Τελικά, ίσως ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος Γκ. Χέγκελ να είχε δίκαιο: η Ιστορία είναι δόλια, είναι «πονηρή». Πώς αλλιώς να εξηγήσουμε τη δοκιμασία στην οποία υποβάλλεται η μεταπολεμική, δυτικού τύπου δημοκρατία, στη χώρα που τη γέννησε, την ίδια στιγμή που οι δηλωμένοι νεο-ναζί καταδικάζονται στο δικαστήριο; Δεν ξέρουμε πια τι να πιστέψουμε. Οι παλινωδίες των «ειδικών» της ιατρο-πολιτικής εξουσίας, της ιατρικής ελίτ δηλαδή που διατάσσει αγκαλιά με την ελληνική κυβέρνηση, δημιούργησαν στην κοινωνία εύλογες αμφιβολίες ως προς τα «μέτρα» διαχείρισης της επιδημίας. Μήπως έφτασε η ώρα να θυμηθούμε τη φιλοσοφική πηγή της καρτεσιανής «ριζικής αμφιβολίας» και για το ίδιο το πολίτευμα;
Το ζοφερό περιβάλλον της τρομολαγνείας, που κορυφώθηκε την περασμένη άνοιξη, επέστρεψε «με δόσεις», σε μια κοινωνία εθισμένη στον φόβο σαν τον τοξικο-εξαρτημένο. Τώρα πια, όντως, τα νοσοκομεία στενάζουν με τις νοσηλείες των κοβιντο-προσβεβλημένων και οι θάνατοι πολύ ηλικιωμένων, στη συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών, είναι γεγονός, διαψεύδοντας τις «θεωρίες συνωμοσίας» περί ανυπαρξίας του ιού. Η ιατρική «ορθολογικότητα», ακόμα και αν λειτουργεί ως πειθαρχημένο «εργαλείο» του κράτους, φαίνεται να παίρνει τη ρεβάνς από τους αμφισβητίες. Όμως, είναι πράγματι έτσι τα πράγματα;
Ας εξετάσουμε ορισμένα «σημεία» αυτών των δύσκολων καιρών, με γνώμονα αυτό που κοντέψαμε να χάσουμε μέσα στην εαρινή υστερία της «πανδημίας»: την κοινή λογική. Ως «βαρυσήμαντο» προαναγγελλόταν το προ ημερών διάγγελμα του έλληνα πρωθυπουργού, για την περαιτέρω διαχείριση της επιδημίας στη χώρα. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός, αρκέστηκε σε δύο μόνο νέα μέτρα: την απαγόρευση κυκλοφορίας και την υποχρέωση χρήσης μάσκας και σε εξωτερικούς χώρους.
Στη συνέχεια, βέβαια, με νέο «διάγγελμα» εποίησε την νήσσα για τα λεωφορεία και το μετρό, που μοιάζουν με συσκευασία σαρδελών Καλλονής Λέσβου, και, τέλος, έβαλε την ταφόπλακα στον χώρο της εστίασης, στους καλλιτέχνες και στο εμπόριο με τη νέα καραντίνα.Ας επιμείνουμε, όμως, στις προηγούμενες απαγορεύσεις. Η απαγόρευση κυκλοφορίας είχε ήδη εφαρμοστεί την άνοιξη, ενώ οι μάσκες επιβλήθηκαν σταδιακά –παρά τις αρχικές ενστάσεις των επιστημόνων-, από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, στην πορεία κάτι εξαφανίστηκε. Όπως έκανε ο Στάλιν με τους εκτελεσμένους πρώην συντρόφους του, δηλαδή το να τους απαλείφει από τις αναμνηστικές φωτογραφίες, μία καθοριστική φράση έκανε φτερά, ανάμεσα στη δημοσίευση δύο ΦΕΚ. Η φράση: «όπου υπάρχει συνωστισμός» αναγραφόταν ευκρινώς, όταν δημοσιεύτηκε το ΦΕΚ με τα επίπεδα επαγρύπνησης ανά περιοχή και αναφερόταν στο πότε συνίσταται να φοράμε μάσκα σε εξωτερικούς χώρους. Έτσι προλάμβανε τα φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας, εκ μέρους των δυνάμεων καταστολής, λ.χ. το ότι έδιναν πρόστιμο σε ποδηλάτες στα Γιάννινα, διότι ως γνωστόν το ποδήλατο είναι ο πιο μαζικός τρόπος άθλησης. Αλίμονο: η επίμαχη φράση εξαϋλώθηκε στο νέο ΦΕΚ, έτσι ώστε ο μοναχικός περίπατος στην εξοχή «άνευ της δέουσας περιβολής» να αποτελεί ποινικό αδίκημα!
Όπως συνέβη και την περασμένη άνοιξη, παράδοξα και αντιφατικά φαινόμενα συνοδεύουν τη νέα φάση της επιδημίας, στην Ελλάδα και αλλού. Αδιαφορώντας για τα Μ.Μ.Μ. και την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας –τουλάχιστον στη χώρα μας-, χωρίς προσλήψεις σε υγεία και εκπαίδευση, χωρίς στοχευμένη παρέμβαση στα γηροκομεία κ.ο.κ., η ελληνική κυβέρνηση στρέφεται τιμωρητικά απέναντι σε όλη την κοινωνία, με απαγορεύσεις που παραπέμπουν σε πόλεμο! Ταυτόχρονα, η νέα δοσολογία τρόμου περιλαμβάνει αριθμούς επί αριθμών, χωρίς αναγωγή.
Παράδειγμα νούμερο 1: πόσα από τα «κρούσματα» είναι ασυμπτωματικά; Πόσοι τελικά από τους καταγεγραμμένους ασθενούν; Διότι, εάν ο αριθμός αυτών που τελικά ασθενούν είναι, θα θέλαμε να ελπίζουμε, δυσανάλογα μικρός και δεδομένου ότι αποδεδειγμένα οι «ασυμπτωματικοί» μεταδίδουν κατά ένα μικρό ποσοστό (10%), από πού προκύπτει ο μέγιστος βαθμός επιμόλυνσης;
Παράδειγμα νούμερο 2: πόσοι πραγματικά ασθενούντες αναγκάζονται να μπουν σε ΜΕΘ; Εάν, υποθέτουμε, ο αριθμός των ασθενών που χρειάζονται αυξημένη φροντίδα είναι –ελπίζουμε- σχετικά μικρός, μήπως ο ιός έχει εξασθενήσει σε σχέση με την άνοιξη; Σκότος –σκόπιμο;- καλύπτει την πραγματική κατάσταση, εξυπηρετώντας εκείνους οι οποίοι, εντός και εκτός της χώρας, δοκιμάζουν σχέδια καταστολής της κοινωνίας δια της τρομοκράτησης.
Η τιμωρητική – κατασταλτική διαχείριση της επιδημίας έχει από νωρίς γίνει η, μοναδική ίσως, τακτική του κράτους στην Ελλάδα: κάθε φορά που αυξάνονται τα «κρούσματα», νέα κατασταλτικά μέτρα ανακοινώνονται για το σύνολο της κοινότητας και όχι για το 10% που πραγματικά κινδυνεύει. Ταυτόχρονα, κανείς δεν απολογείται για το ότι τα προηγούμενα μέτρα δεν απέδωσαν, φταίει ο «απείθαρχος» λαός κι έτσι επιβάλλονται νέες τιμωρίες! Παράλληλα, όμως, το ζήτημα των μασκών μάς παραπέμπει σε μια νέα εποχή ως προς το πολίτευμα.
Ας ξεκινήσουμε από αλλού: η λεγόμενη «συντηρητικοποίηση» της κοινωνίας, η οποία θεωρείται από πολλούς δεδομένη, κατά τη γνώμη μου είναι αμφίβολη. Περισσότερο παρατηρώ μια υποχώρηση της κοινωνίας στον τομέα των αιτημάτων, μετά την «ήττα» που υπέστη με τα μνημόνια, παρά μια στροφή στον συντηρητισμό. Αντίθετα, η πολιτειακή μεταβολή της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα συνοψίζεται στη νομική αντιμετώπιση της κάλυψης του προσώπου. Ενώ στην κορύφωση των αντιμνημονιακών κινημάτων (και νωρίτερα) ποινικοποιήθηκε η κάλυψη του προσώπου –ο περίφημος «νόμος της κουκούλας»-, σήμερα η μη χρήση καλύπτρας – μάσκας γίνεται παράνομη και, συνεπώς, εργαλείο καταστολής.
Παλιά ήσουν «παράνομος» εάν φορούσες στα Εξάρχεια φούτερ με κουκούλα. Τώρα στιγματίζεσαι και υφίστασαι πρόστιμο εάν δεν καλύψεις το πρόσωπο. Με την επικρεμάμενη υγειονομική τρομοκρατία, επιβάλλεται ένα «επιθετικό» προς την κοινωνία μέτρο, όταν, κάποτε, το κράτος «σε άμυνα» αναγκάστηκε να θέσει στην παρανομία τις «μάσκες». Μήπως, λοιπόν, σιωπηρά αλλά επικίνδυνα, το πολίτευμα έχει υποστεί εσωτερική μεταβολή;
Η μεταπολιτευτική, δυτικού τύπου δημοκρατία στην Ελλάδα ακολούθησε τη μεταπολεμική παράδοση στην Ευρώπη και εν πολλοίς έδωσε κύρος θεσμού στο δόγμα του καπιταλισμού για «ελευθερία». Η μετεμφυλιακή Ελλάδα βασανίστηκε για 25 χρόνια από ένα πολίτευμα όπου, για ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού, αποδόθηκε στέρηση στοιχειωδών ελευθεριών, εκτόπιση, βασανισμοί μέχρι και θάνατος. Το Σύνταγμα τέθηκε σε μερική περιστολή, στο όνομα ενός «αόρατου εχθρού» (βορείως της χώρας), του κομμουνισμού. Πόσο πιο «υπαρκτός» ήταν ο κίνδυνος από τις χώρες του «Σιδηρού Παραπετάσματος», σε σχέση με την επιδημία που αντιμετωπίζουμε σήμερα; Σαφώς και τα δεδομένα είναι ποιοτικά διαφορετικά, αλλά μήπως η τρομοκρατία που διασπείρουν τα αλαλάζοντα Μ.Μ.Ε. ομοιάζει λίγο με τη διαρκή επίκληση του «από βορράν κινδύνου», η οποία κράτησε δυόμιση ολόκληρες δεκαετίες;
Το πιο ανησυχητικό στην εν εξελίξει επιδημία δεν είναι ούτε η θνησιμότητα – θνητότητα (η ανθρωπότητα έχει ζήσει χειρότερες υγειονομικά στιγμές) ούτε η κραυγαλέα ανάδειξη των χρόνιων και σκόπιμων υπονομεύσεων που δέχτηκε το Ε.Σ.Υ. (αρχής γενομένης από τον περίφημο «εκσυγχρονισμό»). Αυτό που είναι καινοφανές είναι η εαρινή «υστερία» των Μ.Μ.Ε. που εξελίχθηκε σε φθινοπωρινή «υστερία με δόσεις».
Για πρώτη φορά στην παγκόσμια Ιστορία –τουλάχιστον για τα 100 τελευταία χρόνια- ένας παγκοσμίου κλίμακας κίνδυνος αποκτά διαστάσεις συμφοράς. Δεν θυμόμαστε άλλη εποχή που μια καταστροφή να δαιμονοποιείται με τέτοια ισχύ από τα Μέσα (από το πυρηνικό δυστύχημα του Τσερνομπίλ ώς τα τσουνάμι κ.λπ.). Πολλές φορές στο παρελθόν, συνέβη το αντίθετο: οι καταστροφές αποσιωπήθηκαν ή υποτιμήθηκαν στα Μέσα. Γιατί, λοιπόν, για πρώτη φορά τόσος ντόρος; Οι φωνές κάποιων επιδημιολόγων που επιμένουν ότι η επιδημία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με στοχευμένες παρεμβάσεις στο 10% του πληθυσμού, το οποίο πραγματικά κινδυνεύει, εξαφανίζονται μέσα σε έναν ορυμαγδό κινδυνολογίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες.
Το ελληνικό κράτος επέλεξε και συνεχίζει μια κλιμακούμενη, δρακόντεια αντιμετώπιση του συνόλου της «κοινότητας», προβαίνοντας σε σταδιακή κατάλυση των συνταγματικών δικαιωμάτων τού συνέρχεσθαι, της ελεύθερης κυκλοφορίας (νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας), του δικαιώματος στη γνώση (εφαρμογή της καθόλα προβληματικής τηλε-εκπαίδευσης) κ.λπ. Με λίγα λόγια, ενώ κλείνουμε –και ορθώς- την πόρτα στους νοσταλγούς του φασισμού, αφήνουμε τον φασισμό να μπει από το παράθυρο, φλερτάροντας με μια ολοένα επεκτεινόμενη διακυβέρνηση ολοκληρωτικού τύπου.
Με όχημα την περίφημη «ατομική ευθύνη», δηλαδή το καινούριο νεοφιλελεύθερο δόγμα της επιδημίας, η κρατική γραφειοκρατία στην Ελλάδα δεν λειτουργεί ως συναγωγός – συμβουλάτορας της κοινότητας σε μια δυσμενή κατάσταση. Ο ρόλος που αποδόθηκε στη δυτική δημοκρατία είναι να ρυθμίζει τις κοινωνικέςδυσλειτουργίες, σε μια κλίμακα που η κοινωνία –ώς τώρα- αδυνατεί να πράξει μόνη της. Αντίθετα, το κράτος – τιμωρός παραπέμπει σε τυραννία: περισσότερες ιχνηλασίες άρα και περισσότερα «κρούσματα», σημαίνει πιο πολλοί περιορισμοί και μάλιστα χωρίς αποτέλεσμα, από ό,τι φαίνεται.
Η κοινωνία, τρομοκρατημένη από τον συνεχή βομβαρδισμό με αριθμούς, εκχωρεί ολοένα και περισσότερες ελευθερίες, σε μια δημοκρατία που «εμβολιάζεται» με αυταρχισμό. Το τραγικό είναι ότι δεν υπάρχει αντίλογος και, εάν κάποιοι ψελλίζουν κάτι, είτε εξαφανίζονται από τον δημόσιο λόγο είτε αναμειγνύονται με τους γραφικούς της «επίπεδης γης». Μια εξουσία, που δεν υπακούει στους περιορισμούς της δυτικού τύπου δημοκρατίας, είναι λογικό να νομοθετεί αυθαίρετα και πίσω από το παραπέτασμα του φόβου, σειρά αντικοινωνικών νόμων (Πτωχευτικός Κώδικας, εργασιακά κ.λπ.).
Η εκτροπή προς αντισυνταγματικές πρακτικές, «νομιμοποιεί» το κράτος να αντιδρά έτσι, αλλά η ουσία είναι ότι εφόσον εκτρέπεται χάνει αυτόματα και τη «δεδηλωμένη». Δεν ισχυρίζομαι πως ο γόνος της γνωστής οικογένειας θα γίνει Μεταξάς με κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Ισχυρίζομαι απλώς ότι η στόχευση της αντιπολίτευσης στα αντικοινωνικά νομοθετήματα αγνοεί επιδεικτικά την προσωρινή –υποθέτω- μετάλλαξη του πολιτεύματος. Όσο για την εξωκοινοβουλευτική αριστερά και το αναρχικό κίνημα, η απουσία τους από τα δραματικά κοινωνικά δρώμενα είναι εκκωφαντική…
Το χαρακτηριστικό των ολοκληρωτικών καθεστώτων είναι ότι κυβερνούν πάντα υπό το κράτος του φόβου: είτε πρόκειται για εκφοβισμό του πληθυσμού (διώξεις κ.ο.κ.) είτε για την επίκληση ενός «αόρατου εχθρού». Ένα άλλο χαρακτηριστικό του ολοκληρωτισμού είναι ότι «θάβει» τον ταξικό πόλεμο κάτω από την ιδεολογική αναπαραγωγή συνθηκών πολέμου, έστω και αν δεν πέφτει ούτε μια σφαίρα. Η καλλιέργεια και η αναπαραγωγή του φόβου έχει ανατεθεί στα Μ.Μ.Ε., σκανδαλωδώς, δε, τα Μ.Μ.Ε. χρηματοδοτούνται έκτακτα γι’ αυτό τον σκοπό.
Τέλος, η προκλητική διαταγή για «ατομική ευθύνη», μαζί με την εξατομίκευση και τον σολιψισμό που προκαλεί στη συνείδηση η κατά μόνας ενασχόληση με τον υπολογιστή (είτε πρόκειται για εργασία είτε για επικοινωνία), απαλείφουν από τον κοινωνικό χάρτη τις ταξικές διεκδικήσεις. Δι’ αυτών των δύο οδών, το αυταρχικό κράτος εγκαθιδρύει και διευρύνει την κυριαρχία του. Το ερώτημα δεν είναι εάν στο όνομα μιας ανώτερης «ανάγκης» δύναται η δυτική δημοκρατία να μεταχειριστεί ολοκληρωτικές πολιτικές.
Αντίθετα, το ερώτημα είναι πότε και πώς νομιμοποιείται. Δεν αρκεί η πολιτική εξουσία να ταυτιστεί με την ιατρική ελίτ για να νομιμοποιηθεί η εκτροπή στον αυταρχισμό. Υποτίθεται ότι ο δημοκρατικός θεσμός οφείλει να λογοδοτεί και να συμβουλεύεται την απολύτως ανύπαρκτη, εν καιρώ επιδημίας, «κοινωνία των πολιτών». Έτσι φτάνουμε στο, αυτονόητο, τελευταίο χαρακτηριστικό της αντιδημοκρατικής διακυβέρνησης Μητσοτάκη.
Κανένα ολοκληρωτικό καθεστώς (είτε προέκυψε από μετάλλαξη της δημοκρατίας, όπως ο φασισμός – ναζισμός, είτε επιβλήθηκε δια του αίματος, όπως η χούντα του Πινοσέτ στη Χιλή) δεν ανακοίνωσε εκ προοιμίου την εγκαθίδρυσή του. Με λίγα λόγια, εάν οι ελίτ αποφασίσουν μια για πάντα να μετατρέψουν τα πολιτεύματα από δημοκρατικά σε ολοκληρωτικά, το σίγουρο είναι ότι δεν θα ρωτήσουν την κοινωνία. Το κρίσιμο και τελικό, όμως, ερώτημα είναι τι θα κάνουν οι κοινωνίες και τα κινήματα.
Ένα προσωρινό «αναλγητικό» για τις επιδημικές «ωδίνες» της κοινωνίας, ήταν όντως η καταδίκη των νεο-ναζί στο δικαστήριο. Μια δεξιά παράταξη, η οποία στο παρελθόν φλέρταρε με τους νοσταλγούς των ναζί, καρπώθηκε την απονομιμοποίηση του κόμματός τους. Επιτρέποντας μια μεγαλειώδη συγκέντρωση –στο όνομα του «υγειονομικού κινδύνου» θα μπορούσε να την είχε απαγορέψει, όπως έγινε πρόσφατα με 3 διαδηλώσεις και προοικονομείται η απαγόρευση της διαδήλωσης για την επέτειο του Πολυτεχνείου-, η δεξιά κυβέρνηση της Ελλάδας φλερτάρει με αντισυνταγματικές, φασιστικού χαρακτήρα πρακτικές, ενώ καταδικάζει –υποτίθεται- τους φασίστες. Ίσως είναι «πονηρία» της Ιστορίας, ίσως είναι και «προπέτασμα καπνού» για την εκτροπή του πολιτεύματος.
Όπως σωστά έχουν παρατηρήσει πολλοί (από τον Ι. Ραμονέ ώς τον Ν. Ξυδάκη του ΣΥΡΙΖΑ), η κοινωνική οργή συσσωρεύεται στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη, τόσο για την οικονομική καταστροφή χωρίς προηγούμενο όσο και για τη χυδαία, πολιτική διαχείριση του φόβου. Οι «θεωρίες συνωμοσίας» ανακουφίζουν προσωρινά τις συνειδήσεις τής έντρομης κοινότητας, αλλά η κοινωνική οργή έχει αρχίσει να ξεσπά στην Ιταλία και αλλού. Σύντομα θα μας χτυπήσει την πόρτα, αφού η φτωχοποίηση μεγάλων ομάδων του πληθυσμού διαγράφεται σαν το νέο «μεγάλο κόλπο» του καπιταλισμού. Όπως στις μεγάλες ποσότητες εκρηκτικών αρκεί μια σπίθα για να γίνει έκρηξη, η εκτροπή του πολιτεύματος δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη από την κοινωνία. Όποιος σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελλες…
* δρ Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας