«Νομίζω ότι η εμπειρία αυτή ήταν για μένα πιο συγκλονιστική κι από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου» - η γυναίκα που μου μιλάει είναι πια στα 74 της χρόνια. Από το περιστατικό που διηγείται έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας, ωστόσο κάθε φορά που το αναπολεί ταράζεται το ίδιο. Η, ας την πούμε, Ελένη δεν ήταν η ίδια θύμα, αλλά σε αυτήν κατέφυγε μια άλλη γυναίκα που έπεσε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης στη δουλειά. Η Ελένη ήταν συνδικαλίστρια και έδωσε με τη συναδέλφισσά της τη μάχη για την απόδοση δικαιοσύνης.
Ωστόσο, «δεν βρέθηκε κανείς να μας υποστηρίξει, ούτε οι συνάδελφοι, αφού «το αφεντικό είναι καλός άνθρωπος, αποκλείεται να το έχει κάνει γιατί... μας πληρώνει όλες τις υπερωρίες»», ούτε άλλοι συνδικαλιστές, αφού «αυτά συμβαίνουν, απλώς ο άνθρωπος την ποθούσε και το εξέφρασε έντονα», ούτε οι σύντροφοί της στο κόμμα, αφού «αυτά συμβαίνουν στον καπιταλισμό και πρέπει να δούμε τη μεγάλη εικόνα, να επιλέξουμε τις μάχες που θα δώσουμε, συντρόφισσα». Λίγο αργότερα έπεσε το Τείχος του Βερολίνου...
Φυσικά, τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ από τότε - και για την Αριστερά και για τους Ανατολικοβερολινέζους και, σίγουρα, για τις γυναίκες, που έδωσαν πολλές μάχες και κέρδισαν αρκετές και στη χώρα μας. Ωστόσο, και παρά το κατακλυσμιαίο και εν πολλοίς σαρωτικό ξέσπασμα του ελληνικού #metoo, έχουμε πολλά βήματα να διανύσουμε ακόμα.
Τα πρώτα λόγια, οι πρώτες λέξεις που άκουσα από παιδί έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου έλεγαν: «Σώπα» (...) νομίζω πως θα έρθει η στιγμή που δε θ’ αντέξω και θα ξεσπάσω και δε θα φοβηθώ και θα ελπίζω και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω μ’ έναν φθόγγο
μ’ ένα τραύλισμα με μια κραυγή που θα μου λέει: ΜΙΛΑ! | ΑΖΙΖ ΝΕΣΙΝ
Με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα της Γυναίκας, η ActionAid δημοσίευσε μια νέα, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έρευνα για τους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες δεν καταγγέλλουν τη σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία. Εμπνευση για να ξεκινήσει αυτή η επιστημονική δουλειά στάθηκε η διαπίστωση πως στο πλαίσιο της υπηρεσίας Speak Out για την υποδοχή καταγγελιών και τη νομική συμβουλευτική γυναικών που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας -που προσφέρει η ActionAid στο πλαίσιο του προγράμματος Safe at Work-, μόνο μία στις 100 γυναίκες που έπεσαν θύματα ακολούθησε τη νομική οδό.
Αυτό το ηχηρό στοιχείο, δηλαδή ότι αυτό που βλέπουμε ως καταγγελία κι ακόμα λιγότερο αυτό που εν τέλει φτάνει στη Δικαιοσύνη είναι μονάχα η κορυφή του παγόβουνου, επιβεβαιώνουν τόσο η βιβλιογραφία όσο και η έκθεση αξιολόγησης της GREVIO για την Ελλάδα τον Νοέμβριο του 2023. Αλλά και παλαιότερη έρευνα της ActionAid (2020) έδειξε πως μόνο το 6% των γυναικών θυμάτων κατήγγειλε επίσημα το περιστατικό σε αρμόδιο φορέα (π.χ. Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας ή αστυνομία) και μόνο το 37% το ανέφερε στη διοίκηση της εταιρείας ή του οργανισμού όπου εργάζεται.
Η έρευνα του Παντείου
Η έρευνα που παρουσιάζουμε σήμερα πραγματοποιήθηκε από το Πάντειο, βασίστηκε σε ατομικές συνεντεύξεις και σε ομάδα εστίασης με πληροφορητές/τριες-κλειδιά από διάφορους φορείς/υπηρεσίες/συλλογικότητες που ασχολούνται με το ζήτημα και, σε δεύτερο στάδιο, σε νομικούς που ήρθαν σε επαφή με θύματα.
Αλλά, πριν δούμε γιατί οι γυναίκες δεν μιλούν, ποιες είναι οι εργαζόμενες που μπορούν να πέσουν θύματα; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι μονολεκτική: Ολες και καθεμιά. «Δεν υπάρχει συγκεκριμένο προφίλ (...) οι επιζώσες έμφυλης βίας είναι γυναίκες σε όλες τις ηλικιακές, σε όλες τις οικονομικές και επαγγελματικές τάξεις (...) Δεν παίζει ρόλο ούτε η ηλικία ούτε το επάγγελμα», αναφέρει ένας από τους ερωτώμενους. «Δεν έχει να κάνει με το πώς είναι το θύμα αλλά με το πώς είναι ο δράστης, ό,τι ισχύει με τα θύματα έμφυλης βίας γενικά, ισχύει και στη σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία».
Ωστόσο, υπάρχει ένα χαρακτηριστικό που ενώνει σαν νήμα όλα τα θύματα: η αδύναμη θέση στον συσχετισμό δύναμης.
Οπως σημειώνουν χαρακτηριστικά οι ερευνητές, «οι περισσότερες γυναίκες ήταν νεότερες σε ηλικία ή σε χαμηλότερες ιεραρχικά θέσεις από τους θύτες, ή πολλές φορές εμφάνιζαν πολλαπλά χαρακτηριστικά ευαλωτότητας και βρίσκονταν σε επισφαλείς θέσεις εργασίας (π.χ. εστίαση)», χωρίς αυτό να σημαίνει, όπως τονίζουν, ότι σεξουαλική παρενόχληση δεν υφίστανται και γυναίκες στον δημόσιο τομέα με καθεστώς μονιμότητας (βλ. έρευνα του Κοινωνικού Πολύκεντρου της ΑΔΕΔΥ, 2022).
Μετά την πολύ μεγάλη ορατότητα που έδωσε το #metoo, την πολύ μεγάλη διακίνηση του μηνύματος «μίλα», τις δηλώσεις επί δηλώσεων πολιτικών και κυβερνητικών παραγόντων, τις αμέτρητες εκδηλώσεις, γιατί οι γυναίκες εξακολουθούν να σωπαίνουν; Γιατί στις πραγματικές ζωές τους τίποτα δεν έχει αλλάξει ώστε να τολμήσουν. Σύμφωνα με την έρευνα, οι γυναίκες δεν προχωρούν σε καταγγελία γιατί:
● Φοβούνται τα αντίποινα (απόλυση, αρνητική αξιολόγηση, δημιουργία αρνητικού κλίματος, στοχοποίηση και στιγματισμός).
● Δεν έχουν το κατάλληλο υποστηρικτικό περιβάλλον.
● Δυσκολεύονται να βρουν στοιχεία και μάρτυρες.
● Υπάρχει μεγάλος χρόνος αναμονής για την ολοκλήρωση του δικαστηρίου.
● Οι ποινές για τους θύτες είναι περιορισμένες.
● Τα αδικήματα παραγράφονται πολύ σύντομα.
Αλλά και σε επίπεδο κοινωνίας, δεν έχουν -φαίνεται- αλλάξει τόσα πολλά ώστε οι γυναίκες να μη φοβούνται και να μιλούν. Οι σεξουαλικά παρενοχλητικές συμπεριφορές συνήθως συμβαίνουν πίσω από κλειστές πόρτες, χωρίς αυτόπτες μάρτυρες, αλλά, ακόμα κι αν υπάρχουν μάρτυρες συνάδελφοι, δύσκολα καταθέτουν. Ετσι, η γυναίκα που θα πέσει θύμα ακολουθεί έναν πολύ μοναχικό δρόμο και συνήθως βυθίζεται στο σπιράλ της σιωπής. Με ακόμα διάχυτο το στερεότυπο «ναι, αλλά τα ήθελε κι αυτή» κι εκείνο το άλλο «δεν είναι αυτό που νομίζεις», οι γυναίκες δυσκολεύονται να καταγγέλλουν, πολλές φορές δεν διακρίνουν αν η συμπεριφορά που υφίστανται είναι παρενοχλητική, ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους και την προστασία που τους προσφέρει το νομικό πλαίσιο.
Καχυποψία
Κι όταν κάνουν αυτό το δύσκολο βήμα, όπως σημειώνουν οι ερευνητές, ενίοτε αντιμετωπίζονται με καχυποψία, είτε για τα κίνητρά τους είτε για την ορθή τους κρίση. Κι αν καταφέρουν να περάσουν κι αυτόν τον κάβο, που σίγουρα δημιουργεί τραύμα πάνω στο τραύμα, και μιλήσουν σε ανώτερο στέλεχος, αποθαρρύνονται να προχωρήσουν σε καταγγελία (σ.σ.: και θυμόμαστε όλοι από άλλες έρευνες αλλά και την εμπειρία μας τι φύλο έχουν συνήθως τα ανώτερα στελέχη σε εταιρείες). Οπως τονίζεται, «οι γυναίκες δεν βρίσκουν υποστήριξη. Το τελευταίο ενισχύεται και από το γεγονός ότι συχνά ο θύτης είναι ή ο εργοδότης ή ο προϊστάμενος, και έτσι δεν ξέρουν πού να απευθυνθούν».
Να αλλάξει η αγορά εργασίας
«Χρειάζεται μια κοινωνία που να έχει καταδικάσει στην πράξη αυτά τα γεγονότα. Στην πράξη σημαίνει να έχει τιμωρήσει κάποιους άλλους ενόχους, να έχει φτιάξει δομές, να βγαίνει προς τα έξω το προφίλ ότι εγώ σε προστατεύω, δεν θα σε πειράξει κανείς. Γι’ αυτό εμείς λέμε, που θεωρούμαστε ταξικές φεμινιστικές συλλογικότητες, ότι όλα αυτά είναι συνυφασμένα με τον καπιταλισμό, γιατί το σύστημα το ίδιο πρέπει να υποστεί ρωγμές για να αλλάξει τέτοιου είδους νοοτροπίες, δεν είναι εύκολο». Αυτή η μαρτυρία μιας από τις συμμετέχουσες στην έρευνα του Παντείου εξηγεί με απλό αλλά απολύτως παραστατικό τρόπο πώς νιώθουν οι εργαζόμενες σε μια ζουγκλοειδή αγορά εργασίας.
Οπως τονίζουν οι ερευνητές, «πολλές συμμετέχουσες θεωρούν ότι πρέπει να υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στην ίδια την αγορά εργασίας προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα της υποκαταγραφής και της υποκαταγγελίας αλλά και της ίδιας της σεξουαλικής παρενόχλησης.
Θα πρέπει λοιπόν να υπάρξουν παρεμβάσεις που θα διευκολύνουν την πρόσβαση των γυναικών στις θέσεις διοίκησης, θα άρουν τις έμφυλες ανισότητες στις αμοιβές, θα ελαχιστοποιήσουν την ανεργία, την επισφάλεια και τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, δημιουργώντας σημαντικές προϋποθέσεις για ένα ενδεχομένως ευνοϊκότερο περιβάλλον για τις γυναίκες που θέλουν να καταγγείλουν/αναφέρουν παρενοχλητικά περιστατικά», ενώ αρκετές συμμετέχουσες έκαναν ειδική μνεία στον ρόλο που πρέπει να αναλάβουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις αλλά και τα συνδικάτα.
Στάσιμος ο αριθμός καταγγελιών
Οι περισσότερες συμμετέχουσες συμφώνησαν ότι το ελληνικό #metoo είχε καθοριστική επίδραση στην κοινωνία ως προς την αύξηση της ορατότητας του φαινομένου της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία, ωστόσο η ορατότητα δεν μετουσιώθηκε σε αύξηση του αριθμού των επίσημων καταγγελιών. Αντίστοιχα, όπως επισημαίνεται, «η κύρωση της Σύμβασης 190 βελτίωσε το υπάρχον νομικό οπλοστάσιο, έδωσε τη δυνατότητα σε φορείς, επιχειρήσεις και εργαζόμενους/ες, ΜΚΟ, νομικούς και δικαστικούς να μπορούν να προσδιορίζουν το φαινόμενο και τις σχετικές διαδικασίες καταγγελιών, αλλά η επίδραση του νόμου δεν αποτυπώθηκε ούτε στον αριθμό των καταγγελιών ούτε των δικαστικών αποφάσεων μέχρι στιγμής».
...η ΕΔΕ κατέληξε ότι αφού βγήκε από το κτίριο και φορούσε τα γυαλιά της στο κεφάλι δεν έγινε βιασμός… Γιατί ποια γυναίκα που έχουν αποπειραθεί να τη βιάσουν βάζει τα γυαλιά στο κεφάλι; […] Η γυναίκα αυτή έχει κάνει το πρώτο βήμα και η ΕΔΕ λέει ότι αποκλείεται να συνέβη επειδή ο συνάδελφος είναι υπεράνω πάσης υποψίας και δεύτερον έχουμε κάμερες […] και προσέξτε, φορούσε τα γυαλιά στο κεφάλι της… Τα γυαλιά στο κεφάλι τα φοράνε γυναίκες που είναι ανέμελες... | Μαρτυρία από την έρευνa της Action Aid
Οι σχετικές καταγγελίες στον Συνήγορο του Πολίτη -τον εθνικό φορέα για την προστασία της αρχής της ίσης μεταχείρισης και την καταπολέμηση διακρίσεων λόγω φύλου στην εργασία- αυξάνονται γεωμετρικά την περίοδο 2011-2022: 270 αναφορές για παρενόχληση στην εργασία δέχθηκε ο Συνήγορος το διάστημα 2011-2022, από τις περίπου 17 που δεχόταν ετησίως την 5ετία 2011-2016. Μετά το ξέσπασμα του #metoo στις ΗΠΑ το 2018 έγιναν 28 και το 2021 έφτασαν τις 43.
Σε 198 περιπτώσεις ο καταγγελλόμενος είναι ιεραρχικά ανώτερος, σε 53 περιπτώσεις ομόβαθμος/συνάδελφος, ενώ σε μόλις 2 περιπτώσεις υφιστάμενος. 195 περιπτώσεις αφορούν ιδιωτικές επιχειρήσεις ή μεμονωμένους εργοδότες, ενώ 58 καταγγελίες έχουν γίνει στον δημόσιο τομέα. Οι 148 αφορούν μικρές επιχειρήσεις ή μεμονωμένους εργοδότες, ενώ 46 αφορούν μεγάλες επιχειρήσεις. Σε 1 περίπτωση ο εργοδότης είναι αλλοδαπός φορέας.
Εκμετάλλευση
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να επισημάνουμε πως ο Συνήγορος αναφέρει πως «όχι σπάνια η παρενόχληση συνδέεται αμφίδρομα και με άλλες παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας από μέρους του εργοδότη (οφειλή δεδουλευμένων, δώρων, ρεπό, καταχρηστική απόλυση κ.λπ.). Συνεπώς, η σεξουαλική παρενόχληση θα μπορούσε να εξεταστεί και ως ένα στοιχείο που συνδέεται και με άλλες παραμέτρους εκμετάλλευσης της εργασίας και ιδίως, εν προκειμένω, της εργασίας των γυναικών». Είναι δε εξαιρετικά ανησυχητικό πως «η συνήθης απόληξη της αντίδρασης του εργαζόμενου στην παρενοχλητική συμπεριφορά του εργοδότη, στον ιδιωτικό τομέα, είναι η απώλεια της θέσης εργασίας. Στον δημόσιο τομέα, είναι συχνή η αλλαγή θέσης εργασίας του καταγγέλλοντος προσώπου, ενίοτε δε και η τοποθέτηση σε υποδεέστερη θέση, αλλά πάντως ενέργειες που συχνά ενέχουν τιμωρητικό χαρακτήρα».
Οπως τονίζει η Αρχή, «τα περισσότερα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης παραμένουν στο σκοτάδι», κι αυτό «μπορεί να ερμηνευθεί ως αποτέλεσμα του φόβου ή της αυτοενοχοποίησης των θυμάτων. Ο φόβος αφορά κατ’ αρχάς, και ανάλογα με την περίπτωση, τα εργασιακά ή και τα δικαστικά αντίποινα και την ταλαιπωρία, που απειλούνται ή δρομολογούνται με την υποβολή της καταγγελίας για παρενόχληση».
Το Αυτοτελές Τμήμα για την Παρακολούθηση της Βίας και Παρενόχλησης στην Εργασία της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας έχει δημοσιεύσει δύο ετήσιες εκθέσεις. Στην πρώτη (Ιούλιος 2021-Δεκέμβριος 2021) καταγράφονται 13 περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης και στην επόμενη (Ιανουάριος 2022-Δεκέμβριος 2022) 14.
Οπως τονίζεται στην έρευνα του Παντείου, «είναι αξιοσημείωτο ότι ενώ διπλασιάζεται ο αριθμός των καταγγελιών από την πρώτη στη δεύτερη έκθεση (όπου είναι διπλάσιο το χρονικό διάστημα αναφοράς), ο αριθμός που αφορά τα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης παραμένει σχεδόν ίδιος».
Τέλος, σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ, το 15% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνά του έχει διαχειριστεί περιστατικά βίας ή παρενόχλησης (όχι μόνο περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης). Τα καταγεγραμμένα περιστατικά εμφανίζονται σε ποσοστό 24% στις επιχειρήσεις με περισσότερα από 250 άτομα, έναντι των πολύ μικρών επιχειρήσεων που έχουν ποσοστό 12%.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας