Βρισκόμαστε στο μακρινό 1997. Ο Τόνι Μπλερ είναι ο νέος πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου. Το όραμα της Cool Britannia ξεκινάει. Το πολιτιστικό προϊόν της Βρετανίας εξάγεται παντού στον κόσμο. Η Brit Pop παίρνει σάρκα και οστά. Κόντρες ταξικές, κόντρες για τα charts δίνουν και παίρνουν. Η εργατική τάξη μεταβάλλεται, ρομαντικοποιείται και στραγγαλίζεται.
«Ο ταξικός πόλεμος έχει λήξει!» αποφαίνεται ο πρωθυπουργός. Το μέλλον μοιάζει παραμυθένιο. Οι Τόρις ηττήθηκαν. Το Νέο Εργατικό Κόμμα υπόσχεται ότι τα πράγματα μόνο καλύτερα μπορούν να πάνε. Η νέα χιλιετία που έρχεται κατά πάνω μας φαντάζει χρυσή. Τι μπορεί να πάει στραβά; Είκοσι εφτά χρόνια μετά τη νίκη του (Νέου) Εργατικού Κόμματος η Βρετανία είναι μια κοινωνία σε ελεύθερη πτώση. Ο ακροδεξιός λόγος έχει πάρει τα ηνία στη δημόσια σφαίρα, η λιτότητα συνεχίζεται με κόκκινες αποχρώσεις, η παιδική φτώχεια αυξάνεται, η ανισότητα όλο και διευρύνεται και πρόσφατα πογκρόμ και ρατσιστικές διαδηλώσεις έκαναν την εμφάνισή τους στους δρόμους της χώρας.
Μέσα σε αυτό το χάος η επανένωση των Oasis ήταν το χάπι που ζέστανε τις καρδιές χιλιάδων Βρετανών, που ήλπιζαν ότι κάποια μέρα τα αδέλφια Γκάλαχερ θα αφήσουν τις διαφορές τους στην άκρη και θα σταθούν ξανά μαζί επί σκηνής.
Αυτή η επανένωση έδωσε και την αφορμή να ανοίξει εκ νέου η συζήτηση για τη δεκαετία του ’90 στο Ηνωμένο Βασίλειο: την άνοδο του Τόνι Μπλερ, τη μετάλλαξη του Εργατικού Κόμματος, τη φρενίτιδα της Cool Britannia και τον μπανάλ εθνικισμό που πούλησε.
Πέραν όμως της βασικής συζήτησης για τους Oasis, αναρωτιέμαι: τι σημαίνει να ζεις μόνιμα στο παρελθόν επειδή δεν μπορείς να φανταστείς το μέλλον;
Στον καπιταλισμό του 21ου αιώνα τα φαντάσματα του παρελθόντος έρχονται και κατακλύζουν όλο το πολιτιστικό τοπίο: remakes παλιών ταινιών, spin-offs τηλεοπτικών σειρών, τάσεις μόδας που συνεχώς επιστρέφουν, επανενώσεις συγκροτημάτων. Μια φαντασμολογία, στα λόγια του Ντεριντά και του Φίσερ, όπου η ανακύκλωση και η αναβίωση τάσεων οδηγούν σε μια πολιτιστική και πολιτική νωθρότητα, ενώ η κοινωνία θρηνεί τη ματαίωση του μέλλοντος. Ενα μέλλον που έχει ματαιωθεί από την έλλειψη εναλλακτικών έναντι της ηγεμονίας του καπιταλισμού, η οποία έχει κάνει το παρόν ανυπόφορο.
Μπορεί ο «Τρίτος Δρόμος» να έβαλε τέλος στη σχεδόν εικοσαετή κυριαρχία των Τόρις στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν κατάφερε όμως να προσφέρει μια σοβαρή εναλλακτική στον νεοφιλελευθερισμό. Και δεν ήθελε. Το Νέο Εργατικό Κόμμα δεν αμφισβήτησε την παρακαταθήκη του θατσερισμού, άλλα έχτισε πάνω της και κατάφερε να εργαλειοποιήσει, να δανειστεί και να εμπορευματοποιήσει στοιχεία από την αριστερή παράδοση προσεκτικά, αφαιρώντας με ακρίβεια το ριζοσπαστικό τους όραμα. Την ίδια στιγμή τα δύο αδέλφια των εργατικών προαστίων του Μάντσεστερ, πρωταγωνιστές της Cool Britannia, με την cockney προφορά και την εκκεντρική συμπεριφορά τους, ακολουθούν και εκείνοι τον Τρίτο Δρόμο: εναρμονίζονται με την ιδέα ότι η εργατική τάξη δεν υπάρχει πια, ξερνάνε αντι-κομμουνισμό και κυνικά τα «βάζουν» με τους απογοητευμένους fans που είδαν την τιμή των εισιτηρίων για την επανένωση να εκτοξεύεται από τις 150 λίρες στις 400 μέσα σε λίγα λεπτά.
Ο Νόελ Γκάλαχερ θα δήλωνε το 2021 ότι ο Τρίτος Δρόμος και οι κεντρώες πολιτικές ήταν ένα «τρομερά έξυπνο πράγμα».
Βέβαια ίσως να ξεχνάει την εφαρμογή των ιδιωτικοποιήσεων σε νερό, σιδηρόδρομο και ενέργεια, τα αντι-συνδικαλιστικά συναισθήματα των μπλερικών κυβερνήσεων, την εγκατάλειψη της εργατικής τάξης και την παράδοση της στην αγκαλιά της Ακροδεξιάς, τη σταδιακή αποσάθρωση του κράτους πρόνοιας και, τέλος, τα εγκλήματα πολέμου στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν που οδήγησαν στον θάνατο πάνω από ένα εκατομμύριο αμάχους.
Η επικράτηση της δεξιάς ηγεμονίας κατάφερε να εξαφανίσει κάθε είδους εναλλακτική για την κοινωνία και την οικονομία και να μεταμορφώσει για πάντα την ιδέα της τάξης και της ταυτότητας. Σε έναν κόσμο συνεχούς ανασφάλειας, άκρατου καταναλωτισμού, κλιματικής κρίσης, πολέμων και γενοκτονιών που μεταδίδονται σε ζωντανή ροή, η διοχέτευση της νοσταλγίας κρίνεται ως βασικό συστατικό επιβίωσης. Αλλά δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό.
Είναι σημαντικό να αντικρίσουμε το παρελθόν με όρους πραγματικούς και όχι φαντασιώσεων. Να αναγνωρίσουμε τα φαντάσματα που στοιχειώνουν το παρόν και ακυρώνουν το μέλλον, να παραδεχτούμε τις ήττες και τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτές και με θάρρος να αντισταθούμε στην αποτελμάτωση και στην αποκτήνωση, για να οραματιστούμε εναλλακτικές ικανές να δημιουργήσουν αληθινή πρόοδο και καινοτομία.
Και υπάρχουν και σήμερα εναλλακτικές που οραματίζονται ένα καλύτερο αύριο κόντρα στο ανυπόφορο παρόν: η συσπείρωση του Νέου Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία ως ανάχωμα στον φασισμό, οι παγκόσμιες διαμαρτυρίες και τα μποϊκοτάζ για την Παλαιστίνη, οι αντιφασιστικές συγκεντρώσεις και η ανακατάληψη των γειτονιών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οπως τραγουδάνε και οι Pulp, μια μπάντα που μεσουράνησε την εποχή τού Brit Pop, αλλά έμεινε πιστή στις εργατικές καταβολές της: «Λένε πώς το παρελθόν πρέπει να πεθάνει, για να γεννηθεί το μέλλον».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας