Η κινητοποίηση των αγροτών και κτηνοτρόφων δίνει την ευκαιρία να συζητηθεί στις συνελεύσεις τους, μαζί με τα θέματα της ασφάλισης και της φορολογίας τους, και το τεράστιο θέμα της αναδιοργάνωσης και του εκσυγχρονισμού των συνεταιρισμών.
Είναι οι συνεταιρισμοί όλης της κλίμακας, από την παραγωγή, τη βιομηχανοποίηση και την κατανάλωση των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων μια λύση αξιοποίησης του μόχθου των παραγωγών, αλλά ταυτόχρονα και λύση ανακούφισης των καταναλωτών.
Παραγωγούς και καταναλωτές τούς εκμεταλλεύονται οι κερδοσκοπούντες μεσάζοντες έμποροι, οι οποίοι αγοράζουν σε χαμηλές τιμές, έως και κάτω του κόστους, από τον παραγωγό, ενώ ο καταναλωτής αγοράζει σε υψηλές τιμές.
Η κάθετη οργάνωση των συνεταιρισμών από την παραγωγή ώς την κατανάλωση βγάζει από τη μέση τους κερδοσκόπους μεσάζοντες προς όφελος του παραγωγού και του καταναλωτή.
Από τα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 2000 φάνηκαν τα πρώτα σημάδια της επερχόμενης οικονομικής κρίσης. Εδειχναν τότε όλες οι δημοσκοπήσεις ότι είχε εκτοξευθεί σε υψηλούς βαθμούς η λαϊκή δυσαρέσκεια, με κύριες αιτίες την ακρίβεια στην αγορά, την αύξηση της ανεργίας και, γενικότερα, την κακή πορεία της οικονομίας.
Οι Ελληνες και οι Ελληνίδες δήλωναν προφητικά ότι το αύριο δεν θα είναι καλύτερο για όλους με τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που προωθούσε η τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Εκτιμούσε η πλειονότητα της κοινής γνώμης ότι η νεοδημοκρατική πολιτική των μεταρρυθμίσεων είναι υπέρ των εργοδοτών, υπέρ του κεφαλαίου και των τραπεζών, υπέρ των ολίγων και σε βάρος των πολλών. Εντονη ήταν η δυσαρέσκεια και για τη στάση του ΠΑΣΟΚ, που ως αντιπολίτευση δεν διαμόρφωνε προτάσεις και δεν αναλάμβανε πρωτοβουλίες για να αντιμετωπιστούν τα κρίσιμα προβλήματα της καθημερινότητας, κορυφαίο από τα οποία ήταν η ακρίβεια στην αγορά.
Τον Μάρτιο του 2006 ο τότε υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γιώργος Αλογοσκούφης δήλωσε για την ακρίβεια ότι στην Ελλάδα «έχουμε αποδοχές των Βαλκανίων και τιμές Ευρώπης». Ηταν φανερό ότι δεν είχαμε τιμές Ευρώπης, αλλά υψηλότερες από την Ευρώπη, διότι η ελληνική αγορά ήταν -και είναι- ασύδοτη και ανεξέλεγκτη.
Μετά τη λεγόμενη απελευθέρωση οργίασαν η αισχροκέρδεια και η κερδοσκοπία, ενώ η τότε νεοδημοκρατική κυβέρνηση πίστευε ότι θα λειτουργούσε ο ανταγωνισμός και θα πέσουν οι τιμές.
Αντί του ανταγωνισμού λειτουργούσε η συνεννόηση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων κάτω από το τραπέζι για τις ανατιμήσεις. Οι πρωτοετείς των Οικονομικών Σχολών γνωρίζουν ότι για να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός θα πρέπει να συγκρουστούν συμφέροντα.
Από την αντιπολίτευση τότε το ΠΑΣΟΚ υποσχόταν ότι, όταν επανέλθει στην εξουσία, θα ενισχύσει τις οργανώσεις καταναλωτών, για να αντιδράσουν συντονισμένα με κινητοποιήσεις, με μποϊκοτάζ προϊόντων και αποχή από την αγορά.
Μια οργάνωση καταναλωτών, όμως, δεν έχει τη δύναμη να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Δεν μπορεί να κάνει τίποτε περισσότερο από το να δέχεται καταγγελίες και να τις δημοσιοποιεί. Αλλά και γι' αυτό χρειάζεται ένα καλά οργανωμένο κίνημα, που στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν υπάρχει.
Γι' αυτό ευθύνονται η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, που έπρεπε να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την προστασία του εισοδήματος των εργαζομένων.
Παρέμβαση ουσιαστική στην αγορά μπορεί να γίνει μόνο με καταναλωτικούς συνεταιρισμούς, οι οποίοι να συνδέουν την παραγωγή με τους καταναλωτές παραμερίζοντας τους μεσάζοντες. Ετσι οι παραγωγοί διαθέτουν τα προϊόντα τους σε καλύτερες τιμές και οι καταναλωτές τα αγοράζουν φτηνότερα, αλλά και ελέγχουν την ποιότητα.
Το όφελος του καταναλωτή μπορεί να το διαπιστώσει κανείς με μια απλή επίσκεψη, για να συγκρίνει τις τιμές, στους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς των τραπεζοϋπαλλήλων, στα πρατήρια των στρατιωτικών και στα σουπερμάρκετ των γεωργικών συνεταιριστικών οργανώσεων.
Στην Ελλάδα το καταναλωτικό κίνημα δεν αγκαλιάστηκε από τους καταναλωτές για να αναπτυχθεί όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων είναι και η Κύπρος, στην οποία οι συνεταιρισμοί είναι κυρίαρχη οικονομική δύναμη.
Μια σοβαρή προσπάθεια για τη δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμών έγινε στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία του 1960 με πρωτοβουλία του πρωτοπόρου συνεταιριστή Αλέξανδρου Μπαλτατζή.
Το σουηδικό συνεταιριστικό κίνημα ανέλαβε να εκπαιδεύσει στελέχη και ιδρύθηκαν τα συνεταιριστικά σουπερμάρκετ «Καταναλωτής» πρώτα στη Θεσσαλονίκη και αργότερα σε άλλες πόλεις. Για να αναπτυχθούν, όμως, οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί χρειάζεται και πολιτική στήριξη, την οποία δεν έδωσαν οι κυβερνήσεις. Ποτέ δεν είναι αργά να αντιγράψουν οι Ελληνες συνεταιριστές το κυπριακό μοντέλο.
Στην Κύπρο ξεκίνησε το συνεταιριστικό κίνημα με την ίδρυση της Γεωργικής Τράπεζας το 1915 και γρήγορα δραστηριοποιήθηκε στον πιστωτικό τομέα, στον καταναλωτικό, στη βιομηχανοποίηση γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, στην παροχή υπηρεσιών και παράλληλα αναπτύσσει κοινωνικό έργο, που η αξία του φάνηκε κατά τη δύσκολη περίοδο μετά την εισβολή του «Αττίλα».
Καλλιεργείται στην Κύπρο η συνεργατική συνείδηση από τα Δημοτικά Σχολεία με τη λειτουργία συνεργατικών σχολικών ταμιευτηρίων σε όλα τα σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης. Οι μαθητές στην Ελλάδα μια φορά τον χρόνο καλούνται να γράψουν μια έκθεση για τα αγαθά της αποταμίευσης, ενώ ελάχιστα έως τίποτα μαθαίνουν για τους συνεταιρισμούς.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας