Στο Μοναστηράκι, πριν η νύχτα καταπιεί οριστικά τα χρώματα του δειλινού, η πολυσύχναστη πλατεία κατακλύζεται από ένα πλήθος ανθρώπων.
Στον πεζόδρομο της Αδριανού, τουρίστες του Οκτωβρίου, νεολαία αλλά και μεγαλύτεροι, έμποροι με χαμογελαστούς υπαλλήλους στην υποδοχή πελατών, μουσικοί πλανόδιοι και μη, καλησπερίζονται και συνωστίζονται.
Τα τραπεζάκια των κοσμημάτων κουνιούνται επικινδύνως καθώς το ετερόκλητο πλήθος μετακινείται σαν ένα σώμα. Εκτός από τον ξυλοπόδαρο, που «υπεράνω» όλων παίζει με τις φλεγόμενες κορύνες του.
Πλησιάζοντας τη Στοά του Αττάλου παίρνεις μια ανάσα. Αν καθίσεις στα καφέ απέναντι θα παρελάσουν μπροστά σου όλες οι φυλές του κόσμου.
Το ίδιο ακριβώς μέρος που χτίστηκε στην αρχαιότητα για να γίνει ένα από τα μεγαλύτερα διεθνή εμπορικά κέντρα.
Ενας μικρόσωμος Ινδός, γύρω στα είκοσι, έχει στήσει το υπαίθριο «μαγαζάκι» του κοντά μου. Μπουκαλάκια και ξυλάκια είναι πάνω σε ένα πολύχρωμο μεταξωτό ύφασμα.
Με κοιτάζει μ’ ένα διάπλατο χαμόγελο.
«Θέλεις τατουάζ χένα; Εγώ κάνω εσένα όμορφη. Θεά Κάλι, Μαντόνα, Τζολί…». «Οχι, όχι…» του λέω και κουνάω αρνητικά το κεφάλι πέρα-δώθε.
«Ελα, εγώ υπάλληλο Βραχμάνου… ξέρει καλά!» συνεχίζει, λες και αυτό το ακλόνητο επιχείρημα θα με πείσει στα σίγουρα.
«Ο υπάλληλος από την Ινδία», που γνώρισα από τις σελίδες του εκπληκτικού βιβλίου που έγραψε ο Ντέιβιντ Λέβιτ (Εκδόσεις «Πόλις»), ήταν αληθινό πρόσωπο.
Ηταν λογιστής στο λιμεναρχείο του Μαντράς και αργότερα έγινε διάσημος μαθηματικός.
Το όνομά του: Σρινιβάσα Ραμάνουτζαν. Αλλά «υπάλληλο Βραχμάνου;», ομολογώ πως ξαφνιάστηκα. «Δηλαδή; Υπάλληλο Βραχμάνου; Τι είναι αυτό;», τον ρωτώ.
Αλλο που δεν ήθελε. Σηκώθηκε και με πλησίασε φέρνοντας μαζί του τη μυρωδιά του λιβανιού που έκαιγε δίπλα του.
«Εμείς εδώ όλοι Ινδοί, δουλεύουμε για Βραχμάνο σε μέρος μας, πώς το λέτε εδώ, για Θεό…», λέει και μου δείχνει τον ουρανό.
Πρέπει να κατάλαβε ότι δεν μου έλυσε καμία απορία και συνέχισε: «Ελα κάνε χένα… εγώ πω εσένα!».
«Δηλαδή δουλεύεις για τον Θεό;», ρωτάω και εγώ αποσβολωμένη. Λες να είναι κι αυτός καμιά ιδιοφυΐα και δεν το ξέρει; σκέφτομαι.
«Εμείς εδώ… είμαστε Ελλάδα, δουλεύουμε μαζί πολλοί και βγάλουμε λεφτά… και μια μέρα πάμε Ινδία πίσω στο Βραχμάνο μας. Ελα κάνε χένα, βοηθήσεις εμένα πάω πατρίδα μου…».
«Δεν θέλω», του λέω, «θα σε κεράσω καφέ, ok;». «Ευχαριστώ», λέει με το χέρι στην καρδιά και γυρίζει στο πόστο του συμπληρώνοντας: «φραπέ γλυκό, ok;».
Μου ξανάρχεται στον νου ο μεγάλος μαθηματικός Ραμάνουτζαν, «Ο υπάλληλος από την Ινδία».
Ηταν μια διάνοια. Στέλνοντας μια επιστολή στο Κέιμπριτζ, με μερικές μαθηματικές σκέψεις, απέδειξε ένα άλυτο μέχρι τότε θεώρημα.
Οταν ο σημαντικός «δον» των Mαθηματικών στο Κέιμπριτζ, Γκ. Χ. Χάρντι, τον κάλεσε στην ακαδημαϊκή κοινότητα του πανεπιστημίου, ήρθε σε επαφή με έναν πολιτισμό και έναν τρόπο ζωής που του ήταν ξένος.
Οι Δυτικοί επιστήμονες τον αντιμετώπισαν με δυσπιστία και επιφυλακτικότητα.
Ο Ραμάνουτζαν ήταν ένας ινδουιστής υψηλής κάστας και μηδενικής περιουσίας που, μέχρι να πάει στην Αγγλία, ζούσε παραγνωρισμένος και φτωχός.
Δεν ξέρει πώς να κοιμηθεί σε κρεβάτι, αρνείται να φάει κρέας, υποφέρει από το κρύο.
Ξέρει όμως καλά πως τα Mαθηματικά είναι ένα παιχνίδι για νέους που τον μαγεύει. Δουλεύει λοιπόν σαν σκυλί με τους μεγάλους μαθηματικούς του Κέιμπριτζ και μεγαλουργεί.
Το ξέσπασμα του Α Παγκοσμίου Πολέμου τον εγκλώβισε στην Αγγλία. Στα τέσσερα χρόνια του πολέμου συμπυκνώνει καριέρα δεκαετιών. Ηθελε όμως να γυρίσει πίσω. Κάθε βράδυ ονειρευόταν την Ινδία.
Τον πονούσε η νοσταλγία για τη χώρα του και τη γλώσσα του.
Γύρισε, μα ήταν πια ένας άλλος άνθρωπος. Οπως όλοι οι άνθρωποι που γυρίζουν έπειτα από χρόνια ξενιτιάς στον τόπο τους και έχουν αλλάξει από την κουλτούρα της «ενδιάμεσης» πατρίδας.
Αφήνουν κάτι από τον δικό τους πολιτισμό στη χώρα όπου μεταναστεύουν και παίρνουν μαζί τους ένα κομμάτι από αυτήν.
Στέκομαι για λίγο πάνω από τον Ινδό καινούργιο φίλο, που ζωγραφίζει με προσήλωση το χέρι μιας νεαρής κοπέλας.
«Πώς σε λένε;», τον ρωτάω. «Ακάς», μου λέει και ξαναδείχνει με το χέρι του πάνω.
«Τι σημαίνει αυτό; Θεός;». «Οχι», μου λέει γελώντας, «ουρανός».
Κοιτάζω και εγώ τον Ακάς, τον φθινοπωρινό ουρανό, πάνω από τη Στοά του Αττάλου και αφήνω τον Ινδό βαφέα χένας να εξηγεί όπως μπορεί, στην κοπέλα μπροστά του, τα περίτεχνα σχήματα, που παίρνουν μορφή πάνω στο χέρι της.
Το ξανασκέφτομαι. «Αντε», του λέω, «κάνε μου και μένα ένα σχέδιο! Βγαίνει με νερό ε;».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας