Εχουν γραφτεί τα πάντα για το Ολοκαύτωμα και τον «θάνατο του διαφωτισμού» στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα κρεματόρια της ναζιστικής Γερμανίας; Το νέο κόμικς του Michel Kichka με τίτλο «Δεύτερη Γενιά - Αυτά που δεν έχω πει στον πατέρα μου» απαντά αρνητικά και προσθέτει νέα στοιχεία. Με επίκεντρο, όμως, τους απογόνους των επιζησάντων και τη δική τους «καταστροφή»
Αν ο Αντόρνο ισχυριζόταν, σε μια ελεύθερη απόδοση των λόγων του και ελεύθερη ερμηνεία του νοήματος, ότι η συγγραφή ποίησης μετά το Αουσβιτς είναι βαρβαρότητα, τι μπορεί να είναι η δημιουργία κόμικς για το Αουσβιτς μετά το «Maus» του Art Spiegelman; Ο Αμερικανός δημιουργός κόμικς, με το πολυβραβευμένο και πολυεπίπεδο βιβλίο του, βιογραφεί τον επιζήσαντα του Ολοκαυτώματος, Εβραίο πατέρα του και ταυτόχρονα αυτοβιογραφείται, αφηγούμενος τα ναζιστικά χρόνια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ως εκπρόσωπος της δεύτερης γενιάς Εβραίων, δηλαδή των ανθρώπων που γεννήθηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταφέρει μαρτυρίες, προσωπικές αφηγήσεις, οικογενειακά δράματα και ανεπούλωτα τραύματα του στενού του περίγυρου όπως την αυτοκτονία της μητέρας του και τη δική του μάχη με την κατάθλιψη. Παρομοίως, ο Michel Kichka, περίπου τρεις δεκαετίες αργότερα, αφηγείται την προσωπική του «περιπέτεια» μέσω της καταγραφής της οικογενειακής του πορείας στα μεταπολεμικά χρόνια. Εστιάζει όμως στα τραύματα που κληρονόμησαν τα παιδιά της δεκαετίας του 1950 από όσους επέζησαν της τραγωδίας και της καταστροφής, της επονομαζόμενης μεταγενέστερα, Σοά.
Ο πατέρας του, Εβραίος του Βελγίου προπολεμικά, έζησε τρία ολόκληρα χρόνια στα ναζιστικά στρατόπεδα και κατάφερε να βγει ζωντανός, ο μοναδικός από ολόκληρη την οικογένειά του που επιβίωσε από τη θηριωδία. Τις μνήμες του πατέρα του, φιλτραρισμένες φυσικά από το πέρασμα του χρόνου και από τις προσωπικές του προσλαμβάνουσες και στάσεις ζωής, επιχειρεί να ανασύρει ο γιος του, για να ερμηνεύσει και να κατανοήσει τη διαδρομή της οικογένειάς του και ειδικότερα του πατέρα του και μέσω αυτής να ρίξει φως στη δική του ζωή. Μια ζωή που βρίσκεται διαρκώς υπό τη σκιά ενός συλλογικού τραύματος από τη μια και ενός πρωτοφανούς εγκλήματος από την άλλη.
Κάτι αντίστοιχο με τα τραύματα του Spiegelman, τον οποίο ο Kichka μνημονεύει και τιμά αναφέροντας πως αποτέλεσε την αφορμή για να γράψει τη δική του εκδοχή για τα τραύματα της «Δεύτερης Γενιάς». Μάλιστα, σε ένα καρέ που απεικονίζει το σχεδιαστήριό του, ο Kichka «φανερώνει» και μια αφίσα του «Maus», ενώ αφηγείται και το περιστατικό όταν δωρίζει το αριστούργημα του Spiegelman στον πατέρα του και αυτός το απορρίπτει προκαταβολικά, λέγοντας «Οι Εβραίοι σαν ποντικοί μού χάλασαν τη διάθεση. Το έκλεισα μετά πέντε σελίδες…»
Στην εξέλιξη της ιστορίας του Kichka παρεμβάλλονται εικόνες από τις αφηγήσεις του πατέρα του, φωτογραφίες της εποχής, εξώφυλλα περιοδικών, αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, σχέδια των μελών της οικογένειάς του κ.λπ. όχι τόσο για λόγους τεκμηρίωσης, καθώς σχεδόν όλα αναπαράγονται «μεταγραμμένα» σε σκίτσα, όσο για την ανασύσταση μιας πραγματικότητας με την οποία ως μνήμη, πολλοί από τους επιζήσαντες (για παράδειγμα ο πατέρας του Art Spiegelman) αρνήθηκαν να αναμετρηθούν εκ των υστέρων, απωθώντας την και ενταφιάζοντάς την στα υπόγεια του μυαλού τους.
Ο πατέρας Kichka, ωστόσο, δεν αποτελεί μια τέτοια περίπτωση. Αντιθέτως, κρατά πάντα ψηλά τη σημαία του θύματος, αφηγείται με φρικιαστικές λεπτομέρειες τις σκληρές εμπειρίες του, περιχαρακώνεται στη θρησκεία του απαιτώντας το ίδιο και από τα παιδιά του, απολαμβάνει να περιγράφει τη ζωή του στα στρατόπεδα του θανάτου, γίνεται αποδέκτης βραβείων και συγγραφέας των βιωμάτων του, ξεναγεί Εβραίους δεύτερης και τρίτης γενιάς στο Αουσβιτς.
Ολη αυτή η «επαγγελματική» εξαργύρωση του προσωπικού του δράματος δεν είναι ζήτημα οικονομικών απολαβών, αλλά μιας λανθάνουσας ψυχολογικής επιβράβευσης για το κατόρθωμα της επιβίωσης. Και παράλληλα μια προσπάθεια, με έναν κατά τα άλλα εμμονικό τρόπο να διατηρηθούν ζωντανές οι μνήμες, να μεταφερθούν στις επόμενες γενιές, να μην καταπιεί η λήθη την βιωμένη εμπειρία έστω και αν η μέθοδος οδηγεί στη μονομανία, την αυτοαναφορικότητα, τη στασιμότητα. Αυτά προσπαθεί να ξεπεράσει ή ίσως και να συμφιλιωθεί μαζί τους, ο γιος Kichka. Που πασχίζει να πείσει τον πατέρα του να επισκεφθούν οι δυο τους, χωρίς συνοδεία περίεργων και τουριστών, το Αουσβιτς για να έρθει σε επαφή μαζί του, με αυτόν και μόνο, και όχι με τη συλλογική ιστορία και τη γραμμένη ή άγραφη μνήμη της ανθρωπότητας.
Αυτή ακριβώς και είναι η ιδιαιτερότητα της Δεύτερης Γενιάς: η καταγραφή σε κόμικς της απόπειρας ενός γιου να γνωρίσει τον πατέρα του και τον εαυτό του χωρίς κατ’ ανάγκη να επωμιστεί και το αβάσταχτο φορτίο της ιστορικής γνώσης μιας ολόκληρης εποχής. Αλλά όσο κι αν ο ένας προσπαθεί για να επιτύχει τη δική του κάθαρση τόσο ο άλλος κλείνεται στα τείχη της ιστορικής αλήθειας και δεν εξωτερικεύει τη μοναδικότητά του, τον ενικό του αριθμό, επιλέγοντας την ανωνυμία του πληθυντικού.
Μιλώντας για κόμικς, λοιπόν, μια άλλη ιδιαιτερότητα της Δεύτερης Γενιάς είναι οι σχεδιαστικές επιλογές του Kichka που παρά τη «σοβαρότητα» του θέματος, προτιμά να χρησιμοποιήσει ένα καρικατουρίστικο στιλ που κάνει ακόμα πιο γοητευτική, προσιτή και «ανάλαφρη» την ανάγνωση. Επιπλέον, αξιοποιεί με έξυπνο και παιχνιδιάρικο τρόπο, γνωστές και αναγνωρίσιμες εικόνες της παγκόσμιας κουλτούρας όπως τα σκίτσα του Εξιπερί για τον Μικρό Πρίγκιπα, προσαρμοσμένα στη δική του ιστορία ή την εμβληματική εικόνα, με τον Χάρολντ Λόιντ να κρέμεται από ένα τεράστιο ρολόι με τον πατέρα του στη θέση του διάσημου κωμικού του αμερικανικού βωβού κινηματογράφου.
Αυτές οι αναφορές γίνονται με έναν οργανικό τρόπο και δεν ξενίζουν τον αναγνώστη καθώς εντάσσονται ομαλά στην αφήγηση ενός κοσμοπολίτη, σύγχρονου καλλιτέχνη σε αντίθεση με την προσκόλληση ενός «θύματος» της «πρώτης γενιάς» σε ένα εσαεί παρόν παρελθόν. Κι εδώ βρίσκεται μια ακόμα θεμελιακή διαφορά με το έργο του Spiegelman που δεν καθιστά τη Δεύτερη Γενιά «καλύτερη» ή «χειρότερη» σε μια αξιολογικού τύπου κλίμακα αλλά απλώς διαφορετική: ο Spiegelman είχε επιλέξει να τιτλοφορήσει τον ένα τόμο του μεγαλειώδους έργου του με το βαρύγδουπο «Ο πατέρας μου αιμορραγεί ιστορία».
Ο Kichka, θαυμάζοντας μεν τον Spiegelman και σεβόμενος την Ιστορία, αποφεύγει τους μαξιμαλισμούς, προτιμά να κρατήσει πιο χαμηλούς τόνους και αρκείται στο ταπεινό «Αυτά που δεν έχω πει στον πατέρα μου». Η αιτία πίσω από αυτό το άλμπουμ είναι η εξομολόγηση του γιου στον πατέρα και όχι το αντίθετο.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας