Χρειάστηκε να κινητοποιηθεί σύμπας ο καλλιτεχνικός κόσμος –συνδικαλιστικός και κατά μόνας– ώστε να αποφασίσει η κυβέρνηση να συμπεριλάβει και τους εργαζόμενους στον χώρο Τέχνης στα μέτρα στήριξης του κόσμου που πλήττεται από τον ιό. Στην ουσία, να τους δώσει μια παράταση ζωής, γιατί άδηλο το μέλλον. Οι καλλιτέχνες άλλωστε ήταν πάντα στο περιθώριο των πολιτικών προγραμματισμών.
Ο συνθέτης Σταύρος Ξαρχάκος σε δήλωσή του επισήμανε ότι ψάχνοντας το προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας διαπίστωσε ότι «υπήρχε παντελής έλλειψη πολιτιστικής πολιτικής και καμία πρόνοια για τους ανθρώπους της τέχνης, τους οποίους η πολιτεία αντιμετωπίζει ως επαίτες».
«Ο χαρακτηρισμός επαίτες είναι προσβλητικός για τον κλάδο», ήταν η απάντηση της υπουργού Πολιτισμού (θέλοντας προφανώς να τους… υπερασπιστεί), ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, προτίμησε να τα ρίξει στους… ψηφοφόρους, λέγοντας «ότι οι πολίτες είχαν διαφορετική άποψη στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, όσον αφορά το συνολικό πρόγραμμα της Ν.Δ., επομένως και του πολιτισμού».
Των υποσχέσεων
Γεγονός είναι, ωστόσο, ότι η Ν.Δ. στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση με το να μη συμπεριλάβει τον πολιτισμό στον προγραμματισμό της ήταν περισσότερο ειλικρινής με τον εαυτό της, δεδομένου ότι σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις που τον περιέλαβε δεν έπραξε απολύτως τίποτε. Πιο συγκεκριμένα: όταν η Ντόρα Μπακογιάννη ανέλαβε το 1992 το υπουργείο Πολιτισμού (με πρωθυπουργό τον πατέρα της) και αργότερα, το 2002, όταν η ίδια έγινε δήμαρχος Αθηναίων, όπου είχε τάξει προεκλογικά ουκ ολίγα.
Και το αποκορύφωμα, όταν το 2004, επί Ολυμπιάδας, ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής ανέλαβε αυτοπροσώπως το υπουργείο Πολιτισμού (πρώτη φορά πρωθυπουργός σ’ αυτό το υπουργείο), για να το εγκαταλείψει όταν τελείωσε το ολυμπιακό νταβαντούρι. Και, ας προστεθεί για την… ιστορία, ότι το υπουργείο Πολιτισμού συστάθηκε επί χούντας, το 1971, αρχικά ως υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών και αργότερα, υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Και (συμπληρωματικά στην… ιστορία) η Ακαδημία Αθηνών (που υπάγεται στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων) δημιουργήθηκε το 1926, επί δικτατορίας Θεόδωρου Πάγκαλου. (Οι δικτατορίες, έτσι κι αλλιώς, δεν έχουν πρόβλημα με τη δημιουργία και τη λειτουργία πολιτιστικών ιδρυμάτων, που συμβάλλουν στον εξωραϊσμό τους, φτάνει να κάνουν κουμάντο οι ίδιες)…
Η Μελίνα
Στην ουσία, καμιά κυβέρνηση δεν νοιάστηκε τον πολιτισμό, με εξαίρεση τη Μελίνα Μερκούρη, την –επί οκτώ χρόνια– πρώτη και μακροβιότερη γυναίκα υπουργό Πολιτισμού, επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Και αυτό χάρη στην προσωπική της αίγλη – διεθνώς. Από καταβολής του, το υπουργείο αυτό, που η Μελίνα το χαρακτήριζε «βαριά βιομηχανία» (και έκτοτε το επανέλαβαν κι άλλοι), σιτιζόταν (και εξακολουθεί να σιτίζεται) με τη μισή περίπου μονάδα του κρατικού προϋπολογισμού. Ακαρποι οι αγώνες της να φτάσει στη μία μονάδα – «τότε θα μπορούσαν να γίνουν θαυμάσια έργα», έλεγε.
Παρ’ όλα αυτά, είχε καταφέρει πολλά – κι ας θυμίσω μερικά, καθώς φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννησή της, με το υπουργείο Πολιτισμού να έχει ανακηρύξει το τρέχον έτος «Μελίνα Μερκούρη και Αντώνη Σαμαράκη» (που επίσης φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννησή του): Πολιτιστικές Πρωτεύουσες, Περιφερειακά Θέατρα, Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων, Θεατρική Αγωγή στα σχολεία. Αγώνας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, συμβολή στη δημιουργία του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και του Μουσείου Ακρόπολης.
Κι ένα απόσπασμα από συνέντευξη που της είχα πάρει για την «Ελευθεροτυπία» (21 Νοεμβρίου 1982), στον πρώτο χρόνο της ως υπουργού Πολιτισμού: «Εγώ πιστεύω ότι το υπουργείο Πολιτισμού, το θέλουμε δεν το θέλουμε, παίζει έναν τεράστιο ρόλο στην προβολή της Ελλάδας στο εξωτερικό και πιστεύω ότι μπορεί και μεγάλα αιτήματα μεγάλης εθνικής σημασίας να προωθήσει.
Οταν έχεις αυτή την ιστορία, αυτούς τους αρχαιολογικούς χώρους, δεν μπορείς να τα αφήνεις έτσι. Τα μουσεία πρέπει να φτιαχτούν τελείως διαφορετικά. Πρέπει να γίνουν διδακτικά και όχι κρύα κι άσχημα, όπως είναι τώρα. Πιστεύω μέχρι το ερχόμενο καλοκαίρι να έχουμε φτιάξει τα μουσεία, να γίνουν θελκτικά για τον κόσμο, να γίνουν τόποι όπου θα πηγαίνουν τα σχολεία, που θα τ’ αγαπήσει ο ελληνικός λαός και όχι μόνο οι τουρίστες»… Φτάνει βέβαια –μιλώντας γενικότερα για τον πολιτισμό– να υπάρχει το κατάλληλο προσωπικό, η άνεση στους ανθρώπους της τέχνης να εκφραστούν και να μην απειλούμαστε από… ιούς.
♦
Ηταν νέος, ωραίος, αθλητής (βαλκανιονίκης), επιστήμονας (γιατρός), πολιτικός (βουλευτής, συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ), ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Υφεση και την Ειρήνη, οδοιπόρος στον απαγορευμένο από την κυβέρνηση Μαραθώνιο Ειρήνης (21 Απριλίου 1963) – ό,τι… έπρεπε δηλαδή για τους απέναντι. Κι έριξαν καταπάνω του, έναν μήνα αργότερα (22 Μαΐου 1963 – πριν από 57 χρόνια), ύστερα από μια εκδήλωση για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη, ένα τρίκυκλο και τον θανάτωσαν…
Και έγινε σύμβολο ειρήνης, κίνημα νεολαίας (Νεολαία Γρηγόρη Λαμπράκη). Βιβλίο («Υπόθεση Λαμπράκη», από τον δημοσιογράφο Γιάννη Βούλτεψη). «Φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος» από τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό (το «Ζ»). Διεθνής κινηματογραφική παραγωγή, με τον ίδιο τίτλο, από τον Κώστα Γαβρά. Τραγούδι από τον Μίκη Θεοδωράκη (έτοιμο από το «Ενας Ομηρος» του Μπρένταν Μπίαν). Κι αν δεν τον ξέρουν κάποια σημερινά παιδιά, δεν φταίνε…
Ανάσα στις κονσερβαρισμένες τηλεοπτικές εκπομπές, η αφιερωμένη από το Mεγάλο Κανάλι, το περασμένο Σάββατο (11 μ.μ.) στον Μίκη Θεοδωράκη και τον Βασίλη Τσιτσάνη, με Γιώργο Νταλάρα και εκλεκτή παρέα. Για να μην αδικώ γενικώς, ωστόσο, τις «κονσέρβες», να σταθώ στην επανάληψη από την ΕΡΤ2 (Τρίτη, Τετάρτη, 11 μ.μ.) της, ιστορικής θα ’λεγα, εκπομπής «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι», μ’ έναν νεανικό (πριν από 35 χρόνια) Διονύση Σαββόπουλο, όπου εκτός από εξαιρετικός τραγουδοποιός, αναγνωρίζεται και ως παρουσιαστής, με χιούμορ που δεν εκβιάζει την αποδοχή. Με καλεσμένους καλλιτέχνες (μερικοί από τους οποίους έχουν φύγει από τη ζωή). Και σε εποχή που τα πράγματα πήγαιναν γενικώς καλύτερα…
ΚΑΙ… «Eγώ ζω με αυτή την κοπέλα…». Οταν ο (η, εν προκειμένω) εισαγγελέας δεν είναι ένας ψυχρός λειτουργός της Δικαιοσύνης.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας