Αθήνα, 16°C
Αθήνα
Σποραδικές νεφώσεις
16°C
22.2° 15.8°
2 BF
94%
Θεσσαλονίκη
Αυξημένες νεφώσεις
21°C
22.8° 20.5°
2 BF
58%
Πάτρα
Αραιές νεφώσεις
20°C
21.0° 20.5°
3 BF
67%
Ιωάννινα
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
18.9° 18.9°
2 BF
63%
Αλεξανδρούπολη
Ελαφρές νεφώσεις
21°C
20.9° 20.9°
3 BF
60%
Βέροια
Αυξημένες νεφώσεις
21°C
21.5° 21.5°
2 BF
59%
Κοζάνη
Αραιές νεφώσεις
18°C
18.4° 18.4°
0 BF
63%
Αγρίνιο
Αυξημένες νεφώσεις
21°C
21.4° 21.4°
2 BF
62%
Ηράκλειο
Σποραδικές νεφώσεις
21°C
21.1° 20.8°
5 BF
73%
Μυτιλήνη
Αυξημένες νεφώσεις
17°C
16.6° 16.5°
2 BF
68%
Ερμούπολη
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
20.4° 20.4°
4 BF
49%
Σκόπελος
Σποραδικές νεφώσεις
18°C
17.7° 17.7°
3 BF
77%
Κεφαλονιά
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
19.9° 19.9°
3 BF
77%
Λάρισα
Σποραδικές νεφώσεις
23°C
22.9° 22.9°
1 BF
49%
Λαμία
Αυξημένες νεφώσεις
24°C
23.8° 21.2°
2 BF
47%
Ρόδος
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
19.8° 19.3°
4 BF
81%
Χαλκίδα
Σποραδικές νεφώσεις
24°C
23.8° 23.8°
0 BF
35%
Καβάλα
Σποραδικές νεφώσεις
21°C
21.3° 21.3°
2 BF
43%
Κατερίνη
Αυξημένες νεφώσεις
22°C
22.1° 22.1°
2 BF
63%
Καστοριά
Αυξημένες νεφώσεις
21°C
20.7° 20.7°
1 BF
56%
ΜΕΝΟΥ
Πέμπτη, 24 Απριλίου, 2025
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Η ένοπλη κατάληψη του Πανεπιστημίου από τους φοιτητές, στην πρώτη σελίδα του αθηναϊκού «Εμπρός» (19/1/1897). Το καπέλο περί «γελοιογραφίας» έχει προφανώς μπει για να εξουδετερωθεί ποινικά η υμνητική λεζάντα

«Ανομία», ετών 180

«Οτι εν τοις Πανεπιστημίοις συμβαίνουσιν ενίοτε ταραχαί και αταξίαι των φοιτητών

δεν είνε άγνωστον ουδέ παράδοξον»

Ιωάννης Πανταζίδης (πρύτανης), Χρονικόν της πρώτης πεντηκονταετίας του ελληνικού πανεπιστημίου (Αθήνησι 1889, σ. 37)

Ζούμε σε καιρούς επικίνδυνους, που εγκυμονούν τέρατα. Το επιβεβαίωσαν διπλά οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών: όχι μόνο η ηχηρή συναίνεση μιας μερίδας της κοινωνίας στο αποτρόπαιο θανατηφόρο λιντσάρισμα ενός «κλεφτρονιού» από τυπικούς εκπροσώπους των αφηνιασμένων νοικοκυραίων, αλλά και οι αντιδράσεις που ξεσηκώθηκαν με αφορμή το πόρισμα της επιτροπής Παρασκευόπουλου για την ασφάλεια των πανεπιστημιακών χώρων.

Τον τόνο έδωσε, μέσω τουίτερ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης -ένας άνθρωπος που τα ελληνικά ΑΕΙ τα έβλεπε πάντα εξ αποστάσεως: μόλις η Ν.Δ. έρθει στα πράγματα, διακήρυξε, «τα πανεπιστήμια θα καθαρίσουν από συμμορίες και θα αποδοθούν ξανά στους φοιτητές και τους καθηγητές τους».

Να υποθέσουμε ότι σήμερα όλοι αυτοί έχουν καταφύγει πρόσφυγες στο Χάρβαρντ;

Στην πραγματικότητα το πόρισμα της επιτροπής Παρασκευόπουλου θα έπρεπε να επικριθεί σφοδρά, αλλά για τον αντίθετο ακριβώς λόγο: για πρώτη φορά η έννοια της «βίας» διευρύνεται θεσμικά τόσο, ώστε να περιλάβει ακόμη και φαινόμενα (όπως η λειτουργία φοιτητικών «στεκιών») που αφορούν αποκλειστικά και μόνο την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών.

Ενώ τα αυτόφωρα κακουργήματα εξαιρούνται ρητά από το άσυλο, και συνεπώς η σχετική συζήτηση δεν είναι δυνατόν να έχει θεσμικό αλλά μονάχα τεχνικό χαρακτήρα, η υπαγωγή στο ίδιο (ποινικό) πλαίσιο της χρήσης πανεπιστημιακών χώρων από ομάδες φοιτητών για πολιτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες δρομολογεί πολύ προβληματικές εξελίξεις.

Και μπορεί μεν ο κ. Μητσοτάκης να θεωρεί «συμμορίες» όσους δεν ανήκουν στη Νεολαία του, οι προτάσεις όμως της επιτροπής για ασφυκτικό έλεγχο της λειτουργίας παρόμοιων χώρων βάσει «θεσμικού πλαισίου που πρέπει να συγκροτηθεί» (σ. 10) και «υπό αυστηρούς όρους που θα θέτει η Κοσμητεία» (σ. 14), ακόμη και για βίαιη εκκένωση των υφιστάμενων στεκιών εφόσον θεωρηθεί ότι κάτι τέτοιο «δεν είναι δυνατό» (σ. 10), αποτελούν την καλύτερη εγγύηση για διαρκείς τριβές ανάμεσα στην πιο ανήσυχη μερίδα των φοιτητών, τις πανεπιστημιακές αρχές και κάθε λογής καλοθελητές.

Υπάρχει όμως πραγματικό πρόβλημα «ειρηνικής λειτουργίας» των ελληνικών ΑΕΙ; Τα σποραδικά επεισόδια που καταγράφονται κατά καιρούς συνιστούν άραγε ανησυχητική τομή σε σχέση με το παρελθόν, ώστε να δικαιολογούν τη λήψη ειδικών μέτρων, ή απλά πρόκειται για φαινόμενα λίγο-πολύ φυσιολογικά, για κοινωνικούς χώρους όπου συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός νέων, με τις αναμενόμενες ζυμώσεις, εντάσεις και ανησυχίες;

Αν πιστέψουμε τους κήρυκες της ευνομίας στα ιδιωτικά ΜΜΕ, όσα φοβερά και τρομερά συμβαίνουν στα πανεπιστήμιά μας αποτελούν κληρονομιά της επάρατης Μεταπολίτευσης, που έθεσε τέρμα σε μια σχεδόν ειδυλλιακή -και αξιοκρατική- ακαδημαϊκή τάξη.

Η εικόνα αυτή έχει, ωστόσο, περισσότερη σχέση με την ακροδεξιά μυθολογία παρά με την ιστορική πραγματικότητα· οι επιφανέστεροι κήρυκές της ουδέποτε αξιώθηκαν άλλωστε να μπουν σε κάποιο ελληνικό ΑΕΙ, γεγονός που εξηγεί και τη συμπλεγματική λύσσα τους περί «ανομίας».

Ως ζωντανός χώρος ανθρώπων που διανύουν μια μεταβατική αλλά σημαδιακή φάση της ζωής τους, το ελληνικό Πανεπιστήμιο υπήρξε ανέκαθεν πεδίο έντονων εσωτερικών συγκρούσεων, που δεν τηρούσαν πάντα τους κανόνες της κοσμιότητας. Ακόμη και τον πρώτο καιρό της ύπαρξής του -όταν δεν υπήρχαν ούτε καταχθόνιοι αναρχοκομμουνιστές για να κλονίσουν τα θεμέλιά του, ούτε θεσμικά κατοχυρωμένο πανεπιστημιακό άσυλο για να τους λύνει τα χέρια.

Στου Οθωνα τα χρόνια

Το πρώτο γνωστό κρούσμα φοιτητικής «ανομίας» συνέβη τον Μάιο του 1839, μόλις δύο χρόνια μετά τα εγκαίνια του Πανεπιστημίου.

Οι φοιτητές της Ιατρικής, μια εικοσαριά όλοι κι όλοι, ζήτησαν από τον καθηγητή Δημήτριο Μαυροκορδάτο να παραδίδει το μάθημα πιο αργά, για να προλαβαίνουν να κρατούν σημειώσεις, ή να εκδώσει ο ίδιος τις παραδόσεις του. Οταν αυτός αρνήθηκε, κατέβηκαν σε τριήμερη αποχή.

Ο καθηγητής κατήγγειλε «συνωμοσία» και η Σύγκλητος τον στήριξε, επιβάλλοντας οκταήμερη κράτηση (εντός του Πανεπιστημίου) σε δύο φοιτητές που αυτός υπέδειξε ως πρωταίτιους.

Ενας απ’ αυτούς, ο Αναστάσιος Γούδας, εξελίχθηκε αργότερα σε διάσημο λόγιο του περασμένου αιώνα -απείρως σημαντικότερο, εν πάση περιπτώσει, από τον καθηγητή που τον στοχοποίησε. Φαινόμενο που θα επαναληφθεί ουκ ολίγες φορές στους δύο αιώνες της πανεπιστημιακής μας ζωής.

Δεν ήταν παρά η αρχή. Τον Μάρτιο του 1842, φοιτητές διαμαρτυρήθηκαν πως ο καθηγητής της Ιστορίας, Εδουάρδος Μάσσων, δεν δίδασκε το μάθημα για το οποίο έχει διοριστεί.

Τον Φλεβάρη του 1844 ξεσπούν επεισόδια στο μάθημα του νεοδιόριστου καθηγητή της Ιατρικής Κωνσταντίνου Μαυρογιάννη, επειδή δίδασκε κατά το γαλλικό και όχι κατά το γερμανικό σύστημα -απαιτούσε, μ’ άλλα λόγια, διαρκείς εξετάσεις και έλεγχο της ροής των σπουδών.

Θέατρο επεισοδίων θα γίνει τον Μάιο της ίδιας χρονιάς και το μάθημα του καθηγητή της Χημείας Γιοχάνες Λάντερερ. Η πύκνωση των συμβάντων συνδεόταν προφανώς με το κλίμα της γενικότερης φιλελευθεροποίησης που επέφερε η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου και η επαναφορά του κοινοβουλευτισμού.

«Από τινος χρόνου», καταγγέλλει στη Σύγκλητο ο γραμματέας της (12/5/1844), οι φοιτητές «ήρχισαν να μη φέρωσι σέβας ούτε προς τον πρύτανιν, ούτε προς τους καθηγητάς, ούτε προς τους υπαλλήλους του γραφείου» -εξ ου και το όργανο «πρέπει να λάβη σύντονα μέτρα» για την καταστολή του φαινομένου.

Υποβοηθητικός παράγοντας τέτοιων επεισοδίων ήταν η συστηματική υπόθαλψή τους από μερίδες του καθηγητικού κόσμου, που χρησιμοποιούσαν τους φοιτητές (ή μερίδα τους) ως μοχλό για το ξεκαθάρισμα των μεταξύ τους λογαριασμών.

Η μετατροπή των νέων επιστημόνων σε καθηγητικούς στρατούς ήταν άλλωστε μάλλον αναμενόμενη σ’ ένα Πανεπιστήμιο λίγων εκατοντάδων «ακαδημαϊκών πολιτών» και σε μια κοινωνία όπου επικρατούσαν άκρως ελαστικές εργασιακές σχέσεις (και εξίσου προσωποποιημένες εξαρτήσεις). Το κυρίαρχο κάθε φορά πολιτικοϊδεολογικό κλίμα λειτουργούσε επίσης καθοριστικά για τη στάση της πλειοψηφίας υπέρ του ενός ή του άλλου διδάσκοντος.

Η διάχυτη αμφισβήτηση των δογμάτων της καθ’ ημάς Ανατολής, εν ονόματι της επιστημονικής και κοινωνικής προόδου, θα τροφοδοτήσει έτσι τα επεισόδια σε βάρος του φανατικά αντιδυτικού, «φιλορθόδοξου» καθηγητή της Φιλοσοφίας, Φραγκίσκου Πυλαρινού.

«Κατά την 15ην Φεβρουαρίου 1845 συνέβησαν ταραχαί και ξυλοκοπήματα εν τη παραδόσει του», διαβάζουμε στην επίσημη ιστορία του Πανεπιστημίου (Πανταζίδης 1889, σ. 88-9), ενώ ακόμη γλαφυρότερα είναι τα ρεπορτάζ των ημερών.

Φιλική προς τον καθηγητή εφημερίδα απέδωσε τα συμβάντα σε εξωφοιτητικά στοιχεία («παιδάρια του Γυμνασίου με τινάς των καφενείων αγνώστους»), κινητοποιημένα από τη «ραδιουργία του ξενισμού» («Αιών», 17/2/1845)· σύμφωνα πάλι με μια αφήγηση εχθρική προς τον λοιδορούμενο καθηγητή, ο αδερφός του επιχείρησε να συνετίσει διά ροπάλου τους φοιτητές που αποχωρούσαν επιδεικτικά από το μάθημά του, ξυλοκοπώντας έναν απ’ αυτούς («Αθηνά», 18/2/1845).

Η Σύγκλητος απέφυγε πάντως να πάρει μέτρα, εκφράζοντας απλά τη λύπη της και μεταφέροντας το μάθημά του σε λιγότερο προβληματική ώρα. Τελικά, ο Πυλαρινός απολύθηκε από την επόμενη κυβέρνηση (1846).

Προς την αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε ο επόμενος γύρος επεισοδίων, το 1848, με επίκεντρο τον φιλελεύθερο καθηγητή της Ιστορίας, Θεόδωρο Μανούση. Φοιτητές της Θεολογίας, με επικεφαλής έναν Κωνσταντινουπολίτη μοναχό της Φιλοσοφικής, επιτέθηκαν μέσω του «Αιώνος» κατά του Μανούση για «προσβολή της θρησκείας».

Σκοπός της επίθεσης, που συντονιζόταν από φιλορθόδοξους κύκλους σε σύνδεση με το Πατριαρχείο, ήταν η αντικατάσταση του φιλελεύθερου καθηγητή από τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, τον μόνο ικανό «να φιμώση και να περιστείλη» κάθε κοσμοπολίτικη αμφισβήτηση του ελληνορθόδοξου σκοταδισμού· στο αποκορύφωμα της αναμέτρησης, ο «Αιών» θα διακηρύξει μάλιστα εμφατικά (11/2/1848) ότι «δεν συμφέρει να λέγηται πάντοτε προς πάντας πάσα η αλήθεια» αλλά θα έπρεπε, «ει δυνατόν, να καταξεσχίζωνται και αι σελίδες των βιβλίων, εις ας εμπεριέχονται [αλήθειες που] μολύνουσι τας ψυχάς των ακροουμένων αυτάς».

Ακολούθησε διχασμός των φοιτητών: η μεγάλη πλειοψηφία της Φιλοσοφικής τάχθηκε υπέρ του καθηγητή, ενώ της Θεολογικής εναντίον.

Οι πρώτοι «εξερράγησαν εις χλευασμούς και απειλάς» κατά των δεύτερων, που με τη σειρά τους, «φοβούμενοι μη κακοποιηθώσιν υπό των ακροατών του Μανούση, εζήτησαν την προστασίαν της Συγκλήτου».

Ως πρώτος ιστορικός του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο Ιωάννης Πανταζίδης, αντιμετώπισε τις φοιτητικές «αταξίες» με ψυχραιμία. Ως πρύτανης, ανέθεσε την ευταξία του ιδρύματος στην αστυνομία και στους τσολιάδες

Με την πρυτανεία και το υπουργείο στο πλευρό των σκοταδιστών, ο Μανούσης αναγκάστηκε τελικά σε παραίτηση, ανοίγοντας τον δρόμο στον εκλεκτό των φιλορθοδόξων.

Αμιγώς προσωπικό χαρακτήρα είχαν αντίθετα τα επεισόδια του 1855, όταν φοιτητές της Ιατρικής αποδοκίμασαν τον νέο υφηγητή Διονύσιο Αιγινίτη, απαιτώντας να συνεχιστεί η διδασκαλία της Ειδικής Νοσολογίας από τον καθηγητή Μακκά.

Το μάθημα «διελύθη διά παρεμβάσεως της Πανεπιστημιακής αρχής», οι παραδόσεις του Αιγινίτη ανεστάλησαν (για να μοιραστούν με τον Μακκά) και παραιτήθηκε ο υπουργός Παιδείας που τον είχε διορίσει.

Στις 25/3/1857, πάλι, η αστυνομική συνοδεία του πανεπιστημιακού, υπουργού Εξωτερικών και βουλευτή Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή έγινε δεκτή στα Προπύλαια με κραυγές «έξω οι χωροφύλακες!».

Η Σύγκλητος τιμώρησε δύο φοιτητές με κράτηση δύο εβδομάδων, για να βρεθεί αντιμέτωπη με την ενυπόγραφη διακήρυξη 192 συναδέλφων τους πως ήταν εξίσου ένοχοι κι έπρεπε να τους επιβληθεί η ίδια ποινή. Το διάβημα αποδείχτηκε νικηφόρο: παρά την έναρξη ανακρίσεων σε βάρος 11 διακινητών της δήλωσης, οι δύο έγκλειστοι απελευθερώθηκαν «λόγω εορτών».

Η τελευταία φοιτητική «αταξία» επί Οθωνα σημειώθηκε τον Φλεβάρη του 1860, με στόχο τον νεοδιόριστο υφηγητή της Νομικής Κωνσταντίνο Κωστή. Σε μια συγκυρία σημαδεμένη από τη γενίκευση των αντιδυναστικών αισθημάτων, ο γαλαζοαίματος πανεπιστημιακός (γιος του καθηγητή της Ιατρικής -και προσωπικού γιατρού της βασίλισσας Αμαλίας- Νικολάου Κωστή) εμποδίζεται «διά χυδαίων εκδηλώσεων» να διδάξει.

Η Σύγκλητος διέγραψε από τα μητρώα όλους τους φοιτητές της Νομικής, απαιτώντας για την επανεγγραφή τους την υποβολή ατομικών δηλώσεων μετανοίας. Μπροστά στην άρνηση της μεγάλης πλειοψηφίας τους, βολεύτηκε ωστόσο τελικά με απλές δηλώσεις μη συμμετοχής στα επεισόδια.

Διαφορετικής τάξης φαινόμενα «ανομίας» επιχείρησε, τέλος, να καταστείλει το 1849 η απαγόρευση του καπνίσματος των φοιτητών στους πανεπιστημιακούς χώρους.

Σύμφωνα με την πρώτη επίσημη ιστορία του ιδρύματος, το μέτρο προκλήθηκε από το γεγονός πως «είχε κινδυνεύση να εμπρησθή το γραφείον του πανεπιστημίου εκ των σιγαριδίων των φοιτητών, οίτινες εκάπνιζον ου μόνον εν τοις παραθύροις, αλλά και εν αυτοίς τοις διδακτηρίοις (βεβαίως κατά τα διαλείμματα της διδασκαλίας)» (Πανταζίδης 1889, σ. 91).

Ο «όχλος» και το άσυλο

Επί Οθωνα σημειώθηκε και το πρώτο κρούσμα σύμπραξης φοιτητών και «εξωφοιτητικών στοιχείων» λαϊκής προέλευσης, για την απρογραμμάτιστη κατάληψη κάποιου πανεπιστημιακού χώρου σε συνθήκες θερμής καταδίωξης από τα όργανα της τάξης.

Το μεσημέρι της 11ης Μαΐου 1859, δεύτερη μέρα της αντιαυταρχικής νεανικής έκρηξης που έμεινε στην ιστορία ως «Σκιαδικά», περίπου εκατό μαθητές συνοδευόμενοι από «όχλον πολύν» κατέφυγαν στο μοναδικό -τότε- κτίριο του Πανεπιστημίου για να ξεφύγουν από την αστυνομία. «Επί τέλους διασκορπισθέντες υπό της ενόπλου δυνάμεως», διαβάζουμε στην καθεστωτική «Ελπίδα» της επομένης, οι διαδηλωτές «συνεσωρεύθησαν εις το Πανεπιστήμιον», όπου «ολίγιστοι» φοιτητές, «παρασυρθέντες υπό της εσφαλμένης ιδέας ότι οι προσελθόντες ηδύναντο να επικαλεσθώσιν το δικαίωμα της φιλοξενίας, ηνώθησαν μετ’ αυτών».

Η ενέργεια θεωρήθηκε ακραία, ακόμη κι από αντιπάλους της κυβέρνησης: «Οιοσδήποτε αν ήτον ο σκοπός των μαθητών, δεν έπρεπε να ταράξωσι την ησυχίαν του ιερού τούτου καταγωγίου των Μουσών, να διακόψωσι τα μαθήματα των παραδόσεων», αποφάνθηκε χαρακτηριστικά ο «Αιών» (12/5/1859). «Το Πανεπιστήμιον είνε ομήγυρις ειρήνης, τα πολιτικά πάθη, αι κομματικαί αντιζηλίαι πρέπει να σιγώσιν εις τον περίβολον αυτού· προ πάντων το κίνημα εν τω Πανεπιστημίω είνε κατακριτέον, διότι και άλλοι μεταβάντες εκεί ηνώθησαν μετά των φοιτητών».

Το ίδιο φύλλο μάς πληροφορεί για ό,τι ακολούθησε: «Ο στρατός διετάχθη να διαλύση την συνάθροισιν και εισήλθε εις τον περίβολον κακοποιήσας τινάς, αλλ’ ο κ. Ράλλης, Υπουργός της Δικαιοσύνης, διέταξε υπό ευθύνην του ν’ αποσυρθώσιν οι στρατιώται».

Στα εξωφοιτητικά στοιχεία θα επικεντρωθεί και το επίσημο ανακοινωθέν του υπουργού Εκκλησιαστικών και Παιδείας, Χαράλαμπου Χριστόπουλου:

«Η χθες γενομένη εν τω Πανεπιστημίω συνάθροισις προσώπων μη ανηκόντων εις την των φοιτητών τάξιν, ηνάγκασεν την διοικητικήν και την στρατιωτικήν αρχήν, μετά τας πατρικάς παραινέσεις της πανεπιστημιακής αρχής, να τοποθετηθή εντός του πανεπιστημιακού καταστήματος απόσπασμα στρατιωτικής δυνάμεως, ίνα προληφθή ούτω επανάληψις τοιούτων ατοπημάτων».

Με το ίδιο διάγγελμα, ο υπουργός επέβαλε διήμερη διακοπή των μαθημάτων κι έδωσε ισόχρονη προθεσμία στη Σύγκλητο να «επαναφέρει την διαταραχθείσαν τάξιν» με «την ανακάλυψιν και την αυστηράν τιμωρίαν εκείνων των φοιτητών οίτινες ηνώθησαν μετά των ταραξιών και εγένοντο παραίτιοι των λυπηρών εν Πανεπιστημίω συμβάντων, προς βλάβην εαυτών και των αγαθών συναδέλφων των» («Αθηνά», 13/5/1859).

Για την αποτροπή επανάληψης των γεγονότων, 30 φαντάροι στρατωνίστηκαν στο Πανεπιστήμιο επί τετραήμερο -ενέργεια που θα καταγγελθεί στη Γερουσία ως καταπάτηση «του ασύλου των επιστημών».

Ηταν η πρώτη φορά που έγινε στην Ελλάδα λόγος για πανεπιστημιακό άσυλο (Λάππας 2004, σ. 509).

Δάφνες και ρόπαλα

Μετά την έξωση του Οθωνα και την εγκαθίδρυση αυθεντικού κοινοβουλευτισμού, διαβάζουμε στην επίσημη ιστορία του Πανεπιστημίου, «αι ταραχαί των φοιτητών δεν ήτο δυνατόν να είνε ολιγώτεραι, αλλά κατά φυσικόν λόγον απέβησαν περισσότεραι. [...] Ιδόντες ότι η συμμετοχή αυτών» στο κίνημα που ανέτρεψε τον Βαυαρό μονάρχη «ούτε εκωλύθη ούτε ετιμωρήθη, αλλά τουναντίον επεστέφθη διά μεγάλης επιτυχίας, εφρονηματίσθησαν γενναίως. [...] Η δε πεποίθησις αύτη ενισχύθη μετέπειτα κατά την εφαρμογήν του νέου πολιτεύματος και υπό της ανάγκης, εις ην περιήλθον οι πολιτευόμενοι να θεραπεύωσι το πλήθος και μάλιστα τους οπωσδήποτε δυναμένους επ’ αυτού να επιδράσωσι. Τοιούτοι δε ήσαν βεβαίως οι φοιτηταί» (Πανταζίδης 1889, σ. 183-4).

Ο πρώτος καθηγητής που βρέθηκε αντιμέτωπος με τους φοιτητές ήταν ο Νικόλαος Σαρίπολος της Νομικής· απολυμένος επί Οθωνα (1852) και βασικός συντάκτης του Συντάγματος του 1864.

Η πρώτη ρήξη θα σημειωθεί τον Ιανουάριο του 1863, όταν η αντίθεσή του (από το βήμα της Βουλής) στο εκλογικό δικαίωμα των φοιτητών πυροδοτεί την παρεμπόδιση των μαθημάτων του -από «ευαρίθμους τινάς», διαβεβαιώνει η ομόφρων «Παλιγγενεσία» (19/1/1863), υπενθυμίζοντας πως «ουδαμού των πεφωτισμένων εθνών τοιούτον [εκλογικόν] δικαίωμα εδόθη εις την νεολαίαν, την οποίαν φροντίζουσι ν’ απομακρύνωσιν από τας πολιτικάς τύρβας».

Τα επόμενα χρόνια τα επεισόδια εις βάρος του θα αποκτήσουν ωστόσο αξιοσημείωτη κανονικότητα, λόγω της «ιδιοτρόπου αυστηρότητός του» (Πανταζίδης 1889, σ. 186).

Η εγκωμιαστική αφιέρωση των εικονιζόμενων φοιτητών (αριστερά) προς τον καθηγητή Σαρίπολο δεν τον προφύλαξε από την τύχη του Μανούση (δεξιά)

Σύμφωνα με την επίσημη ιστορία του Πανεπιστημίου, στις 18/4/1866 π.χ. «η ταραχή υπήρξε τοσούτον αγρία, ώστε οι φοιτηταί ίσταντο έτοιμοι εις αλληλομαχίαν διά των ανατεταμένων ράβδων, η δε καθέδρα του καθηγητού ήτο τεθραυσμένη και ο πίναξ ανατετραμμένος, κραυγαί δε και θόρυβος και ποδοκροτήσεις έπνιγον πάσαν φωνήν παραινέσεως του καθηγητού και του ευθύς επιφανέντος πρυτάνεως».

Ο Σαρίπολος «εξεώσθη της παραδόσεως υπό του ορμητικού ρεύματος των ταρασσόντων», διώχθηκε κι από το γραφείο του και υποχρεώθηκε ο πρύτανης να τον συνοδεύσει μέχρι το σπίτι του.

Την επομένη τα πράγματα ήταν ακόμη περισσότερο «εξηγριωμένα, ένεκα συγκρούσεως των φοιτητών προς αλλήλους, εν η ετραυματίσθη τις κατά την κεφαλήν υπό φοιτητών» (σ. 185-6).

Τα επεισόδια επαναλήφθηκαν τον Φλεβάρη του 1867, οπότε «επήλθε διακοπή της διδασκαλίας του επί δύο μήνας». Το κακό τρίτωσε τον Γενάρη του 1875, όταν ο καθηγητής κατηγορήθηκε από τους φοιτητές πως «εξύβρισε και αυτούς, αποκαλέσας ζώα, και πολιτευομένους τινάς και δημοσιογράφους» (σ. 188)· οι παραδόσεις διακόπηκαν ξανά.

Τσαντισμένος με την «αδράνεια» της Συγκλήτου, ο Σαρίπολος δεν ξαναπάτησε στο Πανεπιστήμιο και, μετά την πτώση της φιλικής προς αυτόν κυβέρνησης Βούλγαρη, απολύθηκε (5/6/1875). Στο ημερολόγιό του δεν θα παραλείψει φυσικά να καυτηριάσει τους «καπήλους της επιστήμης» συναδέλφους του που, «διεφθαρμένοι αυτοί, διέφθειραν την νεολαίαν, υποβοηθούντες την ημιμάθειαν διά της παραλυσίας των σπουδών» (Ν. Σαρίπολος, «Αυτοβιογραφικά απομνημονεύματα», Εν Αθήναις 1889, σ. 173).

Στο μεσοδιάστημα, ο ίδιος καθηγητής είχε πάντως προπηλακιστεί ακόμη και για ελάσσονες λόγους: τον Δεκέμβριο του 1872, λ.χ., «φίλοι και συμπατριώτες ενός φοιτητή από τη Μεσσηνία, ο οποίος είχε απορριφθεί στις διπλωματικές εξετάσεις, επιτέθηκαν την ώρα του μαθήματος κατά του Σαρίπολου, θεωρώντας τον υπεύθυνο για την αποτυχία του. Ανέτρεψαν την έδρα και έβγαλαν τον Σαρίπολο έξω από την αίθουσα» (Λάππας 2004, σ. 551).

Καθοδηγούμενη από υπερσυντηρητικούς καθηγητές γύρω από τον Κωνσταντίνο Κόντο, μια δυναμική ομάδα φοιτητών θα διώξει πάλι από τη Φιλοσοφική, με σταθερά επαναλαμβανόμενα επεισόδια μεταξύ 1865 και 1869, τον -μαθητή και επίγονο του Μανούση- Δημήτριο Βερναρδάκη: «Οσάκις απεπειράθη να διδάξη, εύρε συστηματικήν αντίστασιν παρά των ολίγων εκείνων φοιτητών, των αδιακόπως κατ’ αυτού υποκινουμένων», ώσπου υπέβαλε την παραίτησή του (Πανταζίδης 1889, σ. 193).

Η επαγρύπνηση -όχι φυσικά των φοιτητών- σε βάρος του διατηρήθηκε άσβεστη: όταν ύστερα από 13 χρόνια δοκίμασε να ξαναδιδάξει, νέοι τραμπουκισμοί τον υποχρέωσαν να ξαναπαραιτηθεί. Σε αντίθεση δε με τα περισσότερα ομοειδή συμβάντα, που καυτηριάζονταν τουλάχιστον δημόσια, οι επιθέσεις κατά του Βερναρδάκη απολάμβαναν τη σταθερή επιδοκιμασία του «πατριωτικού» Τύπου.

Επιδρομή ενός φοιτητή κι ενός κουρέα δέχτηκε τον Σεπτέμβριο του 1866, για άγνωστους λόγους, και το μάθημα του Αθανασίου Χρηστομάνου· ο πρώτος από τους επιδρομείς έσπασε με τη μαγκούρα του τα όργανα πειραματικής χημείας και τράβηξε μαχαίρι στους υπερασπιστές του καθηγητή, ενώ ο δεύτερος πυροβόλησε εκφοβιστικά στον αέρα.

Οι ανακρίσεις που ακολούθησαν κατέληξαν σε εντυπωσιακά ήπιο αποτέλεσμα: ο ροπαλοφόρος μαχαιροβγάλτης τιμωρήθηκε με «αποβολήν εκ του Πανεπιστημίου επί εν έτος» μόνο, οι δε «συναίτιοί» του, για τους οποίους δεν πληροφορούμαστε το παραμικρό, «εις επίπληξιν δημοσίαν» (Πανταζίδης 1889, σ. 190).

Τον Φλεβάρη του 1882, το εναρκτήριο μάθημα του καθηγητή της Νομικής Αθανασίου Ροντήρη μετατρέπεται κι αυτό σε πεδίο μάχης: «Επειδή οι ακροαταί, εν οις και πολλοί μη ανήκοντες εις το Πανεπιστήμιον, διέκειντο οι μεν ευμενώς, οι δε δυσμενώς προς τον αρτίως διορισθέντα καθηγητήν, τρις διεκόπη η παράδοσις υπό των ταραχών και των διαπληκτισμών των φοιτητών, άπαξ δε και πυροβόλον όπλον εκρότησε προς εκφόβισιν και τραυματισμοί συνέβησαν» (ό.π., σ. 194).

Η Σύγκλητος διέκοψε τα μαθήματα και ύστερα από δύο μήνες η νέα κυβέρνηση -του Τρικούπη- απέλυσε τον Ροντήρη.

Τον Νοέμβριο του 1893 στόχος γίνεται πάλι ένας καθηγητής της Ιατρικής που κατηγορείται από τους φοιτητές σαν παντελώς άσχετος με το αντικείμενό του: «Χθες την πρωίαν καθ’ ην στιγμήν ο καθηγητής της Ανατομίας κ. Ρ. Νικολαΐδης παρέδιδε», διαβάζουμε σε εχθρικό προς αυτόν ρεπορτάζ, «φοιτηταί τινες ήρξαντο ποδοκροτούντες και συρίζοντες, ενώ άλλοι εχειροκρότουν και εζητωκραύγαζον. Ο κ. Νικολαΐδης μη δυνάμενος να εξακολουθήση προσεκάλεσε την αστυνομίαν ήτις συνέλαβε τους φοιτητάς Γ. Θάλην, Β. Παναγόπουλον, Α. Παπασωτηρίου και Γ. Δημόπουλον. Ούτως αποδεικνύεται ότι ο κ. Νικολαΐδης προώρισται υπό των εκλεξάντων αυτόν ως καθηγητήν να διδάσκη τη ενδελεχεί προστασία των ευζώνων και καραμπινοφόρων» («Επιθεώρησις», 9/11/1893, σ. 2).

Καθηγητές και μαγκούρες

Επεισόδια προκαλούνταν όμως όχι μόνο εναντίον καθηγητών, αλλά και για την υπεράσπιση όσων απ’ αυτούς διώκονταν για τη συμπαράστασή τους σε αγώνες των φοιτητών. Σημείο τομής αποτελεί ιδίως το ατελέσφορο κίνημα του φθινοπώρου του 1892, ενάντια στη δραματική αύξηση των διδάκτρων («εκπαιδευτικών τελών») που επέβαλε η εκσυγχρονιστική κυβέρνηση Τρικούπη.

Κατά τη διάρκειά του, οι φοιτητές συγκρούστηκαν επανειλημμένα με την αστυνομία (που, εκτός από κλομπ, χρησιμοποίησε επίσης -μάλλον για πρώτη φορά- πυροσβεστικές αντλίες) και επέβαλαν δυναμικά αποχή από τις εγγραφές, με περιφρούρηση της γραμματείας από ειδικές ομάδες (Λάππας 2004, σ. 606-11).

Την ήττα του κινήματος διαδέχτηκε νέος γύρος «ανομίας», αυτή τη φορά υπέρ του καθηγητή της Νομικής Γουναράκη, που είχε απολυθεί επειδή η «Φοιτητική Ενωσις» (της οποίας ήταν πρόεδρος) πρωτοστάτησε στις κινητοποιήσεις. Για να επιβάλουν την επαναπρόσληψή του, οι αλληλέγγυοι αποφάσισαν να παραλύσουν την εκπαιδευτική διαδικασία, εμποδίζοντας τα μαθήματα των συναδέλφων του.

«Πρώτος εδοκίμασε την απόφασιν των φοιτητών ο καθηγητής κ. Θεοφανόπουλος, ον ζητήσαντα να επιβληθή υπεδέχθησαν οι φοιτηταί διά διαβολικών ταραχών και εκκωφαντικών κτυπημάτων των ράβδων επί των θρανίων», διαβάζουμε στην αντιπολιτευόμενη «Επιθεώρησιν» (24/10/1892). «Μετ’ αυτόν εισήλθεν ο κ. Δημαράς όστις ερωτήσας αν υπάρχη φοιτητής τις θέλων να ακούση και λαβών εις απάντησιν εν ομόφωνον όχι, απήλθεν υπό τα χειροκροτήματα των φοιτητών. Τα αυτά επίσης έπαθον και οι άλλοι καθηγηταί οι αποπειραθέντες να διδάξωσιν. [...] Σήμερον την 9 π.μ. θα αποπειραθή να διδάξη ο κ. Κρασσάς, ον όμως αναμένει η αυτή τύχη, ως είπον ημίν οι φοιτηταί». Με «διαβολικάς αποδοκιμασίας, ποδοκροτήματα» και «κτυπήματα των ράβδων επί των θρανίων» έγινε δεκτός την επομένη και ο Γεώργιος Στρέιτ («Επιθεώρησις», 25/10).

Για την πάταξη του κακού, θα τεθεί σε κίνηση ο «κοινωνικός αυτοματισμός»: «επληρώσαμε τα τέλη και εννοούμεν να ακούσωμεν μαθήματα», ξεκαθαρίζει επιτροπή «νομιμοφρόνων» φοιτητών στον πρύτανη, απαιτώντας την προστασία των αρχών έναντι «των είκοσιν ή τριάκοντα εκείνων οίτινες θέλουν καλά και σώνει να αναδιορισθή ο κ. Γουναράκης» («Ακρόπολις», 26/10).

Με παρότρυνση του πρύτανη, οκτώ απ’ αυτούς συνέταξαν και περιέφεραν προς υπογραφή αναφορά υπέρ της επανάληψης των μαθημάτων· οι αντιφρονούντες αντέδρασαν και «παρ’ ολίγον να προκληθή συμπλοκή, εξαχθέντων και περιστρόφων» («Επιθεώρησις», 25/10).

«Προς πρόληψιν νέων ατακτημάτων», η κυβέρνηση Τρικούπη θα στείλει το πρωί της 28ης Οκτωβρίου στο Πανεπιστήμιο τους αστυνόμους Παλαμάρα και Μαρούλη «μεθ’ ικανής δυνάμεως στρατιωτών και ευζώνων».

Μόλις ο καθηγητής Δημαράς ανέβηκε στην έδρα, εξηγεί περιχαρής η εκσυγχρονιστική «Ακρόπολις» (29/10), «οι φοιτηταί προέβησαν ως και κατά τας παρελθούσας ημέρας εις θορυβώδεις αποδοκιμασίας»· όμως «η αστυνομία εισήλθε εν τη αιθούση των παραδόσεων και πας θόρυβος κατέπαυσεν πάραυτα. Διά παν ενδεχόμενον κατεσχέθησαν προς στιγμήν αι μαγκούραι και αφού αποκατέστη η τάξις, προσήλθον οι φοιτηταί και παρέλαβον αυτάς εκ της Διευθύνσεως της αστυνομίας».

Το Πανεπιστήμιο στα όπλα

Ο νέος είναι ωραίος, αλλά ο παλιός είν' αλλιώς. Χαρακτηριστικοί τύποι φοιτητών στα τέλη του 19ου αιώνα, όπως τους απαθανάτισε η πένα του Αιμίλιου Προσαλέντη

Το κύκνειο άσμα και ταυτόχρονα το αποκορύφωμα του φοιτητικού κινήματος του 19ου αιώνα θα έρθει στις 15 Ιανουαρίου 1897, με την πρώτη κατάληψη του Πανεπιστημίου από φοιτητές που διεκδικούσαν την απόλυση του υπερβολικά αυστηρού και δύστροπου καθηγητή της Ιατρικής, Ιουλίου Γαλβάνη.

Πρόκειται για γεγονότα σχετικά γνωστά, η αναλυτική επισκόπηση των οποίων θα απαιτούσε πολύ περισσότερο χώρο -και μπορεί να μας απασχολήσει σε κάποιο μελλοντικό αφιέρωμα.

Προς το παρόν, ας κρατήσουμε ορισμένα βασικά στοιχεία:

 Τον ένοπλο χαρακτήρα της κατάληψης, που αποτυπώνεται σε όλα τα ρεπορτάζ των ημερών. Κατά την ειρηνική εκκένωση του κτιρίου το πρωί της 18ης Ιανουαρίου, διαβάζουμε στην «Εστία», οι αποχωρούντες «ανέρχονται εις 300 και έχουν όλοι τα περίστροφά των»· η ίδια εφημερίδα διευκρινίζει την επομένη ότι «μόνον τα τουφέκια εξηφανίσθησαν αποκρυβέντα».

 Τη μετατροπή του κατειλημμένου κτιρίου σε πόλο έλξης εξωφοιτητικών στοιχείων, που διαδηλώνουν στους γύρω δρόμους και συγκρούονται με τις δυνάμεις της τάξης, εκφράζοντας μια διάχυτη κοινωνική δυσαρέσκεια -τρία χρόνια μετά το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Τρικούπη και ενάμιση πριν από την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Η αιματηρή σύγκρουση της 17/1 στη Σταδίου θα έχει μάλιστα κι έναν νεκρό από σφαίρα: τον περαστικό μαθητή της Δ' Γυμνασίου Χρύσανθο Βαρότση.

 Την εθνική κινδυνολογία των προασπιστών της τάξης. Το «Αστυ» της 16/1 θα ισχυριστεί λ.χ. ότι, κατά τις συγκρούσεις της πρώτης ημέρας με την αστυνομία, «μερικοί Μακεδόνες φοιτηταί» ζητωκραύγασαν υπέρ της Βουλγαρίας και του βασιλιά της· ισχυρισμός που, όπως ήταν φυσικό, διαψεύστηκε αυθημερόν από τους καταληψίες, με ειδική ανακοίνωσή τους προς τον Τύπο.

 Το εξαιρετικά γνώριμο ύφος του σχολιασμού της φοιτητικής ανταρσίας από τις εφημερίδες: «Αλλοίμονον εις τα έθνη των οποίων η νεολαία δεικνύει τόσον καταφανή σημεία εθνικής αποσυνθέσεως και παρακμής», θρηνεί χαρακτηριστικά η φιλοκυβερνητική «Εφημερίς» (16/1). «Η φοιτητική νεολαία δεν γνωρίζει σήμερον ούτε τι ζητεί, ούτε διατί συνταράσσεται. Ή μάλλον γνωρίζει ότι εν μόνον ζητεί: να επιβάλη αυτή τον νόμον εις την πολιτείαν, να δίδη αυτή εις αυτήν τα διπλώματα».

«Ανομία» εκτός ασύλου

Πετροπόλεμος ενηλίκων στην Αθήνα της δεκαετίας του 1830

Ουδέποτε το Πανεπιστήμιο αποτέλεσε νησίδα αποκομμένη από την υπόλοιπη κοινωνία. Για το επίπεδο της διάχυτης, καθημερινής βίας στην Αθήνα της δεκαετίας του 1890, αποκαλυπτικά είναι δύο ταπεινά μονόστηλα που αλιεύσαμε τυχαία στις ίδιες εφημερίδες που χρησιμοποιήθηκαν ως πρώτη ύλη για την περιγραφή των φοιτητικών κινητοποιήσεων του 1892 και του 1897.

Το πρώτο, με τίτλο «Μάχαι εν Αθήναις», δημοσιεύτηκε στην «Επιθεώρησιν» της 28/10/1892:

«Ολόκληρον το Στ' αστυνομικόν τμήμα ευρίσκεται από της προχθές επί ποδός πολέμου, ένεκα της εξής αιτίας. Την 3 μ.μ. ώραν της προχθές ανηγγέλθη εις τον παρά το Μεταξουργείον σταθμόν ότι παρά τον Κολωνόν δεινή συνήφθη συμπλοκή μεταξύ 400 και επέκεινα μαθητών και μη διά λίθων, ξύλων, πολυκρότων [=περιστρόφων] και μαχαιρών. Το τμήμα απέστειλεν αμέσως επί τόπου δύναμιν εκ δύο κλητήρων και ενός ευζώνου, αλλ’ οι ανδρείοι μαχηταί, οίτινες ήσαν διηρημένοι εις δύο στρατόπεδα, ενωθέντες περιεκύκλωσαν τους κλητήρας, οίτινες βλέποντες τον κίνδυνον ετράπησαν εις φυγήν καταδιωκόμενοι υπό εκατοντάδων μαχητών και δεχόμενοι κατά της κεφαλής των λίθους, χώματα και παν το προστυχόν. Τέλος προφθάσαντες εισήλθον δεινώς μωλωπισμένοι εν τινι καφενείω, αλλ’ οι νικηταί πολιορκήσαντες και εκεί αυτούς έθραυσαν διά λίθων τα παράθυρα του καταστήματος και των πέριξ οικιών, ενσπείραντες τον πανικόν εις ολόκληρον την συνοικίαν, ήτις επί τρεις ώρας ευρίσκετο εις κατάστασιν πολιορκίας. Ευτυχώς προς το εσπέρας απεστάλη υπό του τμήματος και άλλη δύναμις, ήτις διέλυσε τους μαχητάς συλλαβούσα τους αρχηγούς αυτών Ζημαρίτην, Θρούμπαν, Ζερβόν, Μυκεκάτην, Κολίγκαν, Γιόσην και Πάλλην. Χθες όμως πάλιν συνηθροίσθησαν περί τους 500 εν τη αυτή θέσει και ήρξαντο διά πυροβολισμών της μάχης, ότε αίφνης επιπίπτει κατ’ αυτών το εκεί παραφυλάττον ιππικόν αφ’ ενός, αφ’ ετέρου δε κλητήρες και εύζωνοι και διασκορπίζουσιν αυτούς. Δυστυχώς εις εκ των κλητήρων, Ι. Πολίτης ονόματι, ετραυματίσθη διά λίθου εις την κεφαλήν σοβαρώς».

Το δεύτερο, από το «Αστυ» (20/1/1897), μας πληροφορεί ότι «λυσσώδης πετροπόλεμος διεξήγετο καθ’ όλον το απόγευμα της χθες εις τον όπισθεν του σκοπευτηρίου ευρύν χώρον μεταξύ αγυιοπαίδων, ων ο αριθμός υπερέβαινε τους πεντακοσίους! [...] Αστυφύλαξ δεν εφάνη πουθενά. Εκατέρωθεν εθραύσθησαν αρκεταί κεφαλαί και έρρευσεν αίμα προς δόξαν της αστυνομίας μας. Ενα παιδάκι έως 14 ετών εβλήθη διά λίθου εις το κροταφικόν οστούν και έπαθεν θανατηφόρον τραύμα. Τον τραυματίαν μετέφεραν εις τον “Ευαγγελισμόν”, όπου τω παρεσχέθησαν αι πρώται ιατρικαί βοήθειαι. Ενεκα της θέσεως του τραύματος του μικρού πετροπολεμιστού ουδεμία ελπίς υπάρχει ότι θα ζήση. Και μετά το λυπηρόν τούτο δυστύχημα ο πετροπόλεμος εξηκολούθησε λυσσωδέστερος, ετελείωσε δε μόλις περί την δύσιν του ηλίου».

 
 Διαβάστε
 
▶ Ιωάννης Πανταζίδης, Χρονικόν της πρώτης πεντηκονταετίας του ελληνικού Πανεπιστημίου (Αθήνησι 1889, Τυπογραφείον «Παλιγγενεσία»). Η πρώτη επίσημη ιστορία του Πανεπιστημίου Αθηνών, διά χειρός του τότε πρύτανη «κατ’ εντολήν της Συγκλήτου», περιλαμβάνει ειδικά υποκεφάλαια με ουκ ολίγες πληροφορίες για τις κατά καιρούς φοιτητικές «ταραχές και αταξίες».
 
▶ Κώστας Λάππας, Πανεπιστήμιο και φοιτητές στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα (Αθήνα 2004, εκδ. Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών ΕΙΕ - Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας). Ολοκληρωμένη και εξαιρετικά εμπεριστατωμένη μελέτη, η αρχική μορφή της οποίας υποστηρίχτηκε ως διδακτορική διατριβή.
 
▶ Διονύσιος Μαρκόπουλος, Η εξέγερσις των φοιτητών εν Αθήναις και η δράσις της Φοιτητικής Φάλαγγος εν Κρήτη κατά το 1897 (Εν Καλάμαις 1903, Τυπογραφείον Αθανασίου Πύλιουρα). Η πρώτη -ένοπλη- φοιτητική κατάληψη του Πανεπιστημίου Αθηνών μέσα από τις αναμνήσεις ενός πρώην καταληψία, γιατρού πλέον στην επαρχία.
Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
«Ανομία», ετών 180

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας