Έρευνα του Guardian έφερε στο φως στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι υποτιθέμενες «καθαρές» αεροπορικές επιδρομές κατά του Ισλαμικού Κράτους που διεξήχθησαν στο Ιράκ την περίοδο 2016-2017 ήταν υπεύθυνες για πολλούς θανάτους αμάχων. Η βρετανική εφημερίδα αποδεικνύει ότι οι κρατικοί ισχυρισμοί ότι τα βρετανικά όπλα «δεν έβλαψαν ούτε έναν άμαχο» ήταν ψευδείς.
Η έρευνα του Guardian σε συνεργασία με τη μη κυβερνητική οργάνωση Airwars έχει εντοπίσει έξι βρετανικά χτυπήματα στη Μοσούλη, τα οποία είχαν αποτέλεσμα τον θάνατο αμάχων την περίοδο 2016-17. Τα θύματα δύο εξ αυτών των επιδρομών περιέγραψαν τους θανάτους και τους τραυματισμούς παιδιών, γονέων, αδελφών και αδελφών σε επιθέσεις με πυραύλους.
Η κυβέρνηση και ο στρατός της Βρετανίας επί χρόνια υποστηρίζουν ότι προστάτεψαν τη ζωή των απλών Ιρακινών πολιτών, διεξάγοντας έναν «τέλειο» πόλεμο κατά των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ), την ώρα που οι σύμμαχοι στον συνασπισμό υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της Ουάσιγκτον, έχουν παραδεχτεί ότι σκότωσαν εκατοντάδες αμάχους στο Ιράκ ενώ στήριξαν τα ιρακινά χερσαία στρατεύματα την περίοδο μετά το 2014.
Στην έρευνα του Guardian, μια επιζήσασα που έχασε τη μεγαλύτερη κόρη της όταν ένας πύραυλος εξερράγη κοντά τους σε δρόμο της Μοσούλης, λέει ότι έπρεπε να της ακρωτηριάσουν και τα δύο πόδια. Η άλλη κόρη της έχει ακόμα θραύσματα στο κρανίο της και ο γιος της, μικρό παιδί εκείνη την εποχή, έχασε μέρη του ποδιού και του χεριού του. Μια άλλη γυναίκα έχασε σχεδόν όλη την άμεση οικογένειά της, συμπεριλαμβανομένων της μητέρας, του πατέρα, των δύο αδερφών και των δύο ανιψιών της, όταν πύραυλος κατέστρεψε το σπίτι τους.
Ο συνασπισμός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ έχει παραδεχθεί τις απώλειες αμάχων και από τις δύο αεροπορικές επιδρομές, αλλά δεν είπε ποια χώρα έκανε τις επιθέσεις. Συνολικά, στα έξι χτυπήματα στη Μοσούλη που προσδιορίστηκαν από την Guardian και την Airwars ως πιθανες βρετανικές επιθέσεις, ο συνασπισμός παραδέχεται ότι σκοτώθηκαν 26 άμαχοι.
Το βρετανικό υπουργείο Άμυνας αρνήθηκε να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει εάν τα συγκεκριμένα πλήγματα πραγματοποιήθηκαν από τις δυνάμεις του, επαναλαμβάνοντας ότι τα βρετανικά στρατεύματα δεν σκότωσαν ούτε έβλαψαν με άλλο τρόπο αμάχους στο Ιράκ. «Δεν υπάρχουν στοιχεία ή ενδείξεις ότι οι απώλειες αμάχων προκλήθηκαν από επιδρομές στη Συρία και το Ιράκ», είπε εκπρόσωπος. «Το Ηνωμένο Βασίλειο ελαχιστοποιεί πάντα τον κίνδυνο απωλειών αμάχων μέσω των αυστηρών διαδικασιών που ακολουθούνται και εξετάζει προσεκτικά μια σειρά αποδεικτικών στοιχείων για να το κάνει αυτό, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής ανάλυσης των δεδομένων της αποστολής για κάθε χτύπημα», πρόσθεσε.
Ο συνασπισμός επίσης παραδέχθηκε τον θάνατο δύο αμάχων σε άλλο περαιτέρω χτύπημα στη Μοσούλη στις 9 Ιανουαρίου 2017, που έχει επιβεβαιωθεί ότι ήταν αποστολή της RAF. Η Βρετανία παραδέχεται ότι διεξήγε αυτή την επίθεση, αλλά αρνείται ότι υπήρξαν απώλειες αμάχων, υποστηρίζοντας ότι οι νεκροί ήταν ισλαμιστές μαχητές.
Τα νέα αυτά ευρήματα είναι πιθανό να ασκήσουν αυξημένη πίεση στις βρετανικές αρχές να δώσουν απαντήσει για τον αδιαφανή τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τις απώλειες αμάχων.
Σύμφωνα με την έκθεση Chilcot του 2016 σχετικά με τον ρόλο του Ηνωμένου Βασιλείου στην εισβολή του 2003 και την επακόλουθη κατοχή του Ιράκ διαπίστωσε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έκανε αρκετά για να εντοπίσει αμάχους που σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν. Και περιείχε συστάσεις για βελτίωση των πρακτικών, σημειώνοντας ότι «μια κυβέρνηση έχει την ευθύνη να καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να κατανοήσει τις πιθανές και πραγματικές επιπτώσεις των στρατιωτικών της ενεργειών στους αμάχους».
Ωστόσο δεν άλλαξε τίποτα στην επόμενη βρετανική εκστρατεία στο Ιράκ. Η κυβέρνηση αρνήθηκε να δώσει λεπτομέρειες ακόμη και για τον τρόπο αξιολόγησης των αναφερόμενων θυμάτων, παρά τα αιτήματα των βουλευτών.
Το Ηνωμένο Βασίλειο άρχισε να βομβαρδίζει ξανά το Ιράκ το 2014, ως μέρος του συνασπισμού που στόχευε μαχητές του Ισλαμικού Κράτους. Τα χτυπήματα στη Συρία ξεκίνησαν ένα χρόνο αργότερα. Μεταξύ 2014 και 2020, έριξε περισσότερα από 4.000 βόμβες και πυραύλους στις δύο χώρες.
Ο βρετανικός στρατός ισχυρίζεται ότι αυτά τα χτυπήματα σκότωσαν 3.052 μαχητές στο Ιράκ χωρίς να προκληθεί ούτε ένας θάνατος αμάχου. Στη Συρία, το Ηνωμένο Βασίλειο ισχυρίζεται ότι 1.017 μαχητές σκοτώθηκαν και ένας άμαχος.
Ο υπό την ηγεσία των ΗΠΑ συνασπισμός, στον οποίο περιλαμβανόταν η Βρετανία, είπε ότι οι αεροπορικές επιδρομές από τα μέλη του σκότωσαν 1.437 αμάχους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αλλά δεν διευκρίνισε ποιες χώρες ήταν υπεύθυνες.
Ακόμη και Βρετανοί πρώην στρατιωτικοί έχουν πει ότι οι δηλώσεις της βρετανικής κυβέρνησης δεν ήταν πειστικές.
Το 2018, ανώτερη πηγή του συνασπισμού είπε στο BBC ότι οι Βρετανοί αξιωματούχοι είχαν ενημερωθεί πολλές φορές ότι τα χτυπήματά τους μπορεί να είχαν σκοτώσει αμάχους και πως θα ήταν «ανοησία να υπονοούμε ότι δεν υπήρξα άμαχοι θύματα».
Για να διερευνήσουν ποιοι θάνατοι μπορεί να προκλήθηκαν από βρετανικές αεροπορικές επιδρομές, ο Guardian και η Airwars εξέτασαν δημόσιες δηλώσεις και πληροφορίες και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, συμπεριλαμβανομένων 1.300 εγγράφων του συνασπισμού που περιγράφουν μεμονωμένες περιπτώσεις απωλειών αμάχων που κυκλοφόρησε ο αμερικανικός στρατός τον Δεκέμβριο του 2021 μετά από σχετικό αίτημα για παροχή πληροφοριών που υπέβαλαν οι New York Times.
Τα στοιχεία αυτά διασταυρώθηκαν με τακτικές ενημερώσεις του Υπουργείου Άμυνας για τα χτυπήματα και τις ημερομηνίες και τις τοποθεσίες όλων των επιθέσεων στις οποίες ο βρετανικός στρατός ισχυρίστηκε ότι σκότωσε ή τραυμάτισε μαχητές του Ισλαμικού Κράτους, οι οποίες απελευθερώθηκαν στην Airwars μετά από αιτήματα ελευθερίας πληροφοριών.
Στη συνέχεια, ο Guardian και η Airwars ταξίδεψαν στη Μοσούλη για να αναζητήσουν επιζώντες.
Όπως σημειώνει ο Guardian, τα υπάρχοντα στοιχεία απέχουν πολύ από τον πλήρη απολογισμό των πιθανών βρετανικών απωλειών στη Μοσούλη, αλλά εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη θέση της κυβέρνησης. Η Βρετανία επιμένει ότι η μυστικότητα σχετικά με τις απώλειες αμάχων υπάρχει για να προστατεύονται οι ένοπλες δυνάμεις.
Πάντως, ακόμα κι αν τελικά η Βρετανία αποδεχτεί την ευθύνη για τις δολοφονίες, οι επιζώντες είναι απίθανο να μπορέσουν να ζητήσουν αποζημίωση. Ένας νόμος που ψηφίστηκε το 2021 ορίζει όριο έξι ετών σε οποιαδήποτε αξίωση αποζημίωσης. Η χρονική περίοδος αυτή όμως έχει ήδη παρέλθει.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας