Τα όρια ανάμεσα στον αφηρημένο μιλιταρισμό και την απροκάλυπτη υπεράσπιση των πεπραγμένων του Αξονα εξαλείφονται πλήρως στο Πολεμικό Μουσείο Yushukan που στεγάζεται στον ίδιο χώρο με το τέμενος Γιασουκούνι, ως προέκταση και συμπλήρωμά του.
Μεγάλο μέρος των εκθεμάτων αφορά προσωπικά αντικείμενα, φωτογραφίες και γραπτά των θεοποιημένων πεσόντων, με έμφαση φυσικά στις διακηρύξεις πατριωτικής αυτοθυσίας (1).
Η προβολή κάποιων επώνυμων βαθμοφόρων εξισορροπείται από χιλιάδες μικρές φωτογραφίες σκοτωμένων φαντάρων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ταξινομημένες κατά στρατιωτική μονάδα (2), κι από τις «κούκλες-νύφες» που πρόσφεραν στο τέμενος χαροκαμένες μανάδες, για να συνοδεύουν τα πνεύματα των ανύπαντρων γιων τους (3).
Οπως σε κάθε πολεμικό μουσείο, ο επισκέπτης συναντά κι εδώ αντιπροσωπευτικά δείγματα της εγχώριας πολεμικής μηχανής, όπως το καταδιωκτικό «Ζέρο» (4).
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην αυτοθυσία των καμικάζι: επανδρωμένη ιπτάμενη βόμβα «Οκχα» (5), ανθρώπινη τορπίλη «Καϊτέν» (6) και μια ολόκληρη αίθουσα αφιερωμένη στους 6.000 πεσόντες των ειδικών μονάδων αυτοκτονίας.
Σε αντίθεση όμως με αλλού, απουσιάζουν πλήρως τα λάφυρα ή άλλα κατάλοιπα του εχθρού, με εξαίρεση τα συντρίμμια ενός βομβαρδιστικού Β-29 (7).
Μια ολόκληρη αίθουσα είναι, τέλος, αφιερωμένη στην αυτοκρατορική οικογένεια, υπογραμμίζοντας το ενδιαφέρον της για τον χώρο (8).
Εκείνο που σαφώς διαφέρει από τα αντίστοιχα μουσεία της Γερμανίας, είναι η περιγραφή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου (και όσων προηγήθηκαν) στις σχετικές αίθουσες του 1ου ορόφου (9).
Προς αποφυγή σκανδάλου, η φωτογράφιση εδώ απαγορεύεται –θεωρητικά, τουλάχιστον.
Η ιαπωνική εισβολή στην Κίνα το 1937 δικαιολογείται ρητά σαν «αμυντική» ενέργεια, που προκλήθηκε από τον «εθνικιστικό και ξενόφοβο ζήλο» των Κινέζων.
Αψευδές «τεκμήριο», η επιστολή ενός ταγματάρχη που «κλαίει από θυμό και λύπη» για την «περιφρονητική στάση του απλού κινεζικού λαού» κι αναπαράγει φήμες περί βιασμού «κάποιων» Ιαπωνίδων από ντόπιους (10).
Απεναντίας το ολοκαύτωμα του Νανκίνγκ, με εκατοντάδες χιλιάδες φόνους και βιασμούς από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα, αποσιωπάται πλήρως· πληροφορούμαστε μόνο τους στρατηγικούς στόχους των τελευταίων και την άρνηση του τοπικού Κινέζου διοικητή να παραδοθεί (11).
Θετικά περιγράφεται επίσης η δωσίλογη «κυβέρνηση» που οι κατοχικές αρχές εγκατέστησαν το 1940, ως αντίπαλο δέος στην κοινή αντίσταση εθνικιστών και κομμουνιστών (12).
Η προσάρτηση πάλι της Κορέας παρουσιάζεται σαν οικειοθελής ενέργεια της εκεί κυβέρνησης, που απλώς «αποδέχτηκε» σχετικές «προτάσεις» του Τόκιο (13).
Το γιαπωνέζικο προτεκτοράτο της Μαντζουρίας εξαγνίζεται -κι αυτό- σαν ανεξάρτητη «συνομοσπονδία πέντε εθνοτικών ομάδων» (14) · ο επισκέπτης μπορεί μάλιστα να αγοράσει σημαίες του στο πωλητήριο του ισογείου, μαζί με CD πολεμικών εμβατηρίων του 1932-1944, συναρμολογούμενα αεροσκάφη κι άλλα συναφή αναμνηστικά (15).
Τον «κακό» της αφήγησης αποτελούν οι λευκοί αποικιοκράτες, που «σφετερίστηκαν» την Ασία στερώντας από τον γιαπωνέζικο καπιταλισμό τη ζωτική ενδοχώρα του (16).
Η διεκδίκηση αυτού του ζωτικού χώρου, ως θεμιτή αιτία πολέμου, διατυπώνεται απροκάλυπτα στον πίνακα που τιτλοφορείται «Ασιατικοί πόροι που απαιτούνταν από την Ιαπωνία» (17):
«Η ιαπωνική οικονομία τελούσε σε βαριά εξάρτηση από τις ΗΠΑ, ιδίως για πετρέλαιο και παλιοσιδερικά. Η ΝΑ Ασία διέθετε ωστόσο άφθονους πόρους, όπως πετρέλαιο και σιδηρομεταλλεύματα. Τα βασικά εμπόδια για ν’ αποκτήσει η Ιαπωνία αυτούς τους πόρους ήταν η Μεγάλη Βρετανία κι η Ολλανδία, που είχαν συστήσει αποικίες στη ΝΑ Ασία και πολιτικά ήταν ευθυγραμμισμένες με τις ΗΠΑ. Εκτός από αγροτικά και υδάτινα προϊόντα, η Ιαπωνία ήλπιζε να αποκτήσει τα παρακάτω μεταλλεύματα».
Ακόμη και τα μεταπολεμικά αντιαποικιακά κινήματα, του κομμουνιστικού αντάρτικου του Βιετνάμ συμπεριλαμβανομένου, διεκδικούνται έτσι σαν έμμεσο προϊόν της ιαπωνικής εξόρμησης για «απελευθέρωση» της Ασίας από την ευρωπαϊκή επιρροή (18).
Από την άλλη, δεν λείπουν οι διαβεβαιώσεις για τις ειρηνικές προθέσεις της αυτοκρατορικής ηγεσίας, που «εξωθήθηκε» στη σύρραξη από την αρνητική στάση της Δύσης (19).
Η άκρως συνοπτική αναφορά στο ευρωπαϊκό θέατρο του πολέμου δικαιολογεί πάλι διακριτικά το ναζιστικό εγχείρημα, σαν απόρροια της κομμουνιστικής απειλής και του οικονομικού στραγγαλισμού της Γερμανίας από τους νικητές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (20-21).
Οσο για τους Ιάπωνες στρατηγούς που καταδικάστηκαν μεταπολεμικά σε θάνατο ως εγκληματίες πολέμου, έχουν κι αυτοί -σαν αδικοχαμένοι ήρωες- τη δική τους προθήκη (22).
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας