Δεν το έχουν κάνει πολλοί. Και όσοι το έκαναν, και ήξεραν και να γράφουν, το μεταστοιχείωσαν σε σπουδαία λογοτεχνικά έργα: όπως ο δικός μας Καββαδίας με την ποίησή του, όπως ο Χέρμαν Μέλβιλ με τον «Μόμπι Ντικ» του, έτσι και ο Τζόζεφ Κόνραντ (πολωνικής καταγωγής, από τους σπουδαιότερους Αγγλους μυθιστοριογράφους) έζησε πολλά χρόνια στη θάλασσα και έγραψε γι’ αυτή, όπως ακριβώς και οι προαναφερόμενοι... Δεκαέξι –τόσα έζησε συνολικά στο υγρό στοιχείο ο Τζοζεφ. Και όλα αυτά τέλη του 19ου με αρχές του 20ού αιώνα. Σε μια εποχή δηλαδή (από το 1857 έως το 1924 έζησε ο ίδιος) που ενώ είχαμε κοσμογονικές εξελίξεις στην Ευρώπη που επηρέασαν την παγκόσμια κοινότητα (επαναστάσεις στη Γηραιά Ηπειρο, επιστημονικές επαναστάσεις, το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, την «Καταγωγή των Ειδών» του Δαρβίνου, την άνοδο του κομμουνισμού, του αναρχισμού και του φεμινισμού, τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο...), ταυτόχρονα αποδείχτηκε πως ήταν και μια εποχή-προάγγελος ενός δυστοπικού αιώνα που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πόσο θα «κατακυρίευε» με το μεσαιωνικό σκότος του ακόμα και τον σημερινό 21ο.
Ο Κόνραντ γνώριζε ήδη από τον Μέλβιλ τη «γλώσσα» της αλήθειας μέσα σε έναν υδάτινο κόσμο που αναγνωρίζει την ψευτιά της στεριάς, καθώς και ότι η ζωή των ναυτικών μπορεί να βιωθεί ως η μόνη ίσως αυθεντική ποίηση μιας ζωής όχι μόνο δύσκολης, αλλά απόκοσμης: δεν είναι τυχαίο πως ο ίδιος, τόσο με τη ζωή όσο και με το έργο του, εναντιωνόταν συνεχώς στους κατεστημένους διανοούμενους και ποιητές που δρούσαν και έγραφαν λες και κατείχαν την απόλυτη αλήθεια μέσα στη στείρα πνευματικότητά τους.
Σχεδόν πάντα κεντρικός ήρωας στα έργα του είναι ο θαλασσοδαρμένος ναυτικός Μάρλοου, ένας κυνικός τύπος που έχει γνωρίσει τον πόνο και τον αυταρχισμό των ανθρώπων. Στο έργο του «Γραμμή σκιάς» ένα πλοίο ξεκινάει με πλήρωμα που λέει πως θα τα καταφέρει, πως θ’ αντέξει παρά την κατάρα που συνοδεύει το ίδιο το πλοίο –τελικά τα καταφέρνει; Οι επιβάτες του στέκουν ανήμποροι μπροστά στην αλήθεια: δεν μπορούν να πιάσουν λιμάνι και νιώθουν (και είναι) αβοήθητοι απέναντι σε μια φύση που τους τυραννά. Εχουν μόνο ο ένας τον άλλο –αρκεί αυτό όμως και για πόσο; Ο Γιώργος Σίμωνας κάνει ίσως την πιο εικαστική παράσταση που έχουμε δει, καθώς ανεβάζει το έργο σε δική του σκηνοθεσία, διασκευή και δραματουργική επεξεργασία με ένα αδιανόητο σκηνικό (ούτε το Εθνικό δεν έχει δει τέτοια σκηνικά φέτος!) και με ερμηνείες που τους λείπει μεν η ανθρώπινη φωνή, μα φέρουν μέσα και πάνω τους όλους τους συμβολισμούς του Κόνραντ.
«Το πρώτο πράγμα που με παρακίνησε να ασχοληθώ δραματουργικά με τη «Γραμμή σκιάς» είναι το ίδιο το περιβάλλον του έργου» μας λέει ο Γ. Σίμωνας. «Οτι πρόκειται δηλαδή για μια ναυτική περιπέτεια. Την τελευταία δεκαετία έχω συγκεντρώσει το ενδιαφέρον μου στο σκηνογραφικό στοίχημα που ενέχει κάθε προσπάθεια κατασκευής ενός έργου για τη σκηνή. Ετσι η πρώτη έλξη πραγματοποιείται λόγω του ξεχωριστού περιβάλλοντος –συνήθως επιλέγω ένα περιβάλλον που πολύ δύσκολα το φαντάζεσαι για τη σκηνή ενός θεάτρου. Ετσι το να αφηγηθείς μια ιστορία που διαδραματίζεται πάνω σε ένα καράβι στο μέσο ενός ωκεανού ήταν για μένα πρόκληση και πρόσκληση για μια επόμενη περιπέτεια.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι, ενώ βρισκόμαστε σε μια ομολογουμένως ανατριχιαστική και ζοφερή κατάσταση του να πρέπει να επιβιώσεις στα πέρατα του κόσμου, σε υδάτινες ερημιές, το ίδιο το αφήγημα ξετυλίγει μια στατική κατάσταση, χωρίς πηγαινέλα στην πλοκή, χωρίς κάποιο περιστατικό που διακόπτει αυτή την «αργόσυρτη και αγωνιώδη καταστροφή». Το βρήκα επαναστατικό! Να πρέπει να αφηγηθείς την ακινησία, τη φοβική ησυχία, την υποβόσκουσα επικίνδυνη ηρεμία. Είναι κάτι εντελώς καινούργιο και σίγουρα εκτός εποχής: εννοώντας πως η εποχή μας διέπεται από ασύλληπτες ταχύτητες, φασαρία, διάσπαση προσοχής και όσον αφορά τα θεάματα, το βλέπουμε καθημερινά πως ο εκάστοτε θεατής βομβαρδίζεται από έναν παροξυσμό κίνησης και ήχων, εικόνων και σχημάτων. Οπότε το να κάνεις ένα έργο με όχημα τη βραδύτητα, τη νηνεμία, την ψυχεδέλεια ίσως που σου δημιουργεί όλο αυτό, την ενατένιση μιας ερήμου (έστω και υδάτινης) πίστεψα ότι θα ήταν ένα συναρπαστικό στοίχημα. Και ήταν!».
Ενώ καταλήγει με το βασικό μήνυμα: «Τέλος, πέρα από το τεχνικό κομμάτι της σύλληψης, δεν πρέπει να αφαιρούμε και το βασικό μήνυμα του έργου: Το ότι μιλάει δηλαδή για την ένωση, την αλληλεγγύη, τη στήριξη των ανθρώπων μεταξύ τους ως βασική και μόνη οδό για την επιβίωση. Νομίζω ότι αυτό το τελευταίο το έχουμε ανάγκη ως όντα, μήπως και στο τέλος όντως πιάσουμε λιμάνι».
♦ Κυρ. στις 18.30, Δευτ.-Τρ. στις 21.15, έως 15/4. Στο θέατρο Rabbithole (Γερμανικού 20, τηλ. 210-5249903). Παίζουν: Γιάννης Λεάκος, Δημήτρης Ντάσκας, Γιώργος Τζαβάρας, Μιχάλης Ζαχαρίας, Γεωργία Σωτηριανάκου, Ιωάννα Σίσκου. Διάρκεια: 75’. Προπώληση: more.com
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας