμο. Σταμάτησαν και οι ημιονηγοί τούς ξάπλωσαν στο έδαφος κάτω από ένα δέντρο που είχε λιγότερο χιόνι και περίμεναν παγωμένοι μέχρι να έρθει, πάλι μετά από ώρες, να τους παραλάβει ένα στρατιωτικό ασθενοφόρο.
Στο νοσοκομείο, την άλλη μέρα, ο ένας είχε πεθάνει, του άλλου του έκοψαν το ένα πόδι απ’ το γόνατο, και του καθηγητή του έκοψαν και τα δέκα δάχτυλα των ποδιών.
Ποτέ πια δεν θα είναι ο ίδιος άνθρωπος.
Γύρισε ο κόσμος του ανάποδα. Εξωτερικά, θα του λείπουν μόνο τα δέκα δάχτυλα των ποδιών, που εύκολα κρύβονται στα παπούτσια. Εσωτερικά, τα ρήγματα είναι πολλαπλά, και αυτά θα αγωνίζεται να κρύψει. Οπως κι αν αισθάνεται ο ίδιος, οι άλλοι δεν έπρεπε να διακρίνουν επ’ ουδενί το παραμικρό σημάδι αδυναμίας (…)».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας